Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

May the Force be with you

 
Τώρα που η επίλεκτη μονάδα δράσης με την ονομασία «Μαύροι Πάνθηρες» βγήκε στους δρόμους το βιβλίο αναμένεται να κάνει τρελές πωλήσεις. Οι ΖΗΤΑδες το ζητάν απελπισμένα, γαμιέται η ΔΙΑΣ μπροστά στα ταμεία των βιβλιοπωλείων και τα ΜΑΤ κάνουν check στα ηλεκτρονικά καλάθια αγορών. Ενώ και ο δολοφόνος του Αλέξη Γρηγορόπουλου δήλωσε ενθουσιασμένος ότι σαν βγει απ’ αυτή την φυλακή αυτό το βιβλίο θα τον περιμένει για να περάσει λίγες δημιουργικές ώρες σε ελεύθερα πλέον κάμπινγκ και κοντινές παραλίες! Το βιβλίο του Γουίνσλοου όμως δεν είναι ένα βιβλίο για μπάτσους – ούτε και ένα βιβλίο για μπάτσους. Είναι κυρίως ένα βιβλίο επισφαλές, όπως αξίζει να είναι η μεγάλη λογοτεχνία. «Ο κόσμος δεν έχει ιδέα τι κοστίζει μερικές φορές ο αγώνας για την ασφάλειά του, ευτυχώς που δεν έχει, δηλαδή. Μπορεί να νομίζει πως θέλει να ξέρει, μπορεί να λέει πως θέλει να ξέρει, αλλά δεν ξέρει». Λοιπόν, έχετε το δικαίωμα να παραμείνετε σιωπηλοί κατά την διάρκεια της ακόλουθης ανάρτησης· οτιδήποτε πείτε μπορεί να (σίγουρα θα) χρησιμοποιηθεί εναντίον σας στο διαδικτυακό δικαστήριο. Πουτ δε τρολ ντάουν σλόουλι!
 
Η συνταγή ανάγνωσης είναι απλή: περιμένετε υπομονετικά να περάσουν περίπου 150 σελίδες (μόνο υπομονετικά, επ' ουδενί βαρετά, κάθε άλλο) μέχρι να δέσει η πλοκή και οι δεκάδες χαρακτήρες και μετά, αρχίζει ο πόλεμος, ανελέητος, καταιγιστικός, ανεξίτηλος. «Την ειρήνη μέσα του, όμως, αυτή δεν μπορεί να την αποκαταστήσει. Το πιστολίδι συνεχίζεται μέσα στο δικό του κεφάλι». Δεν θυμάμαι να έχω ενθουσιαστεί τόσο πολύ με συγγραφέα τα τελευταία πολλά χρόνια. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό μοιάζει απλοϊκός αλλά είναι τόσο καίριος και τόσο ουσιώδης στην μεγάλη λογοτεχνία· και επίσης, δεν εμφανίζεται συχνά. Θα προσπαθήσω να το εξηγήσω με μια καλοκαιρινή παρομοίωση. Στις παραλίες υπάρχει μια safe zone, σύνηθως μέχρι εκεί που φτάνουν οι σημαδούρες, που δείχνει ότι στα όρια της γίνεται όλη η δράση – ξαπλώστρες, κοκτέιλς, αντηλιακό με άρωμα αναγούλας, μαυρισμένοι κώλοι, six pack στη συσκευασία του ενός, ρακέτες-ρουκέτες, αυθαίρετες πισινούλες ούρων εντός της θάλλασας αλλά εκτός σχεδίου πόλεως, κλπ. Δεν υπάρχει τίποτα κακό σε αυτό. Οι περισσότεροι δηλώνουν εκστασιασμένοι με αυτή την κατάσταση και ποστάρουν τις φωτογραφίες τους μέχρι τα αναθεματισμένα Χριστούγεννα – 130 και σήμερα! Εκτός των ορίων όμως, υπάρχει και ένας κόσμος αβαθής και ταυτόχρονα βυθιζόμενος, που για να τον φτάσεις πρέπει να κολυμπήσεις ασταμάτητα μέχρι να σου κοπεί η ανάσα, και αν είσαι τυχερός ή άτυχος, να κοιτάξεις την άβυσσο, και ίσως να σε κοιτάξει και εκείνη πίσω. Αυτή η μεθόριος είναι ο κόσμος των βιβλίων του Ντον Γουίνσλοου.
 
Ο Ντον Γουίνσλοου με πατέρα ναυτικό και μητέρα βιβλιοθηκάριο – εκρηκτικός συνδυασμός! –, «Στη μητέρα μου, Ottis Winslow, για τη χρήση της μπροστινής της αυλής και για τα βιβλία της βιβλιοθήκης της όλα αυτά τα χρόνια», αποδεικνύεται σπουδαίος αφηγητής που βγαίνει μια στο τόσο – όπως ανάλογα μια στο τόσο βγαίνει και σπουδαίος μπάτσος! 
 
[…] «Προσπάθησε να το εξηγήσει αυτό στη Σίλα, αλλά πώς να το κάνεις χωρίς να τη βάλεις μέσα σε έναν κόσμο που δεν θέλεις να της επιβάλλεις; Πώς φεύγεις από ένα οίκημα όπου το ζευγάρι μαμά-μπαμπάς είναι τσακισμένο από το κρακ, κι εσύ βρήκες ένα μωράκι νεκρό πριν από μια εβδομάδα, με τα ποδαράκια του φαγωμένα από αρουραίους, και πηγαίνεις μετά τα δικά σου τα παιδιά στο Τσακ Ι Τζίζι’ς; Επιτρέπεται άραγε να της μιλήσεις γι’ αυτά; Να τα «μοιραστείς» αυτά; Όχι, το σωστό είναι να φορέσεις ένα χαμόγελο στο πρόσωπό σου και να μιλάς με τον πωλητή ελαστικών για τους Μετς ή για όποια άλλη μαλακία, γιατί κανείς δεν θέλει ν’ ακούσει γι’ αυτά κι εσύ δεν θες να μιλάς γι’ αυτά, απλώς προσπαθείς να τα ξεχάσεις, και βοήθειά σου, μαλάκα μου».
 
Τα βιβλία του είναι απίστευτα ευκολοδιάβαστα, με καταιγιστική δράση και δεκάδες ανατροπές της πλοκής. Ταυτόχρονα όμως διακρίνονται και «παρασημοφορούνται» για τις επικές τους διαστάσεις, για εκείνη την ασύλληπτη τραγικότητα που αγκαλιάζει σφιχτά τους ήρωες του – συνήθως από τον λαιμό. Το οπισθόφυλλο είναι γεμάτο εγκωμιαστικές κριτικές άλλων και αυτό είναι πάντα ένα σίγουρο σημάδι ότι πρέπει να αγνοήσεις το συγκεκριμένο βιβλίο γιατί θα απογοητευτείς. Στους κανόνες όμως υπάρχουν και εξαιρέσεις και εδώ έχουμε μία τέτοια, καθότι ο Γουίνσλοου καλλιεργεί τόνους πεντανόστιμων κερασιών και στα προσφέρει σε καλάθια που τα έχει πλέξει ο ίδιος στο σωστό μέγεθος – τουλάχιστον όχι μικρά· συνήθως πάνω από 500 σελίδες, για να έχεις να πορεύεσαι ευτυχισμένος!
 
Η έκδοση είναι ιδανική, για αυτό που ονομάζουμε, βιβλίο παραλίας – είτε κινείσαι εντός είτε εκτός σημαδούρων. Οι εκδόσεις είναι οι, άγνωστες μέχρι πρότινος για μένα, «ΑΘΕΝΣ Bookstore Publications» που καλό θα είναι να παίξει ο εκδοτικός οίκος κανένα τζόκερ τώρα που κληρώνει το τζακ-ποτ την Κυριακή. Πρόκεται γι' αυτό το σπάνιο φαινόμενο που ποδοσφαιρικά θα περιγράφαμε ως εξής: «σουτ προς τον στόχο, δύο (2) – γκολ, δυο (2)». Το πρώτο βιβλίο που εξέδωσε ήταν η βιογραφία της Μισέλ Ομπάμα, ένα κλασικό εισαγόμενο hype που υποθέτω απέδωσε καρπούς, και το δεύτερο, το βιβλίο του Γουίνσλοου που θα το βοηθήσει και το hype της δικής μου ανάρτησης, αλλά γενικά, όπως σας εξηγώ τόση ώρα, δεν θέλει και ιδιαίτερο σπρώξιμο, τα καταφέρνει μια χαρά και μόνο του. Η πολύ καλή μετάφραση είναι της Χρύσας Φραγκιαδάκη. Μια πιο προσεκτική επιμέλεια θα ήταν επιθυμητή. Σε ένα πλουσιότατο υλικό όμως είναι τόσο λίγα τα πταισματάκια (τελείες που έγιναν κόμματα και αντιστρόφως, εισαγωγικά που απέδρασαν, κλίσεις-παρεκκλίσεις, κλπ) που δεν μπορεί να στοιχειοθετεί κατηγορία. Το δικαστήριο απεφάνθει: αθώο!
 
«Κόλαση δεν είναι να μην έχεις επιλογές.Είναι να έχεις να επιλέξεις ανάμεσα σε φριχτά πράγματα».
 
Όσοι πιστοί μου αναγνώστες, πάρετε Μονάδα, θα σας βάλω στον έλεγχο διαγωγής... δέκα με τόνο!
 
 
Υ.Γ. 2666 Για όσο διαρκούσε η ανάγνωση, στριφογύριζα στο μυαλό μου το ωραίο τραγούδι του Ζακ Στεφάνου. «Η Κάντι Κάντι διακινεί ηρωίνη, για τον βαρόνο Αστυνόμο Σαΐνη». Ο κόσμος μας είναι μια συνεχής παραμύθα.

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Η λογοτεχνία ως μη βούληση και παράσταση

Το μέλλον δείχνει ότι σε λίγο καιρό θα παριστάνουμε ότι γράφουμε λογοτεχνία. Ο Τζήμας που παριστάνει τον Μπουκόφσκι που παριστάνει τον Φάντε που παριστάνει την Γιαδικιάρογλου. Η λογοτεχνία τρώει πολύ ξύλο, μπας και μάθει επιτέλους καλούς τρόπους και καταφέρει κάποτε να μπει στον παράδεισο. «Ήρθε ένας κύριος για τα ριντό. Ήταν αδερφή . Είχε νύχια που έλαμπαν κι ένα κασμίρ φουλάρι κάτω απ’ το σπορ σακάκι με τη ζώνη» . Θα γράφεται λογοτεχνία απίστευτα βαρετή, πολύ πιο βαρετή από όση υπάρχει ήδη. Οι υπερευαίσθητοι αναγνώστες θα μισούν ακόμα περισσότερο την ζωή τους γιατί θα την βλέπουν να μετατρέπεται σε αυτό που οι ίδιοι διορθώνουν. Οι άλλοι οι αναγνώστες, οι αναίσθητοι, θα αναπολούν μια λογοτεχνία που με τα υλικά που έβρισκες εντός της θα μπορούσες να αναδιαμορφώσεις την πραγματική σου ζωή – να μισήσεις, να νιώσεις θυμό, να βρίσεις, να σιχαθείς, να αποσυμπιεστείς τέλος πάντων για να μην σκάσεις. Αλλά το πρόβλημα είναι τελικά πιο απλό και εμφανές από όσο θέλουν να το παρουσιάζουν: της

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Οι αποσυνάγωγοι

  Το να γράφεις αλλόκοτη και παράδοξη λογοτεχνία δεν σημαίνει κιόλας ότι δεν έχεις συμβιβαστεί με μια εντυπωσιοθηρική παράσταση και έχεις παγιδευτεί εντός της. Το πιο παράδοξο που συναντάς πλέον σε πολλά λογοτεχνικά έργα είναι ότι τους λείπει η λογοτεχνία! Η λεγόμενη παράδοξη λογοτεχνία συνήθως παίζει επικίνδυνα με τα όρια της γραφικότητας, που υποτίθεται ότι η άλλη, κοινή λογοτεχνία τα αποφεύγει… χαχαχα, μπα σε καλό μου. Κανείς δεν γλυτώνει από την γραφικότητα αν δεν ξέρει τον τρόπο να το πετύχει. Ταρώ ρίχνει και ο Χοντορόφσκι ταρώ και ο Χαϊκάλης, ποντάρετε σωστά τα λεφτά σας. Σχεδόν πάντα, είναι το ίδιο δύσκολο και ψυχοφθόρο να είσαι αποσυνάγωγος όσο και να είσαι επίτιμο μέλος της συναγωγής . «Νόμιζα πως είμαι αυτό που είμαι, αλλά στην πραγματικότητα είμαι ακόμα αυτό που ήμουν. Κι αυτό που ήμουν δεν ξέρω τι είναι. Ίσως κάποια μέρα το μάθω. Τότε θα είμαι αυτό που θα είμαι, αλλά δεν θα είμαι πια αυτό που είμαι τώρα. Και το να πάψω να είμαι αυτό που είμαι τώρα, με φοβίζει και με τρομάζε

Ο ακρωτηριασμός της Δύσης

    Όσο διάβαζα το βιβλίο μού ερχόταν στο μυαλό μια εντυπωσιακή φράση του Κούντερα που υπάρχει στο δοκίμιο «Ο ακρωτηριασμός της Δύσης ή Η τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης» , καθώς και στις «Προδομένες διαθήκες» αν θυμάμαι καλά, που λέει ότι πλέον η ζωγραφική έγινε μια περιθωριακή τέχνη, ο κόσμος έπαψε να ενδιαφέρεται για αυτή όπως το έκανε όσο ζούσε ο Πικάσο και οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αναφέρουν έναν σύγχρονο ζωγράφο πια. Το ίδιο μπορεί κανείς να πει και για το σκάκι και αν όλα πάνε καλά (και κατά διαόλου) και για οτιδήποτε άλλο. «Μαζί με τον Αλιέχιν, ένας κόσμος πέθαινε. Ο θάνατός του δεν αφορούσε μόνο το σκάκι. Ο Αλιέχιν υπήρξε ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας κλάσης παικτών χωρίς δάσκαλο, αριστοκρατών χωρίς βασιλιά, ατόμων χωρίς υποστήριξη, πνευματικών ανθρώπων χωρίς ιδεολογία, πολιτών χωρίς σύνορα, βασιλέων της φαντασίας, ανθρώπων ανένταχτων… Τώρα που δεν υπήρχε πια, ποιος θα έπαιζε;» Ας παίξουμε με τις λέξεις, για την ώρα. Οι λέξεις chess και chase ηχούν πολύ όμοια

Γεύση πικραμύγδαλου

Να είσαι φαν του κουραμπιέ, να τον ξεκινάς με λαχτάρα και να σου σκάει πικραμύγδαλο. Κάπως έτσι ένιωσα με το συγκεκριμένο βιβλίο. Ήθελα πολύ να μου αρέσει. Αγαπώ την ιταλική λογοτεχνία (ειδικά την λίγο πιο παλιά, δεν έχω μελετήσει τόσο την σύγχρονη), βρίσκεται σταθερά στις τοπ λογοτεχνίες μου, συνθέτοντας πάντα δείγματα γεμάτα αισθητική κομψότητα και τόλμη μαζί, γιατί καλώς ή κακώς στη λογοτεχνία όλα τα υπόλοιπα οφείλουν να ακολουθούν∙ αν προηγούνται ή κυριαρχούν, δυναμιτίζουν την συνολική αξία του έργου και καταλήγεις να περιπλανιέσαι αμήχανος ανάμεσα σε λεκτικά ερείπια ενώ γνωρίζεις βέβαια ότι η λογοτεχνία είναι κατ’ αρχήν σκοτεινή και υπόγεια διαδρομή. Πρώτα θα γίνει ορυχείο, βαθύ και αδυσώπητο, και αν καταφέρει να βρει φλέβα ίσως εξορύξει και ό, τι πολύτιμο κουβαλά εντός της. Ο ήρωας του μυθιστορήματος «Πικρή ζωή» και άλτερ έγκο του Λουτσάνο Μπιαντσάρντι τα γνώριζε καλά όλα αυτά όταν ξεκίνησε να το γράφει αλλά προτίμησε να τα ξεχάσει γρήγορα, και μαζί και ο αναγνώστης την ελπίδα

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Mission impossible

  Η μοναδική αποστολή του βιβλιοθηκάριου (βιβλιοθηκονόμοι πλέον ρε Ορτέγκα, μας προσβάλλεις γαμώτο∙ ναι, ο φερετζές μάς έλειπε), τουλάχιστον στην Ελλάδα και για μια γεμάτη 25ετία, είναι να μην πεθάνει από την πείνα. Τα πάμε καλά, συνάδελφοι! Άλλος για μπαρ τράβηξε, άλλος για γραμματειακή υποστήριξη και άλλος στου ΟΑΕΔ τα ΚΟΧ αίμα και δάκρυα πίνει. Ευαισθητοποιημένοι πολίτες λένε συνεχώς να χαρίσουμε βιβλία στις βιβλιοθήκες μας, είναι ο πολιτιστικός μας πνεύμονας (με χρόνια βρογχίτιδα), το κράτος από την μεριά του λέει κανένα πρόβλημα, στα τέτοια μου, αλλά να ξέρετε όποτε χρειαστεί να κόψω χρήματα για τις εκλογικές διαφημίσεις θα τα πάρω από τις βιβλιοθήκες, no offense. Και η σχολή Βιβλιοθηκονομίας συνεχίζει να βγάζει εκατοντάδες επιστήμονες κάθε χρόνο σαν να μην υπάρχει αύριο (που δεν υπάρχει!), μια θλιβερή γραμμή παραγωγής από ρομποτάκια σε μια δυστοπική και λοβοτομημένη πολιτιστικά χώρα. Does that make sense? «Οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται από μια παράξενη τάση να τρέφονται, κυρίως, με

Ποίηση χωρίς τέλος

  Αυτή η χρονιά θα ξεκινήσει ακριβώς όπως τελείωσε: με ποίηση. Συλλεκτική ανάρτηση, σπάνια θα ξαναδιαβάσετε τέτοια. Σπάω την παράδοση (και το ρόδι)! Ακόμα σπανιότερα εντυπωσιάζομαι από ποιητές και ποιήματα. Δεν με συγκινεί η συμπύκνωση του λόγου όταν του λείπει ένα είδος «φλυαρίας» – ψάχνω ποιήματα που είναι αμετροεπή με έναν δικό τους τρόπο και ταυτόχρονα στοχευμένα και ουσιώδη. Ποιήματα που δεν πολυπαίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους καθώς τσαλαβουτούν χαρούμενα στον χυλό της ειρωνείας. Ποιήματα που, απ' ό,τι σωστά αντιλαμβάνεστε, δεν γράφει η πλειοψηφία των ποιητών. Με δυο λόγια, κυνηγώ το ανέφικτο. Αλλά, αυτό δεν κυνηγάμε όλοι στην έναρξη κάθε χρονιάς; Το φλουρί μου για φέτος – λίρα εκατό – ήταν η Βισουάβα ή Βισλάβα ή όπως αλλιώς, Σιμπόρσκα. Η παλιά ποίηση, η ορθόδοξη, είναι Εδώ!