Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Τι ειρωνεία!


Ο συγγραφέας είναι στρουκτουραλιστής και γω τον μόνο διασκεδαστικό στρουκτουραλισμό που γνώρισα στη ζωή μου είναι τα τουβλάκια της lego! Δεν μπορούσα με τίποτα όμως να αντισταθώ σ’ αυτόν τον πιασάρικο τίτλο. Ούτε και στο θέμα του που με απασχολεί συστηματικά και προοδευτικά εδώ και χρόνια. Στις μέρες μας η τραγικότητα στην ειρωνεία έχει μετατοπιστεί επιτυχώς στην τραγικότητα στην λογοτεχνία· αλλά αυτό είναι θέμα μιας κάποιας άλλης ανάρτησης. Για την ώρα ας επικεντρωθούμε στην ειρωνεία. Η ειρωνεία είναι κάπως σαν τους αρχάριους που κάθονται σε ένα τραπέζι πόκερ: «Αν μέσα στα πρώτα πέντε λεπτά δεν μπορείς να ανακαλύψεις ποιο είναι το θύμα του τραπεζιού, τότε το θύμα είσαι εσύ»! Το ’πιασες το υπονοούμενο; «…Όπως στην ειρωνεία που ένα υπονοούμενο πρέπει πάντα να εντοπιστεί, να αναγνωριστεί και να ερμηνευτεί». Αν λοιπόν δεν μπορείς να ανακαλύψεις εγκαίρως ποιο είναι το θύμα της ειρωνείας τότε πιθανότατα είσαι εσύ το θύμα της. Είναι όμως εξαιρετικά δύσκολο να περιγράψεις την περίπλοκη επικοινωνία που κομίζει η ειρωνεία και τα εργαλεία της. Όσοι ταυτίζουν ατυχώς την ειρωνεία με την αγένεια μένουν προσκολλημένοι μόνο σ’ ένα απειροελάχιστο ποσοστό της χρησιμότητάς της. Συμβαίνει κάτι αντίστοιχο με αυτό που λέγεται ότι συμβαίνει με τον ανθρώπινο εγκέφαλο, ότι δηλαδή χρησιμοποιούμε μόνο το 10% ή και λιγότερο των δυνατοτήτων του, αγνοώντας εν πολλοίς το υπόλοιπο. Το ίδιο συμβαίνει και με την ειρωνεία. Γιατί η ειρωνεία είναι πρωτίστως εγκεφαλική υπόθεση. Θέλει μυαλό.
 
[…] Πολύ συχνά, στην ειρωνεία συμβαίνει να αντιστρέφεις ή να αντιμεταθέτεις τις σχέσεις, να αμφισβητείς ή να αποκλείεις συνολικά τους τρόπους και τις δομές της επιχειρηματολογίας ή των συλλογισμών, περισσότερο παρά να παίρνεις απλώς το αντίθετο μιας λέξης. Η διατύπωση της ειρωνείας, θα το βλέπουμε διαρκώς, δεν είναι θέμα λέξεων (αλλά όρων, λεξιλογίου) και δεν θα μπορούσε να συμπέσει με μια σειρά από «ευφυολογήματα».
 
Εκατοντάδες χιλιάδες συνάνθρωποί μας αδυνατούν να αντιληφθούν τα σήματα της ειρωνείας, φανταστείτε τότε πόσο δύσκολο καθίσταται να κατανοήσει κανείς ένα δοκίμιο περί ειρωνείας. Μπορεί να είναι σχετικά εύκολο να ειρωνευόμαστε την κριτική (τέτοια που είναι, καλά της κάνουμε!) αλλά είναι εξαιρετικά δύσκολο να κριτικάρουμε την ειρωνεία! Ακόμα και αν αποφύγουμε τους σκοπέλους των ορισμών, θα χαθούμε στην αχλή της όλης υπόθεσης. Δεν θα ήταν και τελείως αδόκιμο αν ισχυριζόμασταν ότι την ειρωνεία την διαισθάνεσαι παρά την αντιλαμβάνεσαι και την ξεχωρίζεις. Φυσικά, σε πολλές περιπτώσεις την ξεχωρίζεις με άνεση, αλλά είναι τόσες οι αποχρώσεις της (σίγουρα πάνω από πενήντα) που απαιτούνται πιο εκλεπτυσμένα αισθητι(ρια)κά όργανα για να την συλλάβεις. Και το δοκίμιο του Χάμον αποδεικνύεται πολύτιμος βοηθός. Σε αυτό εκλείπουν οι πολλοί ορισμοί της ειρωνείας (που υπήρχαν σε αφθονία στο δοκίμιο της Κωστίου) και φέρνει στο φως περισσότερο την γενική και καλοκουρδισμένη λειτουργία της γλώσσας και λιγότερο τους φανερούς (ή κρυφούς) μηχανισμούς της.
 
Υπάρχουν πολλές αναφορές σε γνωστά λογοτεχνικά κείμενα, όπως η «Γεροντοκόρη» του Μπαλζάκ – σύμφωνα με τους μελετητές του ένα από τα πλέον ειρωνικά έργα του. Θα φροντίσω να το αγοράσω σύντομα. Βέβαια, είναι λυπηρό που δεν το είχα τόσα χρόνια στη βιβλιοθήκη μου γιατί ειδάλλως θα μπορούσα να πω «Έφτασε η ώρα, η Γεροντοκόρη να κατέβει από το ράφι»! Όπου και να ταξιδέψω, η ειρωνεία με πληγώνει. Εκτός από τον Μπαλζάκ, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί και άλλους ειρωνικούς συγγραφείς όπως ο Ουγκώ και ο Φλωμπέρ, στους οποίους η ειρωνεία είναι σχετικά δύσκολα ανιχνεύσιμη αλλά δομικό υλικό των έργων τους (σας μιλάει ο στρουκτουραλιστής μέσα μου, τώρα). 
 
Το βιβλίο του Χάμον σποραδικά περιείχε κάποια σημεία αρκετά «στρουκτουραλιστικά» αλλά σε γενικές γραμμές ήταν πολύ ενδιαφέρον και ψυχωφελές ανάγνωσμα. Το απόλαυσα όσο δεν πάει. Βρήκα αποσπάσματα που μίλησαν ακριβώς στην καρδιά… του μυαλού μου! Το προτείνω με χίλια στο μέσο αναγνώστη που θα ήθελε να μάθει περισσότερα για την ειρωνεία και την εκτεταμένη χρήση της μέσα στην λογοτεχνία, χωρίς να μπλέξει στις φιλοσοφικές σκέψεις ενός Γιανκέλεβιτς ή στους τεχνικούς ορισμούς μιας Κωστίου. Διαβάστε μια φορά και το memoir ενός… μορφωμένου, φτάνει πια με τον σεξισμό! Απολύτως ευφρόσυνο και γοητευτικό ανάγνωσμα.
 
Η γενικότερη έκδοση είναι μια Oasis (ξέρω, κάκιστο λογοπαίγνιο, ακόμα και για τα δικά μου μέτρα) αλλά τι να κάνω, αφού έτσι είναι; Απίστευτα προσεγμένο δοκίμιο χωρίς κανένα ψεγάδι. Πολύ καλή μετάφραση της Βασιλείας Γούλα, υπέροχο εξώφυλλο της Ισμήνης Κορωνίδη, με τις υποσημειώσεις του, την βιβλιογραφία του, με την εξαιρετική ποιότητα χαρτιού, με τα όλα του. Το μόνο «αρνητικό»… είναι η γραφή των κύριων ονομάτων και τίτλων έργων στην πρωτότυπη γραφή. Εδώ θα γίνω λίγο πικρόχολος, δεν πειράζει, εξάλλου ανάρτηση για την ειρωνεία είναι. Το έχω συναντήσει και σε άλλα δοκίμια και είναι εξόχως εκνευριστικό. Μία από τις απολαύσεις της ανάγνωσης βιβλίων είναι να σημειώνω συγγραφείς και τίτλους για μελλοντικούς αναγνωστικούς σκοπούς. Τι να το κάνω αν δεν καταλαβαίνω τα ονόματα; Θα μου πείτε, ψάξτα στο google. Αυτό ποτέ δεν γίνεται γιατί σχεδόν κανένας αναγνώστης δεν αφήνει το βιβλίο για να τρέχει κάθε τρεις και λίγο σε μηχανές αναζήτησης. Επίσης, όταν ένα όνομα αναφέρεται στην αρχή ενός βιβλίου και ακολουθεί σε πολλά σημεία, επιθυμείς κάπως να «συνδεθείς» μαζί του, για να θυμάσαι στην πορεία τι έλεγε, ποιος ήταν, κλπ. Ακόμα, σχεδόν ασυνείδητα όταν συναντάς ένα ξένο όνομα, μοιραία το μεταγράφεις νοερά, οπτικά ή φωνητικά στην μητρική σου γλώσσα. Ειλικρινά, θα ήθελα να ήμουν από μια μεριά όταν ένας άπειρος αναγνώστης πρωτοσυνάντησε το όνομα του Νίτσε γραμμένο ως… Nietzsche! Σε ανάλογες περιπτώσεις, πρέπει τα ονόματα να μεταφράζονται ή ιδανικά να συμπεριλαμβάνεται σε παρένθεση ή υποσημείωση το πρωτότυπο όνομα. Δεν με ενδιέφερε διόλου να δω γραμμένα στην πρωτότυπη γλώσσα τα ονόματα των Φλωμπέρ, Μπωντλαιρ, Ρεμπώ και Μπαλζάκ· αυτά τα έχω δει πολλάκις και τα έχω πλέον μάθει. Ήθελα να μάθω για άλλους άγνωστους συγγραφείς, που για μένα δυστυχώς παρέμειναν άγνωστοι, και μοιραία εντελώς αδιάφοροι. Quel dommage! 
 

 
[…] «Μια τελευταία παρατήρηση: η μεταφορά (ή οι πιο «εκτεταμένες» παραλλαγές της, η αναλογία ή η σύγκριση) είναι σίγουρα το σήμα, ο τόπος, και το πιο συχνό όχημα της ειρωνείας. Σχήμα «διπλό» («ο πιο διπλός κώδικας της αναλογίας» για τον οποίο μιλάει ο Char), «που φέρνει απουσία και παρουσία, ευαρέσκεια και δυσαρέσκεια» (Pascal), εστιάζοντας την προσοχή του πιο αφηρημένου αναγνώστη, σχήμα ιδιαίτερα κατάλληλο στο να χρησιμεύσει ως μικρό μοντέλο, με άλλα λόγια, ως τοπική «μακέτα», για μια γενικότερη διατύπωση της ειρωνείας (λόγος διπλός) που θα παίξει μέσα στην κλίμακα του κάθε κειμένου».
 
Σε ετούτο το μπλογκ εκτελούνται μεταφοραί· μην το ξεχνάτε αυτό. Είμαι για τα μπάζα!
 
Υ.Γ. 2666 Ειρωνεία και στην κριτική, όχι μόνο στην λογοτεχνία. «Η ειρωνεία αποβαίνει ένας τρόπος σκέψης περισσότερο παρά ένας τρόπος λόγου, μια φιλοσοφική στάση περισσότερο παρά μια ηθική και το «οξύμωρο-ύφος» γίνεται, στην πένα των συγγραφέων, όπως και σε αυτή των κριτικών και των θεωρητικών που την περιγράφουν, απ’ ό,τι φαίνεται ο μόνος κατάλληλος τρόπος, για να αναφερθούμε σ’ αυτήν: «μελαγχολική ευθυμία», «σοβαρή ελαφρότητα», «τρυφερή σκληρότητα», «γελοία σοβαρότητα», «σοβαρή ευθυμία», «Madame de Stael», κλπ.». Σας το ξαναλέω, δεν μπορεί να υπάρξει υψηλή λογοτεχνία χωρίς βασικότατο όχημά της την ειρωνεία – όσοι πιστεύετε το αντίθετο, ξεκαβαλάτε από τις προκαταλήψεις σας! Ποσώς με ενδιαφέρει αλλά σαν να ακούω αχνά την απαξιωτική σας απάντηση που τρόπον τινά επαληθεύει το παραπάνω αξίωμα: Σιγά μαντάμ!!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!