Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μπάρτελμι και Σία


 

Στις φετινές πανελλήνιες έπεσε θέμα στην έκθεση για την δημιουργικότητα στα σχολεία και μαζί ένα κείμενο του Γιώργου Ιωάννου. Επιτέλους, τα παιδιά πήραν μια μυρωδιά από λογοτεχνική ναφθαλίνη∙ πολύ δημιουργικό. Αν πρέπει να υπάρχει αποκλειστικά κείμενο Έλληνα συγγραφέα, βάλε ένα διήγημα από την «Αναφορά περιπτώσεων» του Αλέξανδρου Σχινά που ξανακυκλοφόρησε πρόσφατα (όπως το εκπληκτικό «Η απόγνωση της μονάδας») και άσε τα παιδιά να υποστούν πολλαπλά κατάγματα της δημιουργικής φαντασίας τους. Τι πας και τους βάζεις Κυριακή στο χωριό! Στην περίπτωση που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ξενόγλωσσος συγγραφέας ο Ντόναλντ Μπάρτελμι θα ήταν ο ιδανικός. Τουλάχιστον ας κρατήσουμε την κρεμάλα του υπέροχου εξωφύλλου με την οποία στραγγαλίζεται η δημιουργικότητα των παιδιών εδώ και χρόνια. «Ο κόσμος είναι ένας αγριότοπος, λέει, ο πολιτισμός μια τρέλα που καλλιεργούμε σε συμφωνία με τους άλλους. Ο ίδιος, στην ηλικία του, δεν εκπλήσσεται πια με τίποτα, αν και θα το ήθελε».  
 
Ο τίτλος παραπέμπει στο βιβλίο του Βίλα-Μάτας όμως δεν μιλάει για συγγραφείς που έπαψαν πια να γράφουν επειδή έχασαν το όποιο νόημα – στα προσεχώς έχω και το μανιφέστο της μη γραφής, «Η επιστολή του Λόρδου Τσάντος», για το οποίο ενδέχεται να μην γράψω τίποτα στο μέλλον! – αλλά για συγγραφείς που βρήκαν στην εμμονική παράξενη γραφή τους («Πόσο παράξενα είναι το παράξενα;») ένα υπαρξιακό νόημα να αιωρείται διασκεδαστικά από πάνω τους αλλά ενίοτε να τους κρύβει και τον ήλιο. «Στην αρχή ακούστηκαν αρκετά επιχειρήματα για το “νόημα” του μπαλονιού∙ έπειτα αυτή η τάση αμβλύνθηκε, επειδή έχουμε μάθει να μην επιμένουμε στα νοήματα και σπάνια τα αναζητούμε τώρα πια, εκτός από περιπτώσεις που αφορούν τα απλούστερα, ασφαλέστερα φαινόμενα». Πρωτάκουσα τον Μπάρτελμι και έμαθα λίγα βιογραφικά για αυτόν, στο ωραίο βιβλίο «Η τζαζ στη λογοτεχνία», γοητεύτηκα αμέσως και έψαξα να βρω τα μόνα βιβλία του που κυκλοφορούσαν στα ελληνικά, παλιές εκδόσεις «Γράμματα» σε μετάφραση της Ρένας Χατχούτ. Δυστυχώς η έλλειψη εισαγωγικών κειμένων έκανε μερικώς δύσκολη την ανάγνωση γιατί πρόκειται για έναν εξαιρετικά ιδιοσυγκρασιακό συγγραφέα∙ δε θεωρώ ότι η μετάφραση εκείνη είχε κάποιο πρόβλημα από όσο είχα προλάβει να διαβάσω, σίγουρα πάντως σε τέτοιου είδους συγγραφείς μια μεταφραστική ανανέωση κρίνεται παραπάνω από καλοδεχούμενη. Στην συλλογή διηγημάτων «Κάποιοι από μας απειλούσαμε τον φίλο μας τον Κόλμπι» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Οκτώ», το πρόβλημα κατανόησης εξομαλύνεται αλλά δεν εξαλείφεται, και αυτό είναι και το ωραίο στη λογοτεχνία, αλίμονο.  
 
[…] «Νιώθοντας την ανάγκη να υπερασπιστεί το πολύσημο έργο του, έγραψε εύστοχα: “Ο απροσανατολισμός στις ιστορίες μου δεν είναι δικός μου. Είναι αυτός που γίνεται αντιληπτός γύρω μας”. Εφόσον οι επιστήμες του 20ου αιώνα ανακάλυψαν, με έκπληξη όσο και απογοήτευση, τη σχετικότητα και την τυχαιότητα, το χάος και την εντροπία στον φυσικό κόσμο, πώς θα ήταν δυνατόν να έμεναν πίσω οι τέχνες; Όλα τα γνωρίσματα των διηγημάτων του (μείξη υψηλής λογοτεχνίας και μαζικής κουλτούρας, χρήση ετερόκλητων υφών και μορφών, πρωτότυπη εικονοποιία, διακειμενικότητα, κολάζ, σάτιρα, αλληγορία, ελλειπτικοί διάλογοι, γραφιστικοί νεωτερισμοί, πνευματώδεις τίτλοι κ.α.) τα έχουμε ακόμα ανάγκη σήμερα». Σας θυμίζουν κάτι όλα αυτά; Ναι σωστά, όταν ο Μπάρτελμι έφευγε για διακοπές στην Χαλκιδική, παραχωρούσε το σπίτι του στον Πύντσον, όπου «έγραψε εκεί μέρη από το Ουράνιο τόξο της βαρύτητας, τη Βίβλο της μεταμοντέρνας πεζογραφίας». Μην τρομάζετε, δεν είναι τόσο δυσνόητος ο Μπάρτελμι (όχι ότι είναι ο Πύντσον αλλά για χάρη της κουβέντας, ας πούμε ναι).  
 
Η Σία που ακολουθεί ο Ντόναλντ Μπάρτελμι είναι κυρίως οι γίγαντες του μοντερνισμού Τζόυς, Κάφκα, Μπέκετ που τον επηρέασαν βαθιά καθώς και τα χνάρια που άφησε η παράδοση του μέγιστου Τζόναθαν Σουίφτ. «Ο κύριος σκοπός μου σε ό,τι κάνω είναι μάλλον να εκνευρίζω πάρα να διασκεδάζω» θα πει ο Σουίφτ, «Το χιούμορ είναι ο μόνος τρόπος να είμαι σοβαρός» θα πει ο Μπάρτελμι – όλα αυτά ενδεδυμένα με την προβιά του μεταμοντερνισμού που όμως δαγκώνει άσχημα. «Στην οικογένειά μου υπήρχαν πέντε παιδιά, και τα αγόρια παίρναμε εκ περιτροπής τη θέση του μαύρου προβάτου – το μεγαλύτερο ήταν το μαύρο πρόβατο την περίοδο που του είχαν πάρει το δίπλωμα επειδή οδηγούσε μεθυσμένο ή κάτι τέτοιο, μετά άρχιζε να γκριζάρει, ίσως όταν έπιανε δουλειά ή έκανε τη θητεία του, και τελικά γινόταν άσπρο πρόβατο όταν παντρευόταν κι έκανε στους γονείς του εγγόνι. Η αδερφή μου δεν ήταν ποτέ μαύρο πρόβατο επειδή ήταν κορίτσι».  
 
Ο Γιώργος Λαμπράκος που ανέλαβε και την μετάφραση, γράφει ένα σημαντικό επίμετρο που προετοιμάζει τους αναγνώστες για το τι θα αντιμετωπίσουν. Αξίζει νομίζω να διαβαστεί (και) στην αρχή. Τώρα πλέον μπορώ να διαβάσω περισσότερο έτοιμος τις ξηρές από πληροφορίες μεταφράσεις της Χατχούτ και να απολαύσω αυτόν τον εξαιρετικό συγγραφέα. Μακάρι να αγαπηθεί από το κοινό και να βγουν και άλλες συλλογές διηγημάτων ή μυθιστορήματά του. Αλλά με όσα διάβασα στο επίμετρο, επιθυμώ να κάνω μια πρόταση και να ρισκάρω μια πρόβλεψη. Φαίνεται να υπήρξε τόσο πνευματώδης και χιουμοριστικός όπως αποδεικνύουν φράσεις που προέρχονται από την συλλογή δοκιμίων και συνεντεύξεων «Not-knowing» που θα άξιζε να βγει κάτι τέτοιο στα ελληνικά, αντί μιας δεύτερης αμιγώς λογοτεχνικής έκδοσης (χωρίς να σημαίνει ότι δεν χρειάζεται μία ακόμη) που μοιραία θα έχει ένα αναγνωστικό ταβάνι – ενδεχομένως ένα χαμηλότερο εφόσον θα έχει γίνει η πρώτη αναγνωστική γνωριμία. Το έχω σκεφτεί για διάφορους συγγραφείς και γενικά καλλιτέχνες, δεν καταλαβαίνω γιατί οι Έλληνες εκδότες δεν βγάζουν τέτοια ανάλογα βιβλία. Είτε δεν βγάζουν καθόλου είτε βγάζουν φουλ ακαδημαϊκά και τεχνικά γύρω από την γραφή, την ζωγραφική, την αρχιτεκτονική, κλπ∙ αυτό που λείπει όμως είναι η σοβαρή ελαφρότητα, το χιούμορ δηλαδή. Αν το χιούμορ είναι και κοσμοθεωρία, εν τέλει θα την μεταδώσει χωρίς ακατανόητες τεχνικές αγκυλώσεις. 
 
[…] «Η ξέφρενη δεκαετία του ’60 είχε τελειώσει, και ο Μπάρτελμι ένιωθε ότι το νεανικό του όνειρο για μεταμόρφωση της κοινωνίας διαμέσου των τεχνών είχε αποδειχτεί ανέφικτο, αίσθημα που επιδείνωσε τη μελαγχολία του. Τον κατέτρωγε ένα επίμονο αίσθημα απογοήτευσης, απώλειας και κενού, μια μεταμπεκετική πίστη στο μη ολοκληρώσιμο, στο μη τελειοποιήσιμο της γραφής και της ζωής, που εντούτοις πρέπει να συνεχίζουν. Όπως δήλωσε σε μια συνέντευξη: “Αποτυγχάνω συχνά κι αυτό μου κρατά το ενδιαφέρον”».
 
  

Ένα μικροσκοπικό φτερωτό μαμούνι προσγειώθηκε, ας υποθέσουμε χαρούμενο και ευτυχισμένο, στη σελίδα που διάβαζα και με μια απαλή για μένα, δυσβάσταχτη για κείνο, κίνηση του αντίχειρά μου προσπάθησα να το σύρω προς την έξοδο, Μεγάλη, σύμφωνα με άλλη οπτική γωνία. Τα χνάρια έμειναν στην σελίδα δίπλα σε μια φράση του Μπάρτελμι που υπερθεμάτιζε εντυπωσιακά τον τρόμο. Αν αυτό δεν είναι μεταμοντέρνο υπαρξιακό νόημα, τότε τι;

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

100% cotton

Μπορεί τον τελευταίο χρόνο να δουλεύω στον τριτογενή τομέα παραγωγής και συγκεκριμένα σε στεγνοκαθαριστήριο – φροντίζοντας να μην τα κάνω μούσκεμα με τα ρούχα… ενώ τα κάνω μούσκεμα! – και να χαζεύω στα ταμπελάκια τι ποσοστό επί τοις εκατό βαμβάκι περιέχουν – πολυεστέρα, κερδάμε! – αλλά υπήρξαν σκληρές εποχές που δεν βελτιώθηκαν και ιδιαίτερα για πολλούς ανθρώπους, που για 100% βαμβάκι πληρωνόσουν ένα υποπολλαπλάσιό του και θα έπρεπε να λες και ευχαριστώ από πάνω. «Η αχαριστία αποτελεί συστατικό στοιχείο του χαρακτήρα των ανθρώπων σε τέτοιο βαθμό, που είναι προτιμότερο να τη θεωρεί κανείς προκαταβολικά δεδομένη και να μη στενοχωριέται» . Εδώ το ίδιο σου το πλυντήριο δεν είναι αξιόπιστο (στους χρόνους) και δεν λέει την αλήθεια, γιατί περιμένεις να το κάνουν οι άνθρωποι;

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .  

The Elephant Man

Υπάρχει ένας ελέφαντας στο δωμάτιο – όχι ρε, δεν εννοώ εσάς, φάτε ελεύθερα όσο θέλετε! – και αυτός δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον άνθρωπο. Οξύμωρο, καταλαβαίνω, αλλά στο περίκλειστο δωμάτιο που είναι ο κόσμος ολάκερος, αν θες να παραμένεις ανθρώπινος πρέπει να έχεις καρφωμένα τα μάτια σου στον ελέφαντα. «–Είναι επειδή, με τον τρόπο που ο κερατάς σου παρουσιάζει τα πράγματα, παραέδινε την εντύπωση ότι έφτυνε κατάμουτρα το είδος για το οποίο πέθανε ο Κύριός μας. Δεν είχες την αίσθηση ότι υπέγραφες υπέρ των ελεφάντων αλλά εναντίον των ανθρώπων» . Διαβάζω το βιβλίο του Ρομαίν Γκαρύ περίπου από τον Ιούλιο, κυρίως επειδή τα μεγάλα βιβλία τα διαβάζω τραπεζίως , δηλαδή ανάμεσα σε άλλα μικρότερα αναγνωστικά γεύματα (και τις τελευταίες μέρες και κυριολεκτικά)∙ αλλά αυτό δεν με ενοχλεί καθόλου γιατί υπήρξε ένα από τα καλύτερα βιβλία που διάβασα τα πολλά τελευταία χρόνια, και αν δεν ανανέωσε την πίστη μου στον άνθρωπο, τουλάχιστον ανανέωσε εκείνη στο μυθιστόρημα: «ο καθείς και οι ελέφαντές του, ...

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Σαν ναυαγοί, σαν ροβινσώνες

Ο βιασμός ενός βιβλίου και ενός συγγραφέα γίνεται με τις διασκευές . Συγγραφείς μεγάλου βεληνεκούς και εξαιρετικού κύρους όπως ο Ντάνιελ Ντιφόου, ο Ρόμπερτ Στήβενσον, ο Ιούλιος Βερν και ο Τζόναθαν Σουίφτ (με την ευκαιρία, να ξαναπώ ότι «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία. Δεν είναι απλώς ένα από τα καλύτερα βιβλία του είδους· ή του 18ου αιώνα· ή της αγγλοσαξονικής λογοτεχνίας. Πέρα από κάθε είδους περιορισμό, τροπικό, χρονικό ή χωρικό, το βιβλίο του Σουίφτ είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί επί γης) αντιμετωπίζονται από το αναγνωστικό συγγραφικό φαντασιακό σαν μικρομέγαλοι συγγγραφίσκοι που είχαν κόλλημα με την παιδική ηλικία και ανακλύκλωναν απλοϊκές ιστορίες που δεν πρέπει να διαβάζονται μετά τα δώδεκα – λες και το να είσαι παιδί είναι ιδιότητα μόνο ενός παιδιού. Κούνια που σας κούναγε! 

Δεύρο έξω

Επιτέλους ανάσταση! , λένε συγγενείς και φίλοι όταν μας βλέπουν να ξεπροβάλουμε στον κόσμο. Είναι τέλος Μαρτίου και σίγουρα όλοι οι εγχώριοι εσωστρεφείς μαζεύουν δυνάμεις για το πασχαλινό τραπέζι που πλησιάζει έτσι ώστε να μην νιώθουν πιο άβολα από το αρνί. Έμαθαν πια με πολύ κόπο ότι δεν ισχύει απόλυτα αυτό το Ό,τι δεν μπορείς να αποφύγεις, τουλάχιστον απόλαυσέ το και «ξέρουν ότι το ωραιότερο, το πιο ανακουφιστικό πράγμα που μπορεί να σου τύχει είναι να ακυρωθεί μια συνάντηση» . Ετούτο το βιβλίο σίγουρα δεν επιδιώκει να λύσει το 30ο πρόβλημα του Αριστοτέλη , ίσως ούτε καν θέλει να πει τα πράγματα έξω από τα δόντια, απλώς επικυρώνει σκέψεις και συναισθήματα που βιώνει ένας στους τρεις ανθρώπους∙ οι άλλοι δύο βγαίνουν έξω και συναντιούνται, για τους υπόλοιπους είναι θεματάκι!

Αγαπάτε αλλήλους

Σε πολλούς φαίνεται αχώνευτος ο Σοπενάουερ αλλά ειδικά αυτή την μέρα μοιάζει να λειτουργεί σαν το καλύτερο χωνευτικό. Με φάτσα καλικάντζαρου (όπως έχει εντυπωθεί στο συλλογικό ασυνείδητο) έρχεται να μας φέρει πιο κοντά και να καταλήξουμε όλοι μια μεγάλη αγκαλιά. Ξεχνάμε μεμιάς τις σκοτούρες και καθόμαστε στη θέση μας στο γιορτινό τραπέζι. «Δεν υπάρχει απολύτως τίποτα που να μην μπορεί κανείς να ξεχάσει, εκτός από τον εαυτό του και τον χαρακτήρα του» . Θα τα… σπάσουμε κι απόψε!