Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Άρης να γουστάρεις


Κάποιες στιγμές χρειάζεσαι ένα page turner. Ένα βιβλίο για να αποδείξεις στον εαυτό σου ότι μπορείς να γυρίζεις τις σελίδες πιο γρήγορα και από την σκιά σου. Κανονικά δεν θα γύρναγα να το κοιτάξω. Θα προτιμούσα να δω την ταινία, ίσως ούτε καν αυτή. Απλώς έκανα το μοιραίο λάθος να το ξεφυλλίσω. Και κόλλησα. Ξεχάστηκα μόνος μου στον Άρη. Καλή φάση! Έχουν βρει και νερό!!

Συνωμοσιολόγοι όλου του κόσμου, ενωθείτε! Αυτό είναι το βιβλίο σας. Μήπως έχουν πάει ήδη στον Άρη και μας το κρατούν κρυφό για να μην πανικοβληθούμε; Υπάρχει άραγε ζωή εκεί έξω; Γιατί να αγοράσω το βιβλίο, για να χρηματοδοτήσω άθελά μου τα σατανικά προγράμματα της NASA; Οι πατάτες από τον Άρη παράγουν καλή βότκα; Ο πλανήτης βγαίνει και σε άλλα χρώματα ή μόνο σε κόκκινο; Ώπα, σταθείτε, αυτό το βιβλίο δεν είναι προπαγάνδα με ολίγη λογοτεχνία, αλλά λογοτεχνία με ολίγη προπαγάνδα, ο Λιακόπουλος ζει εκεί έξω και προς αυτόν να κινηθείτε αν θέλετε απαντήσεις στα φλέγοντα αυτά ζητήματα. Ο «Άνθρωπος στον Άρη» είναι λογοτεχνία, συγκεκριμένου λογοτεχνικού είδους μεν, εύκολα εκτιμητέα από τους σοβαρούς αναγνώστες δε. 

Είναι μια παρέα ετερόκλητων ανθρώπων και ένας απ' αυτούς ξεμένει σε μια κατάσταση άκρως επιβαρυντική για την επιβίωσή του. Είναι ο κυνικός. Αυτό θα τον βοηθήσει να επιβιώσει πιο εύκολα απ' ό,τι θα τα κατάφερνε οποιοσδήποτε από τους άλλους συναδέλφους του; Όχι, βέβαια! Όμως κρατάει ημερολόγιο, και παραδεχθείτε το, ποιος δε θα ήθελε να ξεφυλλίσει το ημερολόγιο ενός μελλοθάνατου κυνικού; Χάρις σε αυτό το εύρημα, ο συγγραφέας συνθέτει μια ελκυστικότατη λογοτεχνία που σε κάνει να πεθαίνεις στα γέλια! 

Τότε η στολή έκανε το μονο πράγμα που μπορούσε να κάνει για να με κρατήσει ζωντανό. Άρχισε να μου παρέχει καθαρό οξυγόνο. Τώρα πια κινδύνευα να πεθάνω από δηλητηρίαση οξυγόνου, μιας και θα καιγόταν το νευρικό μου σύστημα, οι πνεύμονες και τα μάτια μου. Πιο ειρωνικός θάνατος δεν υπάρχει! Να φοράς τρύπια στολή και να πεθαίνεις από υπερβολικό οξυγόνο... 

Στόχος του ήρωά μας είναι να επιβιώσει τέσσερα χρόνια στον Άρη μέχρι την επόμενη προγραμματισμένη αποστολή, με όσα εφόδια διαθέτει και όσα μπορεί να σκεφτεί το μυαλό του, συν ότι πρέπει με κάποιον τρόπο να επικοινωνήσει με την μελλοντική ομάδα που θα προσεδαφιστεί στου διαόλου τη μάνα. Καλά, δε θέλω να μου πεθάνετε από αγωνία για το αν θα έχει επιτυχή έκβαση το όλο εγχείρημα. Ησυχάστε, θα τα καταφέρει. Το ξέρουμε όλοι αυτό, χωρίς καν να διαβάσουμε το βιβλίο. Ούτε πρέπει να σας νοιάζουν τα πραγματολογικά στοιχεία. Φανταστείτε ότι διαβάζετε μια δυστοπία. Στο «Σολάρις» δε θα σας ένοιαζαν και τόσο τα πραγματολογικά στοιχεία γιατί αφορούσε έναν φαντασικό πλανήτη – το γεγονός ότι έχετε ακουστά τον Άρη, δεν σημαίνει ότι πρέπει να αξιώνετε σαν θιγμένοι αναγνώστες και επιστημονικές αλήθειες! Ο συγγραφέας είναι βουτηγμένος στην πιο δύσκολη επιστήμη, κάτι που μας το κάνει φανερό με πολύ μεγάλη ευκολία και έτσι δεν υπάρχει κανένας λόγος να το παίζουμε έξυπνοι. Αν δεν διαθέτετε το υψηλό επίπεδο γνώσεων ενός αστροφυσικού ή το χαμηλό επίπεδο ενός τηλεθεατή των εκπομπών του Λιακόπουλου, δεν βρίσκω τον λόγο να επικεντρωθείτε στα πραγματολογικά στοιχεία. Εγώ που απέχω αρκετά από τα δύο αυτά άκρα, βρήκα τα πραγματολογικά στοιχεία επαρκέστατα και αληθοφανή. Επίσης, δεν χρειάζεται να επικεντρωθείτε στη σύγκριση αυτού του βιβλίου με άλλα μεγαθήρια του είδους – το «Σολάρις» ας πούμε είναι ιδιοφυές και αυθύπαρκτο (και η ταινία του Ταρκόφσκι του πρόσθεσε περισσότερη αίγλη), ο Φίλιπ Ντικ από την άλλη είναι κάτι σαν τον Τζέημς Τζους της ΕΦ, μην τα βάζουμε λοιπόν όλα στο ίδιο τσουβάλι. Και πού να επικεντρωθούμε, θα μου πείτε. 



Να επικεντρωθείτε στον γοητευτικό κυνικό αστροναύτη και στην αστείρευτη ευρηματικότητά του, στην εξαιρετική δομή του βιβλίου που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον, στο χιούμορ που κόντρα σε όλα τα προβλήματα δεν χάνει ποτέ το χιούμορ του, στην μερική γνώση που αποκτάς για τις «σκοτεινές» δραστηριότητες της NASA, στην έξαψη που σου δημιουργεί μια περιπετειώδης αφήγηση. Ίσως να μην συναντούμε εδώ τα βαθυστόχαστα ερωτήματα που θα κατέκλυζαν ένα παντέρημο ανθρώπινο ον αναγκασμένο να πεθάνει, δεν είναι φιλοσοφικό δοκίμιο, ο χαρακτήρας δεν αυτοαναλύεται μέχρι εξαντλήσεως πάνω στην σπουδαιότητα ή/και ματαιότητα της ζωής. Όμως παρακολουθούμε την αγωνιώδη προσπάθεια ενός ανθρώπου να επιβιώσει κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, μπολιάζοντας αυτήν την προσπάθεια με αμέτρητες ανθρώπινες στιγμές που στερούνται της μεγαλοσύνης που θα επέβαλε αυτή η φρικτή και τελεσίδικη κατάσταση, αλλά δεν παύουν να συγκινούν με την απλότητα και την αλήθεια της διατύπωσής τους.

Το αγαπημένο μου e-mail είναι αυτό που μου 'στειλε η μαμά. Είναι ακριβώς αυτό που περιμένεις από μια μαμά. Ευχαριστώ το Θεό που είσαι ζωντανός, βάστα γερά, μη πεθάνεις σε παρακαλώ, ο μπαμπάς στέλνει χαιρετίσματα και τα λοιπά.
Ε, το έχω διαβάσει πενήντα φορές. Μη με παρεξηγείτε – δεν είμαι μαμάκιας. Είμαι ένας κανονικός ενήλικας, που καμιά φορά φοράει και καμιά πάνα (επιβάλλεται όταν φοράς διαστημική στολή).

Οι εκδόσεις «Παπαδόπουλος» είναι ενας μικρός εκδοτικός οίκος και χαίρομαι που του κλήρωσε ένα μπεστ-σέλερ, ειδικά ένα από εκείνα τα σπάνια μπεστ-σέλερ που πουλάει χωρίς να πουλιέται! Με το καλό να χαρεί τα κέρδη του. Η έκδοση είναι μια χαρά, με εκείνο το ελαφρύ χαρτί που θυμίζει εκείνο της εφημερίδας αλλά καταλαβαίνεις αμέσως ότι είναι ποιοτικό (εμένα δε θα με χάλαγε όμως ούτε το χαρτί εφημερίδας). Το εξώφυλλο υποτάχθηκε στο χολυγουντιανό μάρκετινγκ και καλά έκανε εδώ που τα λέμε, γιατί ενώ δεν το περίμενα, τελικά ψήθηκα και θα δω και την ταινία (δεν ξέρω πώς θα είναι αλλά υποψιάζομαι ότι οι κυνικές σκέψεις του ήρωα που καταγράφονται στο ημερολόγιο της αποστολής, θα παραμεριστούν κάπως για χάρη της δράσης. Για μένα ωστόσο, οι κυνικές σκέψεις είναι η μισή απόλαυση του βιβλίου). Η μετάφραση είναι του Κώστα Χαρβάτη και θεωρώ ότι εναρμονίστηκε πλήρως με τα επιμέρους στοιχεία του βιβλίου, κοντολογίς ήταν εξαιρετική (ο μεταφραστής προσπαθώντας να προσαρμόσει τις κυνικές εκφράσεις του ήρωα στην ελληνική γλώσσα, έκανε κάποια γλωσσικά «πειράματα» που είχαν αρκετή επιτυχία. Ένα όμως κόντεψε να ανατινάξει το εργαστήριο στον αέρα, «Το καημένο το ρόβερ, έτσι που το φόρτωνα έμοιαζε με γύφτικο Ντάτσουν»!!!!!! Τι έγινε ρε παιδιά; Αμέσως μου ήρθαν στο μαυλό οι πατάτες που καλλιεργούσε ο ήρωας στον Άρη και σκέφτηκα ένα Ντάτσουν να βολοδέρνει στον κόκκινο πλανήτη φωνάζοντας με την ντουντούκα, «Πατάτες! Πατάτες! Εδώ οι καλές πατάτες!» – κύριε μεταφραστά, με κάθε σεβασμό, σε αυτό το σημείο νομίζω χάσατε επαφή με τον ασύρματο). Το σίγουρο είναι ότι αν πάρετε το βιβλίο στα χέρια σας και διαβάσετε μια τυχαία ημερολογιακή καταγραφή, θα κολλήσετε. Και αυτό είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να σας συμβεί με ένα βιβλίο, οποιουδήποτε είδους, οποιουδήποτε θέματος. Το βιβλίο του Andy Weir δεν είναι από άλλον πλανήτη, ούτε ο συγγραφέας του είναι εξωγήινος – αντιθέτως, πρόκειται για εντελώς γήινο κατασκεύασμα που θα μπορούσε κάλλιστα να φέρει τον τίτλο «Άνθρωπος στη Γη».
  
Έτσι λοιπόν έχουν τα πράγματα. Είμαι καθηλωμένος στον Άρη.
Δεν έχω τρόπο να επικοινωνήσω με το Hermes ούτε με τη Γη. Όλοι νομίζουν ότι είμαι νεκρός. Βρίσκομαι στο Hab, το οποίο έχει σχεδιαστεί για να φιλοξενήσει το πλήρωμα για τριάντα μία μέρες.
Αν χαλάσει ο οξυγονοποιητής, θα πεθάνω από ασφυξία. Αν χαλάσει ο ανακυκλωτής νερού, θα πεθάνω από δίψα. Αν το Hab παρουσιάσει ρήγμα, θα σκάσω σαν μπαλόνι. Αν δεν συμβεί τίποτα από αυτά, κάποια στιγμή θα μου τελειώσουν τα τρόφιμα και θα πεθάνω από ασιτία.
Οπότε, μάλλον ναι, την έχω γαμήσει. 




 Υ.Γ. 2666  Η ανάρτηση αυτή πρωτοδημοσιεύτηκε στο μπλογκ «Διαβάζοντας». Τελικά την είδα την ταινία και έγινε ακριβώς αυτό που φοβόμουν πιο πάνω. Είναι από τις ελαχιστότατες φορές που έδωσα 15 ευρώ σε μια μπεστ-σελεριά (όχι πως δίνω συχνά λεφτά σε μπεστ-σελεριές, έχουμε και ένα ίματζ, μην τα ισοπεδώνουμε όλα) και δεν το μετάνιωσα καθόλου. Αντιθέτως, το βιβλίο σε ξεμπλοκάρει πανεύκολα από οποιοδήποτε αναγνωστικό μπλοκ ενδεχομένως σε ταλαιπωρεί εκείνη την περίοδο και κυρίως, είναι ένα αντίδοτο στην δυσθυμία, ας μην υποτιμούμε αυτή την βασική λειτουργία ένος καλού βιβλίου. Φύγαμε για Άρτεμις!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !