Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πώς πέρασες τη μέρα σου; - (10 π.μ.)

 
Ο Μπλουμ πηγαίνει στο ταχυδρομείο για να ρωτήσει αν έχει κάποιο γράμμα δίνοντας μια κάρτα με ένα όνομα διαφορετικό από το δικό του: Χένρυ Φλάουερ. Αυτή την κάρτα την κρατάει κρυφή στο εσωτερικό του καπέλου του, κάτι που ήδη μας μισοφανερώθηκε από το προηγούμενο κεφάλαιο. Κρυφοκοίταξε γρήγορα στο μέσα μέρος της δερμάτινης κορδέλας. Άσπρο απόκομμα χαρτιού. Απολύτως ασφαλές. Στο κεφάλαιο «Λωτοφάγοι» ο Τζόυς θυμάται, ανασκευάζει και μυθοποιεί την σύντομη ερωτική σχέση που είχε με την Μάρθα Φλάισμαν από τα τέλη του 1918 έως τον Μάρτιο του 1919.
 
Η Μάρτε δεν εργαζόταν. Περνούσε τον καιρό της καπνίζοντας, διαβάζοντας ρομαντικά μυθιστορήματα και το μόνο που την απασχολούσε ήταν τα λούσα. Ήταν ματαιόδοξη και ήθελε να κάνει την σνομπ. Μόλις πήρε είδηση ότι ο Τζόυς ήταν κατά μία έννοια μία σημαντική προσωπικότητα, έσπευσε να του γράψει, οπότε άρχισε μια αλληλογραφία που κρατήθηκε μυστική τόσο από τη Νόρα όσο και από τον Χίλτπολντ. Η στάση του Τζόυς απέναντι στη Μάρθα είχε όλα τα χαρακτηριστικά της ρομαντικής παράδοσης, με μια περίεργη και αποκαλυπτική εξαίρεση: τα γράμματα που της έστελνε τα υπέγραφε με ελληνικό ε αντί για το λατινικό e στο όνομα James Joyce. Είναι μάλλον απίθανο να είχε σκεφθεί ότι αυτή η ελάχιστη γραφική αλλαγή θα μπορούσε να του φανει χρήσιμη σε επίσημη δικαστική εξέταση του γραφικού του χαρακτήρα. Μάλλον δεν σήμαινε τίποτα περισσότερο από το ότι κρατούσε ένα κομμάτι του εαυτού του σ' αυτήν την αλληλογραφία, διασκεδάζοντας ταυτόχρονα με την ίδια του την ανοησία.
 
Το γράμμα της Μάρθας είναι μια ερωτική απαίτηση να βρεθούν επιτέλους από κοντά.
 
[...] Δεν είσαι ευτυχισμένος στο σπίτι σου μικρό άτακτο παιδί; Μακάρι να μπορούσα να κάνω κάτι για σένα. (...) Αγαπητέ Χένρυ, πότε θα συναντηθούμε; Δεν έχεις ιδέα πόσο συχνά σε σκέφτομαι. (...) Λοιπόν, τώρα ξέρεις τι θα σου κάνω, άτακτο αγόρι, αν δεν γράψεις. Αχ πόσο λαχταρώ να σε συναντήσω. (...) ΥΓ. Πες μου ποιο άρωμα φοράει η γυναίκα σου. Θέλω να ξέρω
 

 
Σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Έλμαν, η σχέση του Τζόυς με την Μάρθα Φλάισμαν μάλλον έμεινε σε πλατωνικό επίπεδο. Άλλωστε στη μετέπειτα ζωή της πάντα εξωράιζε την σχέση με τον Τζόυς παρουσιάζοντάς την σαν eine Platonische Liebe. Η παράλληλη σχέση του Μπλουμ με την Μάρθα Κλίφορντ αφήνει επίσης να εννοηθεί ότι αυτή η Ναυσικά προτιμούσε μάλλον να διεγείρει παρά να ανταποδίδει τον πόθο.
 
Οι σκέψεις του Λεοπόλδου Μπλουμ πάνω στο γράμμα της Μάρθας (Άτακτο αγόρι· τιμωρία· φοβάται τις λέξεις, φυσικά.) τον οδηγούν σε μακρινούς νοητικούς δρόμους ενώ τα βήματά του τον οδηγούν έξω από την εκκλησία των Αγίων Πάντων. Μόλις ο Μπλουμ περνάει το κατώφλι της εκκλησίας, ξαναθυμάμαι γιατί ο Τζόυς είναι ένας συγγραφέας που έχει επηρέασει αποφασιστικά την σκέψη μου! Η Εκκλησία διαχρονικά ενσαρκώνει μία πανίσχυρη εξουσία, κυρίως πνευματική – τα οικονομικά οφέλη έπονται και συνήθως είναι αποτέλεσμα της πνευματικής αποχαύνωσης πολλών πιστών... χορηγών της! Θέλει πολύ θάρρος να τα βάλεις με μια τέτοια θεοφοβούμενη παρακμή. Ο Τζόυς μπορεί να χρειάστηκε να αυτοεξοριστεί για να καταφέρει να πολεμήσει την Καθολική Εκκλησία αλλά αυτό δεν στερεί τίποτα από την λαμπρότητα της επιτυχίας του. Ο Μπλουμ μπαίνει στην εκκλησία να παρακολουθήσει την λειτουργία και αφήνεται να παρασυρθεί από τις βλάσφημες σκέψεις που αισθάνεσαι ότι του προσφέρουν μία χαλαρωτική ικανοποίηση. Σε ένα εντυπωσιακό απόσπασμα ο Τζόυς σεξουαλικοποιεί το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας:
 
Ο παπάς περνούσε μπροστά τους μουρμουρίζοντας, κρατώντας το πράμα στα χέρια του. Σταματούσε σε καθεμία, έβγαζε μια όστια, τίναζε μια σταγόνα ή δύο (είναι μέσα σε νερό;) και την έβαζε νοικοκυρεμένα μέσα στο στόμα της.
 
Στις σελίδες όπου περιγράφεται η σύντομη παρακολουθηση της Θείας Λειτουργίας από τον Μπλουμ, ο Τζόυς μας φανερώνει σε όλο το μεγαλείο της συγγραφικής του δεινότητας, λογοπαίγνια και μεταφορές του λόγου που επαναφέρουν την πίστη μας στον ανθρώπινο λόγο (που κρύβει κάτι θεϊκό) έναντι του θεϊκού (που δεν κρύβει τίποτε ανθρώπινο). Πρώτοι κοινωνοί. Παγωτό χωνάκι μια πένα η μπάλα. Ο Ανευλαβής μας διαφωτίζει, Hokypoky: απάτη, τσαρλατανισμός (επίσης και παγωτό χωνάκι). Παραφθορά του λατινικού «hoc est corpus: τούτο εστί το σώμα μου».
 
Και συνεχίζει, βάζοντας τον Μπλουμ να στοχάζεται πάνω στις γνωστές ονομασίες του Ιησού (Ι.N.R.I. - Iesus Nazarenus Rex Iudaeorum και I.H.S. - Iesus Hominom Salavator) που εμφανίζονται σε διάφορα σημεία της εκκλησίας, δίνοντας μια άλλη, πιο ανθρώπινη νότα στα αρκτικόλεξα. Η Μόλλυ μου το είπε κάποτε όταν την ρώτησα. Έχω αμαρτήσει (I Have Sinned)· ή όχι: έχω υποφέρει (I Have Suffered). Και το άλλο: Σιδερένια καρφιά μπήκαν μέσα (Iron Nails Ran In). Να σημειωθεί εδώ ότι ο Τζόυς συχνά ταύτιζε τον εαυτό του με τον Χριστό, ως ένας άνθρωπος που προδόθηκε και υπέφερε από τους συμπατριώτες του. Επίσης, η «αμαρτία» του Τζόυς είναι ότι απαρνήθηκε την Καθολική Εκκλησία για χάρη της τέχνης του.
 
Ας φύγουμε όμως και μεις από την εκκλησία με τον απαράμιλλο τρόπο του Μπλουμ. Καλύτερα να του δίνω. Αδελφός πορτοφολάς. Θα γυρίσει με τον δίσκο ίσως. Ο Μπλουμ φεύγει από την εκκλησία και περνάει από ένα φαρμακείο για να αγοράσει μία λοσιόν για τη Μόλλυ. Εκεί, παρασύρεται από τις ερεθιστικές μυρωδιές και αγοράζει και ένα σαπούνι γλυκό κερί λεμονιού. Έχει αποφασίσει να κάνει ένα χαλαρωτικό μπάνιο στο τούρκικο χαμάμ πριν την κηδεία. Μετά αισθάνεσαι φρέσκος όλη μέρα. Η κηδεία είναι μάλλον κατηφής. Έχει πεθάνει ο φίλος του Ντίγκναμ, κάτι που πρωτομάθαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο – σε αυτό το κεφάλαιο, ο Μπλουμ συναντά στον δρόμο μερικούς από τους φίλους/γνωστούς του Ντίγκναμ και έτσι μαθαίνουμε περισσότερα για τον νεκρό (ή μάλλον μαθαίνουμε λιγότερα, καθώς όπως συμβαίνει και στην καθημερινή ζωή, όταν κάποιος μιλάει για έναν νεκρό που γνώριζε καταλήγει να μιλάει για τον εαυτό του!). Η κηδεία στην πλήρη εξέλιξή της θα μας απασχολήσει στο επόμενο κεφάλαιο που φέρει και τον δυσερμήνευτο(!) τίτλο, «Άδης».
 

 
Όπου και αν πηγαίνει ο Μπλουμ κρατά μια ημερήσια εφημερίδα την οποία χρησιμοποιεί ποικιλοτρόπως: κρύβει μέσα της το γράμμα της Μάρθας, την τυλίγει ρολό και την χτυπάει ρυθμικά καθώς περπατάει, την δανείζει σε έναν γνωστό του για να δει τις ιπποδρομίες, φτιάχνει με αυτήν ένα πακέτο για το σαπούνι που αγόρασε. Ο αναγνώστης δεν μπορεί να την ξεχάσει, σιγά σιγά αισθάνεται ότι την κρατάει και ο ίδιος. Είναι η αρχή αυτού που υποψιαζόσουν ότι αργά ή γρήγορα θα συμβεί – δεν διαβάζεις για μια περιπλάνηση, γίνεσαι ο ίδιος περιπλανώμενος! Τουλάχιστον εγώ, μέσα από αυτό το τέχνασμα της εφημερίδας, συνειδητοποίησα ξεκάθαρα ότι δεν προσπαθώ να χωρέσω τον Μπλουμ μέσα μου, αλλά να χωρέσω εγώ μέσα στον Μπλουμ.
 
Το κεφάλαιο «Λωτοφάγοι» είναι το προσωπικό μου αγαπημένο. Ξέρω ότι υπάρχουν πιο ενδιαφέροντα από αυτό, πιο λογοτεχνικά, πιο εμβληματικά, πιο αριστουργηματικά. Όμως δεν αλλάζω γνώμη, και μην επιμένετε γιατί θα σας κατακεφαλιάσω με την εφημερίδα που κρατάω στο χέρι!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !