Μπορεί ο Σαίξπηρ της αρχαιότητας – κατά τον Ουγκό – να ήταν ο Αισχύλος, αλλά ο Σαίξπηρ της σύγχρονης εποχής – κατά τον Μουζίλη – είναι ο Ντον Γουίνσλοου. Δεν υπάρχει ο τύπος. Συνεχίζει την παράδοση της λαϊκής λογοτεχνίας που νομίζαμε ότι είχε εκλείψει πια∙ και το κάνει να φαίνεται τόσο εύκολο και μαζί απόλυτα συναρπαστικό.
«Ο patron πρέπει να δίνει το παρών» είπε. «Αλλιώς αρχίζουν να σκέφτονται ότι δεν υπάρχει κανείς πίσω από την κουρτίνα».
«Τι;»
«Ο μάγος του Οζ. Δεν το έχεις δει;»
«Μπα, δεν νομίζω».
«Ένας πανίσχυρος μάγος κυβερνά ένα βασίλειο μόνο με τη φωνή του, πίσω από μια κουρτίνα» είπε ο Νούνιες. «Αλλά όταν τραβάνε την κουρτίνα, ανακαλύπτουν ότι είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος».
Μα είσαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, σκέφτηκε ο Ρικ.
Αφήστε τα παζάρια με μέτριους συγγραφείς και διαλέξτε την κουρτίνα ένα.
«Ο patron πρέπει να δίνει το παρών» είπε. «Αλλιώς αρχίζουν να σκέφτονται ότι δεν υπάρχει κανείς πίσω από την κουρτίνα».
«Τι;»
«Ο μάγος του Οζ. Δεν το έχεις δει;»
«Μπα, δεν νομίζω».
«Ένας πανίσχυρος μάγος κυβερνά ένα βασίλειο μόνο με τη φωνή του, πίσω από μια κουρτίνα» είπε ο Νούνιες. «Αλλά όταν τραβάνε την κουρτίνα, ανακαλύπτουν ότι είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος».
Μα είσαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, σκέφτηκε ο Ρικ.
Αφήστε τα παζάρια με μέτριους συγγραφείς και διαλέξτε την κουρτίνα ένα.
Όσοι χρησιμοποιούν τον χαρακτηρισμό σαιξπηρικό για ένα βιβλίο – όπως και τον χαρακτηρισμό καφκικό, που είναι και πιο δημοφιλής – συνήθως έχουν ελάχιστη ιδέα από Σαίξπηρ – και αντίστοιχα από Κάφκα. Και ποιος είμαι εγώ, να αποτελώ εξαίρεση! Δεν με τρελαίνει ο Σαίξπηρ (ίσως φταίει και η δυσανεξία μου στο θέατρο) αλλά από το λίγο που έχω διαβάσει, μπορώ νομίζω να ψυχανεμιστώ κάποια λογοτεχνικά μοτίβα που αναδύονται απρόσμενα σε αναγνώσεις εντελώς άλλου ύφους. Ο Ντον Γουίνσλοου στέκεται στη μεθόριο ανάμεσα στην συναρπαστική αφηγηματική επικράτεια και στην έρημο της υψηλής λογοτεχνίας – και ενώ οι περισσότεροι αναγνώστες πιστεύουν ότι βολοδέρνει άσκοπα στην πρώτη, εκείνος επιχειρεί σύντομα παράνομα περάσματα στην δεύτερη και σου θυμίζει ότι στην καλή λογοτεχνία δεν είναι δα και φοβερό έγκλημα να κινείσαι από εδώ και από εκεί. «Μια μεθόριος είναι κάτι που μας χωρίζει, αλλά και μας ενώνει∙ δεν μπορεί να υπάρχει αληθινό τείχος, όπως δεν μπορεί να υπάρξει τείχος που χωρίζει την ανθρώπινη ψυχή ανάμεσα στις καλύτερες και τις χειρότερες παρορμήσεις της».
Χρησιμοποιεί τα πιο ετερόκλητα στοιχεία που μπορεί να κουβαλήσει μια ανθρώπινη ψυχή και τα κολλάει με τέτοια μαεστρία που δεν μπορείς να ξεκολλήσεις! «Το μίσος είναι η συγκολλητική ουσία των κοινωνικών αισθημάτων». Στο τρίτο μέρος της άτυπης τριλογίας του, μαγειρεύει ένα εκπληκτικό αποδομημένο καρτέλ γεμάτο αυτοκαταστροφικές ματαιοδοξίες και ασίγαστα πάθη που εκπυρσοκροτούν, βγαλμένα από τα καλύτερα έργα του Σαίξπηρ. Ο κόσμος των καρτέλ και της πολιτικής μπορεί να κάνει τον καθένα βασιλιά, όσο μικρός και μηδαμινός αν παρουσιάζεται αυτός ο καθένας στον προσωπικό του καθρέφτη, και δεν είναι καθόλου άγνωστο ότι τους βασιλιάδες πάντα ακολουθεί η πτώση τους. Και όλα αυτά, τα σερβίρει ασταμάτητα για 650 πυκνογραμμένες μεγάλες σελίδες. «Χρήμα, θυμός, φόβος, ναρκωτικά και σεξ. Αυτό που ψάχνεις, στην πραγματικότητα, είναι ένα πιάτο με ποικιλία. Συνδύασε κάποια από τα πέντε, και θα έχεις έναν τύπο που δεν θα αργήσει να γίνει το θύμα σου». Καλή όρεξη, φίλοι μου.
Δεν είχα σκοπό να ξαναγράψω κείμενο για τον Γουίνσλοου αλλά με τρώει το δίκιο γιατί τον θεωρώ αριστουργηματικό συγγραφέα και εκνευρίζομαι που δεν χαίρει εκτίμησης από τους εκδότες και τους αναγνώστες στην Ελλάδα. Γι’ αυτό θα εκφράσω μερικές αιρετικές απόψεις, ό,τι αρπάξει κανείς σε αυτόν τον κόσμο, δεν ξέρεις ποτέ. Πρώτα απ’ όλα, τρώει τον κατάλογο της «Carnivora» για πρωινό με κάτι λατινοφασαίους συγγραφείς που βγαίνουν εκεί χάμου, ωχ αμάν και πώς μ’ αρέσει∙ «“Δεν καταλαβαίνεις” λέει η Ελένα. “Γυναίκες σαν εμάς είμαστε τελειωμένες. Είμαστε οι ηττημένες. Πιστέψαμε σε κάποιο είδος αξιοπρέπειας, κοσμιότητας, ακόμα και ομορφιάς. Της ομορφιάς που πηγάζει από την τάξη. Αυτά δεν υπάρχουν πια. Φεύγουμε από το προσκήνιο και πίσω μας αφήνουμε χάος.” Η Ελένα το καταλαβαίνει τώρα». Γιατί, η Ελένα ξέρει! Ακόμα πιο αιρετική άποψη, παίζω τα ρέστα μου, το βασίλειό μου για ένα κουτσάλογο (μουλάρι ο Αστραχάν!), θεωρώ ότι ο Ντον Γουίνσλοου, παρά τις εμφανείς υφολογικές διαφορές που έχει με τον Κόρμακ ΜακΚάρθυ, μπορεί να λειτουργήσει αρτιότερα για το συλλογικό φαντασιακό της Αμερικής. Το είπα, σκοτώστε με. Απλώς ο ΜακΚάρθυ έχει δυνατότερο μάρκετινγκ. Αν τα βιβλία του Ντον Γουίνσλοου έβγαιναν στην Ελλάδα με πιο στιλιζαρισμένα και ιντελεκτουέλ εξώφυλλα, τώρα θα μιλούσαμε σε άλλη βάση. Γιατί στην Ελλάδα, βλέπουμε μούφα περιτύλιγμα και στηνόμαστε αμέσως.
[…] «Κοίτα, Νταρίους» λέει ο Τσιρέλο. «Κανείς δε βάζει το δάχτυλό του στον κώλο μου, εκτός αν το ζητήσω εγώ, και δεν το ζητάω ποτέ».
«Νόμιζα ότι είσαι Έλληνας».
«Αυτό είναι ρατσιστικό στερεότυπο».
«Ένας μαύρος δεν μπορεί να είναι ρατσιστής» λέει ο Νταρνέλ.
«Νόμιζα ότι είσαι Έλληνας».
«Αυτό είναι ρατσιστικό στερεότυπο».
«Ένας μαύρος δεν μπορεί να είναι ρατσιστής» λέει ο Νταρνέλ.
Η «Μεθόριος» είναι το τρίτο μέρος μετά το «Καρτέλ» και το (αμετάφραστο ακόμα) «The Power of the Dog». Τα βιβλία εννοείται ότι διαβάζονται αυτόνομα, αλλιώς δε θα βγάζαμε άκρη, όπως ακριβώς συμβαίνει με πολλά ολοκληρωμένα βιβλία που γράφονται εκεί έξω, αλλά εδώ μιλάμε για Γουίνσλοου και δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Το συγκεκριμένο επειδή έχει να κάνει με την διάλυση μιας αυτοκρατορίας και την ανακατανομή των σπαραγμάτων, αποπνέει μια αίσθηση ενδοσκόπησης, χωρίς να του λείπει η τρελή δράση σε καμία περίπτωση. Επίσης, χρησιμοποιεί μια καρικατούρα του Τραμπ (αν μπορεί να υπάρξει καρικατούρα της καρικατούρας) και δείχνει την πρώτη εκλογή του στην προεδρία, το μούδιασμα των ανθρώπων, τις ύποπτες κινήσεις και πλεκτάνες στις οποίες ενδεχομένως να είναι μπλεγμένος. Στην αρχή, νόμιζα ότι δε θα πάει καλά αφηγηματικά αυτό, αλλά τελικά ταίριαξε όμορφα, και με την πρόσφατη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ, αποδείχθηκε πόσο προφητικός, ή αν προτιμάτε να μιλήσουμε ρεαλιστικά, πόσο διεισδυτικός και αναλυτικός συγγραφέας είναι ο Ντον Γουίνσλοου. Ή και όχι!
«Όπως ακριβώς του είχε πει ο Κέλερ – αν βάλεις τους ανθρώπους να διαλέξουν ανάμεσα στο κακό και στο χειρότερο, θα διαλέξουν το κακό. Θα τσινίσουν, θα τσιρίξουν, θα διαμαρτυρηθούν, θα ουρλιάξουν, αλλά είναι σαν αυτό που έλεγαν παλιά για τα στάδια του πένθους – τελικά θα το αποδεχτούν».
Ένα ελάχιστο ψεγάδι του βιβλίου είναι ότι χρειάστηκε να μπουκώσει τις τελευταίες σελίδες με πολλές πληροφορίες από τα προηγούμενα βιβλία∙ ναι μεν εξυπηρετούσε την πλοκή τη δεδομένη στιγμή αλλά επειδή ο Γουίνσλοου είναι εξαιρετικός στο να δείχνει χωρίς να λέει πολλά πολλά, κάπως αυτό κλώτσησε άσχημα. Από την άλλη, όταν η αλήθεια φτάσει στο σημείο να ξεσπάσει την καταπιεσμένη ορμή της, πρέπει να γίνει χωρίς να μας νοιάζει η αισθητική του πράγματος αλλά η ολοκληρωτική λύτρωση του συναισθήματος. Και αυτό το βιβλίο, όπως και η αξιόλογη «Μονάδα», κυκλοφορεί από την «Άθενς Bookstore Publications» σε μετάφραση της Χρύσας Φραγκιαδάκη. Αναμένουμε λοιπόν και το πρώτο μέρος της τριλογίας, ή και κάποιο άλλο από τα πάνω από 20 βιβλία αυτού του τρομερού συγγραφέα. Μέχρι τότε, προσοχή μεγάλη στο σκάρτο πράμα. «Αυτή είναι η σειρά των πραγμάτων στον κόσμο, σκέφτεται ο Νίκο. Καθένας προωθεί κάτι σε κάποιον άλλο». Εγώ σας προκαλώ (τρίτη φορά, ρε ντουγάνια) να αναμετρηθείτε με την σπουδαία λογοτεχνία του Γουίνσλοου. Η πρό-κλησή μου προωθείται.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.