Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Why so serious?


«Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι να πούνε» – στη μεγάλη λογοτεχνία, την επονομαζόμενη κλασική. Είχα καταλήξει ότι μάλλον δε θα διάβαζα ποτέ μου Βίκτορ Ουγκό. Λίγο οι βάναυσες παιδικές διασκευές των βιβλίων του (πώς εκφυλίζουν στα παιδικά/εφηβικά μας μάτια τέτοιους μεγαλειώδεις συγγραφείς, ποτέ δε θα μπορέσω να το χωνέψω), λίγο οι άθλιες εκδόσεις με τις άθλιες μεταφράσεις των «Αθλίων», λίγο η αβάσταχτη (για μένα) λυρικότητα της «Παναγίας των Παρισίων»… ε, δε θέλει και πολύ! Έλα όμως που ένα δοκίμιο για την ειρωνεία («Να είσαι εξωτερικά κωμικός και εσωτερικά τραγικός, δεν υπάρχει πιο ταπεινωτικός πόνος, δεν υπάρχει οργή πιο βαθιά», ορίστε και ένας περιεκτικότατος ορισμός της ειρωνείας δια χειρός του ίδιου του Ουγκό) έπλεκε το εγκώμιο για το συνολικό έργο του και ειδικότερα για το βιβλίο του, με τον απίστευτο τίτλο, «Ο άνθρωπος που γελά». Πόσο μάλλον όταν στην πορεία ανακάλυψα εντελώς τυχαία – That’s Lifo!* – ότι από αυτό το συγκεκριμένο βιβλίο γεννήθηκε ο Joker που όλοι ξέρουμε και πλακωνόμαστε για αυτόν εδώ και μήνες τώρα! «Αν σκίσουμε το στόμα και τα αυτιά και αποκαλύψουμε τα ούλα και σπάσουμε τη μύτη, δημιουργούμε μια μάσκα που θα γελά για πάντα». Απομακρύνετε τα αφελή βλέμματα από τις οθόνες σας. Η ακόλουθη ανάρτηση είναι ακατάλληλη για «ανηλίκους» – θα γίνει hardcore.
 
Πριν προχωρήσω στη ραχοκοκαλιά του βιβλίου – υπάρχει ραχοκοκαλιά και ήταν αυτή που με έπεισε να το αγοράσω – θέλω να σταθώ λίγο στη σάρκα και τις λογοτεχνικές αρτηρίες που τρέφουν το σώμα του. Έχω κατενθουσιαστεί με το βιβλίο του Ουγκό. Και δύο στοιχεία της γραφής του με κέρδισαν ήδη από την αρχή. Το πρώτο είναι οι λεγόμενες «σελίδες ανθολογίας», ετερόκλιτα κομμάτια γραφής που φαίνεται να συνομιλούν με το παρελθόν αλλά και, παραδόξως, με το μέλλον της λογοτεχνίας. Συνήθως την φράση «σελίδες ανθολογίας» την χρησιμοποιούμε εκφυλιστικά, όπως και την λέξη «αριστούργημα», για πράγματα που δεν είναι κάτι παραπάνω από απλώς καλά, αλλά στα μάτια πολλών αναγνωστών μοιάζουν υπέρτατο θαύμα – τουλάχιστον μέχρι όντως να φτάσει η στιγμή που θα το συναντήσουν πραγματικά. Στο βιβλίο του Ουγκό συνωθούνται γραφές που δεν μπορούν να αφήσουν κανέναν δυσαρεστημένο. Υπάρχει μέσα του κάτι από τις καλύτερες σελίδες του Πόε, από τις ταραχώδεις ψυχογραφίες του Μέλβιλ, από τις μοντερνίστικες πινελιές του Εστερχάζυ (η αριστοκρατία και οι λόρδοι στον φέρνουν μοιραία στο μυαλό) ή ακόμα και κάποιες από τις αρχειονομικές καινοτομίες του Περέκ (η καταγραφή πάμπολλων αντικειμένων σε ένα σημείο της πλοκής, το αποδεικνύει). Για χάρη της ανάρτησης, ωστόσο, επέλεξα να φέρω στο φως κάτι από τον κοσμικό τρόμο ενός Λάβκραφτ. «[…] Ακόμα και αυτός που δεν κοιμάται νιώθει να βαραίνει πάνω του αυτός ο κόσμος ο γεμάτος από μια αποτρόπαιη ζωή. Η χίμαιρα που τον περιβάλλει, μια πραγματικότητα που τη μαντεύει, τον ενοχλεί. Ο ξυπνητός άνθρωπος, που βαδίζει μέσα στα φαντάσματα του ύπνου των άλλων, σπρώχνει ταραγμένος κάποιες περαστικές μορφές και έχει, ή νομίζει πως έχει, τον αόριστο τρόμο των εχθρικών επαφών του αόρατου, και νιώθει την κάθε στιγμή την σκοτεινή αίσθηση μιας ανομολόγητης συνάντησης που εξανεμίζεται. Θυμίζει περιπλάνηση σε δάσος αυτή η πορεία μέσα στην νυχτερινή διασπορά των ονείρων. Είναι αυτό που λένε να φοβάσαι χωρίς να ξέρεις το γιατί».
 
Το δεύτερο στοιχείο που με ξετρέλανε είναι οι αποφθεγματικές φράσεις που συμπύκνωναν ένα μέρος της πλοκής που προηγήθηκε ή τις σκέψεις των ηρώων. «Υπάρχει πάντα κάποιος που λέει τη λέξη στην οποία εμπεριέχεται όλο το νόημα της στιγμής» – της φράσης, αντί της λέξης, εν προκειμένω. Και ποιος καλύτερος από τον ίδιο τον συγγραφέα! Ο τρόπος που διαχειρίζεται τις μεταφορές του λόγου είναι εξωπραγματικός. Γι’ αυτό τον διάβαζα ουγκιά-ουγκιά – πωω τι είπα πάλι, πάγωσαν τα ακροδάχτυλά μου και μόνο που το πληκτρολόγησα! Δεν το είχα ξανασυναντήσει σε τέτοιο εύρος. Όλη η σοφία και ο στοχασμός ενός ανθρώπου περικλειόταν σε κομψότατες και αιχμηρές φράσεις μιας καλλιτεχνικής ιδιοφυΐας. Φράσεις που εξυπηρετούσαν την εκάστοτε πλοκή αλλά και άλλες που έμεναν μετέωρες, άχρονες, αθάνατες. Θα μπορούσα να αντιγράψω τουλάχιστον 50 κορυφαίες αλλά επέλεξα με κόπο την ακόλουθη (παρμένη από τα αποσπάσματα που αφορούσαν έναν αγαπητό… μισητό χαρακτήρα του βιβλίου, τον Μπαρκιλφέντρο):
 
«Η προϋπόθεση γι’ αυτή την ισχύ είναι η ασημαντότητα. Αν θέλεις να παραμείνεις ισχυρός, να παραμείνεις ασήμαντος. Να είσαι ένα τίποτα. Το φίδι που ξεκουράζεται κουλουριασμένο απεικονίζει το άπειρο και το μηδέν μαζί».
 
Μια γρήγορη προσπέλαση κριτικών αναγνωστών στο «Goodreads» φανέρωσε τα γνωστά: «Ωραία ιστορία αλλά θα ήταν καλύτερα αν έλειπαν 200 σελίδες από το βιβλίο» (εννοώντας τις σελίδες ανθολογίας!!!) ή «Ώρες ώρες γινόταν λίγο στοχαστικό για τα γούστα μου» (εννοώντας τα αποφθέγματα ανθολογίας), κλπ. Απόψεις για γέλια, κλασικά – ειδικά όταν μιλάμε για ένα βιβλίο σαν αυτό του Ουγκό. Παραβλέποντας αυτά τα φαιδρά, όμως, πρέπει να παραδεχτώ ότι όντως ο Ουγκό έγραψε μια εξαίσια ιστορία που είχα χρόνια να πετύχω συγγραφέα να την ξεδιπλώνει τόσο αριστοτεχνικά.
 
«Είσαι ντυμένος σαν άρχοντας. Γιατί όχι; Είσαι σαλτιμπάγκος. Ένας λόγος παραπάνω. Ένας γελωτοποιός αξίζει όσο ένας λόρδος. Άλλωστε, τι είναι οι λόρδοι; Κλόουν». It’s the same my dear
 

 
Κινητήριος δύναμη του Ουγκό είναι η ειρωνεία, μια αληθινά καλή ειρωνεία, που απλώνεται σε όλο το εύρος των θεμάτων του, με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Χωρίς να ξεχνάμε όμως ότι διαβάζουμε μια μεστή ιστορία με αρχή, μέση και τέλος· με λυρικές εξάρσεις· με ανελέητη κοινωνική κριτική· με κότσια, στην τελική. Κάτι που σπανίζει στις μέρες μας, παρά το μοντερνίστικο και τάχαμου προοδευτικό συγγραφικά περίβλημα που ενδύονται οι σύγχρονοι συγγραφείς. Δεν υπάρχει λόγος να περιγράψω την πλοκή, θα ήταν τέλειο να την ανακαλύψετε μόνοι σας. Αρκεί να προσθέσω, αν δεν σας έχω πείσει ήδη, ότι ο Ουγκό κάνει και απίστευτες ψυχογραφήσεις στους αξιομνημόνευτους χαρακτήρες του. Γκουινπλέιν, Ούρσους, Ντέα, Χοσιάνα (που θυμίζει κάπως την «Ευνοούμενη» του Λάνθιμου), Μπαρκιλφέντρο, Χόμο – ναι, ακόμα και για αυτόν, όσοι έχετε διαβάσει το βιβλίο, καταλαβαίνετε γιατί το αναφέρω. Και μια συμβουλή: όσοι τραβάτε τα βυζιά σας από ενθουσιασμό για τα βιβλία της Χίλαρι Μάντελ, διαβάστε πρώτα τον Ουγκό για να δείτε πώς γίνεται πραγματικά. Προσοχή στις απομιμήσεις!
 
«Ο Γκουινπλέιν ζούσε μέσα σ’ ένα είδος αποκεφαλισμού, είχε ένα πρόσωπο που δεν ήταν δικό του. Αυτό το πρόσωπο ήταν τρομακτικό, τόσο τρομακτικό, που διασκέδαζε τους άλλους. Προκαλούσε τόσο πολύ το φόβο, ώστε να φέρνει το γέλιο. Ήταν κάτι κολασμένα κωμικό».
 
Η έκδοση του βιβλίου είναι από την «Σύγχρονη Εποχή»· ξέρω τι σκέφτεστε, τα ίδια και χειρότερα σκεφτόμουν και εγώ όταν πήγα να το αγοράσω. Αλλά αφήστε τις προκαταλήψεις κατά μέρος – θα βρείτε άλλες να γεμίσουν το κενό σας. Η έκδοση είναι ανέλπιστα όμορφη, με πυκνογραμμένη αλλά καλαίσθητη γραμματοσειρά, ωραίο χαρτί και τα σχετικά. Η μετάφραση της Ντορέτας Πέππα είναι άψογη (για μένα), θα το διαπιστώσετε γρήγορα και εσείς μόλις έρθετε σε επαφή με τον εκρηκτικό πολυποικιλιακό στοχασμό του Ουγκό. Δεν είχα εντοπίσει κανένα απολύτως ψεγάδι, μέχρι που έφτασα λίγο πριν το τέλος, και για 20 περίπου σελίδες, ήρθα αντιμέτωπος με το δίλημμα (ακόμα και εντός της ίδιας σελίδας!) αν γράφεται «μυλόρδος» ή «μιλόρδος». Έχει και η αριστοκρατία του πνεύματος τα προβλήματά της! 
 
Επιτρέψτε μου να κάνω μια ξεχωριστή αναφορά στο εξώφυλλο. Όσοι με ξέρετε έστω και λίγο, θα γνωρίζετε ότι συχνά βρίζω εξώφυλλα που βρίσκω άσχημα ή αδιάφορα στην καλύτερη. [Εδώ βρίζω νεκρούς, στα εξώφυλλα θα κολλήσω]! Παρόλα αυτά είμαι δεκτικός σε κάποιες παρακινδυνευμένες ενέργειες εκ μέρους των εκδοτών που σκοπό έχουν να προκαλέσουν τους αναγνώστες ώστε να καταπιαστούν με ένα σημαντικό κείμενο που σε άλλη περίπτωση θα προσπερνούσαν αδιάφοροι (π.χ. μου άρεσε το εξώφυλλο του «Μεταίχμιου» με το κορίτσι με το τατουάζ στην «Πάπισσα Ιωάννα»· αρκετά ακραία επιλογή για κάποιους, με ενδεχόμενα οφέλη όμως· που μάλλον δεν τους έκατσε, υποψιάζομαι. Τέλος πάντων, το πόιντ μου στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι αντί για το παλιακό εξώφυλλο του «Ανθρώπου που γελά» θα μπορούσε να χρησιμοποιεί μια σύγχρονη επεξεργασμένη αφίσα της φιγούρας του Joker, έτσι ώστε να γίνει η σύνδεση με πολλαπλές κουλτούρες και είδη, τραβώντας και διαφορετικούς αποδέκτες. Όπως και να’ χει, η ταινία «Joker» και η ερμηνεία του Χόακιν Φοίνιξ ήταν εξαιρετικές και το βιβλίο του Ουγκό ένα από τα 20 (ίσως και μέσα στα 15, 14, 13…) καλύτερα που έχω διαβάσει. Και ξέρετε και κάτι ακόμα, δεν με νοιάζει διόλου αν η κριτική μου είναι για γέλια. «Όταν θέλει, η πραγματικότητα φτιάχνει αριστουργήματα». Το ίδιο κάνει, όταν θέλει και μπορεί, και η λογοτεχνία! Hugo (Big) Boss! «Είχε το ύφος ενός σχολαστικού του χάους». Δεν μπορεί να περιγραφεί πιο εύστοχα.
 
Υ.Γ. 2666 Εναλλακτικός τίτλος ανάρτησης: «The Parasite». Άλλη μία εξαιρετική ταινία που ταιριάζει γάντι με τους κοινωνικούς προβληματισμούς που θέτει ο Ουγκό στα βιβλία του. «Ζούμε σε μια εποχή όπου τίποτα δεν ισοδυναμεί με τον κυνισμό της μάσας. Πάχυνε με δικά μου έξοδα, παράσιτο». Αλλά κέρδισε ο Joker στο φώτο-φίνις. Έτσι είναι. Κι αν σου κάτσει!
 
Υ.Γ. 49 Αφήστε σε σχόλιο ποιο πιστεύετε ότι θα γίνει κάποια στιγμή το μεγάλο σας Ναι ή ποιο θα παραμείνει για πάντα το μεγάλο Όχι! «Κάθε ύπαρξη μοιάζει με μια επιστολή, που την αναιρεί το υστερόγραφο»! Για τον Θεό, Ουγκό, σταμάτα, δεν αντέχω άλλο.
 
Υ.Γ. 1793 Σαν σήμερα, στις 26 Φεβρουαρίου 1802, γεννήθηκε ο Βίκτορ Ουγκό. Μόνο έτσι θα ορί-ζουμε τις ζωές μας πλέον – με τις γεννήσεις και τους θανάτους διασημοτήτων! Δεν πιστεύω να είστε τίποτα φυσιολογικοί!! «Ο θάνατος είναι η αποφυλάκιση μέσα στο άπειρο». Θρηνείστε γιατί χανόμαστε.
 
«Κι εσύ που τόσο επόθησες μια μέρα
Να σβηστούν όλες οι χλευαστικές αηδίες,
Θα έχεις έναν θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ
Και μία μνεία σαν τις πολλές του facebook τις μνείες»



* Δεν πίστευα ποτέ μου ότι θα βρω έστω και μια ελάχιστα ενδιαφέρουσα πληροφορία σε ένα τόσο αδιάφορο και εκνευριστικά ψωνίστικο σάιτ όπως είναι η Lifo. Τι να πεις! Την επόμενη δεκαετία, ξανά! 
 
 

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !