Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Seven Up!


Upgrade της εμβληματικής ταινίας «Seven» μοιάζει η σειρά «Mindhunter» του David Fincher. Έχω δει το «Seven» πολλαπλάσιες του 7 φορές, παίζω άνετα ξύλο για ένα πλάνο του «Fight club» και γενικά μου αρέσει αυτός ο σκηνοθέτης, γι’ αυτό μην μου την μπαίνετε πολύ γιατί είμαι και λίγο psychopath, προσέξτε την συμπεριφορά σας! «Η συγγραφή είναι μια κοινωνικά αποδεκτή μορφή σχιζοφρένειας» είχε κάποτε πει ο Doctorow του οποίου δεν πολυσυμπαθώ την λογοτεχνία αλλά λατρεύω την παραπάνω φράση. Το αυτό ισχύει και για τους αναγνώστες – οι αναγνώστες είμαστε serial killers. Και δεν εννοώ ότι είναι έγκλημα να μην έχεις διαβάσει Τζόυς, Πύντσον, Ναμπόκοφ, κλπ (είναι και αυτό «έγκλημα», ωστόσο), αλλά ότι μέσα από τις διαδοχικές μας αναγνώσεις, σκοτώνουμε ολόκληρους συναισθηματικούς κόσμους για ένα πολύ σύντομο αίσθημα ευφορίας που πεθαίνει με το τέλος του βιβλίου και πρέπει να επαναλάβουμε εξακολουθητικά το έγκλημα ενώ παράλληλα πηγαίνουμε αδιάφοροι και στο σουπερμάρκετ να αγοράσουμε ντομάτες (ζουμερές για να προσιδιάζουν καλύτερα στο αίμα!). Τι σκέφτονται άραγε οι γύρω μας για τα σκοτεινά κίνητρά μας;
 
Αν η ζωή είναι έξω από τα βιβλία, όπως συνήθως λένε, τότε μάγκες την κάτσαμε. Οι πραγματικοί δολοφόνοι καραδοκούν δίπλα μας και είναι θέμα χρόνου να μας κόψουν τον λαιμό από το αυτί ως το αυτί! Δεν είναι δουλειά μας να μαντέψουμε αν ο απέναντι έχει δολοφονικές τάσεις προς εμάς, δουλειά μας είναι καταφέρουμε να μην βρεθούμε στο λάθος μέρος την λάθος στιγμή. Για κάποιους όμως είναι εξαιρετικά σημαντικό να βρεθούν στο «λάθος» μέρος την «λάθος» στιγμή. Αυτοί είναι οι αστυνομικοί. Δεν αρκεί απλώς να βρεθούν κάπου εκεί που το έγκλημα λαμβάνει χώρα, αλλά πρέπει να βρεθούν ακριβώς εκεί… που το έγκλημα λαμβάνει χώρα – μέσα στο μυαλό των σίριαλ κίλερς. 
 
Το μακρινό 2004 ήμουν και δεν ήμουν killer (πόσο μάλλον serial), διάβαζα ελάχιστα και κυρίως βιβλία που με κέντριζαν με την εκκεντρικότητά τους περισσότερο παρά με την λογοτεχνική αξία. Ένα τέτοιο βιβλίο ήταν το «Στο μυαλό των σίριαλ κίλερς» του John Douglas. Το είδα σε μια βιτρίνα βιβλιοπωλείου, μπήκα και το ζήτησα. Μάλιστα ο υπάλληλος μου είπε, σαν ένα ιδιότυπο δικό του μάρκετινγκ, ότι είναι το πρώτο βιβλίο του νέου εκδοτικού οίκου που ήταν τότε το «Μελάνι» (νομίζω ότι όντως είναι το πρώτο τους βιβλίο, αν όχι, σίγουρα μέσα στα 3 πρώτα). Εκείνη η επισήμανση, άγνωστο γιατί, μου φάνηκε καλός οιωνός και έτσι έφυγα απόλυτα ικανοποιημένος από εκεί μέσα. Είχα εντυπωσιαστεί τόσο βαθιά από την ανάγνωση του βιβλίου που κατά κάποιο τρόπο φούντωσε την διάθεσή μου να ασχοληθώ με άλλα κείμενα πιο σημαντικά και δύσκολα (παραδείγματος χάριν, στο καπάκι διάβασα το «Εν ψυχρώ» του Τρούμαν Καπότε επειδή αναλυόταν στο εν λόγω βιβλίο, so it goes). Είναι αυτό που λένε ότι ποτέ δεν ξέρεις ποιο βιβλίο θα σε βοηθήσει να κάνεις την λογοτεχνική υπέρβαση. Βέβαια, αυτή η μετάβαση ποτέ δεν θα γίνει από ένα βιβλίο της Μαντά ή της Δημουλίδου, μην τρώτε τον παπά που σας πουλάνε στο facebook!
 
Στο βιβλίο του Ντάγκλας, όπως και στη σειρά, παρακολουθούμε μια νέα επιστήμη να γεννάται εμπρός μας· και αυτό είναι πολύ συναρπαστικό. Οι νέες ιδέες κινούνται μεταξύ συστηματικότητας και τρέλας, αναφέρεται κάπου στην σειρά, μνημονεύοντας την φράση του Σαίξπηρ «Αν και αυτό είναι τρέλα, υπάρχει μια μέθοδος σ’ αυτό» και αφ’ ενός αναφέρεται στους νεόκοπους τότε ερευνητές μιας καινούριας επιστήμης που προσπαθεί να κάνει τα πρώτα της βήματα, εκείνη της συμπεριφορικής ανάλυσης, και των σίριαλ κίλερς αφ’ ετέρου, που προσπαθούν να συστηματοποιήσουν την «επιστήμη» τους για να συνεχίσουν τα δολοφονικά τους βήματα. Η επιστήμη, και η σειρά, μέσα από μια σειρά συνεντεύξεων με δολοφόνους που επαναλαμβάνουν τα εγκλήματά τους, προσπαθεί να δώσει απάντηση στο τι ωθεί αυτούς τους ανθρώπους σε αυτόν τον δρόμο, πώς ξεκίνησε αυτή η τάση, τι την συντηρεί, πώς νιώθουν και γιατί νιώθουν έτσι. Αναζητάται το μοτίβο, δυσεύρετο αλλά υπαρκτό. Όπως στο σκάκι, που είναι λίγο τρελό να μιλάς για μοτίβα κρυμμένα μέσα σε ένα απεριόριστο αριθμό κινήσεων, κι όμως υπάρχουν και έχουν σώσει πολλάκις τα στρατεύματα κάποιου παίκτη από μαζική σφαγή.
 
«Έναν τέτοιον χαρακτήρα, μάνα μου από ποιον τον πήρα, σε ποιον έμοιασα να ξέρω, που υποφέρω» τραγουδούσε ο Μητροπάνος (ο οποίος φέρων το συνθετικό «μητρό-» σίγουρα θα είχε και αυτός τα προβληματάκια του!). Νο1 παράγοντας για έναν επίδοξο δολοφόνο, η μαμά του. Λογικό, πόσες φορές να ακούσεις πια την φράση «Ζακέτα να πάρεις», θολώνεις στο τέλος! Δεν είναι όμως μόνο αυτό, υπάρχουν χίλιοι δυο παράγοντες που αναλύονται υπέροχα στο βιβλίο και λίγο λίγο ανακαλώ την τρομερή αίσθηση που μου είχαν δημιουργήσει, είχα σημειώσει αρκετά αποσπάσματα. Θα ήθελα να βάλω μερικά εδώ αλλά το βιβλίο το έχω στο πατρικό μου [(αφού έχει πεθάνει ο πατέρας και ζει μόνο η μάνα μου γιατί δεν το λέω μητρικό;) και θα αργήσω να πάω να δω τη μαμά από φόβο μην ανακύψουν θεματάκια, οι πρωταγωνιστές της σειράς θα σας εξηγήσουν τι σημαίνει θεματάκια με τη μαμά] και έτσι παρακαλώ να με συγχωρήσετε.
 
Ένα άλλο που μου είχε προκαλέσει εντύπωση είναι οι γοητευτικές προσωπικότητες των δολοφόνων. Άνθρωποι, ως επί το πλείστον, απίστευτα έξυπνοι, χειριστικοί, οικείοι. Σε σαστίζει κάπως η σύγχυση με όσα νιώθεις ενώ δεν θα έπρεπε κανονικά να νιώθεις, καθώς διαβάζεις τις ιστορίες τους. Τότε δεν υπήρχε εύκολη πρόσβαση στο ίντερνετ και ενώ ήθελα, δεν μπήκα στον κόπο να δω πώς έμοιαζαν αυτοί οι δολοφόνοι, σήμερα δεν υπάρχει καν λόγος να το συζητάμε, θα ψάχναμε ήδη (παρεμπιπτόντως το κάστινγκ της σειράς όσον αφορά τους δολοφόνους είναι απίστευτο). Ήθελα να διαβάσω τα βιβλία τους (κάποιοι είχαν γράψει), να μάθω περισσότερα για την τρέλα τους. Δεν υπάρχει τίποτα τρελό σε αυτό, πάντα θα μας γοητεύει η τρέλα, η αποκλίνουσα συμπεριφορά. Ποιος δεν θέλει να αποκλίνει; Όλοι το θέλουν. Οι ενδοιασμοί είναι στο πόσο θέλεις να αποκλίνεις. Γι’ αυτό και η λογοτεχνία παραμένει και εδώ η επικρατέστερη απάντηση – η ανάγνωση βιβλίων είναι η καλύτερη δυνατή και κοινωνικά αποδεκτή αποκλίνουσα συμπεριφορά! 
 

 
Δεν υπάρχει λόγος να προσθέσω τίποτα άλλο ούτε για την σειρά ούτε για το βιβλίο. Εύχομαι μόνο, με αφορμή την σειρά, το βιβλίο να ξανακάνει τον κύκλο του. Γιατί το αξίζει. Και γιατί το αγάπησα βαθιά. Αν και αυτό είναι τρέλα, υπάρχει μια μέθοδος σ’ αυτό.
 
Υ.Γ. 2666 Όσοι θυμούνται τη Seven Up έχουν ζήσει γαμάτα παιδικά χρόνια!
 
Υστεριό-γραφο: Έχω σταματήσει με μεγάλη μου λύπη στο τρίτο επεισόδιο της δεύτερης σεζόν για να πάω αναγκαστικά για δουλειά. Επιστρέφω με λαχτάρα σκεπτόμενος ότι θα δω έξι επεισόδια απανωτά και πέφτω σε ένα μήνυμα ότι η σελίδα Gamato έπεσε λόγω παραβίασης πνευματικών δικαιωμάτων. Και μετά αναρωτιούνται τα γατάκια του FBI πώς γεννιούνται οι serial killers!! Gamoto… ☹

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!