Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πώς πέρασες τη μέρα σου; - (12 το μεσημέρι)

 
Στον Οδυσσέα και στο Finnegans Wake εκμεταλλεύτηκε ακόμη περισσότερο την ανακάλυψή του αυτή· εκεί η γλώσσα δεν αντανακλά απλώς τους κύριους χαρακτήρες, όπως όταν το ποτάμι περιγράφεται με λέξεις που ηχούν σαν ποτάμια ή όταν το ύφος εναρμονίζεται με την προϊούσα αύξηση της σεξουαλικής διέγερσης της Γκέρτι ΜακΝτάουελ, αλλά και ανάλογα με την ώρα της μέρας ή της νύχτας, όπως όταν αργά το απόγευμα στον αριθμό 7 της οδού Έκκλς, η αγγλική γλώσσα αντανακλά τη φθορά της ημέρας και παράγει μόνο στερεότυπες εκφράσεις, ή όταν νωρίς το πρωί, καθώς τελειώνει το όνειρο του Ηαργουίκερ, ο ρυθμός σβήνει σταδιακά μαζί με τη νύχτα. Ο Τζόυς κατόρθωσε ακόμη και να κάνει την γλώσσα να αντανακλά στοιχεία του περιβάλλοντος χώρου, όπως στο χασάπικο, όταν το μυαλό του Μπλουμ, δανείζεται ασυνείδητα μεταφορές από το κρέας, τη στιγμή που σκέπτεται εντελώς άσχετα πράγματα. Αυτός ο μαγνητισμός μεταξύ ύφους και λεξιλογίου που προσδιορίζεται από τα συμφραζόμενα του προσώπου, του τόπου και του χρόνου έχει την ταπεινή του προέλευση στις λιγοστές σελίδες που έγραψε ο Τζόυς για το περιοδικό Dana.
 
Αυτό είναι ένα όμορφο απόσπασμα του Ρίτσαρντ Έλμαν που συμπυκνώνει εντυπωσιακά όλη την συγγραφική τεχνική του Τζόυς. Μπορεί πλέον οι σημερινοί αναγνώστες να έχουμε διαβάσει αρκετά βιβλία που διαθέτουν αυτόν τον μαγνητισμό ύφους και λεξιλογίου, και οι σημερινοί συγγραφείς να έχουν ενστερνιστεί σχεδόν φυσικά αυτή την τεχνική του λόγου, αλλά ποτέ σε τόση έκταση όσο αυτή που συναντούμε στα βιβλία του Τζόυς και πάντα με καθυστέρηση αρκετών χρόνων από την πρώτη εμφάνισή της! Το κεφάλαιο «Αίολος» είναι το πρώτο σε σειρά εμφάνισης που αναπτύσσει στην εντέλεια και καθ'ολοκληρίαν την παραπάνω τεχνική.
 
Όλο το κεφάλαιο αναπαριστά τον κόσμο των εφημερίδων, των δημοσιογράφων, του Τύπου. Αστείος ο τρόπος που αυτοί οι άνθρωποι των εφημερίδων αλλάζουν πορεία όταν φυσήξει αέρας από καινούργιο άνοιγμα. Ανεμοδείχτες. Η πρωτοτυπία του κεφαλαίου έγκειται στο γεγονός ότι είναι χωρισμένο σε πολλά μικρά υποκεφάλαια τα οποία φέρουν τίτλους εφημερίδων – πηχυαίους, όπως θα λέγαμε στην γλώσσα τους! – που αλλάζουν συνεχώς το ύφος των λεγομένων (σαν ανεμοδούρες) χωρίς να αλλάζουν όμως την πλοκή της ιστορίας, π.χ. ΣΥΝΤΟΜΟ ΑΛΛΑ ΑΚΡΙΒΕΣ, ΔΕΣΜΟΙ ΜΕ ΤΙΣ ΠΕΡΑΣΜΕΝΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ, ΘΛΙΒΕΡΟ, ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΑΣ, ΣΑΜΑΤΑΣ ΣΕ ΠΟΛΥ ΓΝΩΣΤΟ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ, κλπ.
 

 
Η πλοκή στο κεφάλαιο αυτό είναι σχεδόν ανύπαρκτη και εν πολλοίς ασήμαντη – βέβαια και εδώ ο Τζόυς μέσα από τις συζητήσεις των δημοσιογράφων και λοιπών παρισταμένων, δεν ξεχνά να ενσταλάξει λίγη ιρλανδική ιστορία και αυτό ίσως δεν είναι τελικά και τόσο ασήμαντο. Όσον αφορά την εξέλιξη της πλοκής, ο Μπλούμ (που είναι διαφημιστικός πράκτορας) προσπαθεί να κλείσει μια δουλειά με τον Αλέξανδρο Κλειδιά (Keyes), έμπορο τεΐου, οίνων, ποτών. Μίλησα με τον κ. Κλειδιά μόλις τώρα. Θα κάνει ανανέωση για δυο μήνες, λέει. Μετά θα δει. Αλλά θέλει μια παράγραφο για να τραβήξει την προσοχή και στον Τηλέγραφο, τη ροζ του Σαββάτου. Και θέλει να είναι παρόμοια με αυτή στην Κίλκεννυ Πήπολ αν δεν είναι πολύ αργά μίλησα με τον σύμβουλο Ναννέτι. Μπορώ να τη βρω στην εθνική βιβλιοθήκη. Οίκος κλειδιών, καταλαβαίνετε; Το όνομά του είναι Κλειδιάς. Είναι λογοπαίγνιο με το όνομα. Αλλά υποσχέθηκε ουσιαστικά να κάνει την ανανέωση. Αλλά θέλει απλώς ένα μικρό εγκώμιο. Τι να του πω, κ. Κρώφορντ; Στην προπάθεια να κλείσει την δουλειά με τον πελάτη του, αποχωρεί για λίγο από την εφημερίδα (ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΜΠΛΟΥΜ), ώρα κατά την οποία κάνει την εμφανισή του ο Στέφανος για να παραδώσει όπως υποσχέθηκε το άρθρο που του είχε δώσει ο κύριος Ντήζυ, λευκό κομμάτι του οποίου είχε χρησιμοποιήσει για να αποτυπώσει τις σκέψεις του στην ακτή του Σαντυμάουντ. Ποιος το' σκισε αυτό; Τον έπιασε κόψιμο;
 
Ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό αυτού του κεφαλαίου είναι ότι ο Τζόυς δεν δίνει τόση σημασία στις εσωτερικές φωνές των ηρώων του όπως στα προηγούμενα κεφάλαια – ο Μπλουμ αποχωρεί νωρίς, ο Στέφανος συμμετέχει στην κουβέντα με νεκρωμένες τις σκέψεις του όπως και όλοι οι παριστάμενοι οι οποίοι κάνουν θυελλώδεις συζητήσεις αλλά ξέπνοες σκέψεις. Έτσι παρατηρείται το φαινόμενο μερικές σκέψεις να ανήκουν στον ίδιο τον Τζόυς με μία χαρακτηριστική περίπτωση να τοποθετεί σαφώς τον συγγραφέα μέσα στο βιβλίο του! Όταν ο διευθυντής της εφημερίδας τελειώνει ένα λογύδριο, χωρίς κάποιο μυαλό να διεκδικεί εμφανώς την πατρότητα της μετέωρης σκέψης, διαβάζουμε το εξής εντυπωσιακό: Το στόμα του συνέχισε να συσπάται χωρίς να μιλάει με νευρικούς σπασμούς περιφρόνησης. Θα επιθυμούσε καμιά αυτό το στόμα για το φιλί της; Πώς το ξέρεις; Γιατί το γράφεις τότε; Μερικές ακόμη διάσπαρτες σκέψεις, παρότι ξεπηδούν από τα μυαλά του Μπλουμ και του Στέφανου, απηχούν περισσότερο τις σκέψεις του Τζόυς. Όταν ο Μπλουμ παρατηρεί μαγεμένος την δύσκολη δουλειά του στοιχειοθέτη, σκέφτεται ότι η εξάσκηση κάνει την τελειότητα. Μοιάζει να βλέπει με τα δάχτυλά του. Καθώς ο Τζόυς σταδιακά τυφλωνόταν, έβλεπε ολοένα και περισσότερο με τα δάχτυλα και με την αδιάκοπη εξάσκηση κάθε νέο βιβλίο του έφτανε σε επίπεδα τελειότητας που δεν μπορούσες να υποψιαστείς από πριν. Κάπου αλλού, όταν ζητείται από τον Στέφανο να γράψει ένα άρθρο για την εφημερίδα, ο Τζ. Τζ. Μόλλου κοροιδεύοντας τον διευθυντή, λέει στον Στέφανο: Ελπίζω να ζήσεις να το δεις δημοσιευμένο. Όποιος έχει διαβάσει την Βιογραφία του Ρίτσαρντ Έλμαν και ξέρει τα μακροχρόνια βάσανα που πέρασε ο Τζόυς μέχρι να δει δημοσιευμένους τους Δουβλινέζους (αλλά και την δυσκολία που αντιμετώπιζε σε κάθε νέο του εγχείρημα), καταλαβαίνει αμέσως το γλυκόπικρο της φράσης αυτής. Σε ένα τελευταίο απόσπασμα, όπου γίνεται λόγος για την σπουδαιότητα των Ελλήνων, διαβάζουμε την φράση: Όφειλα να κατέχω τα ελληνικά, τη γλώσσα του νου. Ο Τζόυς ένιωθε απογοητευμένος που δεν είχε μάθει ελληνικά στο πανεπιστήμιο και είχε προτιμήσει τα πιο χρήσιμα γαλλικά. Αυτό προσπάθησε να το αλλάξει κάπως κατά τους χρόνους διαμονής του στην Τεργέστη και τη Ζυρίχη όπου με την βοήθεια Ελλήνων φίλων έκανε φιλότιμες προσπάθειες χωρίς ποτέ να αγγίξει την επιθυμητή επάρκεια (έχει εκδοθεί και ένα σχετικό βιβλίο που έχει γράψει η σημαντική μελετήτρια του έργου του, Μαντώ Αραβαντινού).
 
Ο Μπλουμ επιστρέφει στην εφημερίδα την ώρα που οι υπόλοιποι με προτροπή του Στέφανου πάνε για ποτό και φαγητό. Καθώς βλέπει τις πλάτες τους, σκέφτεται, Αναρωτιέμαι αν είναι αυτός ο νεαρός Δαίδαλος το κινούν πνέυμα. Και ήδη, οι λέξεις «κινούν πνεύμα» αποκτούν παραπάνω της μιας σημασίες! Έχει πλάκα αυτό το κρυφτούλι που σκαρώνει ο Τζόυς για τους δύο ήρωές του. Άραγε θα βρεθούν ποτέ από κοντά; Θα μιλήσουν; Ακόμα και αν ξέρετε την απάντηση, δεν είναι ανάγκη να την μαρτυρήσετε! Αν το προηγούμενο κεφάλαιο, ο «Άδης», ήταν η αποθέωση της αφήγησης, ο «Αίολος» είναι η αποθέωση του λογοτεχνικού πειραματισμού. Από δω και κάτω, με κάθε πείραμα του Τζόυς, θα ανατρέχεις νοερά με πείσμα αλλά και ευχαρίστηση στα πρότερα διαβάσματά σου ψάχνοντας να βρεις ποιους επηρέασε η πρωτοτυπία του και πόσο! Εγώ σε αυτό το κεφάλαιο διέκρινα μία εκλεκτική συγγένεια με τις «Ασκήσεις ύφους» του Ραιημόν Κενώ. Κάποια άλλη πρόταση;

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!