Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πώς πέρασες τη μέρα σου; - (αξημέρωτα)

 
Παρακαλώ, προσέξτε τις ερωτήσεις σας. Αν ρωτάτε για την 16 Ιουνίου 1904 θα λάβετε μια μακροστελέστατη απάντηση και ίσως να μην σας αρέσει καθόλου αυτό. Αν απευθύνετε την ερώτηση στον Τζεήμς Τζόυς ενδέχεται να σας απαντήσει: «Α, τίποτα το ιδιαίτερο (μεγάλο ψέμα!!), τα γνωστά (Ιρλανδία και αγαπημένο βρωμοδουβλίνο – εδώ λέει την αλήθεια)». Σε μια συνέντευξή του, ο Αμερικανός Τζόυς είπε για τον Ευρωπαίο Φώκνερ: «Πρέπει κανείς να διαβάσει τον Οδυσσέα του Τζόυς με τον ίδιο τρόπο που ένας αγράμματος χριστιανός διαβάζει την Παλαιά Διαθήκη. Με πίστη». Ξεκινώ λοιπόν, είπα μια μέρα, και ο Θεός μαζί μου!
 
Με όρους μουσικής θα λέγαμε ότι η φιγούρα του Τζόυς είναι pop, η γραφή του rock και η φήμη του classical. Ή μήπως είναι πολύ jazz αυτά που ισχυρίζομαι; Ο Οδυσσέας είναι αναγνωστικό απωθημένο εκατομμυρίων αναγνωστών και ίσως να αντιμετωπίζεται με περισσότερο φόβο απ' όσο του αξίζει – ο σεβασμός προς αυτόν όμως, θα πρέπει να είναι απόλυτος.

Σε όλους εσάς τους πολυμήχανους αναγνώστες που ετοιμάζεστε για το ταξίδι του Οδυσσέα, θέλω να σας προτείνω να διαβάσετε πρώτα την «Βιογραφία του Τζέημς Τζόυς» του Ρίτσαρντ Έλμαν. Ξέρω ότι είναι γοητευτικό να πιστέυουμε ότι μπορούμε να καταλάβουμε έναν σπουδαίο συγγραφέα με τις ίδιες μας τις δυνάμεις όμως ο Τζόυς δεν πρόκειται να μας χαριστεί τόσο εύκολα. «Όταν ο Μαξ Ήσταν τον ρώτησε γιατί δεν παρείχε την παραμικρή βοήθεια στον αναγνώστη, ο Τζόυς του απάντησε: “Να ξέρεις ότι οι άνθρωποι δεν εκτιμούν ποτέ τίποτα εκτός κι αν είναι να το κλέψουν. Ακόμη και μια κεραμιδόγατα προτιμάει να ξετρυπώσει ένα παλιοκόκαλο από τα σκουπίδια από το να έρθει να φάει ένα καλομαγειρεμένο κοψίδι από το πιάτο σου”». Πρόκεται ουσιαστικά για έναν θαυμάσιο οδηγό ανάγνωσης χωρίς την αρνητική χροιά και την διδακτική επιτίμηση με τις οποίες συνήθως φορτίζεται η φράση «οδηγός ανάγνωσης». Προσωπικά, θεωρώ ότι είναι μια εξαιρετική κίνηση τακτικής που ενδεχομένως να αποσοβήσει τον κίνδυνο οριστικής ρήξης με τον Ιρλανδό συγγραφέα.
 

Ο Οδυσσέας είναι πολλά βιβλία μαζί – όσο τετριμμένη και αν ακούγεται η φράση αυτή – από άποψη τεχνικής, γλώσσας, μύθου, πλοκής. Είναι πολύ δύσκολο να περιγράψεις σε ένα σύνολο 2000 λέξεων περίπου την σπουδαιότητα αυτού του βιβλίου. Από την άλλη, είναι εξίσου δύσκολο να βρεις τις ποιοτικές εκείνες λέξεις που θα σταθούν πλάι στην μεγαλοσύνη του, και άρα – εντελώς συγκρουσιακά – ίσως να είναι ήδη υπερβολικά πολλές οι 2000 λέξεις. Σε μία έκρηξη μεγαλομανίας, όμως, αποφάσισα να αφιερώσω μία ανάρτηση για κάθε κεφάλαιο του Οδυσσέα! Η ανάλυσή μου (αν υποθέσουμε ότι πρόκειται για τέτοια!) βασίζεται αποκλειστικά στο βιβλίο του Ρίτσαρντ Έλμαν «Βιογραφία του Τζέημς Τζους» και σε όσα βιβλία του ίδιου του Τζόυς έχω διαβάσει.

[...] Στην Οδύσσεια εμπεριέχονται τα πιο όμορφα, τα πιο ανθρώπινα χαρακτηριστικά. (...) Πρόσεξε την ομορφιά των μοτίβων: ο μοναδικός άνδρας σε όλη την Ελλάδα που είναι εναντίον του πολέμου, και ο πατέρας. (...) Μετά την Τροία δεν ξαναγίνεται λόγος για τον Αχιλλέα, τον Μενέλαο, τον Αγαμέμνονα. Μόνον ένας δεν εγκαταλείπει το προσκήνιο, γιατί η σταδιοδρομία του ως ήρωα έχει μόλις αρχίσει: ο Οδυσσέας. (...) Κατόπιν έχουμε το μοτίβο της περιπλάνησης... το μοτίβο του καλλιτέχνη που προτιμάει να θυσιάσει τη ζωή του από το να απαρνηθεί αυτό που τον ενδιαφέρει... Κατόπιν το εκπληκτικό χιούμορ στον Πολύφημο! “Το όνομά μου είναι Κανένας” (...) Και η επιστροφή, πόσο βαθιά ανθρώπινη! (...) Σχεδόν φοβάμαι να καταπιαστώ με ένα τέτοιο θέμα. Είναι συνταρακτικό.
 
Με αυτές τις σκέψεις, ο Τζόυς ύφαινε στο μυαλό του το μυθιστόρημα που θα γινόταν το λογοτεχνικό αριστούργημα του περασμένου αιώνα. Η ιστορία τοποθετείται μία συγκεκριμένη μέρα στο Δουβλίνο, την 16 Ιουνίου 1904. Είναι η μέρα που γνώρισε την γυναίκα του Νόρα, με την οποία έζησε μαζί της μια ολόκληρη ζωή έξω, αλλά κυρίως μέσα στην λογοτεχνία. Η 16ή Ιουνίου ήταν η ιερή μέρα που χώρισε τον Στήβεν Δαίδαλο, τον επαναστατημένο νέο, από τον Λεοπόλδο Μπλουμ, τον περιποιητικό σύζυγο. Αυτές οι δύο φωνές συνυπάρχουν αρμονικά μέσα στον Οδύσσεα, ώστοσο να μην ξεχνάμε ότι τις χωρίζει μια περίοδος περίπου 20 χρόνων. Ο Στέφανος παραμένει ο οργισμένος έφηβος του Πορτραίτου και ουσιαστικά τα 3 πρώτα κεφάλαια του Οδυσσέα είναι μια συνέχειά του. Στην εσωτερική του φωνή είναι πολύ εύκολο για μας να αναγνωρίσουμε ευκρινώς τον ίδιο τον Τζόυς. Ο Μπλουμ που πρωτοεμφανίζεται στο τέταρτο κεφάλαιο είναι μια συρραφή τύπων/φωνών και μας δυσκολεύει περισσότερο να αναγνωρίσουμε σε αυτόν την περσόνα του Τζόυς.

[...] Ο Άλντους Χάξλει υποστηρίζει ότι ο Τζόυς επέμενε σε μια ετυμολογία “του δέκατου τρίτου αιώνα” για τον ελληνικό τύπο του ονόματος Οδυσσέας. Υποστήριζε ότι ήταν ένας συνδυασμός του Ούτις-κανένας και του Ζευς-θεός. Η ετυμολογία είναι απλούστατα φαντασιώδης, αλλά πρόκειται για ελεγχόμενη φαντασίωση που στην ουσία ενισχύει την εικόνα του Τζόυς για τον σύγχρονο Οδυσσέα. Διότι ο Μπλουμ είναι ένας “κανένας” – ένας πλασιέ, ο οποίος εκτός από την οικογένειά του, δεν έχει στην ουσία καμιά επίδραση στον κόσμο γύρω του – κι όμως υπάρχει θεός μέσα του. Λέγοντας θεός ο Τζόυς δεν έχει κατά νου τον Χριστιανισμό (...) Το θεϊκό κομμάτι του Μπλουμ είναι η ανθρώπινη φύση του – η θεωρία ότι υπάρχει ένας δεσμός ανάμεσα στον ίδιο και στα άλλα πλάσματα.

Έχετε ακόμα αμφιβολίες; Πιστεύετε ότι θα τα βρείτε σκούρα; Μήπως θεωρείτε ότι δεν αξίζει να το διαβάσετε; Έλα, δε θέλω να ακούω βλακείες. 
 
Προς στιγμή η Καθλήν αιφνιδιάστηκε, αμέσως όμως είπε, «Να σου πω, Τζιμ, η μητέρα είπε πως δεν αξίζει να το διαβάσει κανείς». «Αν δεν αξίζει να διαβάσει κανείς τον Οδυσσέα, τότε δεν αξίζει η ζωή που ζούμε», απάντησε ο Τζόυς.

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !