Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πώς πέρασες τη μέρα σου; - (η μέρα με τη νύχτα)

 
Επιτέλους, ο Τζόυς βρήκε τον μεταφραστή του. Το γεγονός ότι βρέθηκε ο «ανευλαβής» εκείνος μεταφραστής που αποφάσισε να (προσπαθήσει να) μεταφέρει στην ελληνική γλώσσα την Αγρύπνια των Φίννεγκαν, αποτελεί από μόνο του αδιαμφισβήτητο διαπιστευτήριο για την τελειότητα της νέας μετάφρασης του Οδυσσέα. Ίσως, δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα παραπάνω. Ωστόσο, θα πούμε. Γιατί ο Τζόυς έφτασε να θεωρείται ένα παγκόσμιο μνημείο λογοτεχνικής κληρονομιάς, και ο τρόπος που τον αντιμετωπίζουν οι αρμόδιοι της κάθε γλωσσικής εκδοχής του, λέει πολλά για τον σεβασμό που (θα έπρεπε να, όπου αυτό δεν συμβαίνει) του δείχνουν.
 
Στην μετάφραση του Καψάσκη διαβάζουμε το εξής απόσπασμα:
 
Ρούφηξε μια γουλιά τσάι από τη φλιτζάνα της που δεν την κρατούσε από τη λαβή και, αφού σκούπισε γρήγορα τα ακροδάχτυλά της στην κουβέρτα, άρχισε να ψάχνει το κείμενο με τη φουρκέτα, μέχρι που βρήκε τη λέξη.
- Με την ψυχή σου, τι; τη ρώτησε.
- Εδώ, είπε αυτή. Τι σημαίνει αυτό;
Έσκυψε προς τα κάτω και διάβασε πλάι στα βαμμένα νύχια της.
- Μετεμψύχωση, είπε αυτός, συνοφρυωμένος. Είναι ελληνικό· προέρχεται από τα ελληνικά. Σημαίνει την μετοίκηση των ψυχών.
 
Στην μετάφραση του Ανευλαβή, το ίδιο απόσπασμα αποδίδεται ως εξής:
 
Ήπιε μια γουλιά τσάι από το φλιτζάνι της που δεν το κρατούσε από το χερούλι και, έχοντας σκουπίσει σβέλτα τα χέρια της πάνω στην κουβέρτα, άρχισε να ψάχνει το κείμενο με μια φουρκέτα μέχρι που βρήκε τη λέξη.
- Μετ τι; ρώτησε αυτός.
- Εδώ, είπε αυτή. Τι σημαίνει αυτό;
Αυτός έσκυψε και διάβασε κοντά στο βαμμένο νύχι του αντίχειρά της.
- Μετεμψύχωσις;
- Ναι. Ποιος είν' αυτός όταν αυτός είναι σπίτι; *
- Μετεμψύχωσις, είπε αυτός ζαρώνοντας τα φρύδια. Είναι ελληνικό: από τα ελληνικά. Σημαίνει την μετενσάρκωση των ψυχών.
 
Ο (*) φέρει υποσημείωση από τον μεταφραστή: Η Μόλλυ παρανοεί τη λέξη metempsychosis ως met-him-pike-hoses και συνδέει προφανώς το hoses με το house is (σπίτι είναι).
 

 
Υπάρχει η παρανόηση της Μόλλυ στο κείμενο του Τζόυς ή την κατέβασε το κεφάλι του Ανευλαβή; Και αν υπάρχει, γιατί ο Καψάσκης την απαλείφει; Μήπως γιατί δεν μπορεί να την μεταφράσει; Διερωτώμενος και βαθιά εκνευρισμένος έψαξα το πρωτότυπο κείμενο που κυκλοφορεί ελεύθερο στο διαδίκτυο.
 
She swallowed a draught of tea from her cup held by nothandle and, having wiped her fingertips smartly on the blanket, began to search the text with the hairpin till she reached the word.
- Met him what? he asked.
- Here, she said. What does that mean?
He leaned downward and read near her polished thumbnail.
- Metempsychosis?
- Yes. Who' s he when he' s at home?
- Metempsychosis, he said, frowning. It' s Greek: from the Greek. That means the transmigration of souls.
 
Τέσσερα κεφάλαια παρακάτω, στο κεφάλαιο των «Λαιστρυγόνων» ο Μπλουμ στοχάζεται πάνω στην μετεμψύχωση με τα λόγια όμως που του είπε η Μόλλυ. Τι λέτε, ο Καψάσκης το αναφέρει αυτή τη φορά; Όχι, βρε κουτά, γιατί να σας μπερδέψει περισσότερο; Ο Τζόυς δεν είναι ήδη αρκετά πολύπλοκος; Αυτό το γλωσσικό παιχνίδι με την έννοια της λέξης «μετεμψύχωση» μεταφέρεται και σε επόμενα κεφάλαια, πότε από την σκοπιά του Μπλουμ και πότε από εκείνη της Μόλλυ, αλλά ήμουν ήδη αρκετά θυμωμένος για να ακολουθήσω τις διαδρομές του. Προς τι λοιπόν το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης 1992 (ωραίος τίτλος για να βαυκαλιζόμαστε!) για μια μετάφραση γεμάτη αβλεψίες, παραλείψεις και γλωσσικά εκτρώματα; Προς υπεράσπιση όμως του μεταφραστή, υπάρχει βέβαια μια ολιγοσέλιδη εισαγωγή που μας πληροφορεί για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε με τη μετάφραση του πρωτοτύπου φέρνοντας μερικά παραδείγματα. Εντάξει τότε, συγχωρεμένος να είναι αφού παραδέχθηκε την ανικανότητά του! Δεν είναι να απορείς που γενιές αναγνωστών μεγαλώνουν με την πεποίθηση ότι ο Τζόυς είναι αμετάφραστος στα ελληνικά. Φυσικά και είναι αμετάφραστος αφού κανείς δεν επιχειρεί να τον μεταφράσει! Ο πλέον πολύσημος συγγραφέας της παγκόσμιας λογοτεχνίας αντιμετωπιζόταν (πριν τον Ανευλαβή) ως ένας συγγραφέας αλαμπουρνέζικης εκκεντρικότητας. Και ποιος αναγνώστης θα είχε την διάθεση να τον πάρει στα σοβαρά;
 
Παρατηρώντας σιγά σιγά την νέα μετάφραση αυτό που διαπιστώνεις πρώτο είναι οι χιλιάδες υποσημειώσεις του βιβλίου. Ένα παράπλευρο μεταφραστικό έργο που συναρπάζει από μόνο του. Αν μη τι άλλο, δείχνει ότι ο μεταφραστής κατάλαβε τι είναι αυτό που μεταφράζει, και αν όχι, πάντα θα υπάρχει μια υποσημείωση για το αμφισβητούμενο χωρίο γύρω από την οποία θα ζουζουνίσουν τυχόν ενστάσεις και διχόνοιες. Επίσης, σχεδόν καμία από τις σημειώσεις δεν είναι ιδιαίτερα προφανής και τρόπον τινά άχρηστη, όπως συχνά συμβαίνει με άλλα λογοτεχνικά βιβλία. Όλες βοηθούν στην κατανόηση, καμία στην παρανόηση του κειμένου! Χαρακτηριστικό παράδειγμα υποσημείωσης αποτελεί εκείνη με το γλωσσικό παιχνίδι της λέξης «μετεμψύχωση» που αναφέρω παραπάνω. Όσες φορές εμφανίζεται το γλωσσικό παιχνίδι, τόσες φορές και ο Ανευλαβής επαναλαμβάνει αυτούσια την υποσημείωσή του. Δεν σε παραπέμπει εκ νέου σε προηγούμενη παραπομπή (π.χ. βλέπε υποσημείωση στη σελίδα 100) αλλά την επαναλαμβάνει με σκόπο να σε αναγκάσει να την μάθεις, έτσι ώστε όταν ξανασυναντήσεις το γλωσσικό παιχνίδι να μην χρειάζεται καν να συμβουλευτείς την υποσημείωση. Συγκρίνετε τώρα μόνοι σας με την περίπτωση του Καψάσκη που, στην καλύτερη περίπτωση αγνοεί, και στην χειρότερη καταστρέφει, το γλωσσικό παιχνίδι του Τζόυς.
 
Και εδώ κρύβεται το μυστικό της νέας επιτυχημένης μετάφρασης – ο Ανευλαβής είναι διατεθειμένος να παίξει με την γλώσσα. Όχι απλώς να μας πληροφορήσει ότι ο Τζόυς παίζει με την γλώσσα (σιγά το νέο!) αλλά να αρνηθεί να παίξει και αυτός μαζί της, όπως κάνει σε ένα μεγάλο μέρος της μεταφρασής του ο Καψάσκης. Ο Ανευλαβής, εξαιρετικός γλωσσοπλάστης και ο ίδιος, ακολουθεί πιστά όλες τις εντυπωσιακές και παράτολμες γλωσσικές παρεκτροπές του Τζόυς. Όπου χρειάζεται αφήνει υποσημείωση με το τι επιδίωκε να πετύχει ο Τζόυς στην γλώσσα του και στην συνέχεια, προσπαθεί να το μεταφέρει στα ελληνικά διατηρώντας πάντα το πνεύμα της πρωτότυπης φράσης. Δεν αρκεί απλώς να φτάσει κάτι στα ελληνικά αν το πνεύμα μάς έχει εγκαταλείψει στα μισά της διαδρομής! Ο Ανευλαβής δεν προδίδει το ύφος του Τζόυς, δεν προδίδει την γλώσσα του, ούτε την σκέψη του. Και ξέρετε πώς το κατάλαβα αυτό; Όταν σε πολλά σημεία του Οδυσσέα δεν μπορούσα να κρατήσω το γέλιο μου. Ο Οδυσσέας είναι πρωτίστως ένα αστείο βιβλίο (καλά, το ξέρω, τρίβετε τα μάτια σας με αυτά που διαβάζετε!), ο ίδιος ο Τζόυς δήλωνε ότι σκοπεύει να γράψει ένα αστείο βιβλίο που τίποτα εκεί μέσα δεν είναι σοβαρό, και όταν ο Τζόυς μιλούσε για τα λογοτεχνικά του σχέδια δεν άφηνε σε κάνεναν σύγχρονο ή μεταγενέστερο αναγνώστη, περιθώρια αμφισβήτησης. Σε μια άλλη περίπτωση είπε στον Μπάτζεν: «Είχαν έρθει κάτι φίλοι χτες βράδυ στο σπίτι μας και πιάσαμε κουβέντα για το ιρλανδέζικο πνεύμα και το χιούμορ. Και σήμερα το πρωί μου λέει η γυναίκα μου, “Τι ήταν όλα αυτά που λέγατε για το ιρλανδέζικο πνεύμα και το χιούμορ; Έχουμε κανένα βιβλίο στο σπίτι με κάτι από τα δυο, γιατί πολύ θα ήθελα να του ρίξω μια ματιά”». Η δηκτική απάντηση της Νόρα που αποστρεφόταν τα μεγαλεπήβολα λογοτεχνικά έργα του άντρα της, φανερώνει επίσης και μια κρυφή τρυφερότητα προς αυτά, μια βεβαιότητα ότι υπάρχει όντως ένα βιβλίο στο σπίτι τους γεμάτο ιρλανδέζικο πνεύμα και χιούμορ και το οποίο το έγραφε ο άντρας της, μια περηφάνια που την μοιραζόταν μαζί του. Ήταν ο Οδυσσέας.
 
Όσον αφορά τα εξωτερικά σημεία της έκδοσης, παρατηρούμε ότι οι εκδόσεις Κάκτος σεβάστηκαν την επιθυμία του ίδιου του Τζόυς όπως την είχε εκφράσει στην εκδότριά του (αν και τα χρώματα είναι ανεστραμμένα, ο συμβολισμός παραμένει ισχυρός και είναι οφθαλμοφανής). Το εξώφυλλο είχε τα ελληνικά χρώματα – λευκά γράμματα σε γαλάζιο φόντο – αφενός γιατί ο Τζόυς τα θεωρούσε τυχερά του χρώματα, αφετέρου γιατί περέπεμπε στο μύθο της Ελλάδας και του Ομήρου, το λευκό νησί που αναδύεται από τη θάλασσα. Προς επιβεβαίωση, υπάρχει και μία σημείωση στο αυτί του οπισθοφύλλου. Επιπροσθέτως, η ποιότητα της έκδοσης είναι κάτι το πρωτόγνωρο – με ένα εξαιρετικής υφής ιλουστρασιόν χαρτί, βαρύ και στιβαρό, που κάνει μεν την έκδοση βαριά (δεν πειράζει και πολύ αυτό, εξάλλου ποιος παίρνει τον Οδυσσέα στην παραλία; Δε θα επεκταθώ άλλο στο θέμα γιατί νιώθω ήδη εκτεθειμένος!) αλλά προσδίδει με αυτό τον τρόπο και το ειδικό βάρος που αξίζει το περιεχόμενό της. Αναπόφευκτα δεν μπορείς να γλυτώσεις την σύγκριση με εκείνη του Κέδρου – ευτελές χαρτί, κακοεκτυπωμένες διάφεγγες σελίδες, ντελικάτο εξώφυλλο που δεν μπορεί να στηρίξει το βάρος του βιβλίου, και αν θέλουμε να τραβήξουμε την παραπάνω σύγκριση ως το τέλος... και με μία μετάφραση που ούτε εκείνη μπορεί να στηρίξει το ειδικό βάρος του πρωτοτύπου! Την ίδια περίπου χρονική περίοδο με την έκδοση της νέας μετάφρασης του Οδυσσέα, οι εκδόσεις Κέδρος αντικατέστησαν το χάρτινο εξώφυλλο με ένα σκληρόδετο, μια σπασμωδική κίνηση πανικού που πολύ δύσκολα μπορώ να την εκλάβω ως συμπαντική σύμπτωση, κίνηση όμως που δεν μπόρεσε να σώσει τα προσχήματα.
 
Ψάχνω ένα ελαφρυντικό για την άθλια μετάφραση του Καψάσκη αλλά γαμώτο, δεν βρίσκω κανένα. Να πούμε ότι όταν τον μετέφραζε δεν είχε ίντερνετ; Σωστό. Όμως, φαντάζομαι ότι είχαν εκδοθεί αρκετές μελέτες γύρω από το έργο του Τζόυς, και αν όχι, σίγουρα υπήρχε η Βιογραφία του Ρίτσαρντ Έλμαν (στην εισαγωγή του παραδέχεται ότι την είχε συμβουλευτεί, όμως μερικά κομμάτια της μετάφρασης, δυστυχώς δίνουν την αντίθετη εντύπωση) που φωτίζει αρκετά από τα πρόσωπα και τα γεγονότα του βιβλίου. Σας παρακαλώ, μην μου πείτε ότι με τις σημειώσεις το βιβλίο θα έβγαινε πολύ μεγάλο και πολύ ακριβό για τον αναγνώστη. Δηλαδή τι, τώρα είναι καλύτερα που ο αναγνώστης έχει σχηματίσει μια στρεβλή άποψη για τον Τζόυς με λίγα λεφτά από το να σχημάτιζε την σωστή με περισσότερα; Τζόυς χωρίς σημειώσεις δεν νοείται, είναι σαν να κοιτάς έναν χάρτη χωρίς διαδρομές, κούφια ονόματα! 
 

 
Μην καταδικάζετε ανοήτως στο αναγνωστικό σας θυμικό έναν σπουδαιότατο συγγραφέα όπως είναι ο Τζόυς, εξαιτίας μιας ανόητης μετάφρασης που ανοήτως την βράβευσαν. Και αυτό ακριβώς είναι το κακό, μαζεύτηκαν πολλές ανοησίες (κάποιοι ίσως συμπεριλάβουν και την δική μου που αριθμεί μέχρι στιγμής περίπου 1500 λέξεις). Ενδεχομένως, η μετάφραση του Καψάσκη να αποτελούσε άθλο στην εποχή της – αλλά αυτό ουσιαστικά δεν σημαίνει τίποτα, είναι απλώς ένα ανόητο σχήμα λόγου. Από την άλλη, ο Κέδρος επέλεξε να την εκδώσει χωρίς υποσημειώσεις – και αυτό λέει πολλά, ουσιαστικά είναι μια πράξη ανοησίας. Αν προσθέσουμε και το βραβείο μετάφρασης – που εξ ορισμού είναι κάτι ανόητο – έχουμε έτοιμο τον τόπο του εγκλήματος όπου κείται εγκεφαλικά νεκρός ο κάθε παραπλανημένος αναγνώστης. Δυστυχώς, η έκδοση του Κέδρου έχει εντυπωθεί σε ένα σεβαστού μεγέθους συλλογικό αναγνωστικό ασυνείδητο και θα χρειαστεί πολύς κόπος για να ξεριζωθεί. Οι τελευταίες εκτιμήσεις είναι τω όντι απογοητευτικές. Πριν από μερικούς μήνες έγινε δημόσια ανάγνωση του Οδυσσέα από αυτή την «εγκληματική» μετάφραση εδραιώντοντάς την ακόμα περισσότερο. Αυτό πια είναι πέρα και από τα όρια της ίδιας της ανοησίας! Όσοι ειδικοί του χώρου σπεύσετε να με λοιδορήσετε θα σας πω μόνο ότι δεν κρίνω την μετάφραση με το μάτι του ειδικού αλλά με εκείνο του αναγνώστη (χωρίς αυτό ωστόσο να με καθιστά λιγότερο αξιόπιστο) και, δοθείσης της ευκαιρίας, θα σας παραπέμψω στην μετάφραση του Ανευλαβή, γιατί παρά τα όσα αντίθετα ισχυρίζεστε, έφθασε ο καιρός να την διαβάσετε, δεν νομίζετε; 

Λάθη, όμως, δεν είχε η μετάφραση του Ανευλαβή; Σαφώς και είχε. Όταν μεταφράζεις Τζόυς είναι απίθανο να μην κάνεις λάθη. Εγώ όμως δεν μπόρεσα να τα εντοπίσω γιατί είχα εντυπωσιαστεί από όσα θαυμαστά μπορούσα πλέον να κατανοώ από αυτό το λογοτεχνικό αριστούργημα. Σε ένα ποσοστό 95% η μετάφραση του Ανευλαβή ήταν άψογη, το υπόλοιπο 5% ίσως περιέχει λάθη που θα εντοπίσουν οι κριτικοί και οι μελετητές – πουθενά όμως δε θα βρουν εξόφθαλμα λάθη σχετικά με την κατανόηση του κειμένου ή γλωσσικά εκτρώματα. Όπως και να το κάνουμε, ακόμα και η (ασυνείδητη) ιεράρχηση των λαθών δείχνει πολλά για τον τρόπο που προσεγγίζει ένας μεταφραστής το κείμενο που έχει μπροστά του. Η έκδοση του Κάκτου είναι μια υπέροχη και αξιοζήλευτη έκδοση. Ξεχωρίζει εύκολα γιατί έκανε την υπέρβαση στον σημερινό εκδοτικό χώρο, μια υπέρβαση που σίγουρα δεν εκτιμήθηκε όσο της άξιζε. Δεν είναι αργά να την αναζητήσετε και να εκτιμήσετε τις αδιαμφισβήτητες αρετές της.

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Η λογοτεχνία ως μη βούληση και παράσταση

Το μέλλον δείχνει ότι σε λίγο καιρό θα παριστάνουμε ότι γράφουμε λογοτεχνία. Ο Τζήμας που παριστάνει τον Μπουκόφσκι που παριστάνει τον Φάντε που παριστάνει την Γιαδικιάρογλου. Η λογοτεχνία τρώει πολύ ξύλο, μπας και μάθει επιτέλους καλούς τρόπους και καταφέρει κάποτε να μπει στον παράδεισο. «Ήρθε ένας κύριος για τα ριντό. Ήταν αδερφή . Είχε νύχια που έλαμπαν κι ένα κασμίρ φουλάρι κάτω απ’ το σπορ σακάκι με τη ζώνη» . Θα γράφεται λογοτεχνία απίστευτα βαρετή, πολύ πιο βαρετή από όση υπάρχει ήδη. Οι υπερευαίσθητοι αναγνώστες θα μισούν ακόμα περισσότερο την ζωή τους γιατί θα την βλέπουν να μετατρέπεται σε αυτό που οι ίδιοι διορθώνουν. Οι άλλοι οι αναγνώστες, οι αναίσθητοι, θα αναπολούν μια λογοτεχνία που με τα υλικά που έβρισκες εντός της θα μπορούσες να αναδιαμορφώσεις την πραγματική σου ζωή – να μισήσεις, να νιώσεις θυμό, να βρίσεις, να σιχαθείς, να αποσυμπιεστείς τέλος πάντων για να μην σκάσεις. Αλλά το πρόβλημα είναι τελικά πιο απλό και εμφανές από όσο θέλουν να το παρουσιάζουν: της

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Οι αποσυνάγωγοι

  Το να γράφεις αλλόκοτη και παράδοξη λογοτεχνία δεν σημαίνει κιόλας ότι δεν έχεις συμβιβαστεί με μια εντυπωσιοθηρική παράσταση και έχεις παγιδευτεί εντός της. Το πιο παράδοξο που συναντάς πλέον σε πολλά λογοτεχνικά έργα είναι ότι τους λείπει η λογοτεχνία! Η λεγόμενη παράδοξη λογοτεχνία συνήθως παίζει επικίνδυνα με τα όρια της γραφικότητας, που υποτίθεται ότι η άλλη, κοινή λογοτεχνία τα αποφεύγει… χαχαχα, μπα σε καλό μου. Κανείς δεν γλυτώνει από την γραφικότητα αν δεν ξέρει τον τρόπο να το πετύχει. Ταρώ ρίχνει και ο Χοντορόφσκι ταρώ και ο Χαϊκάλης, ποντάρετε σωστά τα λεφτά σας. Σχεδόν πάντα, είναι το ίδιο δύσκολο και ψυχοφθόρο να είσαι αποσυνάγωγος όσο και να είσαι επίτιμο μέλος της συναγωγής . «Νόμιζα πως είμαι αυτό που είμαι, αλλά στην πραγματικότητα είμαι ακόμα αυτό που ήμουν. Κι αυτό που ήμουν δεν ξέρω τι είναι. Ίσως κάποια μέρα το μάθω. Τότε θα είμαι αυτό που θα είμαι, αλλά δεν θα είμαι πια αυτό που είμαι τώρα. Και το να πάψω να είμαι αυτό που είμαι τώρα, με φοβίζει και με τρομάζε

Ο ακρωτηριασμός της Δύσης

    Όσο διάβαζα το βιβλίο μού ερχόταν στο μυαλό μια εντυπωσιακή φράση του Κούντερα που υπάρχει στο δοκίμιο «Ο ακρωτηριασμός της Δύσης ή Η τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης» , καθώς και στις «Προδομένες διαθήκες» αν θυμάμαι καλά, που λέει ότι πλέον η ζωγραφική έγινε μια περιθωριακή τέχνη, ο κόσμος έπαψε να ενδιαφέρεται για αυτή όπως το έκανε όσο ζούσε ο Πικάσο και οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αναφέρουν έναν σύγχρονο ζωγράφο πια. Το ίδιο μπορεί κανείς να πει και για το σκάκι και αν όλα πάνε καλά (και κατά διαόλου) και για οτιδήποτε άλλο. «Μαζί με τον Αλιέχιν, ένας κόσμος πέθαινε. Ο θάνατός του δεν αφορούσε μόνο το σκάκι. Ο Αλιέχιν υπήρξε ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας κλάσης παικτών χωρίς δάσκαλο, αριστοκρατών χωρίς βασιλιά, ατόμων χωρίς υποστήριξη, πνευματικών ανθρώπων χωρίς ιδεολογία, πολιτών χωρίς σύνορα, βασιλέων της φαντασίας, ανθρώπων ανένταχτων… Τώρα που δεν υπήρχε πια, ποιος θα έπαιζε;» Ας παίξουμε με τις λέξεις, για την ώρα. Οι λέξεις chess και chase ηχούν πολύ όμοια

Γεύση πικραμύγδαλου

Να είσαι φαν του κουραμπιέ, να τον ξεκινάς με λαχτάρα και να σου σκάει πικραμύγδαλο. Κάπως έτσι ένιωσα με το συγκεκριμένο βιβλίο. Ήθελα πολύ να μου αρέσει. Αγαπώ την ιταλική λογοτεχνία (ειδικά την λίγο πιο παλιά, δεν έχω μελετήσει τόσο την σύγχρονη), βρίσκεται σταθερά στις τοπ λογοτεχνίες μου, συνθέτοντας πάντα δείγματα γεμάτα αισθητική κομψότητα και τόλμη μαζί, γιατί καλώς ή κακώς στη λογοτεχνία όλα τα υπόλοιπα οφείλουν να ακολουθούν∙ αν προηγούνται ή κυριαρχούν, δυναμιτίζουν την συνολική αξία του έργου και καταλήγεις να περιπλανιέσαι αμήχανος ανάμεσα σε λεκτικά ερείπια ενώ γνωρίζεις βέβαια ότι η λογοτεχνία είναι κατ’ αρχήν σκοτεινή και υπόγεια διαδρομή. Πρώτα θα γίνει ορυχείο, βαθύ και αδυσώπητο, και αν καταφέρει να βρει φλέβα ίσως εξορύξει και ό, τι πολύτιμο κουβαλά εντός της. Ο ήρωας του μυθιστορήματος «Πικρή ζωή» και άλτερ έγκο του Λουτσάνο Μπιαντσάρντι τα γνώριζε καλά όλα αυτά όταν ξεκίνησε να το γράφει αλλά προτίμησε να τα ξεχάσει γρήγορα, και μαζί και ο αναγνώστης την ελπίδα

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Mission impossible

  Η μοναδική αποστολή του βιβλιοθηκάριου (βιβλιοθηκονόμοι πλέον ρε Ορτέγκα, μας προσβάλλεις γαμώτο∙ ναι, ο φερετζές μάς έλειπε), τουλάχιστον στην Ελλάδα και για μια γεμάτη 25ετία, είναι να μην πεθάνει από την πείνα. Τα πάμε καλά, συνάδελφοι! Άλλος για μπαρ τράβηξε, άλλος για γραμματειακή υποστήριξη και άλλος στου ΟΑΕΔ τα ΚΟΧ αίμα και δάκρυα πίνει. Ευαισθητοποιημένοι πολίτες λένε συνεχώς να χαρίσουμε βιβλία στις βιβλιοθήκες μας, είναι ο πολιτιστικός μας πνεύμονας (με χρόνια βρογχίτιδα), το κράτος από την μεριά του λέει κανένα πρόβλημα, στα τέτοια μου, αλλά να ξέρετε όποτε χρειαστεί να κόψω χρήματα για τις εκλογικές διαφημίσεις θα τα πάρω από τις βιβλιοθήκες, no offense. Και η σχολή Βιβλιοθηκονομίας συνεχίζει να βγάζει εκατοντάδες επιστήμονες κάθε χρόνο σαν να μην υπάρχει αύριο (που δεν υπάρχει!), μια θλιβερή γραμμή παραγωγής από ρομποτάκια σε μια δυστοπική και λοβοτομημένη πολιτιστικά χώρα. Does that make sense? «Οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται από μια παράξενη τάση να τρέφονται, κυρίως, με

Ποίηση χωρίς τέλος

  Αυτή η χρονιά θα ξεκινήσει ακριβώς όπως τελείωσε: με ποίηση. Συλλεκτική ανάρτηση, σπάνια θα ξαναδιαβάσετε τέτοια. Σπάω την παράδοση (και το ρόδι)! Ακόμα σπανιότερα εντυπωσιάζομαι από ποιητές και ποιήματα. Δεν με συγκινεί η συμπύκνωση του λόγου όταν του λείπει ένα είδος «φλυαρίας» – ψάχνω ποιήματα που είναι αμετροεπή με έναν δικό τους τρόπο και ταυτόχρονα στοχευμένα και ουσιώδη. Ποιήματα που δεν πολυπαίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους καθώς τσαλαβουτούν χαρούμενα στον χυλό της ειρωνείας. Ποιήματα που, απ' ό,τι σωστά αντιλαμβάνεστε, δεν γράφει η πλειοψηφία των ποιητών. Με δυο λόγια, κυνηγώ το ανέφικτο. Αλλά, αυτό δεν κυνηγάμε όλοι στην έναρξη κάθε χρονιάς; Το φλουρί μου για φέτος – λίρα εκατό – ήταν η Βισουάβα ή Βισλάβα ή όπως αλλιώς, Σιμπόρσκα. Η παλιά ποίηση, η ορθόδοξη, είναι Εδώ!