Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Δεν θέλω ειρωνείες


Οι περισσότεροι άνθρωποι στον σύγχρονο κόσμο νομίζουν ότι γεννιούνται με το χάρισμα της ειρωνείας. Κάνουν εκεί χάμω ένα-δυο ρημαδοτρολαρίσματα και νομίζουν ότι είναι και είρωνες. Αλλά δεν μπορείς να τους πείσεις για το αντίθετο· όπως ακριβώς δεν μπορείς να πείσεις έναν άνθρωπο ότι δεν έχει χιούμορ. Θα σου απαντήσει ότι εσύ δεν έχεις διορατικότητα και θα βαλθεί να σε πείσει για το πηγαίο χιούμορ του, μετατρέποντας το στέρεο έδαφος τριγύρω σου, σε πίστα πατινάζ όπου πρέπει να απομακρυνθείς γρήγορα πριν φας τα μούτρα σου! Αν θες πράγματι να μάθεις τι εστί ειρωνεία πρέπει να προσπαθήσεις να διαβάσεις (όπως προσπαθώ και εγώ) το υπέροχο δοκίμιο του Βλαντιμίρ Γιανκέλεβιτς για το οποίο θα κάνω βιβλιοκριτική μια επόμενη φορά – μην ειρωνεύεστε ρε! Έξω από τη φιλοσοφική σφαίρα, τι σημαίνουν «πρακτικά» αυτές οι ασαφείς έννοιες που συχνότατα ο καθένας μας εξαπολύει προς ή στερεί από τον άλλον; Είναι ακριβώς αυτό· ασαφείς. Και αυτό είναι τραγική ειρωνεία, γαμώτο μου!


Η ειρωνεία είναι είδος ή όνειδος; Γιατί το μαύρο χιούμορ, παρόλο που το μαύρο παραμένει πάντα στη μόδα, δεν εκτιμάται από τους πολλούς; Η σάτιρα όταν εκφυλίζεται μετατρέπεται σε σάτυρα; Η παρωδία έχει να... δώσει στην λογοτεχνία; Σ’ αυτά και σε ακόμη περισσότερα απαντάει το υπέροχο δοκίμιο της Κατερίνας Κωστίου, άοκνης (τρελαίνομαι για τέτοια κλισέ!) μελετήτριας του Γιάννη Σκαρίμπα. Η Κωστίου έκανε την διατριβή της πάνω στο έργο του Σκαρίμπα και αυτά που αναφέρονται εδώ αποτελούσαν, σε συντμημένη μορφή, το Α’ μέρος της εργασίας. Στο συγκεκριμένο βιβλίο μελετά σε βάθος και με την βοήθεια εκτενούς και ατελείωτης διεθνούς βιβλιογραφίας, αυτούς τους αέναα «ασαφείς» όρους που σαν το χωριό των Γαλατών αντιστέκονται σε κάθε εισβολή και επιβολή νοήματος! Την συγγραφέα εντούτοις, δεν την ενδιαφέρει τόσο η φιλοσοφική έννοια αυτών των όρων, όσο η εφαρμογή που έχουν πάνω στην λογοτεχνική κριτική, και δη σε κείμενα της νεοελληνικής λογοτεχνίας (μην τρομάζετε με αυτό το τελευταίο, μιλάμε για σοβαρά βιβλία, όχι αυτά που νομίσατε).

Ανέκαθεν ενδιαφερόμουν γι’ αυτά τα πράγματα – η γέννησή μου ήταν παρωδία, η ονοματοδοσία μου χιούμορ, η εξέλιξή μου σάτιρα και η κατάληξή μου ειρωνεία! Συχνά σκέφτομαι, είμαι ειρωνικός; Εγώ νομίζω ότι είμαι. Όσοι τυχαίνει να με γνωρίζουν (μεταδιαδικτυακώς) πρώτη φορά από κοντά, δικαίως αναρωτιούνται ΤΙΝΑΦΤΟΡΕ;... έχει καμία σχέση με το μισητό δηκτικό διαδικτυακό εξάμβλωμα που καραδοκεί να μας κατασπαράξει σε κάθε ποστάρισμά μας; I’m not a robot, αλήθεια σας λέω! Η διαφορά είναι ότι στον προφορικό λόγο η ειρωνεία ενέχει δυσκολίες. Είναι δύσκολη τεχνική που απαιτεί παρατήρηση, δοκιμή, αποτυχία, επανάληψη, κλπ. Ο γραπτός λόγος είναι το κατεξοχήν πεδίο της. Επίσης, για τους περισσότερους ανθρώπους η ειρωνεία είναι συνυφασμένη με την κακεντρέχεια, και μάλιστα επί προσωπικού. Γι’ αυτούς είμαι απλώς ένα χαμένο κορμί... με φωνάζουν και αλήτη. Τι να γίνει ρε παιδιά, ειρωνεία υμίν!

[..] Άλλωστε, σε τελευταία ανάλυση, ο σατιρικός συγγραφέας, ακόμη και όταν είναι «ώριμο τέκνο της οργής», εξακολουθεί να είναι ένας τεχνίτης του λόγου και να θέτει αισθητικά κριτήρια για να πετύχει τον κριτικό του στόχο. Και όσο πιο ικανοποιητική είναι μια σάτιρα ως λογοτεχνικό κείμενο, τόσο πιο αποτελεσματική είναι και ως προς την κριτική της διάσταση. Η αναγνωστική εμπειρία δείχνει, εξάλλου, ότι με το πέρασμα του χρόνου διασώζονται κυρίως σάτιρες που αποτελούν σημαντικά λογοτεχνικά κείμενα. Άλλωστε, η λογοτεχνικότητα είναι η ειδοποιός διαφορά της σάτιρας από τον λίβελλο και άλλα κείμενα με τα οποία έχει ίδιους ή παρεμφερείς στόχους.

Αρκετοί ορισμοί και τεχνικές που αναλύονται για καθεμιά από τις τέσσερις έννοιες που υπάρχουν στο βιβλίο αλληλοεπικαλύπτονται επιτείνοντας την γενική σύγχυση («Η δυσκολία να διακρίνει κανείς μεταξύ τους όρους που βρίσκονται σε στενή εννοιολογική συνάφεια, προκύπτει εν μέρει από το γεγονός ότι άλλοτε συνεργάζονται στενά και άλλοτε αυτονομούνται»). Η σάτιρα δεν λειτουργεί χωρίς ειρωνεία αλλά η ειρωνεία δεν έχει μόνο σατιρική διάθεση, αυτήν την ιδιότητα του μυθιστοριογράφου που ο Lukacs αποκαλεί ειρωνεία, ο Rene Girard, στο βιβλιο του Mensonge romantique et verite romanesque, την αποκαλεί χιούμορ, κλπ. Ιδιοσυγκρασιακώς, ενδιαφέρομαι κυρίως για την ειρωνεία (αντιγράφω εδώ μία περιγραφή της που αγαπώ πολύ από το βιβλίο του Γιανκέλεβιτς και το κάνω μόνο και μόνο επειδή την αναφέρει και η Κωστίου στο δοκίμιό της – «δύναμη για παιχνίδι, για πτήση στους αιθέρες, για ακροβασία πάνω στα νοήματα, προκειμένου να τα αρνηθεί ή να τα αναδημιουργήσει») και το χιούμορ (εδώ δεν αντιγράφω τίποτα, το χιούμορ δεν αντιγράφεται).

Η Κατερίνα Κωστίου για την ανάλυση της ειρωνείας χρησιμοποιεί δύο σπουδαίους θεωρητικούς της ειρωνείας, τον D.C. Muecke και την μελετή του «Irony» και τον Wayne C. Booth με το «A Rhetoric of Irony» – μεταξύ των δύο, η συγγραφέας τάσσεται υπέρ του Muecke (κυρίως ως προς τις τεχνικές της ειρωνείας) και εξηγεί τους λόγους που δεν επιλέγει τον Booth, ωστόσο αντλεί ευστοχότατες παρατηρήσεις και από αυτόν όπως και από πλήθος σύγχρονων ειρωνικών μελετητών. 
 
Ουσιαστικά ο μελετητής υιοθετεί μια συμβιβαστική θεωρία με την οποία προσπαθεί να συμφιλιώσει δύο διαφορετικές στάσεις απέναντι στην ειρωνεία: αυτή που την θεωρεί θετικό εργαλείο και εκείνη που βρίσκει στην ειρωνεία αποδομητικές, αρνητικές ιδιότητες. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η παρατήρηση της Hutcheon σύμφωνα με την οποία υπεύθυνη γι’ αυτήν την παλινδρόμηση του Culler είναι η διαϊδεολογική (transideological) ιδιότητα της ειρωνείας, το γεγονός δηλαδή ότι άλλοτε λειτουργεί καταφατικά και επιβεβαιωτικά και άλλοτε αρνητικά και διαλυτικά. Ο Culler δεν τάσσεται υπέρ της μιας ή της άλλης λειτουργίας, αλλά θεωρεί πως η ειρωνεία αναγνωρίζει στο κείμενο το δικαίωμα και άρα την ελευθερία οποιασδήποτε αμφιβολίας, προϋπόθεση ευεργετική για τη διαδικασία της ερμηνείας irony pride!

Στη συνέχεια η συγγραφέας αναφέρεται στην παρωδία που με τα χρόνια αποκτά την δική της αυτόνομη υπόσταση από τους σύγχρονους μελετητές της και απεκδύεται τον βοηθητικό και παρακατιανό ρόλο που είχε παλιότερα. Ας φέρω όμως ένα παράδειγμα για να μην γκώσετε από την πολλή θεωρία. Επειδή αγαπάμε ΟΑΣΘ ο οποίος εδώ και χρόνια κατέχει όλες τις τεχνικές της ποιητικής της ανατροπής, καθότι αποτελεί για την πόλη της Θεσσαλονίκης ιδιάζον μέσο... μεταφοράς (δεν ξέρω αν πιάσατε το αστειάκι!), ας του αφιερώσουμε ένα ποίημα (γραμμένο το 1974) του Κ. Φ. Φαβάκη [σημ.: Μ. Π. Σουλιώτης] που παρωδεί εκπληκτικά τη «Θάλασσα του πρωϊού» του Καφάβη:

Αναμονή του αστικού

Εδώ στη στάση ας σταθώ. Εδώ σταθμεύει.
Της στάσης «Στρατηγείο!» του ΟΑΣΘ
καλύπτρα ελενίτ, στα πλάγια διαφημίσεις· όλες
σμπαράλια από νύχτα ή απ’ τον αγέρα.
 
Εδώ ας παραμονέψω.
Και ας συσπειρωθώ μόλις τ’ ακούσω νάρχεται
(άκουσα κάτι, αλήθεια, πίσω από κείνη την στροφή)·
κι όχι να τρέχω πάλι πίσω του 
 και να γελούν, οι βλάκες μέσα από τα τζάμια.  

Το δοκίμιο της Κατερίνας Κωστίου είναι υπέροχο, αν ήμουν επιβλέπων καθηγητής θα της έβαζα σίγουρα δέκα με τόνο! Αρκετά εξαντλητικό για έννοιες και όρους που εξ ορισμού δεν εξαντλούνται, εμβριθές και (τρόπον τινά) διασκεδαστικό. Θα το πρότεινα όμως μόνο σε αναγνώστες που έχουν ειδικό ενδιαφέρον για τα θέματα αυτά. Δεν φτάνει να έχεις διαβάσει τον «Εκατοντάχρονο που πήδηξε από το παράθυρο και εξαφανίστηκε» για να θεωρείς ότι πλέον έφτασε ο καιρός να μάθεις πώς λειτουργεί το χιούμορ και η ειρωνεία εντός της λογοτεχνικής κριτικής! Η έκδοση της «Νεφέλης» είναι όμορφη, με μεγάλο σχήμα, ευρύχωρα και καλαίσθητα τυπογραφικά, κομψό εξώφυλλο.   


Αυτά τα ολίγα από μένα. Στάσου, για το χιούμορ δεν θα γράψεις τίποτα; Τι να γράψω μωρέ, αφού το χιούμορ έχει εξαφανιστεί από παντού. Πιο εύκολα θα έβρισκες χιούμορ με άνθρωπο, παρά άνθρωπο με χιούμορ. Άντε, πες και έγραψα κάτι για το χιούμορ, ποιος θα το καταλάβει; Στα λόγια μου έρχεστε. Ας με κατηγορείτε για ειρωνεία, δεν πτοούμαι.  

[...] Συνοψίζοντας τις αρετές της ειρωνείας, ο Muecke, επισημαίνει ότι η ειρωνεία μπορεί να λειτουργήσει αυτοπροστατευτικά, εφόσον βοηθά τον είρωνα να μην πάρει συγκεκριμένη θέση, όταν δεν θέλει να πάρει θέση, είτε γιατί δεν είναι σίγουρος για την κρίση του είτε γιατί δεν θέλει να εκθέσει την πραγματική του άποψη. Εξάλλου, με τις ποικίλες τεχνικές της η ειρωνεία δίνει πολλές δυνατότητες στον χειριστή της να μην αποκαλύψει την πραγματική του άποψη. Είναι γνωστό ότι η ειρωνεία προϋποθέτει κάποιον που μπορεί να αποστασιοποιηθεί τόσο από το θύμα του όσο και από τον εαυτό του, αφού η λειτουργία της είναι κατεξοχήν διανοητική. «Η δυνατότητα να υιοθετεί κανείς ειρωνική ματιά μπορεί να απορρέει κατευθείαν από κάτι τόσο θεμελιώδες, όσο η μοναδικά ανθρώπινη ικανότητα συμβολικής χρησιμοποίησης της γλώσσας», επισημαίνει ο Muecke. «Το να μπορεί κανείς να αντικαθιστά τα πράγματα με λέξεις σημαίνει να μπορεί να αναδύεται, έστω και μερικά, από τη ρευστότητα της αγνής υποκειμενικότητας, από τα επίπεδα του καθαρού συναισθήματος, της ίδιας της εμπειρίας και της ενστικτώδους δράσης».


Υ.Γ. 2666 Το βιβλίο, εννοείται ότι, είναι εξαντλημένο. Αν το βρίσκατε όλοι δεν θα ήταν ειρωνικό!

Σχόλια

  1. Το να εξαφανιστεί ο εκατοντάχρονος δεν είναι τίποτα μπροστά στην εξαφάνιση κάθε αναγνωστικής διάθεσης. Ένα το κρατούμενο.
    Για να δείξω ότι πήρα μια μικρή γεύση ειρωνείας, δεν έχω άλλο τρόπο παρά την ποίηση. Ένα ποίημα λοιπόν σε δύο μεταφραστικές εκδοχές:

    Α'. Ομιλεί ο Δαμαστής (ή Προκρούστης)

    Το κινητό μου βασίλειο Αθήνα-Μέγαρα
    μόνος κυρίαρχος σε δάση ρεματιές γκρεμούς
    δίχως γερο-συμβουλάτορες μωρά εξαρτήματα
    μ' ένα σκέτο ρόπαλο
    ντυμένος μοναχά με τη σκιά του λύκου
    και τον τρομερόν ήχο της λέξης Δαμαστής

    δεν είχα υπηκόους - δηλαδή τους είχα για λίγο
    δεν ζούσαν ίσαμε την αυγή αν και είναι κακοήθεια
    να λέγεται πως ήμουνα ληστής όπως ισχυρίζονται
    οι παραχαράκτες της ιστορίας

    η πάσα αλήθεια είναι πως ήμουν επιστήμονας
    εφευρέτης κοινωνικός αναμορφωτής
    πραγματικό μου πάθος η ανθρωπομετρία
    εφεύρα ένα κρεβάτι στα μέτρα του τέλειου ανθρώπου
    και μετρούσα μ' αυτό τους ταξιδιώτες που έπιανα

    ομολογώ πως είναι δύσκολο ν' αποφύγεις
    να τεντώσεις μέλη και να κόψεις ποδάρια
    όσο περισσότεροι άρρωστοί μου πέθαιναν
    τόσο βεβαιωνόμουν για την ορθότητα
    της έρευνάς μου. Ο σκοπός ήταν ιερός
    η πρόοδος απαιτεί θύματα

    λαχταρούσα να καταργήσω τη διαφορά
    ανάμεσα σε υψηλό και χαμηλό
    ήθελα να δώσω ενιαία μορφή
    στην αηδιαστικά ποικίλη ανθρωπότητα
    ποτέ δεν έπαψα να πασχίζω
    να κάνω τους ανθρώπους ίσους

    με σκότωσε ο Θησέας ο φονιάς του αθώου Μινωταύρου
    αυτός που βγήκε απ' τον Λαβύρινθο με μιανής το κουβάρι
    απατεώνας όλο κόλπα δίχως αρχές ούτε όραμα του μέλλοντος

    έχω τη βάσιμην ελπίδα πως άλλοι
    θα συνεχίσουν τον αγώνα μου
    και θα ολοκληρώσουν το τολμηρό μου έργο

    ZBIGNIEW HERBERT, μτφρ. Γ.Π. Σαββίδης

    ***

    Β'.Τάδε έφη Δαμαστής (γνωστός επίσης κι’ ως Προκρούστης)

    Το κινητό μου βασίλειο ανάμεσα στην Αθήνα και τα Μέγαρα
    κυβερνούσα μόνος τα δάση τις ρεματιές τα φαράγγια
    χωρίς γέρους συμβουλάτορες γελοία σιρίτια μ’ ένα απλό ρόπαλο
    μεταμφιεσμένος μόνο με τη σκιά ενός λύκου
    και τον τρόμο που ο ήχος της λέξης Δαμαστής προκαλούσε

    δεν είχα υποτελείς δηλαδή είχα αλλά γιά λίγο
    δεν ζούσαν όσο η αυγή, όμως είναι συκοφαντία
    να πει κανείς πως ήμουν ληστής
    όπως ισχυρίζονται οι παραχαράκτες της ιστορίας

    στην πραγματικότητα ήμουν ένας λόγιος ένας κοινωνικός αναμορφωτής
    το αληθινό μου πάθος η ανθρωπομετρία

    επινόησα ένα κρεβάτι στις διαστάσεις του τέλειου ανθρώπου
    το συνέκρινα με τους ταξιδιώτες που έπεφταν στα χέρια μου
    ήταν δύσκολο ν’ αντισταθώ στον πειρασμό – το ομολογώ
    να τεντώνω άκρα να κόβω πόδια
    οι ασθενείς πέθαιναν αλλά όσο περισσότεροι χάνονταν
    τόσο ήμουν βέβαιος πως η έρευνα μου ήταν σωστή
    ο σκοπός ήταν ευγενής η πρόοδος απαιτεί θύματα

    ποθούσα να καταργήσω τη διαφορά ανάμεσα στο υψηλό και το χαμηλό
    ήθελα να δώσω ένα και μόνο σχήμα στην αηδιαστικά ποικιλόμορφη ανθρωπότητα
    δεν παραιτήθηκα ποτέ από την προσπάθεια να κάνω τους ανθρώπους ίσους

    τη ζωή μου την πήρε ο Θησέας ο φονιάς του αθώου Μινώταυρου
    αυτός που βγήκε απ’ τον λαβύρινθο με το κουβάρι νήμα μιάς γυναίκας
    ένας τσαρλατάνος όλο κόλπα χωρίς αρχές ή όραμα του μέλλοντος

    έχω τη βάσιμη ελπίδα πως άλλοι θα συνεχίσουν τις προσπάθειες μου
    και θα ολοκληρώσουν το έργο που με τόση τόλμη έβαλα μπρος

    Herbert Zbignief, Μετάφραση: Χάρης Βλαβιανός


    ΥΓ. ΤΙΝΑΦΤΗΡΕ; Για καθετί έχει ένα ποίημα στο τσεπάκι;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Κάνετε... τιμές στον μικρό θεό της ειρωνείας, έτσι; :p

      Εντάξει, θα το πάρω και αυτό, με πείσατε. Υπέροχο ποίημα(τα)! Προτίμησα, να πω την αλήθεια, λίγο περισσότερο την μετάφραση του Σαββίδη. Εντούτοις θα το αγοράσω στην επίσης καλή μετάφραση του Βλαβιανού, εφόσον μάλλον μόνο αυτή θα κυκλοφορεί πλέον.

      Υ.Γ. Η αναφορά στον Εκατοντάχρονο ήταν τυχαία αλλά μόλις τώρα συνέλαβα τις όποιες συνδέσεις :D

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !