Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Δεν θέλω ειρωνείες


Οι περισσότεροι άνθρωποι στον σύγχρονο κόσμο νομίζουν ότι γεννιούνται με το χάρισμα της ειρωνείας. Κάνουν εκεί χάμω ένα-δυο ρημαδοτρολαρίσματα και νομίζουν ότι είναι και είρωνες. Αλλά δεν μπορείς να τους πείσεις για το αντίθετο· όπως ακριβώς δεν μπορείς να πείσεις έναν άνθρωπο ότι δεν έχει χιούμορ. Θα σου απαντήσει ότι εσύ δεν έχεις διορατικότητα και θα βαλθεί να σε πείσει για το πηγαίο χιούμορ του, μετατρέποντας το στέρεο έδαφος τριγύρω σου, σε πίστα πατινάζ όπου πρέπει να απομακρυνθείς γρήγορα πριν φας τα μούτρα σου! Αν θες πράγματι να μάθεις τι εστί ειρωνεία πρέπει να προσπαθήσεις να διαβάσεις (όπως προσπαθώ και εγώ) το υπέροχο δοκίμιο του Βλαντιμίρ Γιανκέλεβιτς για το οποίο θα κάνω βιβλιοκριτική μια επόμενη φορά – μην ειρωνεύεστε ρε! Έξω από τη φιλοσοφική σφαίρα, τι σημαίνουν «πρακτικά» αυτές οι ασαφείς έννοιες που συχνότατα ο καθένας μας εξαπολύει προς ή στερεί από τον άλλον; Είναι ακριβώς αυτό· ασαφείς. Και αυτό είναι τραγική ειρωνεία, γαμώτο μου!


Η ειρωνεία είναι είδος ή όνειδος; Γιατί το μαύρο χιούμορ, παρόλο που το μαύρο παραμένει πάντα στη μόδα, δεν εκτιμάται από τους πολλούς; Η σάτιρα όταν εκφυλίζεται μετατρέπεται σε σάτυρα; Η παρωδία έχει να... δώσει στην λογοτεχνία; Σ’ αυτά και σε ακόμη περισσότερα απαντάει το υπέροχο δοκίμιο της Κατερίνας Κωστίου, άοκνης (τρελαίνομαι για τέτοια κλισέ!) μελετήτριας του Γιάννη Σκαρίμπα. Η Κωστίου έκανε την διατριβή της πάνω στο έργο του Σκαρίμπα και αυτά που αναφέρονται εδώ αποτελούσαν, σε συντμημένη μορφή, το Α’ μέρος της εργασίας. Στο συγκεκριμένο βιβλίο μελετά σε βάθος και με την βοήθεια εκτενούς και ατελείωτης διεθνούς βιβλιογραφίας, αυτούς τους αέναα «ασαφείς» όρους που σαν το χωριό των Γαλατών αντιστέκονται σε κάθε εισβολή και επιβολή νοήματος! Την συγγραφέα εντούτοις, δεν την ενδιαφέρει τόσο η φιλοσοφική έννοια αυτών των όρων, όσο η εφαρμογή που έχουν πάνω στην λογοτεχνική κριτική, και δη σε κείμενα της νεοελληνικής λογοτεχνίας (μην τρομάζετε με αυτό το τελευταίο, μιλάμε για σοβαρά βιβλία, όχι αυτά που νομίσατε).

Ανέκαθεν ενδιαφερόμουν γι’ αυτά τα πράγματα – η γέννησή μου ήταν παρωδία, η ονοματοδοσία μου χιούμορ, η εξέλιξή μου σάτιρα και η κατάληξή μου ειρωνεία! Συχνά σκέφτομαι, είμαι ειρωνικός; Εγώ νομίζω ότι είμαι. Όσοι τυχαίνει να με γνωρίζουν (μεταδιαδικτυακώς) πρώτη φορά από κοντά, δικαίως αναρωτιούνται ΤΙΝΑΦΤΟΡΕ;... έχει καμία σχέση με το μισητό δηκτικό διαδικτυακό εξάμβλωμα που καραδοκεί να μας κατασπαράξει σε κάθε ποστάρισμά μας; I’m not a robot, αλήθεια σας λέω! Η διαφορά είναι ότι στον προφορικό λόγο η ειρωνεία ενέχει δυσκολίες. Είναι δύσκολη τεχνική που απαιτεί παρατήρηση, δοκιμή, αποτυχία, επανάληψη, κλπ. Ο γραπτός λόγος είναι το κατεξοχήν πεδίο της. Επίσης, για τους περισσότερους ανθρώπους η ειρωνεία είναι συνυφασμένη με την κακεντρέχεια, και μάλιστα επί προσωπικού. Γι’ αυτούς είμαι απλώς ένα χαμένο κορμί... με φωνάζουν και αλήτη. Τι να γίνει ρε παιδιά, ειρωνεία υμίν!

[..] Άλλωστε, σε τελευταία ανάλυση, ο σατιρικός συγγραφέας, ακόμη και όταν είναι «ώριμο τέκνο της οργής», εξακολουθεί να είναι ένας τεχνίτης του λόγου και να θέτει αισθητικά κριτήρια για να πετύχει τον κριτικό του στόχο. Και όσο πιο ικανοποιητική είναι μια σάτιρα ως λογοτεχνικό κείμενο, τόσο πιο αποτελεσματική είναι και ως προς την κριτική της διάσταση. Η αναγνωστική εμπειρία δείχνει, εξάλλου, ότι με το πέρασμα του χρόνου διασώζονται κυρίως σάτιρες που αποτελούν σημαντικά λογοτεχνικά κείμενα. Άλλωστε, η λογοτεχνικότητα είναι η ειδοποιός διαφορά της σάτιρας από τον λίβελλο και άλλα κείμενα με τα οποία έχει ίδιους ή παρεμφερείς στόχους.

Αρκετοί ορισμοί και τεχνικές που αναλύονται για καθεμιά από τις τέσσερις έννοιες που υπάρχουν στο βιβλίο αλληλοεπικαλύπτονται επιτείνοντας την γενική σύγχυση («Η δυσκολία να διακρίνει κανείς μεταξύ τους όρους που βρίσκονται σε στενή εννοιολογική συνάφεια, προκύπτει εν μέρει από το γεγονός ότι άλλοτε συνεργάζονται στενά και άλλοτε αυτονομούνται»). Η σάτιρα δεν λειτουργεί χωρίς ειρωνεία αλλά η ειρωνεία δεν έχει μόνο σατιρική διάθεση, αυτήν την ιδιότητα του μυθιστοριογράφου που ο Lukacs αποκαλεί ειρωνεία, ο Rene Girard, στο βιβλιο του Mensonge romantique et verite romanesque, την αποκαλεί χιούμορ, κλπ. Ιδιοσυγκρασιακώς, ενδιαφέρομαι κυρίως για την ειρωνεία (αντιγράφω εδώ μία περιγραφή της που αγαπώ πολύ από το βιβλίο του Γιανκέλεβιτς και το κάνω μόνο και μόνο επειδή την αναφέρει και η Κωστίου στο δοκίμιό της – «δύναμη για παιχνίδι, για πτήση στους αιθέρες, για ακροβασία πάνω στα νοήματα, προκειμένου να τα αρνηθεί ή να τα αναδημιουργήσει») και το χιούμορ (εδώ δεν αντιγράφω τίποτα, το χιούμορ δεν αντιγράφεται).

Η Κατερίνα Κωστίου για την ανάλυση της ειρωνείας χρησιμοποιεί δύο σπουδαίους θεωρητικούς της ειρωνείας, τον D.C. Muecke και την μελετή του «Irony» και τον Wayne C. Booth με το «A Rhetoric of Irony» – μεταξύ των δύο, η συγγραφέας τάσσεται υπέρ του Muecke (κυρίως ως προς τις τεχνικές της ειρωνείας) και εξηγεί τους λόγους που δεν επιλέγει τον Booth, ωστόσο αντλεί ευστοχότατες παρατηρήσεις και από αυτόν όπως και από πλήθος σύγχρονων ειρωνικών μελετητών. 
 
Ουσιαστικά ο μελετητής υιοθετεί μια συμβιβαστική θεωρία με την οποία προσπαθεί να συμφιλιώσει δύο διαφορετικές στάσεις απέναντι στην ειρωνεία: αυτή που την θεωρεί θετικό εργαλείο και εκείνη που βρίσκει στην ειρωνεία αποδομητικές, αρνητικές ιδιότητες. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η παρατήρηση της Hutcheon σύμφωνα με την οποία υπεύθυνη γι’ αυτήν την παλινδρόμηση του Culler είναι η διαϊδεολογική (transideological) ιδιότητα της ειρωνείας, το γεγονός δηλαδή ότι άλλοτε λειτουργεί καταφατικά και επιβεβαιωτικά και άλλοτε αρνητικά και διαλυτικά. Ο Culler δεν τάσσεται υπέρ της μιας ή της άλλης λειτουργίας, αλλά θεωρεί πως η ειρωνεία αναγνωρίζει στο κείμενο το δικαίωμα και άρα την ελευθερία οποιασδήποτε αμφιβολίας, προϋπόθεση ευεργετική για τη διαδικασία της ερμηνείας irony pride!

Στη συνέχεια η συγγραφέας αναφέρεται στην παρωδία που με τα χρόνια αποκτά την δική της αυτόνομη υπόσταση από τους σύγχρονους μελετητές της και απεκδύεται τον βοηθητικό και παρακατιανό ρόλο που είχε παλιότερα. Ας φέρω όμως ένα παράδειγμα για να μην γκώσετε από την πολλή θεωρία. Επειδή αγαπάμε ΟΑΣΘ ο οποίος εδώ και χρόνια κατέχει όλες τις τεχνικές της ποιητικής της ανατροπής, καθότι αποτελεί για την πόλη της Θεσσαλονίκης ιδιάζον μέσο... μεταφοράς (δεν ξέρω αν πιάσατε το αστειάκι!), ας του αφιερώσουμε ένα ποίημα (γραμμένο το 1974) του Κ. Φ. Φαβάκη [σημ.: Μ. Π. Σουλιώτης] που παρωδεί εκπληκτικά τη «Θάλασσα του πρωϊού» του Καφάβη:

Αναμονή του αστικού

Εδώ στη στάση ας σταθώ. Εδώ σταθμεύει.
Της στάσης «Στρατηγείο!» του ΟΑΣΘ
καλύπτρα ελενίτ, στα πλάγια διαφημίσεις· όλες
σμπαράλια από νύχτα ή απ’ τον αγέρα.
 
Εδώ ας παραμονέψω.
Και ας συσπειρωθώ μόλις τ’ ακούσω νάρχεται
(άκουσα κάτι, αλήθεια, πίσω από κείνη την στροφή)·
κι όχι να τρέχω πάλι πίσω του 
 και να γελούν, οι βλάκες μέσα από τα τζάμια.  

Το δοκίμιο της Κατερίνας Κωστίου είναι υπέροχο, αν ήμουν επιβλέπων καθηγητής θα της έβαζα σίγουρα δέκα με τόνο! Αρκετά εξαντλητικό για έννοιες και όρους που εξ ορισμού δεν εξαντλούνται, εμβριθές και (τρόπον τινά) διασκεδαστικό. Θα το πρότεινα όμως μόνο σε αναγνώστες που έχουν ειδικό ενδιαφέρον για τα θέματα αυτά. Δεν φτάνει να έχεις διαβάσει τον «Εκατοντάχρονο που πήδηξε από το παράθυρο και εξαφανίστηκε» για να θεωρείς ότι πλέον έφτασε ο καιρός να μάθεις πώς λειτουργεί το χιούμορ και η ειρωνεία εντός της λογοτεχνικής κριτικής! Η έκδοση της «Νεφέλης» είναι όμορφη, με μεγάλο σχήμα, ευρύχωρα και καλαίσθητα τυπογραφικά, κομψό εξώφυλλο.   


Αυτά τα ολίγα από μένα. Στάσου, για το χιούμορ δεν θα γράψεις τίποτα; Τι να γράψω μωρέ, αφού το χιούμορ έχει εξαφανιστεί από παντού. Πιο εύκολα θα έβρισκες χιούμορ με άνθρωπο, παρά άνθρωπο με χιούμορ. Άντε, πες και έγραψα κάτι για το χιούμορ, ποιος θα το καταλάβει; Στα λόγια μου έρχεστε. Ας με κατηγορείτε για ειρωνεία, δεν πτοούμαι.  

[...] Συνοψίζοντας τις αρετές της ειρωνείας, ο Muecke, επισημαίνει ότι η ειρωνεία μπορεί να λειτουργήσει αυτοπροστατευτικά, εφόσον βοηθά τον είρωνα να μην πάρει συγκεκριμένη θέση, όταν δεν θέλει να πάρει θέση, είτε γιατί δεν είναι σίγουρος για την κρίση του είτε γιατί δεν θέλει να εκθέσει την πραγματική του άποψη. Εξάλλου, με τις ποικίλες τεχνικές της η ειρωνεία δίνει πολλές δυνατότητες στον χειριστή της να μην αποκαλύψει την πραγματική του άποψη. Είναι γνωστό ότι η ειρωνεία προϋποθέτει κάποιον που μπορεί να αποστασιοποιηθεί τόσο από το θύμα του όσο και από τον εαυτό του, αφού η λειτουργία της είναι κατεξοχήν διανοητική. «Η δυνατότητα να υιοθετεί κανείς ειρωνική ματιά μπορεί να απορρέει κατευθείαν από κάτι τόσο θεμελιώδες, όσο η μοναδικά ανθρώπινη ικανότητα συμβολικής χρησιμοποίησης της γλώσσας», επισημαίνει ο Muecke. «Το να μπορεί κανείς να αντικαθιστά τα πράγματα με λέξεις σημαίνει να μπορεί να αναδύεται, έστω και μερικά, από τη ρευστότητα της αγνής υποκειμενικότητας, από τα επίπεδα του καθαρού συναισθήματος, της ίδιας της εμπειρίας και της ενστικτώδους δράσης».


Υ.Γ. 2666 Το βιβλίο, εννοείται ότι, είναι εξαντλημένο. Αν το βρίσκατε όλοι δεν θα ήταν ειρωνικό!

Σχόλια

  1. Το να εξαφανιστεί ο εκατοντάχρονος δεν είναι τίποτα μπροστά στην εξαφάνιση κάθε αναγνωστικής διάθεσης. Ένα το κρατούμενο.
    Για να δείξω ότι πήρα μια μικρή γεύση ειρωνείας, δεν έχω άλλο τρόπο παρά την ποίηση. Ένα ποίημα λοιπόν σε δύο μεταφραστικές εκδοχές:

    Α'. Ομιλεί ο Δαμαστής (ή Προκρούστης)

    Το κινητό μου βασίλειο Αθήνα-Μέγαρα
    μόνος κυρίαρχος σε δάση ρεματιές γκρεμούς
    δίχως γερο-συμβουλάτορες μωρά εξαρτήματα
    μ' ένα σκέτο ρόπαλο
    ντυμένος μοναχά με τη σκιά του λύκου
    και τον τρομερόν ήχο της λέξης Δαμαστής

    δεν είχα υπηκόους - δηλαδή τους είχα για λίγο
    δεν ζούσαν ίσαμε την αυγή αν και είναι κακοήθεια
    να λέγεται πως ήμουνα ληστής όπως ισχυρίζονται
    οι παραχαράκτες της ιστορίας

    η πάσα αλήθεια είναι πως ήμουν επιστήμονας
    εφευρέτης κοινωνικός αναμορφωτής
    πραγματικό μου πάθος η ανθρωπομετρία
    εφεύρα ένα κρεβάτι στα μέτρα του τέλειου ανθρώπου
    και μετρούσα μ' αυτό τους ταξιδιώτες που έπιανα

    ομολογώ πως είναι δύσκολο ν' αποφύγεις
    να τεντώσεις μέλη και να κόψεις ποδάρια
    όσο περισσότεροι άρρωστοί μου πέθαιναν
    τόσο βεβαιωνόμουν για την ορθότητα
    της έρευνάς μου. Ο σκοπός ήταν ιερός
    η πρόοδος απαιτεί θύματα

    λαχταρούσα να καταργήσω τη διαφορά
    ανάμεσα σε υψηλό και χαμηλό
    ήθελα να δώσω ενιαία μορφή
    στην αηδιαστικά ποικίλη ανθρωπότητα
    ποτέ δεν έπαψα να πασχίζω
    να κάνω τους ανθρώπους ίσους

    με σκότωσε ο Θησέας ο φονιάς του αθώου Μινωταύρου
    αυτός που βγήκε απ' τον Λαβύρινθο με μιανής το κουβάρι
    απατεώνας όλο κόλπα δίχως αρχές ούτε όραμα του μέλλοντος

    έχω τη βάσιμην ελπίδα πως άλλοι
    θα συνεχίσουν τον αγώνα μου
    και θα ολοκληρώσουν το τολμηρό μου έργο

    ZBIGNIEW HERBERT, μτφρ. Γ.Π. Σαββίδης

    ***

    Β'.Τάδε έφη Δαμαστής (γνωστός επίσης κι’ ως Προκρούστης)

    Το κινητό μου βασίλειο ανάμεσα στην Αθήνα και τα Μέγαρα
    κυβερνούσα μόνος τα δάση τις ρεματιές τα φαράγγια
    χωρίς γέρους συμβουλάτορες γελοία σιρίτια μ’ ένα απλό ρόπαλο
    μεταμφιεσμένος μόνο με τη σκιά ενός λύκου
    και τον τρόμο που ο ήχος της λέξης Δαμαστής προκαλούσε

    δεν είχα υποτελείς δηλαδή είχα αλλά γιά λίγο
    δεν ζούσαν όσο η αυγή, όμως είναι συκοφαντία
    να πει κανείς πως ήμουν ληστής
    όπως ισχυρίζονται οι παραχαράκτες της ιστορίας

    στην πραγματικότητα ήμουν ένας λόγιος ένας κοινωνικός αναμορφωτής
    το αληθινό μου πάθος η ανθρωπομετρία

    επινόησα ένα κρεβάτι στις διαστάσεις του τέλειου ανθρώπου
    το συνέκρινα με τους ταξιδιώτες που έπεφταν στα χέρια μου
    ήταν δύσκολο ν’ αντισταθώ στον πειρασμό – το ομολογώ
    να τεντώνω άκρα να κόβω πόδια
    οι ασθενείς πέθαιναν αλλά όσο περισσότεροι χάνονταν
    τόσο ήμουν βέβαιος πως η έρευνα μου ήταν σωστή
    ο σκοπός ήταν ευγενής η πρόοδος απαιτεί θύματα

    ποθούσα να καταργήσω τη διαφορά ανάμεσα στο υψηλό και το χαμηλό
    ήθελα να δώσω ένα και μόνο σχήμα στην αηδιαστικά ποικιλόμορφη ανθρωπότητα
    δεν παραιτήθηκα ποτέ από την προσπάθεια να κάνω τους ανθρώπους ίσους

    τη ζωή μου την πήρε ο Θησέας ο φονιάς του αθώου Μινώταυρου
    αυτός που βγήκε απ’ τον λαβύρινθο με το κουβάρι νήμα μιάς γυναίκας
    ένας τσαρλατάνος όλο κόλπα χωρίς αρχές ή όραμα του μέλλοντος

    έχω τη βάσιμη ελπίδα πως άλλοι θα συνεχίσουν τις προσπάθειες μου
    και θα ολοκληρώσουν το έργο που με τόση τόλμη έβαλα μπρος

    Herbert Zbignief, Μετάφραση: Χάρης Βλαβιανός


    ΥΓ. ΤΙΝΑΦΤΗΡΕ; Για καθετί έχει ένα ποίημα στο τσεπάκι;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Κάνετε... τιμές στον μικρό θεό της ειρωνείας, έτσι; :p

      Εντάξει, θα το πάρω και αυτό, με πείσατε. Υπέροχο ποίημα(τα)! Προτίμησα, να πω την αλήθεια, λίγο περισσότερο την μετάφραση του Σαββίδη. Εντούτοις θα το αγοράσω στην επίσης καλή μετάφραση του Βλαβιανού, εφόσον μάλλον μόνο αυτή θα κυκλοφορεί πλέον.

      Υ.Γ. Η αναφορά στον Εκατοντάχρονο ήταν τυχαία αλλά μόλις τώρα συνέλαβα τις όποιες συνδέσεις :D

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!