Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Is she dead?

Αποτελεί την προμετωπίδα της «Βάρδιας» του Νίκου Καββαδία. Χρόνια την κοιτούσα και έλεγα πότε επιτέλους θα πάρω το βιβλίο από το οποίο προέρχεται. Τις πιο ενδιαφέρουσες βιβλιοπροτάσεις τις κάνουν πάντα οι ίδιοι οι συγγραφείς – μια προμετωπίδα εδώ, μια αναφορά εκεί, ένα βιβλίο πάνω στο οποίο βασίστηκε όλη η κεντρική ιδέα του εκάστοτε βιβλίου κάπου αλλού, ένας σπουδαίος συγγραφέας που «γαλούχησε» έναν άλλον σπουδαίο συγγραφέα που τυχαίνει να διαβάζεις εκείνη την στιγμή – και κάπως έτσι προχωρά η ιστορία της ανάγνωσης. Η λογοτεχνία μπορεί επιπροσθέτως να μας υποβάλει και να καθιερώσει τις πιο αλλόκοτες και απίθανες συμπεριφορές. Το διάβασες στο βιβλίο και το κάνεις και συ, ίσως θα σε κατηγορήσει κάποιος. Κι όμως, δεν είναι απλώς στείρα μίμηση, είναι κάτι αξεδιάλυτα βαθύτερο. Όπως συνέβη με μένα, μέγα αρνητή του λευκού κρασιού, όταν διάβασα ότι ο Τζόυς το προτιμούσε έναντι του κόκκινου, επείδη η σπιρτάδα του τού θύμιζε «ηλεκτρισμό». Εξαιρετική παρομοίωση και ισχύει απόλυτα. Στην υγειά μας!


Εντελώς τυχαία, μόλις χθες παρακολούθησα την θεατρική παράσταση «Ολόκληρος ο Σαίξπηρ σε μία ώρα» και σήμερα θα σας μιλήσω για έναν συγκαιρινό του, τον Τζον Γουέμπστερ. Πολύ λίγα ξέρουμε για την ζωή του και πολλά περισσότερα μπορούμε να υποθέσουμε (όπως και για τον Σαίξπηρ), το σίγουρο είναι πως έγραψε την τραγωδία «Η Δούκισσα του Μάλφι» και για την ώρα αυτό μας αρκεί. Το πρόβλημα με αυτά τα έργα είναι ότι έρχονται από πολύ μακρινούς καιρούς και έτσι είναι δύσκολο να συλλάβουμε το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον τους, αν η έκδοση δεν φροντίσει να μας το επισημάνει. Φυσικά, η ίδια η ιστορία μάς συγκινεί με την δύναμή της (αλλιώς δεν θα έφτανε και ως την εποχή μας), ωστόσο ένα μέρος της απόλαυσης χάνεται από την έλλειψη κοινωνιολογικής τεκμηρίωσης. Η έκδοση του «Εξάντα» που διάβασα εγώ, έχει μόνο το κείμενο και λίγα ιστορικά στοιχεία, εντούτοις αρκούντως βοηθητικά.

Η Δούκισσα του Μάλφι ήταν ιστορικό πρόσωπο. Πρόκειται για την Ιωάννα της Αραγόνας, που χήρεψε από τον Δούκα του Αμάλφι σε ηλικία 20 ετών με δύο παιδιά, ένα εξ αυτών, κληρονόμο του δουκάτου. Ο Αντόνιο Μπολόνια καταγόμενος από καλή οικογένεια θα καταλήξει αρχιθαλαμηπόλος στη αυλή της Δούκισσας. Εκείνη τον ερωτεύεται και τον παντρεύεται κρυφά για να γλυτώσει από την οργή των αδερφών της, αποκτώντας τρία παιδιά μαζί του. Το μυστικό αποκαλύπτεται και ξεκινά η εξορία του ζεύγους. Η Δούκισσα δέχεται ακόμα και να απαρνηθεί τα πλούτη της αρκεί να ζήσει με τον άντρα της αλλά το αίτημά της δεν γίνεται δεκτό. Ο Αντόνιο (έχοντας μαζί του και τον πρωτότοκο γιο) κυνηγιέται ως το Μιλάνο όπου και πεθαίνει, ενώ η Δούκισσα επιστρέφει με το ζόρι στο Αμάλφι, μαζί με τα δύο παιδιά της από τον Αντόνιο, όπου κανείς πια δεν ξανακούει γι' αυτήν. 

ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Εσύ είσαι η αδελφή μου,
Αυτό ήταν το στιλέτο του πατέρα μου, βλέπεις λοιπόν,
Θα με δυσαρεστούσε σκουριασμένο να το δω, γιατί
ήταν δικό του.
Θα ήθελα να αφήσεις τις άσωτες διασκεδάσεις,
Οι προσωπίδες και οι μάσκες είναι δωμάτια με ηχώ
Που δεν χτίστηκαν ποτέ τους για καλό. Σε χαιρετώ,
Και: στις γυναίκες αρέσει το όργανο εκείνο που,
σαν το χέλι
Δεν έχει κόκαλα καθόλου.
ΔΟΥΚΙΣΣΑ: Κύριε, ντροπή!
ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Όχι,
Τη γλώσσα εννοούσα, την ποικιλία της ερωτικής
συζήτησης,
Και τι δε θα μπορούσε ένας κομψός απατεώνας
που μιλάει ωραία
Να κάνει μια γυναίκα να πιστέψει; Λάγνα χήρα, σε χαιρετώ.


Μην γκρινιάζετε για τα σπόιλερ, τέτοιου είδους τραγωδίες είναι αιματηρότατες (σχεδόν κοκκινίζουν οι σελίδες) και είναι γνωστό αυτό. Τίγκα στο σπλάτερ! Ο Γουέμπστερ χρησιμοποιεί τα γεγονότα κατά το δοκούν με σκοπό να προχωρήσει τον μύθο του σύμφωνα με τις καλλιτεχνικές του επιδιώξεις. Έτσι ίσως να ξενίζουν κάπως οι εναλλαγές στην δράση, με κάποια γεγονότα να κινούνται γρήγορα στον χρόνο και κάποια να βραδυπορούν. Παρόλα αυτά καταφέρνει να σκιαγραφήσει απίθανους χαρακτήρες με όλη την ένταση των παθών τους να τους συνταράσσει ολοκληρωτικά. Επίσης, σε αυτές τις τραγωδίες εκτιμάς τις συμπυκνώσεις σοφίας που αναδύονται με την μορφή αποφθεγμάτων (Η υπεροψία είναι προάστιο της Κόλασης), όταν τριγύρω γίνεται της μουρλής! 

Σύμφωνα με το οπισθόφυλλο της έκδοσης της «Δωδώνης» (ορίστε, ακόμα και το οπισθόφυλλο φωτίζει καλύτερα το περιβάλλον της δράσης. Αχ, πόσο της λείπει η κοινωνικοπολιτική τεκμηρίωση, αυτής της τραγωδίας!)... η ιδιομορφία της Δούκισσας του Μάλφι, ως τραγωδίας αιματηρής εκδίκησης, είναι ότι παράγει τον τρόμο του υπερφυσικού χωρίς τη βοήθεια υπερφυσικών μέσων. Είναι εκπληκτικό, πώς αναδεικνύει ο συγγραφέας αυτόν τον υπερφυσικό τρόμο, μέσω έξυπνων συγγραφικών τεχνασμάτων. 

ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Είναι νεκρή;
ΜΠΟΖΟΛΑ: Είναι αυτό
που ήθελες. (...) Κάρφωσε τα μάτια σου εδώ.
[...]
ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Για πάντα.
ΜΠΟΖΟΛΑ: Δεν κλαις;
Κάποιες αμαρτίες μιλάνε μόνο, ο φόνος ξεφωνίζει.
Το στοιχείο του νερού τη γη υγραίνει,
Το αίμα όμως πετάει προς τα πάνω, και τον ουρανό ραντίζει.
 
ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Σκέπασε το πρόσωπό της. Τα μάτια μου θαμπώνουν. Πέθανε νέα

Η μετάφραση ανήκει στην Χριστίνα Μπάμπου-Παγκουρέλη και βασίστηκε στις αγγλικές εκδόσεις: New Mermaids 1996, Oxford World's Classics 1996 και Penguin 1985. Παρότι δεν είχα ξανακούσει το όνομά της διαπίστωσα ότι έχει σημαντική πορεία στον χώρο της μετάφρασης η συγκεκριμένη μετάφραση είναι εξαιρετική. Πολύ καλή και η έκδοση του βιβλίου, αν και όπως είπα πιο πάνω, θα πρόσθετε γόητρο και μία ενδελεχέστερη ιστορική τεκμηρίωση. Μοναδική ένσταση, στο τέλος υπάρχουν λίγες σημειώσεις που παραπέμπουν στις σελίδες του βιβλίου (π.χ. σελ. 26 στιχ. 12) – ίσως από κάποιο λάθος στην τελική σελιδοποίηση, αυτές οι σημειώσεις προηγούνται κατά δύο σελίδες, απ' ό,τι γράφει αφαιρέστε το 2! Αυτές οι τραγωδίες είναι γοητευτικά αναγνώσματα. Από την μια, μοιάζουν λίγο σαν συγγραφικές καρικατούρες, για τον σημερινό αναγνώστη, με όλη αυτή τη αναληθοφανή σωρεία μαρτυρίων που χτυπάνε τους ήρωες, από την άλλη, τα πάθη και τα συναισθήματα βγαίνουν στην επιφάνεια πιο δυνατά, μέσα σε όλη αυτή την καλολογική ερήμωση και την απαλλοτρίωση της πλοκής. Έτσι λειτουργούν τα θεατρικά κείμενα, θα μου πείτε. Μπορεί. Εγώ δεν τα συμπαθώ διόλου, εξάλλου. Τέτοια κείμενα όμως σαν του Γουέμπστερ (και του Σαίξπηρ) είναι γροθιά στο στομάχι, αντάξια της συντριβής μου.

Σχόλια

  1. Διαφωνώ τρις:
    1. Κόκκινο κρασί εναντίον λευκού. Ένα το κρατούμενο.
    2. Δεν ήτο κυρία η κυρία Δούκισσα. Η μαντάμ ήτο αναντάμ παπαντάμ για τα χρηστά ήθη της εποχής της. (Χα χα χα.)
    3. Πόσο πλήττω με θεατρικά κείμενα like this. Δώστε μου Ιονέσκο ή Μπέκετ ή Πίντερ και την ψυχή μου πάρτε.
    [Τρίτωσε η κακία μου σήμερα. Τώρα θα ξαναγίνω καλή.]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Και εγώ κόκκινο! Απλώς αναγνώρισα ότι και το λευκό έχει τελικά μια ενδιαφέρουσα γευστική δυναμική.

      Εγώ βαριέμαι τα θεατρικά εν γένει, και το θέατρο ακόμα περισσότερο. Οι εξαιρέσεις μου περιορίζονται και μένα, σε κείμενα όπως του Μπέκετ και του Ιονέσκο, ίσως μερικά του Ίψεν, μέχρι εκεί. Όμως και αυτές οι τραγωδίες «τύπου Σαίξπηρ» όπου γίνεται της τρελής αλλά ενσταλάζεται και λίγη ύψιστη σοφία, μου αρέσουν αρκετά. Στο μάτι του σημερινού αναγνώστη, η κάπως «άναρχη» συγγραφική τους δομή, (ίσως) αναδίνει μια «εσάνς μεταμοντέρνου».

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!