Στον Οδυσσέα και στο Finnegans Wake εκμεταλλεύτηκε ακόμη περισσότερο την ανακάλυψή του αυτή· εκεί η γλώσσα δεν αντανακλά απλώς τους κύριους χαρακτήρες, όπως όταν το ποτάμι περιγράφεται με λέξεις που ηχούν σαν ποτάμια ή όταν το ύφος εναρμονίζεται με την προϊούσα αύξηση της σεξουαλικής διέγερσης της Γκέρτι ΜακΝτάουελ, αλλά και ανάλογα με την ώρα της μέρας ή της νύχτας, όπως όταν αργά το απόγευμα στον αριθμό 7 της οδού Έκκλς, η αγγλική γλώσσα αντανακλά τη φθορά της ημέρας και παράγει μόνο στερεότυπες εκφράσεις, ή όταν νωρίς το πρωί, καθώς τελειώνει το όνειρο του Ηαργουίκερ, ο ρυθμός σβήνει σταδιακά μαζί με τη νύχτα. Ο Τζόυς κατόρθωσε ακόμη και να κάνει την γλώσσα να αντανακλά στοιχεία του περιβάλλοντος χώρου, όπως στο χασάπικο, όταν το μυαλό του Μπλουμ, δανείζεται ασυνείδητα μεταφορές από το κρέας, τη στιγμή που σκέπτεται εντελώς άσχετα πράγματα. Αυτός ο μαγνητισμός μεταξύ ύφους και λεξιλογίου που προσδιορίζεται από τα συμφραζόμενα του προσώπου, του τόπου και του χρόνου έχει την ταπεινή του προέλευση στις λιγοστές σελίδες που έγραψε ο Τζόυς για το περιοδικό Dana.
Αυτό είναι ένα όμορφο απόσπασμα του Ρίτσαρντ Έλμαν που συμπυκνώνει εντυπωσιακά όλη την συγγραφική τεχνική του Τζόυς. Μπορεί πλέον οι σημερινοί αναγνώστες να έχουμε διαβάσει αρκετά βιβλία που διαθέτουν αυτόν τον μαγνητισμό ύφους και λεξιλογίου, και οι σημερινοί συγγραφείς να έχουν ενστερνιστεί σχεδόν φυσικά αυτή την τεχνική του λόγου, αλλά ποτέ σε τόση έκταση όσο αυτή που συναντούμε στα βιβλία του Τζόυς και πάντα με καθυστέρηση αρκετών χρόνων από την πρώτη εμφάνισή της! Το κεφάλαιο «Αίολος» είναι το πρώτο σε σειρά εμφάνισης που αναπτύσσει στην εντέλεια και καθ'ολοκληρίαν την παραπάνω τεχνική.
Όλο το κεφάλαιο αναπαριστά τον κόσμο των εφημερίδων, των δημοσιογράφων, του Τύπου. Αστείος ο τρόπος που αυτοί οι άνθρωποι των εφημερίδων αλλάζουν πορεία όταν φυσήξει αέρας από καινούργιο άνοιγμα. Ανεμοδείχτες. Η πρωτοτυπία του κεφαλαίου έγκειται στο γεγονός ότι είναι χωρισμένο σε πολλά μικρά υποκεφάλαια τα οποία φέρουν τίτλους εφημερίδων – πηχυαίους, όπως θα λέγαμε στην γλώσσα τους! – που αλλάζουν συνεχώς το ύφος των λεγομένων (σαν ανεμοδούρες) χωρίς να αλλάζουν όμως την πλοκή της ιστορίας, π.χ. ΣΥΝΤΟΜΟ ΑΛΛΑ ΑΚΡΙΒΕΣ, ΔΕΣΜΟΙ ΜΕ ΤΙΣ ΠΕΡΑΣΜΕΝΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ, ΘΛΙΒΕΡΟ, ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΑΣ, ΣΑΜΑΤΑΣ ΣΕ ΠΟΛΥ ΓΝΩΣΤΟ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ, κλπ.
Η πλοκή στο κεφάλαιο αυτό είναι σχεδόν ανύπαρκτη και εν πολλοίς ασήμαντη – βέβαια και εδώ ο Τζόυς μέσα από τις συζητήσεις των δημοσιογράφων και λοιπών παρισταμένων, δεν ξεχνά να ενσταλάξει λίγη ιρλανδική ιστορία και αυτό ίσως δεν είναι τελικά και τόσο ασήμαντο. Όσον αφορά την εξέλιξη της πλοκής, ο Μπλούμ (που είναι διαφημιστικός πράκτορας) προσπαθεί να κλείσει μια δουλειά με τον Αλέξανδρο Κλειδιά (Keyes), έμπορο τεΐου, οίνων, ποτών. Μίλησα με τον κ. Κλειδιά μόλις τώρα. Θα κάνει ανανέωση για δυο μήνες, λέει. Μετά θα δει. Αλλά θέλει μια παράγραφο για να τραβήξει την προσοχή και στον Τηλέγραφο, τη ροζ του Σαββάτου. Και θέλει να είναι παρόμοια με αυτή στην Κίλκεννυ Πήπολ αν δεν είναι πολύ αργά μίλησα με τον σύμβουλο Ναννέτι. Μπορώ να τη βρω στην εθνική βιβλιοθήκη. Οίκος κλειδιών, καταλαβαίνετε; Το όνομά του είναι Κλειδιάς. Είναι λογοπαίγνιο με το όνομα. Αλλά υποσχέθηκε ουσιαστικά να κάνει την ανανέωση. Αλλά θέλει απλώς ένα μικρό εγκώμιο. Τι να του πω, κ. Κρώφορντ; Στην προπάθεια να κλείσει την δουλειά με τον πελάτη του, αποχωρεί για λίγο από την εφημερίδα (ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΜΠΛΟΥΜ), ώρα κατά την οποία κάνει την εμφανισή του ο Στέφανος για να παραδώσει όπως υποσχέθηκε το άρθρο που του είχε δώσει ο κύριος Ντήζυ, λευκό κομμάτι του οποίου είχε χρησιμοποιήσει για να αποτυπώσει τις σκέψεις του στην ακτή του Σαντυμάουντ. Ποιος το' σκισε αυτό; Τον έπιασε κόψιμο;
Ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό αυτού του κεφαλαίου είναι ότι ο Τζόυς δεν δίνει τόση σημασία στις εσωτερικές φωνές των ηρώων του όπως στα προηγούμενα κεφάλαια – ο Μπλουμ αποχωρεί νωρίς, ο Στέφανος συμμετέχει στην κουβέντα με νεκρωμένες τις σκέψεις του όπως και όλοι οι παριστάμενοι οι οποίοι κάνουν θυελλώδεις συζητήσεις αλλά ξέπνοες σκέψεις. Έτσι παρατηρείται το φαινόμενο μερικές σκέψεις να ανήκουν στον ίδιο τον Τζόυς με μία χαρακτηριστική περίπτωση να τοποθετεί σαφώς τον συγγραφέα μέσα στο βιβλίο του! Όταν ο διευθυντής της εφημερίδας τελειώνει ένα λογύδριο, χωρίς κάποιο μυαλό να διεκδικεί εμφανώς την πατρότητα της μετέωρης σκέψης, διαβάζουμε το εξής εντυπωσιακό: Το στόμα του συνέχισε να συσπάται χωρίς να μιλάει με νευρικούς σπασμούς περιφρόνησης. Θα επιθυμούσε καμιά αυτό το στόμα για το φιλί της; Πώς το ξέρεις; Γιατί το γράφεις τότε; Μερικές ακόμη διάσπαρτες σκέψεις, παρότι ξεπηδούν από τα μυαλά του Μπλουμ και του Στέφανου, απηχούν περισσότερο τις σκέψεις του Τζόυς. Όταν ο Μπλουμ παρατηρεί μαγεμένος την δύσκολη δουλειά του στοιχειοθέτη, σκέφτεται ότι η εξάσκηση κάνει την τελειότητα. Μοιάζει να βλέπει με τα δάχτυλά του. Καθώς ο Τζόυς σταδιακά τυφλωνόταν, έβλεπε ολοένα και περισσότερο με τα δάχτυλα και με την αδιάκοπη εξάσκηση κάθε νέο βιβλίο του έφτανε σε επίπεδα τελειότητας που δεν μπορούσες να υποψιαστείς από πριν. Κάπου αλλού, όταν ζητείται από τον Στέφανο να γράψει ένα άρθρο για την εφημερίδα, ο Τζ. Τζ. Μόλλου κοροιδεύοντας τον διευθυντή, λέει στον Στέφανο: Ελπίζω να ζήσεις να το δεις δημοσιευμένο. Όποιος έχει διαβάσει την Βιογραφία του Ρίτσαρντ Έλμαν και ξέρει τα μακροχρόνια βάσανα που πέρασε ο Τζόυς μέχρι να δει δημοσιευμένους τους Δουβλινέζους (αλλά και την δυσκολία που αντιμετώπιζε σε κάθε νέο του εγχείρημα), καταλαβαίνει αμέσως το γλυκόπικρο της φράσης αυτής. Σε ένα τελευταίο απόσπασμα, όπου γίνεται λόγος για την σπουδαιότητα των Ελλήνων, διαβάζουμε την φράση: Όφειλα να κατέχω τα ελληνικά, τη γλώσσα του νου. Ο Τζόυς ένιωθε απογοητευμένος που δεν είχε μάθει ελληνικά στο πανεπιστήμιο και είχε προτιμήσει τα πιο χρήσιμα γαλλικά. Αυτό προσπάθησε να το αλλάξει κάπως κατά τους χρόνους διαμονής του στην Τεργέστη και τη Ζυρίχη όπου με την βοήθεια Ελλήνων φίλων έκανε φιλότιμες προσπάθειες χωρίς ποτέ να αγγίξει την επιθυμητή επάρκεια (έχει εκδοθεί και ένα σχετικό βιβλίο που έχει γράψει η σημαντική μελετήτρια του έργου του, Μαντώ Αραβαντινού).
Ο Μπλουμ επιστρέφει στην εφημερίδα την ώρα που οι υπόλοιποι με προτροπή του Στέφανου πάνε για ποτό και φαγητό. Καθώς βλέπει τις πλάτες τους, σκέφτεται, Αναρωτιέμαι αν είναι αυτός ο νεαρός Δαίδαλος το κινούν πνέυμα. Και ήδη, οι λέξεις «κινούν πνεύμα» αποκτούν παραπάνω της μιας σημασίες! Έχει πλάκα αυτό το κρυφτούλι που σκαρώνει ο Τζόυς για τους δύο ήρωές του. Άραγε θα βρεθούν ποτέ από κοντά; Θα μιλήσουν; Ακόμα και αν ξέρετε την απάντηση, δεν είναι ανάγκη να την μαρτυρήσετε! Αν το προηγούμενο κεφάλαιο, ο «Άδης», ήταν η αποθέωση της αφήγησης, ο «Αίολος» είναι η αποθέωση του λογοτεχνικού πειραματισμού. Από δω και κάτω, με κάθε πείραμα του Τζόυς, θα ανατρέχεις νοερά με πείσμα αλλά και ευχαρίστηση στα πρότερα διαβάσματά σου ψάχνοντας να βρεις ποιους επηρέασε η πρωτοτυπία του και πόσο! Εγώ σε αυτό το κεφάλαιο διέκρινα μία εκλεκτική συγγένεια με τις «Ασκήσεις ύφους» του Ραιημόν Κενώ. Κάποια άλλη πρόταση;
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.