Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Why so serious?


«Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι να πούνε» – στη μεγάλη λογοτεχνία, την επονομαζόμενη κλασική. Είχα καταλήξει ότι μάλλον δε θα διάβαζα ποτέ μου Βίκτορ Ουγκό. Λίγο οι βάναυσες παιδικές διασκευές των βιβλίων του (πώς εκφυλίζουν στα παιδικά/εφηβικά μας μάτια τέτοιους μεγαλειώδεις συγγραφείς, ποτέ δε θα μπορέσω να το χωνέψω), λίγο οι άθλιες εκδόσεις με τις άθλιες μεταφράσεις των «Αθλίων», λίγο η αβάσταχτη (για μένα) λυρικότητα της «Παναγίας των Παρισίων»… ε, δε θέλει και πολύ! Έλα όμως που ένα δοκίμιο για την ειρωνεία («Να είσαι εξωτερικά κωμικός και εσωτερικά τραγικός, δεν υπάρχει πιο ταπεινωτικός πόνος, δεν υπάρχει οργή πιο βαθιά», ορίστε και ένας περιεκτικότατος ορισμός της ειρωνείας δια χειρός του ίδιου του Ουγκό) έπλεκε το εγκώμιο για το συνολικό έργο του και ειδικότερα για το βιβλίο του, με τον απίστευτο τίτλο, «Ο άνθρωπος που γελά». Πόσο μάλλον όταν στην πορεία ανακάλυψα εντελώς τυχαία – That’s Lifo!* – ότι από αυτό το συγκεκριμένο βιβλίο γεννήθηκε ο Joker που όλοι ξέρουμε και πλακωνόμαστε για αυτόν εδώ και μήνες τώρα! «Αν σκίσουμε το στόμα και τα αυτιά και αποκαλύψουμε τα ούλα και σπάσουμε τη μύτη, δημιουργούμε μια μάσκα που θα γελά για πάντα». Απομακρύνετε τα αφελή βλέμματα από τις οθόνες σας. Η ακόλουθη ανάρτηση είναι ακατάλληλη για «ανηλίκους» – θα γίνει hardcore.
 
Πριν προχωρήσω στη ραχοκοκαλιά του βιβλίου – υπάρχει ραχοκοκαλιά και ήταν αυτή που με έπεισε να το αγοράσω – θέλω να σταθώ λίγο στη σάρκα και τις λογοτεχνικές αρτηρίες που τρέφουν το σώμα του. Έχω κατενθουσιαστεί με το βιβλίο του Ουγκό. Και δύο στοιχεία της γραφής του με κέρδισαν ήδη από την αρχή. Το πρώτο είναι οι λεγόμενες «σελίδες ανθολογίας», ετερόκλιτα κομμάτια γραφής που φαίνεται να συνομιλούν με το παρελθόν αλλά και, παραδόξως, με το μέλλον της λογοτεχνίας. Συνήθως την φράση «σελίδες ανθολογίας» την χρησιμοποιούμε εκφυλιστικά, όπως και την λέξη «αριστούργημα», για πράγματα που δεν είναι κάτι παραπάνω από απλώς καλά, αλλά στα μάτια πολλών αναγνωστών μοιάζουν υπέρτατο θαύμα – τουλάχιστον μέχρι όντως να φτάσει η στιγμή που θα το συναντήσουν πραγματικά. Στο βιβλίο του Ουγκό συνωθούνται γραφές που δεν μπορούν να αφήσουν κανέναν δυσαρεστημένο. Υπάρχει μέσα του κάτι από τις καλύτερες σελίδες του Πόε, από τις ταραχώδεις ψυχογραφίες του Μέλβιλ, από τις μοντερνίστικες πινελιές του Εστερχάζυ (η αριστοκρατία και οι λόρδοι στον φέρνουν μοιραία στο μυαλό) ή ακόμα και κάποιες από τις αρχειονομικές καινοτομίες του Περέκ (η καταγραφή πάμπολλων αντικειμένων σε ένα σημείο της πλοκής, το αποδεικνύει). Για χάρη της ανάρτησης, ωστόσο, επέλεξα να φέρω στο φως κάτι από τον κοσμικό τρόμο ενός Λάβκραφτ. «[…] Ακόμα και αυτός που δεν κοιμάται νιώθει να βαραίνει πάνω του αυτός ο κόσμος ο γεμάτος από μια αποτρόπαιη ζωή. Η χίμαιρα που τον περιβάλλει, μια πραγματικότητα που τη μαντεύει, τον ενοχλεί. Ο ξυπνητός άνθρωπος, που βαδίζει μέσα στα φαντάσματα του ύπνου των άλλων, σπρώχνει ταραγμένος κάποιες περαστικές μορφές και έχει, ή νομίζει πως έχει, τον αόριστο τρόμο των εχθρικών επαφών του αόρατου, και νιώθει την κάθε στιγμή την σκοτεινή αίσθηση μιας ανομολόγητης συνάντησης που εξανεμίζεται. Θυμίζει περιπλάνηση σε δάσος αυτή η πορεία μέσα στην νυχτερινή διασπορά των ονείρων. Είναι αυτό που λένε να φοβάσαι χωρίς να ξέρεις το γιατί».
 
Το δεύτερο στοιχείο που με ξετρέλανε είναι οι αποφθεγματικές φράσεις που συμπύκνωναν ένα μέρος της πλοκής που προηγήθηκε ή τις σκέψεις των ηρώων. «Υπάρχει πάντα κάποιος που λέει τη λέξη στην οποία εμπεριέχεται όλο το νόημα της στιγμής» – της φράσης, αντί της λέξης, εν προκειμένω. Και ποιος καλύτερος από τον ίδιο τον συγγραφέα! Ο τρόπος που διαχειρίζεται τις μεταφορές του λόγου είναι εξωπραγματικός. Γι’ αυτό τον διάβαζα ουγκιά-ουγκιά – πωω τι είπα πάλι, πάγωσαν τα ακροδάχτυλά μου και μόνο που το πληκτρολόγησα! Δεν το είχα ξανασυναντήσει σε τέτοιο εύρος. Όλη η σοφία και ο στοχασμός ενός ανθρώπου περικλειόταν σε κομψότατες και αιχμηρές φράσεις μιας καλλιτεχνικής ιδιοφυΐας. Φράσεις που εξυπηρετούσαν την εκάστοτε πλοκή αλλά και άλλες που έμεναν μετέωρες, άχρονες, αθάνατες. Θα μπορούσα να αντιγράψω τουλάχιστον 50 κορυφαίες αλλά επέλεξα με κόπο την ακόλουθη (παρμένη από τα αποσπάσματα που αφορούσαν έναν αγαπητό… μισητό χαρακτήρα του βιβλίου, τον Μπαρκιλφέντρο):
 
«Η προϋπόθεση γι’ αυτή την ισχύ είναι η ασημαντότητα. Αν θέλεις να παραμείνεις ισχυρός, να παραμείνεις ασήμαντος. Να είσαι ένα τίποτα. Το φίδι που ξεκουράζεται κουλουριασμένο απεικονίζει το άπειρο και το μηδέν μαζί».
 
Μια γρήγορη προσπέλαση κριτικών αναγνωστών στο «Goodreads» φανέρωσε τα γνωστά: «Ωραία ιστορία αλλά θα ήταν καλύτερα αν έλειπαν 200 σελίδες από το βιβλίο» (εννοώντας τις σελίδες ανθολογίας!!!) ή «Ώρες ώρες γινόταν λίγο στοχαστικό για τα γούστα μου» (εννοώντας τα αποφθέγματα ανθολογίας), κλπ. Απόψεις για γέλια, κλασικά – ειδικά όταν μιλάμε για ένα βιβλίο σαν αυτό του Ουγκό. Παραβλέποντας αυτά τα φαιδρά, όμως, πρέπει να παραδεχτώ ότι όντως ο Ουγκό έγραψε μια εξαίσια ιστορία που είχα χρόνια να πετύχω συγγραφέα να την ξεδιπλώνει τόσο αριστοτεχνικά.
 
«Είσαι ντυμένος σαν άρχοντας. Γιατί όχι; Είσαι σαλτιμπάγκος. Ένας λόγος παραπάνω. Ένας γελωτοποιός αξίζει όσο ένας λόρδος. Άλλωστε, τι είναι οι λόρδοι; Κλόουν». It’s the same my dear
 

 
Κινητήριος δύναμη του Ουγκό είναι η ειρωνεία, μια αληθινά καλή ειρωνεία, που απλώνεται σε όλο το εύρος των θεμάτων του, με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Χωρίς να ξεχνάμε όμως ότι διαβάζουμε μια μεστή ιστορία με αρχή, μέση και τέλος· με λυρικές εξάρσεις· με ανελέητη κοινωνική κριτική· με κότσια, στην τελική. Κάτι που σπανίζει στις μέρες μας, παρά το μοντερνίστικο και τάχαμου προοδευτικό συγγραφικά περίβλημα που ενδύονται οι σύγχρονοι συγγραφείς. Δεν υπάρχει λόγος να περιγράψω την πλοκή, θα ήταν τέλειο να την ανακαλύψετε μόνοι σας. Αρκεί να προσθέσω, αν δεν σας έχω πείσει ήδη, ότι ο Ουγκό κάνει και απίστευτες ψυχογραφήσεις στους αξιομνημόνευτους χαρακτήρες του. Γκουινπλέιν, Ούρσους, Ντέα, Χοσιάνα (που θυμίζει κάπως την «Ευνοούμενη» του Λάνθιμου), Μπαρκιλφέντρο, Χόμο – ναι, ακόμα και για αυτόν, όσοι έχετε διαβάσει το βιβλίο, καταλαβαίνετε γιατί το αναφέρω. Και μια συμβουλή: όσοι τραβάτε τα βυζιά σας από ενθουσιασμό για τα βιβλία της Χίλαρι Μάντελ, διαβάστε πρώτα τον Ουγκό για να δείτε πώς γίνεται πραγματικά. Προσοχή στις απομιμήσεις!
 
«Ο Γκουινπλέιν ζούσε μέσα σ’ ένα είδος αποκεφαλισμού, είχε ένα πρόσωπο που δεν ήταν δικό του. Αυτό το πρόσωπο ήταν τρομακτικό, τόσο τρομακτικό, που διασκέδαζε τους άλλους. Προκαλούσε τόσο πολύ το φόβο, ώστε να φέρνει το γέλιο. Ήταν κάτι κολασμένα κωμικό».
 
Η έκδοση του βιβλίου είναι από την «Σύγχρονη Εποχή»· ξέρω τι σκέφτεστε, τα ίδια και χειρότερα σκεφτόμουν και εγώ όταν πήγα να το αγοράσω. Αλλά αφήστε τις προκαταλήψεις κατά μέρος – θα βρείτε άλλες να γεμίσουν το κενό σας. Η έκδοση είναι ανέλπιστα όμορφη, με πυκνογραμμένη αλλά καλαίσθητη γραμματοσειρά, ωραίο χαρτί και τα σχετικά. Η μετάφραση της Ντορέτας Πέππα είναι άψογη (για μένα), θα το διαπιστώσετε γρήγορα και εσείς μόλις έρθετε σε επαφή με τον εκρηκτικό πολυποικιλιακό στοχασμό του Ουγκό. Δεν είχα εντοπίσει κανένα απολύτως ψεγάδι, μέχρι που έφτασα λίγο πριν το τέλος, και για 20 περίπου σελίδες, ήρθα αντιμέτωπος με το δίλημμα (ακόμα και εντός της ίδιας σελίδας!) αν γράφεται «μυλόρδος» ή «μιλόρδος». Έχει και η αριστοκρατία του πνεύματος τα προβλήματά της! 
 
Επιτρέψτε μου να κάνω μια ξεχωριστή αναφορά στο εξώφυλλο. Όσοι με ξέρετε έστω και λίγο, θα γνωρίζετε ότι συχνά βρίζω εξώφυλλα που βρίσκω άσχημα ή αδιάφορα στην καλύτερη. [Εδώ βρίζω νεκρούς, στα εξώφυλλα θα κολλήσω]! Παρόλα αυτά είμαι δεκτικός σε κάποιες παρακινδυνευμένες ενέργειες εκ μέρους των εκδοτών που σκοπό έχουν να προκαλέσουν τους αναγνώστες ώστε να καταπιαστούν με ένα σημαντικό κείμενο που σε άλλη περίπτωση θα προσπερνούσαν αδιάφοροι (π.χ. μου άρεσε το εξώφυλλο του «Μεταίχμιου» με το κορίτσι με το τατουάζ στην «Πάπισσα Ιωάννα»· αρκετά ακραία επιλογή για κάποιους, με ενδεχόμενα οφέλη όμως· που μάλλον δεν τους έκατσε, υποψιάζομαι. Τέλος πάντων, το πόιντ μου στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι αντί για το παλιακό εξώφυλλο του «Ανθρώπου που γελά» θα μπορούσε να χρησιμοποιεί μια σύγχρονη επεξεργασμένη αφίσα της φιγούρας του Joker, έτσι ώστε να γίνει η σύνδεση με πολλαπλές κουλτούρες και είδη, τραβώντας και διαφορετικούς αποδέκτες. Όπως και να’ χει, η ταινία «Joker» και η ερμηνεία του Χόακιν Φοίνιξ ήταν εξαιρετικές και το βιβλίο του Ουγκό ένα από τα 20 (ίσως και μέσα στα 15, 14, 13…) καλύτερα που έχω διαβάσει. Και ξέρετε και κάτι ακόμα, δεν με νοιάζει διόλου αν η κριτική μου είναι για γέλια. «Όταν θέλει, η πραγματικότητα φτιάχνει αριστουργήματα». Το ίδιο κάνει, όταν θέλει και μπορεί, και η λογοτεχνία! Hugo (Big) Boss! «Είχε το ύφος ενός σχολαστικού του χάους». Δεν μπορεί να περιγραφεί πιο εύστοχα.
 
Υ.Γ. 2666 Εναλλακτικός τίτλος ανάρτησης: «The Parasite». Άλλη μία εξαιρετική ταινία που ταιριάζει γάντι με τους κοινωνικούς προβληματισμούς που θέτει ο Ουγκό στα βιβλία του. «Ζούμε σε μια εποχή όπου τίποτα δεν ισοδυναμεί με τον κυνισμό της μάσας. Πάχυνε με δικά μου έξοδα, παράσιτο». Αλλά κέρδισε ο Joker στο φώτο-φίνις. Έτσι είναι. Κι αν σου κάτσει!
 
Υ.Γ. 49 Αφήστε σε σχόλιο ποιο πιστεύετε ότι θα γίνει κάποια στιγμή το μεγάλο σας Ναι ή ποιο θα παραμείνει για πάντα το μεγάλο Όχι! «Κάθε ύπαρξη μοιάζει με μια επιστολή, που την αναιρεί το υστερόγραφο»! Για τον Θεό, Ουγκό, σταμάτα, δεν αντέχω άλλο.
 
Υ.Γ. 1793 Σαν σήμερα, στις 26 Φεβρουαρίου 1802, γεννήθηκε ο Βίκτορ Ουγκό. Μόνο έτσι θα ορί-ζουμε τις ζωές μας πλέον – με τις γεννήσεις και τους θανάτους διασημοτήτων! Δεν πιστεύω να είστε τίποτα φυσιολογικοί!! «Ο θάνατος είναι η αποφυλάκιση μέσα στο άπειρο». Θρηνείστε γιατί χανόμαστε.
 
«Κι εσύ που τόσο επόθησες μια μέρα
Να σβηστούν όλες οι χλευαστικές αηδίες,
Θα έχεις έναν θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ
Και μία μνεία σαν τις πολλές του facebook τις μνείες»



* Δεν πίστευα ποτέ μου ότι θα βρω έστω και μια ελάχιστα ενδιαφέρουσα πληροφορία σε ένα τόσο αδιάφορο και εκνευριστικά ψωνίστικο σάιτ όπως είναι η Lifo. Τι να πεις! Την επόμενη δεκαετία, ξανά! 
 
 

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!