Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πώς πέρασες τη μέρα σου; - (χωροχρόνος)

 
Ξημερώνει Παρασκευή, πέρασε και αυτή η γεμάτη μέρα! Θυμάστε πότε αρχίσαμε να πρωτολέμε για τον Τζόυς; Πέρασαν σχεδόν 8 μήνες. Κι όμως, μοιάζει σαν να μην πέρασε μια μέρα. Αυτό συμβαίνει με τον Οδυσσέα – είναι η λογοτεχνική περιγραφή μιας συνηθισμένης μέρας που κατά περιόδους μοιάζει ατελείωτη αλλά στο τέλος νιώθεις σαν να μην πέρασε μια μέρα. Και μετά το πέρας αυτής, είναι σαν να κινείσαι σε ένα λογοτεχνικό χωροχρονικό συνεχές γεμάτο λέξεις, έννοιες και σκέψεις που κυνηγούν πλέον τις δικές σου κοινές και ανιαρές μέρες. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαβάσεις βιβλίο μετά τον Οδυσσέα και να μην το βρεις πληκτικό. Πόσο μάλλον να το βρεις εκπληκτικό. Είναι τόσο έντονη η συγγραφική δύναμη του Τζόυς (με την προϋπόθεση ότι σου αρέσει) που σε μουδιάζει για καιρό, θα αργήσεις να ξαναβρείς τα αναγνωστικά σου βήματα, όταν τα βρεις ωστόσο, το σίγουρο είναι ότι πλέον θα πατάς πιο στέρεα.
 
Ο Οδυσσέας είναι ένα βιβλίο που σε γραπώνει – όχι με την σαχλή έννοια που δίνουμε στα βιβλία που μας φαίνονται απλώς ενδιαφέροντα και ελκυστικά. «Με άρπαξε για τα καλά», «Δε με άφησε να το αφήσω» και άλλες σαχλοκουβέντες. Οι λέξεις του Τζόυς πράγματι σε γραπώνουν με τρόπο που δεν γίνεται άμεσα αντιληπτός. Είτε εναρμονισμένες με το γενικό σύνολο είτε ευχαριστημένες με τον κοντινό λεκτικό τους περίγυρο, οι φράσεις του συγκροτούν μια ενότητα τόσο τέλεια και συμπαγή που φανερώνει όλη την ένδεια του αναγνώστη, την αδυναμία του να αναμετρηθεί μαζί τους – αν πάλι, είσαι και λίγο τσιμπημένος με την συγγραφή, τρέχεις καρφί προς το κουζινομάχαιρο, σίγουρος ότι μετά τον Τζόυς το μόνο που μπορείς να γράψεις είναι κάτι αιμάτινες ασυναρτησίες στα πλακάκια της κουζίνας! 
 
Αυτό που με εντυπωσιάζει στον Τζόυς είναι η συγγραφική του συνέπεια και εξέλιξη. Αν δεις το έργο του από την αρχή, θα διαπιστώσεις μια καθόλα ανοδική πορεία που έφερνε στην επιφάνεια λαμπρά καλλιτεχνικά αποτελέσματα. Λίγοι συγγραφείς (ακόμα και από τους πλέον επιφανείς) μπορούν να ισχυριστούν ότι με κάθε νέο βιβλίο τους ξεπερνούσαν κατά πολύ το προηγούμενό τους. Βέβαια, οι αναγνώστες μπορούν να έχουν τις αντιρρήσεις τους (ας τις ονομάσουμε, προτιμήσεις) όμως αν μπορέσουν να το δουν αντικειμενικά, θα αντιληφθούν ότι η Αγρύπνια των Φίννεγκαν είναι πολύ πιο σπουδαία από τον Οδυσσέα που είναι πολύ πιο σπουδαίος από το Πορτραίτο του Καλλιτέχνη που είναι πολύ πιο σπουδαίο από τον Στήβεν τον Ήρωα που είναι πολύ πιο σπουδαίος από τους Δουβλινέζους που είναι πολύ πιο σπουδαίοι από τη Μουσική Δωματίου. 
 
Η συγγραφική του πορεία είναι συνυφασμένη με την πραγματική του ζωή, κάθε έργο του έχει ψήγματα της πραγματικής του ζωής (και όπως είπα παραπάνω για τη μεταφορά της λέξης «γραπώνει», και εδώ εννοώ κάτι παραπάνω από αυτό που εννοούμε συνήθως, ότι κάθε συγγραφέας βάζει κάτι από τη ζωή του στα βιβλία του), διαβάζουμε μία ομηρικών διαστάσεων, αυτοβιογραφία μιας μεγαλοφυΐας, και ακριβώς επειδή πρόκειται για μεγαλοφυΐα σχεδόν δεν αντιλαμβάνεσαι ότι διαβάζεις την αυτοβιογραφία της! Γι' αυτό και πιστεύω ότι είναι πολύ βοηθητική η ανάγνωση του βιβλίου του Ρίτσαρντ Έλμαν, «Βιογραφία του Τζέημς Τζόυς». Όμως ακόμα και αν αρκεστείτε στα πρωτότυπα κείμενα του Τζόυς, δε θα βγείτε χαμένοι, ούτε απ' όσα υπέροχα περιστατικά θα μπορέσετε να αποκρυπτογραφήσετε από την πολυτάραχη ζωή του, ούτε φυσικά από την άντληση καθαρής απόλαυσης. Η ανάγνωση των βιβλίων του είναι εμπειρία από τις λίγες.
 
Το σίγουρο είναι ότι δεν μπορείς να αγνοήσεις το φαινόμενο Τζόυς. Θα φέρω ένα (ίσως και ατυχές) παράδειγμα από έναν εντελώς διαφορετικό χώρο. Το πόκερ γνώρισε μία αδιανόητη άνθηση και διαδικτυακά και σε ζωντανά τουρνουά όταν ένας ταπεινός λογιστής κατάφερε να κερδίσει το παγκόσμιο πρωτάθλημα πόκερ (WSOP 2003) κερδίζοντας την συμμετοχή του μέσα από online προκριματικά. Το όνομά του, πράγματι απίστευτο, ήταν Chris Moneymaker! Έκτοτε, το πόκερ άλλαξε οριστικά σελίδα, αποτίναξε τις προκαταλήψεις που το βάραιναν, προβιβάστηκε σε παιχνίδι ικανοτήτων, με λίγα λόγια, μια νέα γλώσσα γεννήθηκε για να το περιγράψει. Αυτό το φαινόμενο έμεινε γνωστό ως Moneymaker Effect και όλοι, επαγγελματίες παίκτες ή μη, συνεχίζουν να προσφέρουν τον ειλικρινή σεβασμό τους στον άνθρωπο που το προκάλεσε. Μπορεί ο Moneymaker να μην συγκαταλέγεται στους σπουδαίους παίκτες, μπορεί ακόμα και το παιχνίδι του να θεωρείται πια παρωχημένο, όμως όποιος ασχολείται με το πόκερ αναγνωρίζει αμέσως ότι αυτός είναι ένα εντυπωσιακό σημείο αναφοράς στην ιστορία του παιχνιδιού.
 
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με τον Τζόυς (χωρίς να προχωρήσουμε σε άλλες αναλογίες από το χώρο του πόκερ) όποιος ασχολείται με την λογοτεχνία με οποιονδήποτε τρόπο, αναγνωρίζει αμέσως ότι ο Τζόυς είναι ένα εντυπωσιακό σημείο αναφοράς στην ιστορία της λογοτεχνίας! Έχει επηρεάσει εκατοντάδες σπουδαίους συγγραφείς και αναρίθμητους μικρότερους, πηγαίνοντας την λογοτεχνία βήματα μπροστά. Μπορεί για πολλούς πλέον να θεωρείται παρωχημένο το γράψιμο του, ίσως μια άσκοπη επίδειξη συγγραφικών ικανοτήτων. Ωστόσο, η επιρροή του είναι αδιαμφισβήτητη, όποιος δεν το αντιλαμβάνεται είναι χαζός. Αν ρωτάτε εμένα, εκτός από την επιρροή, θεωρώ ότι το γράψιμο του παραμένει ακόμα σπινθηροβόλο και αξεπέραστο, και τουλάχιστον μέχρι το τέλος του αιώνα που διανύουμε, έχει εξασφαλισμένη την θέση του στην Αθανασία. Εκεί θα είμαστε να τα ξαναπούμε! 
 

 
Νομίζω έγραψα αρκετά γι' αυτό το βιβλίο. Καλά, κακά, λογοκλοπιμαία... θα το δείξει ο καταραμένος εφιάλτης που λέγεται ιστορία. Εγώ, τώρα στο τέλος, θέλω να στραφώ στην θρησκεία, και συμπληρώνοντας τα λόγια του Φώκνερ με τα οποία άνοιξα αυτή την σειρά των αναρτήσεων, να δηλώσω ευθαρσώς:
 
Μα τη πίστη μου, δεν έχω διαβάσει πιο ωραίο βιβλίο!

Σχόλια

  1. Γιάννης17.6.17

    Αγαπητέ Μαραμπού, υπέροχα τα κείμενα σου! Μου δίνουν έμπνευση και κουράγιο για απαιτητικά αναγνώσματα (κι αν ξεπεράσει κανείς το σκόπελο τους, η αναγνωστική εμπειρία αλλάζει δια παντός και οι απαιτήσεις ανεβαίνουν απότομα). Μετά από "το ουράνιο τόξο", τον "Μόμπυ Ντίκ" και το "Βιργιλίου Θάνατος" σκέφτομαι σοβαρά να επιχειρήσω για 3η ή 4η φορά τον "Οδυσσέα". Ένα βιβλίο που το αγόρασα φοιτητής, και αφού έπεφτα σε απανωτούς τοιχους το ακούμπησα με δέος σε φανερό σημείο της βιβλιοθήκης, υπενθύμιση για το μέλλον. Έχω την έκδοση του Κέδρου που δεν έχει καθόλου σχόλια (παρεκτός της σύντομης και υπέροχης εισαγωγής του μεταφραστή Σωκράτη Καψάσκη) Από την άλλη, η έκδοση του Κάκτου, την έχω ξεφυλλίσει στα αγαπημένα βιβλιοπωλεία του κέντρου, έχει αρκετές σημειώσεις που ίσως βοηθούν (αν και διακόπτουν ως γνωστό τη ροή της γλώσσας). Αξίζει κατα τη γνώμη σου η επαναγορά;
    Καλό καλοκαίρι, με όμορφα και ταξιδιάρικα αναγνώσματα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλησπέρα Γιάννη,

      σ' ευχαριστώ για τα θερμά σου λόγια και χαίρομαι που ξεκινάς το απαιτητικό ταξίδι του Οδυσσέα! Πρόκειται πραγματικά για μια φοβερή αναγνωστική εμπειρία.

      Όπως θα κατάλαβες από τις αναρτήσεις μου, τάσσομαι σαφέστατα υπέρ της έκδοσης του Κάκτου! Εννοείται ότι αξίζει η αγορά αυτής της έκδοσης. Ξέρω ότι είναι αρκετά τα λεφτά, ειδικά όταν έχεις ήδη την παλιά έκδοση, αλλά πιστεύω ότι η μετάφραση αλλά και γενικότερα η έκδοση, είναι ανώτερες στην νέα έκδοση. Οι σημειώσεις είναι υπερπολύτιμες και μην φοβάσαι ότι θα κόβει την ροή της ανάγνωσης... θα φροντίσει γι' αυτό ο ίδιος ο Τζόυς!! Σου προτείνω να διαβάσεις την έκδοση του Κάκτου και σε μια μελλοντική ανάγνωση (πιθανότατα θα υπάρξει τέτοια) να μελετήσεις και την παλιότερη έκδοση και να δεις τις διαφορές. Αν τα καταφέρεις, προσπάθησε να ξετρυπώσεις από κανένα παλαιοβιβλιοπωλείο την «Βιογραφία του Τζέημς Τζόυς» του Ρίτσαρντ Έλμαν, θα σε βοηθήσει πολύ. Θα σου αρέσει πολύ η ανάγνωσή της και σε μερικά σημεία θα σου φανεί περισσότερο βοηθητική, ακόμα και από τα λεγόμενα «βοηθήματα» σχετικά με τον Οδυσσέα.

      Θα χαρώ αν μου ξαναστείλεις και με ενημερώσεις για την πρόοδό σου. Καλό καλοκαίρι και σε σένα! :)

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Η λογοτεχνία ως μη βούληση και παράσταση

Το μέλλον δείχνει ότι σε λίγο καιρό θα παριστάνουμε ότι γράφουμε λογοτεχνία. Ο Τζήμας που παριστάνει τον Μπουκόφσκι που παριστάνει τον Φάντε που παριστάνει την Γιαδικιάρογλου. Η λογοτεχνία τρώει πολύ ξύλο, μπας και μάθει επιτέλους καλούς τρόπους και καταφέρει κάποτε να μπει στον παράδεισο. «Ήρθε ένας κύριος για τα ριντό. Ήταν αδερφή . Είχε νύχια που έλαμπαν κι ένα κασμίρ φουλάρι κάτω απ’ το σπορ σακάκι με τη ζώνη» . Θα γράφεται λογοτεχνία απίστευτα βαρετή, πολύ πιο βαρετή από όση υπάρχει ήδη. Οι υπερευαίσθητοι αναγνώστες θα μισούν ακόμα περισσότερο την ζωή τους γιατί θα την βλέπουν να μετατρέπεται σε αυτό που οι ίδιοι διορθώνουν. Οι άλλοι οι αναγνώστες, οι αναίσθητοι, θα αναπολούν μια λογοτεχνία που με τα υλικά που έβρισκες εντός της θα μπορούσες να αναδιαμορφώσεις την πραγματική σου ζωή – να μισήσεις, να νιώσεις θυμό, να βρίσεις, να σιχαθείς, να αποσυμπιεστείς τέλος πάντων για να μην σκάσεις. Αλλά το πρόβλημα είναι τελικά πιο απλό και εμφανές από όσο θέλουν να το παρουσιάζουν: της

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Οι αποσυνάγωγοι

  Το να γράφεις αλλόκοτη και παράδοξη λογοτεχνία δεν σημαίνει κιόλας ότι δεν έχεις συμβιβαστεί με μια εντυπωσιοθηρική παράσταση και έχεις παγιδευτεί εντός της. Το πιο παράδοξο που συναντάς πλέον σε πολλά λογοτεχνικά έργα είναι ότι τους λείπει η λογοτεχνία! Η λεγόμενη παράδοξη λογοτεχνία συνήθως παίζει επικίνδυνα με τα όρια της γραφικότητας, που υποτίθεται ότι η άλλη, κοινή λογοτεχνία τα αποφεύγει… χαχαχα, μπα σε καλό μου. Κανείς δεν γλυτώνει από την γραφικότητα αν δεν ξέρει τον τρόπο να το πετύχει. Ταρώ ρίχνει και ο Χοντορόφσκι ταρώ και ο Χαϊκάλης, ποντάρετε σωστά τα λεφτά σας. Σχεδόν πάντα, είναι το ίδιο δύσκολο και ψυχοφθόρο να είσαι αποσυνάγωγος όσο και να είσαι επίτιμο μέλος της συναγωγής . «Νόμιζα πως είμαι αυτό που είμαι, αλλά στην πραγματικότητα είμαι ακόμα αυτό που ήμουν. Κι αυτό που ήμουν δεν ξέρω τι είναι. Ίσως κάποια μέρα το μάθω. Τότε θα είμαι αυτό που θα είμαι, αλλά δεν θα είμαι πια αυτό που είμαι τώρα. Και το να πάψω να είμαι αυτό που είμαι τώρα, με φοβίζει και με τρομάζε

Ο ακρωτηριασμός της Δύσης

    Όσο διάβαζα το βιβλίο μού ερχόταν στο μυαλό μια εντυπωσιακή φράση του Κούντερα που υπάρχει στο δοκίμιο «Ο ακρωτηριασμός της Δύσης ή Η τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης» , καθώς και στις «Προδομένες διαθήκες» αν θυμάμαι καλά, που λέει ότι πλέον η ζωγραφική έγινε μια περιθωριακή τέχνη, ο κόσμος έπαψε να ενδιαφέρεται για αυτή όπως το έκανε όσο ζούσε ο Πικάσο και οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αναφέρουν έναν σύγχρονο ζωγράφο πια. Το ίδιο μπορεί κανείς να πει και για το σκάκι και αν όλα πάνε καλά (και κατά διαόλου) και για οτιδήποτε άλλο. «Μαζί με τον Αλιέχιν, ένας κόσμος πέθαινε. Ο θάνατός του δεν αφορούσε μόνο το σκάκι. Ο Αλιέχιν υπήρξε ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας κλάσης παικτών χωρίς δάσκαλο, αριστοκρατών χωρίς βασιλιά, ατόμων χωρίς υποστήριξη, πνευματικών ανθρώπων χωρίς ιδεολογία, πολιτών χωρίς σύνορα, βασιλέων της φαντασίας, ανθρώπων ανένταχτων… Τώρα που δεν υπήρχε πια, ποιος θα έπαιζε;» Ας παίξουμε με τις λέξεις, για την ώρα. Οι λέξεις chess και chase ηχούν πολύ όμοια

Γεύση πικραμύγδαλου

Να είσαι φαν του κουραμπιέ, να τον ξεκινάς με λαχτάρα και να σου σκάει πικραμύγδαλο. Κάπως έτσι ένιωσα με το συγκεκριμένο βιβλίο. Ήθελα πολύ να μου αρέσει. Αγαπώ την ιταλική λογοτεχνία (ειδικά την λίγο πιο παλιά, δεν έχω μελετήσει τόσο την σύγχρονη), βρίσκεται σταθερά στις τοπ λογοτεχνίες μου, συνθέτοντας πάντα δείγματα γεμάτα αισθητική κομψότητα και τόλμη μαζί, γιατί καλώς ή κακώς στη λογοτεχνία όλα τα υπόλοιπα οφείλουν να ακολουθούν∙ αν προηγούνται ή κυριαρχούν, δυναμιτίζουν την συνολική αξία του έργου και καταλήγεις να περιπλανιέσαι αμήχανος ανάμεσα σε λεκτικά ερείπια ενώ γνωρίζεις βέβαια ότι η λογοτεχνία είναι κατ’ αρχήν σκοτεινή και υπόγεια διαδρομή. Πρώτα θα γίνει ορυχείο, βαθύ και αδυσώπητο, και αν καταφέρει να βρει φλέβα ίσως εξορύξει και ό, τι πολύτιμο κουβαλά εντός της. Ο ήρωας του μυθιστορήματος «Πικρή ζωή» και άλτερ έγκο του Λουτσάνο Μπιαντσάρντι τα γνώριζε καλά όλα αυτά όταν ξεκίνησε να το γράφει αλλά προτίμησε να τα ξεχάσει γρήγορα, και μαζί και ο αναγνώστης την ελπίδα

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Mission impossible

  Η μοναδική αποστολή του βιβλιοθηκάριου (βιβλιοθηκονόμοι πλέον ρε Ορτέγκα, μας προσβάλλεις γαμώτο∙ ναι, ο φερετζές μάς έλειπε), τουλάχιστον στην Ελλάδα και για μια γεμάτη 25ετία, είναι να μην πεθάνει από την πείνα. Τα πάμε καλά, συνάδελφοι! Άλλος για μπαρ τράβηξε, άλλος για γραμματειακή υποστήριξη και άλλος στου ΟΑΕΔ τα ΚΟΧ αίμα και δάκρυα πίνει. Ευαισθητοποιημένοι πολίτες λένε συνεχώς να χαρίσουμε βιβλία στις βιβλιοθήκες μας, είναι ο πολιτιστικός μας πνεύμονας (με χρόνια βρογχίτιδα), το κράτος από την μεριά του λέει κανένα πρόβλημα, στα τέτοια μου, αλλά να ξέρετε όποτε χρειαστεί να κόψω χρήματα για τις εκλογικές διαφημίσεις θα τα πάρω από τις βιβλιοθήκες, no offense. Και η σχολή Βιβλιοθηκονομίας συνεχίζει να βγάζει εκατοντάδες επιστήμονες κάθε χρόνο σαν να μην υπάρχει αύριο (που δεν υπάρχει!), μια θλιβερή γραμμή παραγωγής από ρομποτάκια σε μια δυστοπική και λοβοτομημένη πολιτιστικά χώρα. Does that make sense? «Οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται από μια παράξενη τάση να τρέφονται, κυρίως, με

Ποίηση χωρίς τέλος

  Αυτή η χρονιά θα ξεκινήσει ακριβώς όπως τελείωσε: με ποίηση. Συλλεκτική ανάρτηση, σπάνια θα ξαναδιαβάσετε τέτοια. Σπάω την παράδοση (και το ρόδι)! Ακόμα σπανιότερα εντυπωσιάζομαι από ποιητές και ποιήματα. Δεν με συγκινεί η συμπύκνωση του λόγου όταν του λείπει ένα είδος «φλυαρίας» – ψάχνω ποιήματα που είναι αμετροεπή με έναν δικό τους τρόπο και ταυτόχρονα στοχευμένα και ουσιώδη. Ποιήματα που δεν πολυπαίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους καθώς τσαλαβουτούν χαρούμενα στον χυλό της ειρωνείας. Ποιήματα που, απ' ό,τι σωστά αντιλαμβάνεστε, δεν γράφει η πλειοψηφία των ποιητών. Με δυο λόγια, κυνηγώ το ανέφικτο. Αλλά, αυτό δεν κυνηγάμε όλοι στην έναρξη κάθε χρονιάς; Το φλουρί μου για φέτος – λίρα εκατό – ήταν η Βισουάβα ή Βισλάβα ή όπως αλλιώς, Σιμπόρσκα. Η παλιά ποίηση, η ορθόδοξη, είναι Εδώ!