Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

What's up, Doc?


Αφού είδα κι απόειδα μερικά αξιόλογα (και μη) ντοκιμαντέρ στο 21ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, είπα να τα βάλω εδώ για να τα δείτε και σεις μέσα από τα δικά μου μπιρμπιλωτά μάτια! Είναι τα ποστ που έχω βάλει ήδη στο facebook με κάποιες ίσως μικροπροσθήκες/μικροαλλαγές. Μιλήστε μου και σεις για ντοκιμαντέρ που είδατε και σας άρεσαν ή σας εκνεύρισαν. Μιλήστε για τις συνήθως ηλίθιες ερωτήσεις του κοινού. Μιλήστε για την ψηλομύτικη συμπεριφορά του Φεστιβάλ. Μιλήστε! Οι απόψεις που παρατίθενται είναι άκρως υποκειμενικές και ουδεμία σχέση έχουν με την αντικειμενικότητα.  



«What she said: The Art of Pauline Kael»

Αγάπησα παθιασμένα την Pauline Kael! Νιώθω ότι είδα το ντοκιμαντέρ της χρονιάς. Η Πωλίν Κέιλ υπήρξε επιδραστικότατη κριτικός κινηματογράφου στην Αμερική τις δεκαετίες '50 με '80. Αιχμηρότατη αλλά με διεισδυτική ματιά έκανε άνω κάτω όλον τον κινηματογραφικό κόσμο. Ο Γκρέγκορι Πεκ την έψαχνε να την σαπίσει στο ξύλο, ο Ρίντλει Σκοτ την μισούσε επειδή του κατέστρεψε(!) την ταινία του «Blade Runner», εκείνη βρήκε αφόρητα βαρετή την «Χιροσίμα, αγάπη μου» (μπράβο ρε συ Πωλίν, και εγώ το ίδιο ένιωσα αλλά όπου το είπα με πήραν με τις πέτρες!), εκτίμησε όμως την ταινία «Μπόνι & Κλαιντ» που όλοι οι άλλοι πάσχιζαν να της δώσουν την χαριστική βολή ή το «Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι» που είχε προκαλέσει σάλο όταν προβλήθηκε.

Συνήθως λένε ότι ένας κριτικός είναι ένας αποτυχημένος δημιουργός αλλά αυτό δεν ισχύει πάντα. Μπορεί κάποια πρώιμα σενάρια της Πωλίν Κέιλ να ήταν όντως άνευρα και να τα εγκατέλειψε νωρίς, όμως στον χώρο της κριτικής έδωσε νέα πνοή που έλειπε εκείνη την εποχή. Μακριά από τον στείρο ακαδημαϊσμό («που αν ένας σπουδαίος κριτικός πει ότι η τάδε ταινία έχει ως θέμα το Ολοκαύτωμα, τότε το κοινό θα πειστεί ότι αυτό είναι το θέμα του, ακόμα και αν δεν είναι!»), εκείνη προτιμούσε να γράφει κριτικές με «προτάσεις που αναπνέουν», γεμάτες χιούμορ, κυνισμό, και απίστευτη υποκειμενικότητα. Αφουγκραζόταν τις αντιδράσεις του κοινού στα σινεμά που πήγαινε (και τις ενσωμάτωνε ως αίσθηση στα κείμενά της), ξεφυσούσε ανυπόμονα με τις ηλιθιότητες ή εκστασιαζόταν φανερά με όσα της άρεσαν. 

Αν κάποιοι ίσως ακόμα αναρωτιέστε τι σόι περσόνα είναι αυτός ο «Μαραμπού» και γιατί γράφει έτσι άλλοκοτα τα κείμενά του στο μπλογκ, καθίστε να δείτε αυτό το εκπληκτικό ντοκιμαντέρ. Και μιας και το αναφέρω, μην περιμένετε άδικα καμιά ταπεινότητα από μέρους μου στο μέλλον, σε ό,τι αφορά τις απόψεις μου για την λογοτεχνία. Γιατί είναι απίστευτα διασκεδαστικό να είσαι υποκειμενικός και σκέφτομαι να συνεχίσω σε αυτόν τον «λασπώδη» δρόμο. Όταν κάποιος μάτσο άντρας, κατά δήλωσή της, την ρώτησε σε μια ραδιοφωνική εκπομπή «Καλά όλα αυτά που λες για τις άλλες ταινίες, αλλά αν είχες τα αρχίδια, ας γύρναγες και συ ταινίες πρώτα και μετά να έκρινες»... εκείνη του απάντησε αποστομωτικά «Δεν χρειάζεται να γεννήσω πρώτα ένα, για να καταλάβω αν το αυγό είναι νόστιμο»!! Αφιερωμένο σε όλες τις «κότες» της κριτικής! 


Ήταν τόσα πολλά αυτά που ήθελα να σημειώσω κατά την διάρκεια της προβολής που έκανα νόημα προς τον τεχνικό να πατήσει το pause αλλά με αγνοούσε, γαμώτο. Όταν κάποτε είδε το 9ωρο(!) ντοκιμαντέρ «Shoah» με μαρτυρίες από το Ολοκαύτωμα το βρήκε εξαντλητικά βαρετό και τόλμησε να το πει. Όταν της την πέσαν όλοι οι άλλοι, εκείνη είπε το προφανές αλλά και τόσο τολμηρό, ότι το (όποιο) θέμα δεν είναι ικανό να εξιλεώσει μία κακή ταινία. Αγαπούσε και τα b-movies και τα trash, γιατί θεωρούσε ότι ακόμα και αν αυτά δεν στοχεύουν σε αυτό που ονομάζουμε «υψηλή τέχνη», διακρίνονται εντούτοις για την αρτιότητα και την ποιότητά τους, και δικαίως (πρέπει να) αξιώνουν την προσοχή μας. Αχ αγάπη μου...

Όσοι έχετε εμπιστοσύνη στις αναζωογονητικές δυνάμεις της υποκειμενικότητάς σας, δείτε το. Οι υπόλοιποι, απευθυνθείτε στους κατά τόπους χλιαρούς σας μέντορες.

What i said! 

«Escher, journey into infinity»

Ένα άλλο καταπληκτικό ντοκιμαντέρ είναι εκείνο για τον Ολλανδό χαράκτη M.C. Escher, «Escher, journey into infinity». Απίστευτο ταλέντο που συναρπάζει με τις δημιουργίες του ακόμα και σήμερα. Το ντοκιμαντέρ είναι άρτια δομημένο, βάζοντας τον «Έσερ» σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση να μας λέει για την ζωή του, με χιούμορ και τρυφερότητα. Κάθε λέξη πηγάζει από τα χιλιάδες γράμματα που έστελνε (ήταν δεινός επιστολογράφος όπως και ο Βαν Γκογκ, κάτι που επισήμανε και ο σκηνοθέτης) και τίποτα εκεί μέσα δεν είναι αν-έσερο


Λατρεύω ιδιαιτέρως αυτές τις ασπρόμαυρες δημιουργίες που έγιναν αντικείμενο θαυμασμού από την χίπικη δεκαετία του 60 (ο ίδιος ο Μικ Τζάγκερ έγραψε στον Έσερ για να πάρει την άδεια να χρησιμοποιήσει πίνακά του σε έναν δίσκο) όπου χρωματίστηκαν με δεκάδες έντονα ψυχεδελικά χρώματα και ο ίδιος ο Έσερ δήλωνε επ' αυτού: «Τα έργα μου βασίζονται στη σκέψη και τον ορθολογισμό, απορώ τι τους βρίσκουν οι μουσικοί, και τι σχέση μπορεί να έχουν με τα ναρκωτικά». Μεταξύ μας, Έσερ, καθώς τα κοιτάμε κάπως μας έρχονται στο μυαλό τα ναρκωτικά!

Η φωνή του Έσερ ανήκει στον εκπληκτικό Στήβεν Φράι ο οποίος απογειώνει πραγματικά το ντοκιμαντέρ. Βέβαια, γίναμε και μάρτυρες των καίριων ερωτήσεων που νιώθει ότι πρέπει να απευθύνει το κοινό προς τους δημιουργούς, όπου ένας κύριος αφού εγκωμίασε την επιλογή του Φράι, ρώτησε αδίστακτα τον σκηνοθέτη, «Πώς καταφέρατε να τον κλείσετε για τον ρόλο του αφηγητή;», με τον κεραυνοβολημένο δημιουργό να απαντά ελαφρώς απορημένος και αμήχανος, «Τον πήρα τηλέφωνο»!


Όπως δήλωνε και ένας στην ταινία, όσο προχωρά ο αιώνας μας και ο κόσμος γίνεται πιο πολύπλοκος, τα έργα του Έσερ θα επανεκτιμηθούν και θα αποκτήσουν μεγαλύτερη αξία και σημασία για όλους μας. Το πιστεύω. 

«Djamilia»

Το ντοκιμαντέρ «Djamilia (=Τζαμίλια)» με κέρδισε περισσότερο με την ιδιαίτερη τεχνοτροπία του. Έρχεται από το Κιργιστάν ή καλύτερα ταξιδεύει εμάς προς τα εκεί και στην ασφυκτική παράδοση που θέλει τις γυναίκες να παντρεύονται συνήθως πριν τα 17 τους τον πρώτο άντρα που θα τις κοιτάξει ή θα τις κλέψει «με κλειστά μάτια». Χιλιοειπωμένο θέμα θα μου πείτε, αλλά αξίζει να ειπωθεί και άλλες φορές, νεσπά; 


Ο πυρήνας της ταινίας περιστρέφεται γύρω από την Τζαμίλια, την ηρωίδα του βιβλίου του Αιτμάτοβ (http://www.biblionet.gr/bo…/42951/Aitmatov,_Chingiz/Τζαμιλιά) όπου πλέον έγινε κάτι σαν συλλογικό ασυνείδητο για τις γυναίκες εκείνων των περιοχών. Η Τζαμίλια, όταν ο άντρας της φεύγει για τον πόλεμο, αρνείται να τον περιμένει ή να περιμένει το ειδοποιητήριο του θανάτου του, ύστερα έναν χρόνο πένθους και μετά να παντρευτεί τον μικρότερο αδερφό του, όπως προστάζει η μακραίωνη παράδοση, αρνείται όλα αυτά λοιπόν και ακολουθεί την καρδιά της και τον εραστή της Ντανιάρ. Οι μαρτυρίες των γυναικών στο ντοκιμαντέρ έχουν ως άξονα την Τζαμίλια, αν έπραξε σωστά, αν εκείνες θα ήθελαν να κάνουν το ίδιο, αν τελικά θα το κάνουν, κλπ. 

Το εντυπωσιακό του ντοκιμαντέρ για μένα, είναι η κινηματογράφηση, εκείνα τα σταθερά πιξελιασμένα θολά πλάνα (δεν ξέρω πώς να τα περιγράψω, θα καταλάβετε στις φωτογραφίες) που μοιάζουν περισσότερο με πίνακες ζωγραφικής, και πίσω από τα ακίνητα ή ελαφρώς κινούμενα πρόσωπα και σώματα των γυναικών ξεδιπλώνεται άλλοτε η χειμαρρώδης και άλλοτε η διστακτική μαρτυρία τους. Νιώθεις ότι θα σε ζαλίσουν στην αρχή αλλά μόλις τα συνηθίσεις είναι υπέροχα. Η μαυρομαλλούσα «Μπελούτσι» εξιδανικεύει το πρότυπο της Τζαμίλια και έχει συνεχή περάσματα στην ταινία. 


Σε αντίθεση, φερ' ειπείν με τη θέση που έχουν οι γυναίκες σε κάποιες αραβικές χώρες και θα προκαλούσε αισθήματα οργής στον δυτικό θεατή, στην περίπτωση της «Τζαμίλια» τα πράγματα δίνονται πιο χαμηλόφωνα και ωραιοποιημένα (χάρη στα ζωγραφικά πλάνα), όχι ως υπεκφυγή αλλά ως υπενθύμιση του πόσο ύπουλα δουλεύει η παράδοση και για τις ίδιες τις γυναίκες που την επωμίζονται καθ' ολοκληρίαν. Οι 6 στις 10 γυναίκες που έδειχνε το ντοκιμαντέρ ήταν πανέμορφες και με λακάκια (εντυπωσιακή ποσόστωση λακακίων το Κιργιστάν!) καθώς και μορφωμένες, κάνοντας ακόμα πιο δυσβάσταχτη την εντύπωση για το πόσο διαβρωτικά λειτουργεί η παράδοση.

«Introduzione all' oscuro»

Το ντοκιμαντέρ «Introduzione all' oscuro (=Εισαγωγή στο σκοτάδι)» με τράβηξε αρχικά με το θέμα του αλλά στην πορεία αποδείχθηκε και εξελίχθηκε σε κάτι πολύ πιο σημαντικό για μένα, σε κάτι ιδιαζόντως μπερνχαντικό. [ΠΡΟΣΟΧΗ: Όσοι δεν γνωρίζετε τι εστί λογοτεχνία του Τόμας Μπέρνχαρντ, αγνοήστε ετούτο το κείμενο και ενδεχομένως αγνοήστε και το ίδιο το ντοκιμαντέρ]. Μέχρι χθες δεν είχα ιδέα πώς θα μπορούσε να γίνει μια ταινία/ντοκιμαντέρ με μπερνχαρντικές αναφορές. Τώρα έχω. 


Σίγουρα βοηθάει η ίδια η πόλη, η Βιέννη. Όπου ένας άντρας την επισκέπτεται γεμάτος θλίψη για να τιμήσει την μνήμη ενός εκκεντρικού φίλου του που πέθανε πρόσφατα. Εκεί, μέσα από μια σειρά εκκεντρικοτήτων προσπαθεί να αναγεννήσει την χαμένη πλέον σχέση του με τον καλό του φίλο, σε μια καθόλα σύγχρονη (και βραδύνοη, θα πρόσθετε ο Μπέρνχαρντ) μεγαλούπολη. Ο εκκεντρικός φίλος δεν χρησιμοποιούσε ποτέ e-mail, έγραφε πάντα με το χέρι, έκλεβε μικρά αντικείμενα από τα βιεννέζικα καφέ, φορούσε ένα κοστούμι από τέλειο ύφασμα για πάντα μέχρι να μην το δέχονται πλέον στο καθαριστήριο, κλπ. Με μια ανάλογη εκκεντρική παρέλαση ο σκηνοθέτης προσπαθεί να κρατήσει ζωντανή την μνήμη του Χανς Κουρκ. 

Χαρακτηριστική μπερνχαρντική αναφορά είναι η επίσκεψη στα νεκροταφεία. Θα μου πείτε σε μια ταινία που ασχολείται με το πένθος είναι αναμενόμενη μια τέτοια σκηνή. Σαφώς, αλλά η κάπως παρατεταμένη και ιδιαίτερη σκηνή άρχισε να με ψυλλιάζει (θετικά). Βρήκα και άλλες μικρές μπερνχαρντικές αναφορές με μία χαρακτηριστικά σχοινοτενή και άκρως διασκεδαστική αναφορά, που από μνήμης έλεγε πάνω κάτω το εξής: «... όλοι οι πατεράδες είναι μαλάκες και έτσι και οι γιοι τους γίνονται μαλάκες και με την σειρά τους θα γίνουν και εκείνοι μαλάκες πατεράδες που θα γεννήσουν μαλάκες γιους και εκείνοι ξανά θα γίνουν μαλάκες πατεράδες με μαλάκες γιους... ώσπου θα φτάσει η στιγμή ο γιος να λέει στον πατέρα "Father, call me, bye!" ενώ αυτό που θα ήθελε να του πει είναι "Father, fuck you, goodbye"!» Πόσο Μπέρνχαρντ

Αφού αν υπήρχαν οι συντελεστές στην αίθουσα, μάλλον θα ήταν η δική μου ηλίθια ερώτηση που θα εκπροσωπούσε επάξια το κοινό. «Κύριε σκηνοθέτα, επειδή έχω διαβάσει πολύ Μπέρνχαρντ, διακρίνω πάρα πολλά μοτίβα στην ταινία σας, μήπως κάνατε και έναν συγκαλυμμένο φόρο τιμής στον Τόμας Μπέρνχαρντ μαζί με εκείνο του φίλου σας;»... με το εφιαλτικό σενάριο ο σκηνοθέτης να μου απαντούσε «Μπέρνχαρντ; Ποιος είναι αυτός;». Ευχαριστώ Θεέ μου που με γλύτωσες από τόση ντροπή! Όσοι αγαπάτε τον Μπέρνχαρντ ελπίζω να μην απογοητευτείτε από την ελαφρώς αστήρικτη ερμηνεία μου. Οι υπόλοιποι, ούτως ή άλλως, θα απογοητευτείτε από το ντοκιμαντέρ.


Έχει αρκετή πλάκα να βλέπεις τους άλλους να βγαίνουν απογοητευμένοι από την αίθουσα όταν εσύ απόλαυσες αυτό που είδες. Γίνομαι κομματάκι χαιρέκακος, συγγνώμη -- ελέω Μπέρνχαρντ! 

«The hidden side of animal transport»

Αφού σας άνοιξα την όρεξη με τα ντοκιμαντέρ, ήρθε η ώρα να σας την κλείσω κάπως. Το δυνατό ντοκιμαντέρ «The hidden side of animal transport (=Η κρυφή όψη της διακίνησης των ζώων)» έχει να κάνει με αυτό ακριβώς που λέει ο τίτλος, με την κρυφή, αθέατη διακίνηση βοοειδών από την ΕΕ σε χώρες όπως η Τουρκία, η Αίγυπτος, κ.α., όπου και οι νόμοι για την καλή διαβίωση των ζώων, σταματούν οριστικά στα σύνορα. Ο προβληματισμός του ντοκιμαντέρ έχει να κάνει με αυτό το ζήτημα, αν οι νόμοι της ΕΕ παύουν στα σύνορά της ή πρέπει να ισχύουν έως τον τελικό προορισμό των ζώων, όπως όριζε και η αρχική συμφωνία για την εξαγωγή τους. 

Η Τουρκία που έχει αυξήσει κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια την εισαγωγή βοοειδών από την ΕΕ, λόγω κάποιων γραφειοκρατικών προβλημάτων, κάθε καλοκαίρι γεμίζει με νταλίκες στα σύνορα, όπου τα στοιβαγμένα ζώα αργοπεθαίνουν αβοήθητα σε θερμοκρασίες κοντά 40 βαθμούς. Όσα επιζούν, φτάνουν στα σφαγεία εκεί όπου σφάζονται κατά το αμφιλεγόμενο έθιμο «χαλάλ», με ένα κοντό και λεπτό μαχαίρι, ανίκανο να κόψει το λαιμό του ζώου με την μία, αναγκάζοντάς το να υποφέρει πολλές φορές μέχρι να ξεψυχήσει. 

Στα λιμάνια της Αιγύπτου από την άλλη, με άθλιες επίσης συνθήκες για τα ζώα μέσα στα πλοία, εκείνα ξεφορτώνονται δεμένα από τον γερανό του πλοίου, στο ένα τους πόδι όπου το τεράστιο βάρος του ζώου θα τους προκαλέσει μοιραία εξάρθρωση, και όταν πλέον θα φτάσουν στα σφαγεία θα έχουν να αντιμετωπίσουν πολλάπλη βαναυσότητα και εν πολλοίς αχρείαστη, όπου θα τους βγάζουν τα μάτια, θα τους κόβουν τους τένοντες των ποδιών αναγκάζοντας τα ταυτόχρονα να περπατήσουν, κάτι που δεν μπορούν να κάνουν πια, και άλλα τέτοια φρικώδη. Το σοκαριστικό είναι ότι στα σφαγεία της Αιγύπτου κυκλοφορούν μικρά παιδιά που καμαρώνουν τους πατεράδες τους και ενδεχομένως θα αναλάβουν στο μέλλον τον «σπουδαίο» ρόλο τους. 

Είναι αρκετά διαδεδομένο (χωρίς να ξέρω κατά πόσο ισχύει) ότι το ζώο που πεθαίνει με στρες μεταφέρει κάποιες τοξίνες στο κρέας του το οποίο θα φάμε εμείς. Αυτό που με εντυπωσίασε στο ντοκιμαντέρ είναι αυτά τα ζώα που αν δεν έχουν ήδη αρρωστήσει ή πεθάνει από την δίψα και την πείνα του μεγάλου ταδιξιού, αφού περάσουν όλα τα στρεσογόνα βασανιστήρια μέχρι να ξεψυχήσουν, πώς γίνεται μετά να φτάσουν με έναν τρόπο στο τραπέζι μας και τι γεύση θα έχουν για όλους εκείνους που δεν γνωρίζουν την διαδρομή τους. 

Είναι πολύ πιο δίκαιο να εξάγεται έτοιμο κρέας από την ΕΕ (όπου η διαβίωση τους έχει βελτιωθεί πολύ), ο λόγος όμως που εξάγουν ζώντα ζώα είναι αφ' ενός οικονομικός αφ' ετέρου οι χώρες παραλαβής αξιώνουν το δικαίωμά τους να σφάξουν τα ζώα οι ίδιοι σύμφωνα με τα έθιμα και τις πρακτικές τους (οι θρησκευτικές ερμηνείες και παρερμηνείες, οφείλονται εν πολλοίς για τα βασανιστήρια των ζώων). Οι εικόνες είναι πολύ σκληρές και καλύτερα να μην σας βάλω καμία, ή έστω ρίξτε ένα γρήγορο βλέμμα... σε ένα βλέμμα που επιστρέφει πάνω σας. Μην σας πω και πώς φτάνουν τα πρόβατα από το Περθ της Αυστραλίας στα λιμάνια της Αιγύπτου, όπου το φορτίο που φτάνει...κάπως σώο είναι μόλις το 40%!


Ένα Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ όμως αξίζει κυρίως για αυτά εδώ τα ντοκιμαντέρ και όχι για την άλλη σαχλαμαρίτσα που είχα δει -- «The biggest little farm (=Η μεγαλύτερη μικροφάρμα του κόσμου)» -- όπου ένα καλιφορνέζικο ζευγάρι με «μενούνεια» αισιοδοξία και άγνοια καταφέρνει να φτιάξει μια πρότυπη φάρμα με παπάκια, γουρουνάκια, κοτούλες, και πλήθος ωραία δεντράκια. Ξεχνώντας όμως κάπου αλλού την ουσία, μιας και δεν μας δείχνει ούτε κατά διάνοια πόσο σισύφεια δουλειά είναι να είναι κάποιος αγρότης, ειδικά σε μια τόσο μεγάλη έκταση. Έχοντας παίξει κατά καιρούς σε μικρούς ρόλους τον «αγρότη», ξέρω τι σας λέω. Το κοινό όμως εκστασιάστηκε με τις γλυκούλικες χνουδωτές μπαλίτσες και το πόσο ωραίο θα ήταν να τρώμε τις δικές μας ντοματούλες. Πολλοί από αυτούς κάνουν ήδη σχέδια αποκέντρωσης! Χέστε με ρε παιδιά. 

Γυρνώντας στο κοινό της χθεσινής προβολής, να πω ότι δεν περίμενα να μείνουν τόσοι πολλοί ως το τέλος. Καλό αυτό. Μόλις τελείωσε, μια κυρία πίσω μου είπε με υφάκι στη φίλη της, «Έλα μωρέ με την προπαγάνδα, είτε τα σφάζουμε έτσι είτε αλλιώς, τι σημασία έχει... αφού θα τα σφάξουμε στο τέλος». Ναι κυρία μου, όπως και με τους φρονιμίτες, τι με αναισθησία τι χωρίς, ποιος νοιάζεται, αφού θα τους βγάλετε στο τέλος! Ζώον! Μπορεί το ζήτημα της κρεατοφαγίας να εγείρει πολλαπλά ζητήματα για την ανθρωπότητα, αλλά ο προβληματισμός του ντοκιμαντέρ αφορούσε την καλή διαβίωση του ζώου κατά την μεταφορά του για την σφαγή, και όχι για την ίδια την σφαγή (ως ηθικό πρόβλημα). 

Τέλος πάντων, αρκετά έγραψα, πάω να τσιμπήσω κάτι. Φάτε και σεις το κολατσιό σας, ένα τοστάκι με ζαμπόν, ίσως. Χωρίς τύψεις. 


Υ.Γ. 21 Σινεφίλ αναλγησία: Άργησα 9 λεπτά και δεν μου επέτρεψαν να μπω στην προβολή. Ενώ είχα βγάλει εισιτήριο. Σε ένα ντοκιμαντέρ για την βιομηχανική εκτροφή. Που θα ήταν τρεις και ο κούκος στην αίθουσα. Και οι μισοί θα αναγούλιαζαν σύντομα και θα αποχωρούσαν. Δεν ξέρω τι απάντηση θα δοθεί στο «Δίλημμα του σαρκοφάγου» αλλά ο σινεφίλ δεν έχει κανένα απολύτως δίλημμα, σταδιάλα εσείς και τα ντοκιμαντέρ σας!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .