Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Down in Mexico


  
Μπορεί ο Σαίξπηρ της αρχαιότητας – κατά τον Ουγκό – να ήταν ο Αισχύλος, αλλά ο Σαίξπηρ της σύγχρονης εποχής – κατά τον Μουζίλη – είναι ο Ντον Γουίνσλοου. Δεν υπάρχει ο τύπος. Συνεχίζει την παράδοση της λαϊκής λογοτεχνίας που νομίζαμε ότι είχε εκλείψει πια∙ και το κάνει να φαίνεται τόσο εύκολο και μαζί απόλυτα συναρπαστικό. 
«Ο patron πρέπει να δίνει το παρών» είπε. «Αλλιώς αρχίζουν να σκέφτονται ότι δεν υπάρχει κανείς πίσω από την κουρτίνα». 
«Τι;» 
«Ο μάγος του Οζ. Δεν το έχεις δει;» 
«Μπα, δεν νομίζω». 
«Ένας πανίσχυρος μάγος κυβερνά ένα βασίλειο μόνο με τη φωνή του, πίσω από μια κουρτίνα» είπε ο Νούνιες. «Αλλά όταν τραβάνε την κουρτίνα, ανακαλύπτουν ότι είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος». 
Μα είσαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, σκέφτηκε ο Ρικ.
Αφήστε τα παζάρια με μέτριους συγγραφείς και διαλέξτε την κουρτίνα ένα. 
 
Όσοι χρησιμοποιούν τον χαρακτηρισμό σαιξπηρικό για ένα βιβλίο – όπως και τον χαρακτηρισμό καφκικό, που είναι και πιο δημοφιλής – συνήθως έχουν ελάχιστη ιδέα από Σαίξπηρ – και αντίστοιχα από Κάφκα. Και ποιος είμαι εγώ, να αποτελώ εξαίρεση! Δεν με τρελαίνει ο Σαίξπηρ (ίσως φταίει και η δυσανεξία μου στο θέατρο) αλλά από το λίγο που έχω διαβάσει, μπορώ νομίζω να ψυχανεμιστώ κάποια λογοτεχνικά μοτίβα που αναδύονται απρόσμενα σε αναγνώσεις εντελώς άλλου ύφους. Ο Ντον Γουίνσλοου στέκεται στη μεθόριο ανάμεσα στην συναρπαστική αφηγηματική επικράτεια και στην έρημο της υψηλής λογοτεχνίας – και ενώ οι περισσότεροι αναγνώστες πιστεύουν ότι βολοδέρνει άσκοπα στην πρώτη, εκείνος επιχειρεί σύντομα παράνομα περάσματα στην δεύτερη και σου θυμίζει ότι στην καλή λογοτεχνία δεν είναι δα και φοβερό έγκλημα να κινείσαι από εδώ και από εκεί. «Μια μεθόριος είναι κάτι που μας χωρίζει, αλλά και μας ενώνει∙ δεν μπορεί να υπάρχει αληθινό τείχος, όπως δεν μπορεί να υπάρξει τείχος που χωρίζει την ανθρώπινη ψυχή ανάμεσα στις καλύτερες και τις χειρότερες παρορμήσεις της». 
 
Χρησιμοποιεί τα πιο ετερόκλητα στοιχεία που μπορεί να κουβαλήσει μια ανθρώπινη ψυχή και τα κολλάει με τέτοια μαεστρία που δεν μπορείς να ξεκολλήσεις! «Το μίσος είναι η συγκολλητική ουσία των κοινωνικών αισθημάτων». Στο τρίτο μέρος της άτυπης τριλογίας του, μαγειρεύει ένα εκπληκτικό αποδομημένο καρτέλ γεμάτο αυτοκαταστροφικές ματαιοδοξίες και ασίγαστα πάθη που εκπυρσοκροτούν, βγαλμένα από τα καλύτερα έργα του Σαίξπηρ. Ο κόσμος των καρτέλ και της πολιτικής μπορεί να κάνει τον καθένα βασιλιά, όσο μικρός και μηδαμινός αν παρουσιάζεται αυτός ο καθένας στον προσωπικό του καθρέφτη, και δεν είναι καθόλου άγνωστο ότι τους βασιλιάδες πάντα ακολουθεί η πτώση τους. Και όλα αυτά, τα σερβίρει ασταμάτητα για 650 πυκνογραμμένες μεγάλες σελίδες. «Χρήμα, θυμός, φόβος, ναρκωτικά και σεξ. Αυτό που ψάχνεις, στην πραγματικότητα, είναι ένα πιάτο με ποικιλία. Συνδύασε κάποια από τα πέντε, και θα έχεις έναν τύπο που δεν θα αργήσει να γίνει το θύμα σου». Καλή όρεξη, φίλοι μου.
 
Δεν είχα σκοπό να ξαναγράψω κείμενο για τον Γουίνσλοου αλλά με τρώει το δίκιο γιατί τον θεωρώ αριστουργηματικό συγγραφέα και εκνευρίζομαι που δεν χαίρει εκτίμησης από τους εκδότες και τους αναγνώστες στην Ελλάδα. Γι’ αυτό θα εκφράσω μερικές αιρετικές απόψεις, ό,τι αρπάξει κανείς σε αυτόν τον κόσμο, δεν ξέρεις ποτέ. Πρώτα απ’ όλα, τρώει τον κατάλογο της «Carnivora» για πρωινό με κάτι λατινοφασαίους συγγραφείς που βγαίνουν εκεί χάμου, ωχ αμάν και πώς μ’ αρέσει∙ «“Δεν καταλαβαίνεις” λέει η Ελένα. “Γυναίκες σαν εμάς είμαστε τελειωμένες. Είμαστε οι ηττημένες. Πιστέψαμε σε κάποιο είδος αξιοπρέπειας, κοσμιότητας, ακόμα και ομορφιάς. Της ομορφιάς που πηγάζει από την τάξη. Αυτά δεν υπάρχουν πια. Φεύγουμε από το προσκήνιο και πίσω μας αφήνουμε χάος.” Η Ελένα το καταλαβαίνει τώρα». Γιατί, η Ελένα ξέρει! Ακόμα πιο αιρετική άποψη, παίζω τα ρέστα μου, το βασίλειό μου για ένα κουτσάλογο (μουλάρι ο Αστραχάν!), θεωρώ ότι ο Ντον Γουίνσλοου, παρά τις εμφανείς υφολογικές διαφορές που έχει με τον Κόρμακ ΜακΚάρθυ, μπορεί να λειτουργήσει αρτιότερα για το συλλογικό φαντασιακό της Αμερικής. Το είπα, σκοτώστε με. Απλώς ο ΜακΚάρθυ έχει δυνατότερο μάρκετινγκ. Αν τα βιβλία του Ντον Γουίνσλοου έβγαιναν στην Ελλάδα με πιο στιλιζαρισμένα και ιντελεκτουέλ εξώφυλλα, τώρα θα μιλούσαμε σε άλλη βάση. Γιατί στην Ελλάδα, βλέπουμε μούφα περιτύλιγμα και στηνόμαστε αμέσως.
 
[…] «Κοίτα, Νταρίους» λέει ο Τσιρέλο. «Κανείς δε βάζει το δάχτυλό του στον κώλο μου, εκτός αν το ζητήσω εγώ, και δεν το ζητάω ποτέ». 
«Νόμιζα ότι είσαι Έλληνας». 
«Αυτό είναι ρατσιστικό στερεότυπο». 
«Ένας μαύρος δεν μπορεί να είναι ρατσιστής» λέει ο Νταρνέλ.
Η «Μεθόριος» είναι το τρίτο μέρος μετά το «Καρτέλ» και το (αμετάφραστο ακόμα) «The Power of the Dog». Τα βιβλία εννοείται ότι διαβάζονται αυτόνομα, αλλιώς δε θα βγάζαμε άκρη, όπως ακριβώς συμβαίνει με πολλά ολοκληρωμένα βιβλία που γράφονται εκεί έξω, αλλά εδώ μιλάμε για Γουίνσλοου και δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Το συγκεκριμένο επειδή έχει να κάνει με την διάλυση μιας αυτοκρατορίας και την ανακατανομή των σπαραγμάτων, αποπνέει μια αίσθηση ενδοσκόπησης, χωρίς να του λείπει η τρελή δράση σε καμία περίπτωση. Επίσης, χρησιμοποιεί μια καρικατούρα του Τραμπ (αν μπορεί να υπάρξει καρικατούρα της καρικατούρας) και δείχνει την πρώτη εκλογή του στην προεδρία, το μούδιασμα των ανθρώπων, τις ύποπτες κινήσεις και πλεκτάνες στις οποίες ενδεχομένως να είναι μπλεγμένος. Στην αρχή, νόμιζα ότι δε θα πάει καλά αφηγηματικά αυτό, αλλά τελικά ταίριαξε όμορφα, και με την πρόσφατη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ, αποδείχθηκε πόσο προφητικός, ή αν προτιμάτε να μιλήσουμε ρεαλιστικά, πόσο διεισδυτικός και αναλυτικός συγγραφέας είναι ο Ντον Γουίνσλοου. Ή και όχι! 
 
«Όπως ακριβώς του είχε πει ο Κέλερ – αν βάλεις τους ανθρώπους να διαλέξουν ανάμεσα στο κακό και στο χειρότερο, θα διαλέξουν το κακό. Θα τσινίσουν, θα τσιρίξουν, θα διαμαρτυρηθούν, θα ουρλιάξουν, αλλά είναι σαν αυτό που έλεγαν παλιά για τα στάδια του πένθους – τελικά θα το αποδεχτούν».
 
Ένα ελάχιστο ψεγάδι του βιβλίου είναι ότι χρειάστηκε να μπουκώσει τις τελευταίες σελίδες με πολλές πληροφορίες από τα προηγούμενα βιβλία∙ ναι μεν εξυπηρετούσε την πλοκή τη δεδομένη στιγμή αλλά επειδή ο Γουίνσλοου είναι εξαιρετικός στο να δείχνει χωρίς να λέει πολλά πολλά, κάπως αυτό κλώτσησε άσχημα. Από την άλλη, όταν η αλήθεια φτάσει στο σημείο να ξεσπάσει την καταπιεσμένη ορμή της, πρέπει να γίνει χωρίς να μας νοιάζει η αισθητική του πράγματος αλλά η ολοκληρωτική λύτρωση του συναισθήματος. Και αυτό το βιβλίο, όπως και η αξιόλογη «Μονάδα», κυκλοφορεί από την «Άθενς Bookstore Publications» σε μετάφραση της Χρύσας Φραγκιαδάκη. Αναμένουμε λοιπόν και το πρώτο μέρος της τριλογίας, ή και κάποιο άλλο από τα πάνω από 20 βιβλία αυτού του τρομερού συγγραφέα. Μέχρι τότε, προσοχή μεγάλη στο σκάρτο πράμα. «Αυτή είναι η σειρά των πραγμάτων στον κόσμο, σκέφτεται ο Νίκο. Καθένας προωθεί κάτι σε κάποιον άλλο». Εγώ σας προκαλώ (τρίτη φορά, ρε ντουγάνια) να αναμετρηθείτε με την σπουδαία λογοτεχνία του Γουίνσλοου. Η πρό-κλησή μου προωθείται. 
 

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Σαν ναυαγοί, σαν ροβινσώνες

Ο βιασμός ενός βιβλίου και ενός συγγραφέα γίνεται με τις διασκευές . Συγγραφείς μεγάλου βεληνεκούς και εξαιρετικού κύρους όπως ο Ντάνιελ Ντιφόου, ο Ρόμπερτ Στήβενσον, ο Ιούλιος Βερν και ο Τζόναθαν Σουίφτ (με την ευκαιρία, να ξαναπώ ότι «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία. Δεν είναι απλώς ένα από τα καλύτερα βιβλία του είδους· ή του 18ου αιώνα· ή της αγγλοσαξονικής λογοτεχνίας. Πέρα από κάθε είδους περιορισμό, τροπικό, χρονικό ή χωρικό, το βιβλίο του Σουίφτ είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί επί γης) αντιμετωπίζονται από το αναγνωστικό συγγραφικό φαντασιακό σαν μικρομέγαλοι συγγγραφίσκοι που είχαν κόλλημα με την παιδική ηλικία και ανακλύκλωναν απλοϊκές ιστορίες που δεν πρέπει να διαβάζονται μετά τα δώδεκα – λες και το να είσαι παιδί είναι ιδιότητα μόνο ενός παιδιού. Κούνια που σας κούναγε! 

The Elephant Man

Υπάρχει ένας ελέφαντας στο δωμάτιο – όχι ρε, δεν εννοώ εσάς, φάτε ελεύθερα όσο θέλετε! – και αυτός δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον άνθρωπο. Οξύμωρο, καταλαβαίνω, αλλά στο περίκλειστο δωμάτιο που είναι ο κόσμος ολάκερος, αν θες να παραμένεις ανθρώπινος πρέπει να έχεις καρφωμένα τα μάτια σου στον ελέφαντα. «–Είναι επειδή, με τον τρόπο που ο κερατάς σου παρουσιάζει τα πράγματα, παραέδινε την εντύπωση ότι έφτυνε κατάμουτρα το είδος για το οποίο πέθανε ο Κύριός μας. Δεν είχες την αίσθηση ότι υπέγραφες υπέρ των ελεφάντων αλλά εναντίον των ανθρώπων» . Διαβάζω το βιβλίο του Ρομαίν Γκαρύ περίπου από τον Ιούλιο, κυρίως επειδή τα μεγάλα βιβλία τα διαβάζω τραπεζίως , δηλαδή ανάμεσα σε άλλα μικρότερα αναγνωστικά γεύματα (και τις τελευταίες μέρες και κυριολεκτικά)∙ αλλά αυτό δεν με ενοχλεί καθόλου γιατί υπήρξε ένα από τα καλύτερα βιβλία που διάβασα τα πολλά τελευταία χρόνια, και αν δεν ανανέωσε την πίστη μου στον άνθρωπο, τουλάχιστον ανανέωσε εκείνη στο μυθιστόρημα: «ο καθείς και οι ελέφαντές του, ...

100% cotton

Μπορεί τον τελευταίο χρόνο να δουλεύω στον τριτογενή τομέα παραγωγής και συγκεκριμένα σε στεγνοκαθαριστήριο – φροντίζοντας να μην τα κάνω μούσκεμα με τα ρούχα… ενώ τα κάνω μούσκεμα! – και να χαζεύω στα ταμπελάκια τι ποσοστό επί τοις εκατό βαμβάκι περιέχουν – πολυεστέρα, κερδάμε! – αλλά υπήρξαν σκληρές εποχές που δεν βελτιώθηκαν και ιδιαίτερα για πολλούς ανθρώπους, που για 100% βαμβάκι πληρωνόσουν ένα υποπολλαπλάσιό του και θα έπρεπε να λες και ευχαριστώ από πάνω. «Η αχαριστία αποτελεί συστατικό στοιχείο του χαρακτήρα των ανθρώπων σε τέτοιο βαθμό, που είναι προτιμότερο να τη θεωρεί κανείς προκαταβολικά δεδομένη και να μη στενοχωριέται» . Εδώ το ίδιο σου το πλυντήριο δεν είναι αξιόπιστο (στους χρόνους) και δεν λέει την αλήθεια, γιατί περιμένεις να το κάνουν οι άνθρωποι;

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .  

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Δεύρο έξω

Επιτέλους ανάσταση! , λένε συγγενείς και φίλοι όταν μας βλέπουν να ξεπροβάλουμε στον κόσμο. Είναι τέλος Μαρτίου και σίγουρα όλοι οι εγχώριοι εσωστρεφείς μαζεύουν δυνάμεις για το πασχαλινό τραπέζι που πλησιάζει έτσι ώστε να μην νιώθουν πιο άβολα από το αρνί. Έμαθαν πια με πολύ κόπο ότι δεν ισχύει απόλυτα αυτό το Ό,τι δεν μπορείς να αποφύγεις, τουλάχιστον απόλαυσέ το και «ξέρουν ότι το ωραιότερο, το πιο ανακουφιστικό πράγμα που μπορεί να σου τύχει είναι να ακυρωθεί μια συνάντηση» . Ετούτο το βιβλίο σίγουρα δεν επιδιώκει να λύσει το 30ο πρόβλημα του Αριστοτέλη , ίσως ούτε καν θέλει να πει τα πράγματα έξω από τα δόντια, απλώς επικυρώνει σκέψεις και συναισθήματα που βιώνει ένας στους τρεις ανθρώπους∙ οι άλλοι δύο βγαίνουν έξω και συναντιούνται, για τους υπόλοιπους είναι θεματάκι!

Silencio

Έχουμε δεν έχουμε μπάντα, μικρή σημασία έχει χωρίς τον μαέστρο επί σκηνής. Όσα πούμε και γράψουμε, ακούγονται εξόχως ξεκούρδιστα, αν όχι εντελώς κακόηχα και ενοχλητικά. «Στα Cahiers du Cinema, το 2017, ο Lynch αναφέρει πως “το να σκέφτεσαι τους θεατές όταν δημιουργείς δεν είναι καλό κατά την άποψή μου. Πρέπει να σκέφτεσαι μόνο τι σε φτιάχνει. Αν μια ιδέα σού έρθει και δεν σε εξιτάρει, δεν τη χρησιμοποιείς. Αν είναι μια ιδέα που σε κάνει να ανατριχιάσεις, τότε προσπαθείς να την αποδώσεις όσο ακριβέστερα γίνεται . Ο κόσμος αλλάζει τόσο γρήγορα αυτές τις μέρες – αν σκέφτεσαι το κοινό του 2012, αυτό που θα κάνεις δεν θα έχει καμία αξία το 2017, απλούστατα γιατί θα είναι ένας διαφορετικός κόσμος. Πρέπει να κάνεις χαρούμενο τον εαυτό σου και να ελπίζεις για το καλύτερο”» . Ας υψώσουμε λοιπόν ευγνώμονες τα χέρια προς εκείνον, και επειδή κάποιοι τα έχουμε τα χρονάκια μας, δεν αποκλείεται όντως να τα ξαναπούμε σε 25 χρόνια!

Μπάρτελμι και Σία

  Στις φετινές πανελλήνιες έπεσε θέμα στην έκθεση για την δημιουργικότητα στα σχολεία και μαζί ένα κείμενο του Γιώργου Ιωάννου. Επιτέλους, τα παιδιά πήραν μια μυρωδιά από λογοτεχνική ναφθαλίνη∙ πολύ δημιουργικό. Αν πρέπει να υπάρχει αποκλειστικά κείμενο Έλληνα συγγραφέα, βάλε ένα διήγημα από την «Αναφορά περιπτώσεων» του Αλέξανδρου Σχινά που ξανακυκλοφόρησε πρόσφατα (όπως το εκπληκτικό «Η απόγνωση της μονάδας») και άσε τα παιδιά να υποστούν πολλαπλά κατάγματα της δημιουργικής φαντασίας τους. Τι πας και τους βάζεις Κυριακή στο χωριό ! Στην περίπτωση που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ξενόγλωσσος συγγραφέας ο Ντόναλντ Μπάρτελμι θα ήταν ο ιδανικός. Τουλάχιστον ας κρατήσουμε την κρεμάλα του υπέροχου εξωφύλλου με την οποία στραγγαλίζεται η δημιουργικότητα των παιδιών εδώ και χρόνια. «Ο κόσμος είναι ένας αγριότοπος, λέει, ο πολιτισμός μια τρέλα που καλλιεργούμε σε συμφωνία με τους άλλους. Ο ίδιος, στην ηλικία του, δεν εκπλήσσεται πια με τίποτα, αν και θα το ήθελε» .