Αποτελεί την προμετωπίδα της «Βάρδιας» του Νίκου Καββαδία. Χρόνια την κοιτούσα και έλεγα πότε επιτέλους θα πάρω το βιβλίο από το οποίο προέρχεται. Τις πιο ενδιαφέρουσες βιβλιοπροτάσεις τις κάνουν πάντα οι ίδιοι οι συγγραφείς – μια προμετωπίδα εδώ, μια αναφορά εκεί, ένα βιβλίο πάνω στο οποίο βασίστηκε όλη η κεντρική ιδέα του εκάστοτε βιβλίου κάπου αλλού, ένας σπουδαίος συγγραφέας που «γαλούχησε» έναν άλλον σπουδαίο συγγραφέα που τυχαίνει να διαβάζεις εκείνη την στιγμή – και κάπως έτσι προχωρά η ιστορία της ανάγνωσης. Η λογοτεχνία μπορεί επιπροσθέτως να μας υποβάλει και να καθιερώσει τις πιο αλλόκοτες και απίθανες συμπεριφορές. Το διάβασες στο βιβλίο και το κάνεις και συ, ίσως θα σε κατηγορήσει κάποιος. Κι όμως, δεν είναι απλώς στείρα μίμηση, είναι κάτι αξεδιάλυτα βαθύτερο. Όπως συνέβη με μένα, μέγα αρνητή του λευκού κρασιού, όταν διάβασα ότι ο Τζόυς το προτιμούσε έναντι του κόκκινου, επείδη η σπιρτάδα του τού θύμιζε «ηλεκτρισμό». Εξαιρετική παρομοίωση και ισχύει απόλυτα. Στην υγειά μας!
Εντελώς τυχαία, μόλις χθες παρακολούθησα την θεατρική παράσταση «Ολόκληρος ο Σαίξπηρ σε μία ώρα» και σήμερα θα σας μιλήσω για έναν συγκαιρινό του, τον Τζον Γουέμπστερ. Πολύ λίγα ξέρουμε για την ζωή του και πολλά περισσότερα μπορούμε να υποθέσουμε (όπως και για τον Σαίξπηρ), το σίγουρο είναι πως έγραψε την τραγωδία «Η Δούκισσα του Μάλφι» και για την ώρα αυτό μας αρκεί. Το πρόβλημα με αυτά τα έργα είναι ότι έρχονται από πολύ μακρινούς καιρούς και έτσι είναι δύσκολο να συλλάβουμε το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον τους, αν η έκδοση δεν φροντίσει να μας το επισημάνει. Φυσικά, η ίδια η ιστορία μάς συγκινεί με την δύναμή της (αλλιώς δεν θα έφτανε και ως την εποχή μας), ωστόσο ένα μέρος της απόλαυσης χάνεται από την έλλειψη κοινωνιολογικής τεκμηρίωσης. Η έκδοση του «Εξάντα» που διάβασα εγώ, έχει μόνο το κείμενο και λίγα ιστορικά στοιχεία, εντούτοις αρκούντως βοηθητικά.
Η Δούκισσα του Μάλφι ήταν ιστορικό πρόσωπο. Πρόκειται για την Ιωάννα της Αραγόνας, που χήρεψε από τον Δούκα του Αμάλφι σε ηλικία 20 ετών με δύο παιδιά, ένα εξ αυτών, κληρονόμο του δουκάτου. Ο Αντόνιο Μπολόνια καταγόμενος από καλή οικογένεια θα καταλήξει αρχιθαλαμηπόλος στη αυλή της Δούκισσας. Εκείνη τον ερωτεύεται και τον παντρεύεται κρυφά για να γλυτώσει από την οργή των αδερφών της, αποκτώντας τρία παιδιά μαζί του. Το μυστικό αποκαλύπτεται και ξεκινά η εξορία του ζεύγους. Η Δούκισσα δέχεται ακόμα και να απαρνηθεί τα πλούτη της αρκεί να ζήσει με τον άντρα της αλλά το αίτημά της δεν γίνεται δεκτό. Ο Αντόνιο (έχοντας μαζί του και τον πρωτότοκο γιο) κυνηγιέται ως το Μιλάνο όπου και πεθαίνει, ενώ η Δούκισσα επιστρέφει με το ζόρι στο Αμάλφι, μαζί με τα δύο παιδιά της από τον Αντόνιο, όπου κανείς πια δεν ξανακούει γι' αυτήν.
ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Εσύ είσαι η αδελφή μου,
Αυτό ήταν το στιλέτο του πατέρα μου, βλέπεις λοιπόν,
Θα με δυσαρεστούσε σκουριασμένο να το δω, γιατί
ήταν δικό του.
Θα ήθελα να αφήσεις τις άσωτες διασκεδάσεις,
Οι προσωπίδες και οι μάσκες είναι δωμάτια με ηχώ
Που δεν χτίστηκαν ποτέ τους για καλό. Σε χαιρετώ,
Και: στις γυναίκες αρέσει το όργανο εκείνο που,
σαν το χέλι
Δεν έχει κόκαλα καθόλου.
ΔΟΥΚΙΣΣΑ: Κύριε, ντροπή!
ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Όχι,
Τη γλώσσα εννοούσα, την ποικιλία της ερωτικής
συζήτησης,
Και τι δε θα μπορούσε ένας κομψός απατεώνας
που μιλάει ωραία
Αυτό ήταν το στιλέτο του πατέρα μου, βλέπεις λοιπόν,
Θα με δυσαρεστούσε σκουριασμένο να το δω, γιατί
ήταν δικό του.
Θα ήθελα να αφήσεις τις άσωτες διασκεδάσεις,
Οι προσωπίδες και οι μάσκες είναι δωμάτια με ηχώ
Που δεν χτίστηκαν ποτέ τους για καλό. Σε χαιρετώ,
Και: στις γυναίκες αρέσει το όργανο εκείνο που,
σαν το χέλι
Δεν έχει κόκαλα καθόλου.
ΔΟΥΚΙΣΣΑ: Κύριε, ντροπή!
ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Όχι,
Τη γλώσσα εννοούσα, την ποικιλία της ερωτικής
συζήτησης,
Και τι δε θα μπορούσε ένας κομψός απατεώνας
που μιλάει ωραία
Να κάνει μια γυναίκα να πιστέψει; Λάγνα χήρα, σε χαιρετώ.
Μην γκρινιάζετε για τα σπόιλερ, τέτοιου είδους τραγωδίες είναι αιματηρότατες (σχεδόν κοκκινίζουν οι σελίδες) και είναι γνωστό αυτό. Τίγκα στο σπλάτερ! Ο Γουέμπστερ χρησιμοποιεί τα γεγονότα κατά το δοκούν με σκοπό να προχωρήσει τον μύθο του σύμφωνα με τις καλλιτεχνικές του επιδιώξεις. Έτσι ίσως να ξενίζουν κάπως οι εναλλαγές στην δράση, με κάποια γεγονότα να κινούνται γρήγορα στον χρόνο και κάποια να βραδυπορούν. Παρόλα αυτά καταφέρνει να σκιαγραφήσει απίθανους χαρακτήρες με όλη την ένταση των παθών τους να τους συνταράσσει ολοκληρωτικά. Επίσης, σε αυτές τις τραγωδίες εκτιμάς τις συμπυκνώσεις σοφίας που αναδύονται με την μορφή αποφθεγμάτων (Η υπεροψία είναι προάστιο της Κόλασης), όταν τριγύρω γίνεται της μουρλής!
Σύμφωνα με το οπισθόφυλλο της έκδοσης της «Δωδώνης» (ορίστε, ακόμα και το οπισθόφυλλο φωτίζει καλύτερα το περιβάλλον της δράσης. Αχ, πόσο της λείπει η κοινωνικοπολιτική τεκμηρίωση, αυτής της τραγωδίας!)... η ιδιομορφία της Δούκισσας του Μάλφι, ως τραγωδίας αιματηρής εκδίκησης, είναι ότι παράγει τον τρόμο του υπερφυσικού χωρίς τη βοήθεια υπερφυσικών μέσων. Είναι εκπληκτικό, πώς αναδεικνύει ο συγγραφέας αυτόν τον υπερφυσικό τρόμο, μέσω έξυπνων συγγραφικών τεχνασμάτων.
ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Είναι νεκρή;
ΜΠΟΖΟΛΑ: Είναι αυτό
που ήθελες. (...) Κάρφωσε τα μάτια σου εδώ.
[...]
ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Για πάντα.
ΜΠΟΖΟΛΑ: Δεν κλαις;
Κάποιες αμαρτίες μιλάνε μόνο, ο φόνος ξεφωνίζει.
Το στοιχείο του νερού τη γη υγραίνει,
Το αίμα όμως πετάει προς τα πάνω, και τον ουρανό ραντίζει.
ΜΠΟΖΟΛΑ: Είναι αυτό
που ήθελες. (...) Κάρφωσε τα μάτια σου εδώ.
[...]
ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Για πάντα.
ΜΠΟΖΟΛΑ: Δεν κλαις;
Κάποιες αμαρτίες μιλάνε μόνο, ο φόνος ξεφωνίζει.
Το στοιχείο του νερού τη γη υγραίνει,
Το αίμα όμως πετάει προς τα πάνω, και τον ουρανό ραντίζει.
ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤΟ: Σκέπασε το πρόσωπό της. Τα μάτια μου θαμπώνουν. Πέθανε νέα.
Η μετάφραση ανήκει στην Χριστίνα Μπάμπου-Παγκουρέλη και βασίστηκε στις αγγλικές εκδόσεις: New Mermaids 1996, Oxford World's Classics 1996 και Penguin 1985. Παρότι δεν είχα ξανακούσει το όνομά της διαπίστωσα ότι έχει σημαντική πορεία στον χώρο της μετάφρασης – η συγκεκριμένη μετάφραση είναι εξαιρετική. Πολύ καλή και η έκδοση του βιβλίου, αν και όπως είπα πιο πάνω, θα πρόσθετε γόητρο και μία ενδελεχέστερη ιστορική τεκμηρίωση. Μοναδική ένσταση, στο τέλος υπάρχουν λίγες σημειώσεις που παραπέμπουν στις σελίδες του βιβλίου (π.χ. σελ. 26 στιχ. 12) – ίσως από κάποιο λάθος στην τελική σελιδοποίηση, αυτές οι σημειώσεις προηγούνται κατά δύο σελίδες, απ' ό,τι γράφει αφαιρέστε το 2! Αυτές οι τραγωδίες είναι γοητευτικά αναγνώσματα. Από την μια, μοιάζουν λίγο σαν συγγραφικές καρικατούρες, για τον σημερινό αναγνώστη, με όλη αυτή τη αναληθοφανή σωρεία μαρτυρίων που χτυπάνε τους ήρωες, από την άλλη, τα πάθη και τα συναισθήματα βγαίνουν στην επιφάνεια πιο δυνατά, μέσα σε όλη αυτή την καλολογική ερήμωση και την απαλλοτρίωση της πλοκής. Έτσι λειτουργούν τα θεατρικά κείμενα, θα μου πείτε. Μπορεί. Εγώ δεν τα συμπαθώ διόλου, εξάλλου. Τέτοια κείμενα όμως σαν του Γουέμπστερ (και του Σαίξπηρ) είναι γροθιά στο στομάχι, αντάξια της συντριβής μου.
Διαφωνώ τρις:
ΑπάντησηΔιαγραφή1. Κόκκινο κρασί εναντίον λευκού. Ένα το κρατούμενο.
2. Δεν ήτο κυρία η κυρία Δούκισσα. Η μαντάμ ήτο αναντάμ παπαντάμ για τα χρηστά ήθη της εποχής της. (Χα χα χα.)
3. Πόσο πλήττω με θεατρικά κείμενα like this. Δώστε μου Ιονέσκο ή Μπέκετ ή Πίντερ και την ψυχή μου πάρτε.
[Τρίτωσε η κακία μου σήμερα. Τώρα θα ξαναγίνω καλή.]
Και εγώ κόκκινο! Απλώς αναγνώρισα ότι και το λευκό έχει τελικά μια ενδιαφέρουσα γευστική δυναμική.
ΔιαγραφήΕγώ βαριέμαι τα θεατρικά εν γένει, και το θέατρο ακόμα περισσότερο. Οι εξαιρέσεις μου περιορίζονται και μένα, σε κείμενα όπως του Μπέκετ και του Ιονέσκο, ίσως μερικά του Ίψεν, μέχρι εκεί. Όμως και αυτές οι τραγωδίες «τύπου Σαίξπηρ» όπου γίνεται της τρελής αλλά ενσταλάζεται και λίγη ύψιστη σοφία, μου αρέσουν αρκετά. Στο μάτι του σημερινού αναγνώστη, η κάπως «άναρχη» συγγραφική τους δομή, (ίσως) αναδίνει μια «εσάνς μεταμοντέρνου».