Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Άκυρο


 
Cancel culture or cancel future? Ιδού η νέα σαιξπηρική απορία. Η αλήθεια είναι ότι αυτά τα δύο μοιάζουν κάπως αλληλοεπικαλυπτόμενα και αλληλοαναιρούμενα την ίδια στιγμή. Χωρίς κουλτούρα δεν φαίνεται να έχει μέλλον ο άνθρωπος, καθώς και αν έχει μέλλον (με την έννοια της βίωσης και όχι μόνο της επιβίωσης) θα έχει αναπόφευκτα και κουλτούρα. Ταυτόχρονα όμως, και η ίδια η κουλτούρα πλέον δεν βιώνει σχεδόν ποτέ το μέλλον της. «Το μόνο μέλλον που μπορεί να προσφέρει με σιγουριά το κεφάλαιο είναι τεχνολογικό – μετράμε τον ιστορικό χρόνο όχι με βάση τις πολιτισμικές μεταβολές, αλλά με βάση τις τεχνολογικές αναβαθμίσεις, και βλέπουμε τα ίδια παλιά πράγματα σε οθόνες υψηλότερης ανάλυσης». Ο Μαρκ Φίσερ που τον γνωρίσαμε και τον αγαπήσαμε μέσα από «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» μας προσφέρει εδώ κάποια δοκίμια εξαιρετικά δυνατά και απίστευτα κοντά και εμμέσως μας λέει να ξεχάσουμε ό,τι ξέραμε μέχρι τώρα, γιατί υπάρχει τίποτα πιο αλλόκοτο και απόκοσμο από τον καπιταλιστικό ρεαλισμό; Ας είμαστε ρεαλιστές.  
 
Παρόλο που ο Φίσερ δεν θα συμφωνούσε με αυτό γιατί τον ενοχλούσε το ξαναζεσταμένο φαγητό στην κουλτούρα, και δη στη μουσική, αλλά εγώ έχω και ένα προφίλ να συντηρήσω και πρέπει να πάω μαζί με το πολιτισμικό flow (φοβερή ταινία, μην την δείτε, κυριολεκτώ!), θεωρώ ότι ο στίχος «Somebody's watching me, it's my anxiety» ταιριάζει γάντι με τα δοκίμια που μας έδωσε αυτός ο στοχαστής μπλόγκερ – ούτε τα μπλογκς πεθαίνουν ούτε ο στοχασμός, ο στοχαστής ωστόσο αυτοκτόνησε, τι α κανς; – γιατί πιάνει άψογα τον παλμό αυτού που ονομάστηκε ιδιωτικοποίηση του άγχους, αρκετά ποιητικό για μια τόσο σοβαρή ασθένεια. «Η ιδιωτικοποίηση του άγχους ήταν μέρος ενός σχεδίου που είχε ως στόχο τη σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή της έννοιας του δημόσιου – αυτού ακριβώς από το οποίο εξαρτάται θεμελιωδώς η ψυχική ευημερία». Καθείς με τα ψυχοφάρ… προβλήματά του.
Ο καπιταλιστικός ρεαλισμός είναι η πεποίθηση ότι δεν υπάρχει εναλλακτική στον καπιταλισμό και ότι είναι, όπως θα λέγαμε με άλλα (και άλλου) λόγια, το καλύτερο οικονομικοπολιτικό σύστημα από όλα τα δυνατά συστήματα. «Ο καπιταλιστικός ρεαλισμός, όπως τον εννοώ, δεν περιορίζεται στην τέχνη ή στην ψευδοπροπαγάνδα που μεταχειρίζεται η διαφήμιση. Είναι περισσότερο μια διάχυτη ατμόσφαιρα, που επηρεάζει όχι μόνο την παραγωγή κουλτούρας αλλά και τη ρύθμιση της εργασίας και την εκπαίδευσης, και που δρα σαν ένα είδος αόρατου φράγματος που οριοθετεί την σκέψη και τη δράση». Αυτός είναι ο κεντρικός άξονας που στηρίζει τα δοκίμια του Φίσερ και ταυτόχρονα είναι και ο λόγος που ίσως δεν καταφέρετε να τα διαβάσετε. Έχετε τη διάθεση και κυρίως, έχετε τον χρόνο; Στον καπιταλισμό δεν υπάρχει χρόνος, περισσότερο μια ελώδης χρονικότητα που κάνει τους ανθρώπους να βαλτώνουν ενώ εκείνοι νομίζουν ότι κολυμπούν∙ στο χρήμα.  
 
[…] «Αυτές οι εξελίξεις διάνοιγαν μια μορφή χρόνου που σήμερα είναι όλο και πιο δύσκολο να φανταστούμε: ένα χρόνο προσωρινά απαλλαγμένο από την πίεση να πληρωθεί το ενοίκιο ή το δάνειο∙ ένα χρόνο πειραματικό, στον οποίο τα αποτελέσματα κάθε δραστηριότητας δεν είναι ούτε προβλέψιμα ούτε εγγυημένα∙ ένα χρόνο που μπορεί να αποδειχθεί χαμένος, αλλά που μπορεί εξίσου να δημιουργήσει νέες έννοιες, αντιλήψεις, τρόπους ύπαρξης. Αυτή η μορφή χρόνου, και όχι ο εξουθενωμένος χρόνος του επιχειρηματία, είναι που γεννά το καινούργιο. Αυτή η μορφή χρόνου, όπου ο συλλογικός νους μπορεί να ξεδιπλωθεί, επιτρέπει επίσης στην κοινωνική φαντασία να ανθήσει. Η νεοφιλελεύθερη εποχή – η εποχή κατά την οποία, όπως μας είπαν τόσες φορές, δεν υπήρχε καμία εναλλακτική – χαρακτηρίστηκε από μια μαζική υποβάθμιση της κοινωνικής φαντασίας, μια ανικανότητα να συλλάβουμε ακόμη και διαφορετικούς τρόπους εργασίας, παραγωγής και κατανάλωσης. Είναι πλέον σαφές ότι ο νεοφιλελευθερισμός κήρυξε από την αρχή (και δικαιολογημένα) έναν πόλεμο σε αυτή την εναλλακτική μορφή χρόνου. Συνεχίζει ακάθεκτος να κηρύττει το μίσος του για τους ελάχιστους εκείνους φυγάδες που μπορούν ακόμα να δραπετεύσουν από το μαγκανοπήγαδο του χρέους και της ασταμάτητης εργασίας, και υπόσχεται να διασφαλίσει ότι σύντομα θα καταδικαστούν και αυτοί να εκτελούν μια ατελείωτη, ανούσια εργασία – λες και η λύση στη σημερινή στασιμότητα είναι να δουλεύουμε περισσότερο και όχι να διαφύγουμε από τη λατρεία της εργασίας. Αν πρόκειται να υπάρξει κάποιου είδους μέλλον, αυτό θα εξαρτηθεί από το αν θα μπορέσουμε να ξανακερδίσουμε εκείνες τις χρήσεις του χρόνου που ο νεοφιλελευθερισμός προσπάθησε να ακυρώσει και να μας κάνει να ξεχάσουμε».  
 
Τα δοκίμια του Μαρκ Φίσερ έχουν διάφορους βαθμούς δυσκολίας αλλά τόσο δύσκολα όσο η ζωή δεν είναι∙ και φροντίζει να μας το υπενθυμίζει συχνά άλλοτε με πικρό χιούμορ («Η αστική-ταυτοτική αριστερά ξέρει πολύ καλά να διαδίδει ενοχές και να στήνει κυνηγια μαγισσών, αλλά δεν έχει ιδέα πώς να προσηλυτίσει»), άλλοτε και συχνότερα με καταθλιπτική διάθεση (που ταλαιπωρούσε για χρόνια και τον ίδιο) και άλλοτε με αισιόδοξη προοπτική ότι το μέλλον, όσο δυσοίωνο και αν μοιάζει, δε θα μας ρίξει τελικά άκυρο. Το πιο σημαντικό είναι ότι μέσα στα κείμενά του θα βρεις σίγουρη ταύτιση με πολλά, και αν μη τι άλλο αυτή η συλλογική ανακούφιση απαλύνει κάπως την ιδιωτικοποίηση του άγχους που μας κατατρύχει 24/7 – έστω για τον πεπερασμένο χρόνο της ανάγνωσης νιώθεις ότι δεν έχεις ολόκληρη την ατομική ευθύνη. Ατομική ευθύνη λογίζεται μόνο αν δεν τελειώσεις αυτό το θαυμάσιο βιβλίο!  
 
Εννοείται ότι δεν άντεξα να μην αγοράσω – Ευχαριστώ καπιταλισμέ! – και το βιβλίο του «Καπιταλιστικός ρεαλισμός» (είναι αρκετά εμπνευσμένο ότι κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Futura»!) που κινείται στο ίδιο μοτίβο αλλά είναι δομημένο ελαφρώς πιο ακαδημαϊκά σε σύγκριση με την ωραία πολιτισμική αναρχία που επικρατεί στα περισσότερα δοκίμια που συγκροτούν την συλλογή «Η ακύρωση του μέλλοντος». Αποσπάσματα που χρησιμοποιήθηκαν σε ετούτη την ανάρτηση προέρχονται και από τις δύο συλλογές. Ο «Καπιταλιστικός ρεαλισμός» είναι σε μετάφραση του Θέμη Πανταζάκου χωρίς εισαγωγές και επίμετρα, ενώ «Η ακύρωση του μέλλοντος» σε μετάφραση Αλέξανδρου Παπαγεωργίου με εισαγωγές και επίμετρα και πίνακες ονομάτων – άλλες σχολές σκέψης, ίδιος καπιταλισμός. Οι εκδόσεις «Αντίποδες» όμως δεν ολοκληρώνουν αυτά τα κείμενα για τη μυστική θλίψη του 21ου αιώνα δίχως να σκάσει λίγο το χειλάκι σου στο τέλος – το ευρετήριο χωρίς αρίθμηση λειτουργεί σαν πίνακας ονομάτων για νέους γονείς που ψάχνουν κάτι λιγότερο συνηθισμένο για όνομα των παιδιών τους από Μάξιμο και Λητώ. Βάλτε ρε παιδιά το ChatGPT να κάνει ένα γρήγορο πέρασμα και να σας δώσει αρίθμηση, έλεος, ας είμαστε και κάπου ανθρώποι!  
 
[…] «Ίσως το συναίσθημα που χαρακτηρίζει περισσότερο τη σημερινή μας κατάσταση είναι ένα μείγμα πλήξης και καταναγκασμού. Παρότι αναγνωρίζουμε ότι είναι βαρετά, εντούτοις νιώθουμε την ανάγκη να κάνουμε ακόμα ένα κουίζ στο φέισμπουκ, να διαβάσουμε ακόμα μια λίστα στο Buzzfeed, να κάνουμε κλικ σε κάποιο κουτσομπολίστικο άρθρο για μια διασημότητα που δεν μας ενδιαφέρει ούτε στο ελάχιστο. Κινούμαστε ακατάπαυστα μέσα στο βαρετό, αλλά το νευρικό μας σύστημα δέχεται τόσα πολλά ερεθίσματα που δεν έχουμε ποτέ την πολυτέλεια να νιώσουμε βαρεμάρα. Κανείς δεν βαριέται, απλώς όλα είναι βαρετά». Δεν βαριέσαι!  
 
Υ.Γ. 2666  Αυτή η ανάρτηση είναι πρωτίστως Γ.Τ.Κ όπως θα προσυπέγραφε και ο sold out Λεξ. Αλλά με χαρά θα το αποδεχθώ αν κάποιος την θεωρήσει και Γ.Τ.Π!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

100% cotton

Μπορεί τον τελευταίο χρόνο να δουλεύω στον τριτογενή τομέα παραγωγής και συγκεκριμένα σε στεγνοκαθαριστήριο – φροντίζοντας να μην τα κάνω μούσκεμα με τα ρούχα… ενώ τα κάνω μούσκεμα! – και να χαζεύω στα ταμπελάκια τι ποσοστό επί τοις εκατό βαμβάκι περιέχουν – πολυεστέρα, κερδάμε! – αλλά υπήρξαν σκληρές εποχές που δεν βελτιώθηκαν και ιδιαίτερα για πολλούς ανθρώπους, που για 100% βαμβάκι πληρωνόσουν ένα υποπολλαπλάσιό του και θα έπρεπε να λες και ευχαριστώ από πάνω. «Η αχαριστία αποτελεί συστατικό στοιχείο του χαρακτήρα των ανθρώπων σε τέτοιο βαθμό, που είναι προτιμότερο να τη θεωρεί κανείς προκαταβολικά δεδομένη και να μη στενοχωριέται» . Εδώ το ίδιο σου το πλυντήριο δεν είναι αξιόπιστο (στους χρόνους) και δεν λέει την αλήθεια, γιατί περιμένεις να το κάνουν οι άνθρωποι;

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .  

The Elephant Man

Υπάρχει ένας ελέφαντας στο δωμάτιο – όχι ρε, δεν εννοώ εσάς, φάτε ελεύθερα όσο θέλετε! – και αυτός δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον άνθρωπο. Οξύμωρο, καταλαβαίνω, αλλά στο περίκλειστο δωμάτιο που είναι ο κόσμος ολάκερος, αν θες να παραμένεις ανθρώπινος πρέπει να έχεις καρφωμένα τα μάτια σου στον ελέφαντα. «–Είναι επειδή, με τον τρόπο που ο κερατάς σου παρουσιάζει τα πράγματα, παραέδινε την εντύπωση ότι έφτυνε κατάμουτρα το είδος για το οποίο πέθανε ο Κύριός μας. Δεν είχες την αίσθηση ότι υπέγραφες υπέρ των ελεφάντων αλλά εναντίον των ανθρώπων» . Διαβάζω το βιβλίο του Ρομαίν Γκαρύ περίπου από τον Ιούλιο, κυρίως επειδή τα μεγάλα βιβλία τα διαβάζω τραπεζίως , δηλαδή ανάμεσα σε άλλα μικρότερα αναγνωστικά γεύματα (και τις τελευταίες μέρες και κυριολεκτικά)∙ αλλά αυτό δεν με ενοχλεί καθόλου γιατί υπήρξε ένα από τα καλύτερα βιβλία που διάβασα τα πολλά τελευταία χρόνια, και αν δεν ανανέωσε την πίστη μου στον άνθρωπο, τουλάχιστον ανανέωσε εκείνη στο μυθιστόρημα: «ο καθείς και οι ελέφαντές του, ...

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Σαν ναυαγοί, σαν ροβινσώνες

Ο βιασμός ενός βιβλίου και ενός συγγραφέα γίνεται με τις διασκευές . Συγγραφείς μεγάλου βεληνεκούς και εξαιρετικού κύρους όπως ο Ντάνιελ Ντιφόου, ο Ρόμπερτ Στήβενσον, ο Ιούλιος Βερν και ο Τζόναθαν Σουίφτ (με την ευκαιρία, να ξαναπώ ότι «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία. Δεν είναι απλώς ένα από τα καλύτερα βιβλία του είδους· ή του 18ου αιώνα· ή της αγγλοσαξονικής λογοτεχνίας. Πέρα από κάθε είδους περιορισμό, τροπικό, χρονικό ή χωρικό, το βιβλίο του Σουίφτ είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί επί γης) αντιμετωπίζονται από το αναγνωστικό συγγραφικό φαντασιακό σαν μικρομέγαλοι συγγγραφίσκοι που είχαν κόλλημα με την παιδική ηλικία και ανακλύκλωναν απλοϊκές ιστορίες που δεν πρέπει να διαβάζονται μετά τα δώδεκα – λες και το να είσαι παιδί είναι ιδιότητα μόνο ενός παιδιού. Κούνια που σας κούναγε! 

Δεύρο έξω

Επιτέλους ανάσταση! , λένε συγγενείς και φίλοι όταν μας βλέπουν να ξεπροβάλουμε στον κόσμο. Είναι τέλος Μαρτίου και σίγουρα όλοι οι εγχώριοι εσωστρεφείς μαζεύουν δυνάμεις για το πασχαλινό τραπέζι που πλησιάζει έτσι ώστε να μην νιώθουν πιο άβολα από το αρνί. Έμαθαν πια με πολύ κόπο ότι δεν ισχύει απόλυτα αυτό το Ό,τι δεν μπορείς να αποφύγεις, τουλάχιστον απόλαυσέ το και «ξέρουν ότι το ωραιότερο, το πιο ανακουφιστικό πράγμα που μπορεί να σου τύχει είναι να ακυρωθεί μια συνάντηση» . Ετούτο το βιβλίο σίγουρα δεν επιδιώκει να λύσει το 30ο πρόβλημα του Αριστοτέλη , ίσως ούτε καν θέλει να πει τα πράγματα έξω από τα δόντια, απλώς επικυρώνει σκέψεις και συναισθήματα που βιώνει ένας στους τρεις ανθρώπους∙ οι άλλοι δύο βγαίνουν έξω και συναντιούνται, για τους υπόλοιπους είναι θεματάκι!

Αγαπάτε αλλήλους

Σε πολλούς φαίνεται αχώνευτος ο Σοπενάουερ αλλά ειδικά αυτή την μέρα μοιάζει να λειτουργεί σαν το καλύτερο χωνευτικό. Με φάτσα καλικάντζαρου (όπως έχει εντυπωθεί στο συλλογικό ασυνείδητο) έρχεται να μας φέρει πιο κοντά και να καταλήξουμε όλοι μια μεγάλη αγκαλιά. Ξεχνάμε μεμιάς τις σκοτούρες και καθόμαστε στη θέση μας στο γιορτινό τραπέζι. «Δεν υπάρχει απολύτως τίποτα που να μην μπορεί κανείς να ξεχάσει, εκτός από τον εαυτό του και τον χαρακτήρα του» . Θα τα… σπάσουμε κι απόψε!