Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ένας κόμπος η χαρά μου


Στην «Βιογραφία του Τζέημς Τζόυς», ο βιογράφος του Ρίτσαρντ Έλμαν, παραθέτει ένα περιστατικό όπου η αγαπητή Μις Γουίβερ, φανατική αναγνώστριά του που πλήρωνε χοντρά (κυριολεκτικά) για να τα διαβάζει πρώτη, όταν έλαβε ένα απόσπασμα από τα αρχικά κεφάλαια του «Finnegans Wake», απάντησε στον Τζόυς προς απογοήτευση εκείνου, «δεν λαμβάνω καμία απόλαυση από τα προϊόντα ενός εργοστασίου παραγωγής λογοπαιγνίων»… (από μνήμης το συγκεκριμένο απόσπασμα). Μου είχε κάνει φοβερή εντύπωση εκείνο το απόσπασμα, γιατί για πολλά χρόνια ονειρευόμουν ότι μπορώ να γίνω κάποτε ένας αξιοσέβαστος βιοτέχνης λογοπαιγνικής παραγωγής. Βέβαια, γρήγορα κατάλαβα πόσο δύσκολο είναι αυτό και όπως εμείς γελάμε με το χιούμορ, αρκετά συχνά γελάει και κείνο μαζί μας! Το πείραμά μου θα αποδεικνυόταν επιεικώς «Ανεκδιήγημα: Λογοατεχνικό είδος»! Ευτυχώς, υπήρξε κάποιος, ύστερα από δύο αποτυχημένες εκδοχές προσωπικότητας, που πραγματοποίησε το όνειρό μου. Διαβάστε… κομπλεξάρες!
 
«Βιβλίθιος: (α) Άτομο που προσπαθεί να εντυπωσιάσει τους γύρω του επαναλαμβάνοντας με στόμφο αποσπάσματα και ρήσεις που έχει αποστηθίσει, αλλά όχι κατανοήσει, από το ένα και μοναδικό βιβλίο που έχει διαβάσει στη ζωή του. Συνήθως παραθέτει τα παραπάνω αποσπάσματα σε λάθος σημεία, γεμάτος υπερηφάνεια που συμμετέχει ενεργά σε μια συζήτηση, αξιοποιώντας – όπως πιστεύει – κάθε ευκαιρία να εντυπωσιάσει με τις γνώσεις του. (β) Αυτός που αποδέχεται ως αδιαμφισβήτητες αλήθειες όλα όσα αναφέρονται στη Βίβλο».
 

 
Όσοι ανοίξετε το «Κομπλεξικό» από απλή περιέργεια, ενδεχομένως να βρείτε ότι τα περισσότερα λήμματα θυμίζουν έντονα εκείνα τα παλιά χαζά αινίγματα που λέγαμε μικροί, του τύπου: «Τι είναι κίτρινο και ζει στους βάλτους», αλλά θα έχετε υποπέσει σε τεράστιο σφάλμα. Φυσικά, το συγκεκριμένο λεξικό όπως και κάθε λεξικό, είναι ειδικού σκοπού και έτσι, όσοι το επιλέξετε για ανάγνωσμα θα έχετε τους… ει-δικούς σας λόγους (κόλλησα και εγώ!), αλλά από κει και πέρα οφείλω να αναδείξω κάποιες πτυχές του που αποτελούν σημαντικά πλεονεκτήματα. Όταν κάποτε χάζευα μερικές σελίδες από την «Αγρύπνια των Φίννεγκαν» δεν μπορούσα να μην σταθώ στη «λεξερεύνηση: Η αναζήτηση νέων κατευθύνσεων για τη λογική και τη φαντασία με αφετηρία τη σύνθεση μιας νέας λέξης» που ανοιγόταν εμπρός μου και τα «λεξοκολατάκια: Μικρές λεκτικές απολαύσεις που λιώνουν στο στόμα και προφέρονται αργά» που μου πρόσφερε ο Ιρλανδός. Όμως, επειδή εμείς οι Έλληνες την έχουμε μεγαλύτερη την γλώσσα μας, όταν επιχειρούνταν να γίνει το μεταφραστικό ανάπτυγμα όλων των συμπυκνωμένων εννοιών που περιείχε το πρωτότυπο, κάπου εκεί χανόταν ένα μέρος της λεκτικής ομορφιάς, παρά την σπουδαία και αξιόλογη προσπάθεια του μεταφραστή Ελευθέριου Ανευλαβή.
 
«Ξεστραβανγκάρντ: Κίνημα που πρεσβεύει τη βίαιη ενημέρωση του κοινού επί θεμάτων πρωτοπορίας στην τέχνη».
 
Βέβαια ο Τζόυς δεν περιοριζόταν μόνο σε μεμονωμένες εμπνεύσεις λέξεων αλλά έκρυβε κάτι πολύ πιο μεγαλεπήβολο στο μυαλό του – και ίσως στο βιβλίο του, αν ποτέ διαβαστεί. Ο Αχιλλέας ΙΙΙ δεν νομίζω πως είχε τόσο μεγαλεπήβολα σχέδια σαν τον Τζόυς γιατί τότε δεν θα ήταν Αχιλλέας ο Τρίτος αλλά Αχιλλέας ο Μέγας! «Περιαυτολογοτέχνης: Αυτοαναφορικός συγγραφέας που με τα έργα του χτίζει τον θρύλο του ίδιου του του εαυτού». Aυτό όμως δεν σημαίνει ότι πέτυχε κάτι ήσσονος αξίας. Το γεγονός ότι είναι Έλληνας που δεν αναμασά άνοστες βελανιδέες αλλά σκέφτεται με κριτικό και δημιουργικό τρόπο, του επέτρεψε να φτιάξει ένα όμορφο σύνολο που ευχαριστεί τον αναγνώστη και επαναφέρει την πίστη σε μία τέχνη που έμοιαζε τα τελευταία χρόνια να εκλείπει· εκείνη της λογοτεχνίας.
 
«Κορακοσυλλέκτης: Μανιακός θαυμαστής του Edgar Allan Poe. Αναζητεί και αγοράζει κάθε έκδοση του Raven που μπορεί να βρει. Τις περισσότερες φορές δεν έχει διαβάσει κανένα άλλο ποίημα στη ζωή του».
 
Το 90% των λημμάτων είναι απολύτως ευφάνταστα και απαιτείται ένας κάποιος σεβαστός κόπος από μέρους του αναγνώστη για να ανακαλύψει σε όλο της το εύρος την ομορφιά τους. Η δεινότητα που έχει με την ελληνική γλώσσα τού επέτρεψε να φτιάξει λέξεις εύσχημες και εύηχες που μπορούν ακόμα και να στέκουν χωρίς την βοήθεια της επεξήγησης. Από την άλλη, το πηγαίο του χιούμορ και η κριτική ματιά που ρίχνει σε πολλές πτυχές της ανθρώπινης ζωής, βοήθησαν τις λέξεις του να αποκτήσουν περισσότερο βάθος, και τους αναγνώστες να απολαύσουν εκατοντάδες χιουμοριστικά μπιλιέτα, αρκετά εξ αυτών έως και ξεκαρδιστικά.
 
«Μυρεικαστικός: Άτομο το οποίο, αναμασώντας θεωρίες και κλισέ που δεν είναι προϊόν δικής του σκέψης, ασχολείται με τα καλλιτεχνικά δημιουργήματα τρίτων. Τις περισσότερες φορές περιορίζεται στο να ακολουθεί άλλους μυρεικαστικούς προσπαθώντας να σχηματίσει μαζί τους ένα ρεύμα (ή ένα κοπάδι), το οποίο θα περιφέρεται από γκαλερί σε γκαλερί, προσφέροντας πολύ λιγότερο σημαντικό έργο από αυτό που προσφέρουν οι μύγες που πετούν στριφογυρίζοντας πάνω από την κοπριά».
 

Αυτή η αλλόκοτη συναρμογή λέξης και επεξήγησης είναι το παράδοξο θαύμα που καταφέρνει αυτό το βιβλίο. Ενώ στην αρχή, σε αρκετές περιπτώσεις, χρειάζεσαι την επεξήγηση για να «ακτινογραφήσεις» καλύτερα το λήμμα, στην πορεία καταλαβαίνεις ότι οι επαναλαμβανόμενες αναγνώσεις μιας επεξήγησης την αποδυναμώνουν – η αρχική λάμψη του χιούμορ ατονεί ελαφρώς – και χαρίζουν πλέον στο λήμμα μια αυτόφωτη λάμψη, έτσι που το βλέπεις και ξέρεις τι περίπου σημαίνει ή έστω, έχεις μάθει τον τρόπο και μπορείς να δώσεις εσύ μια επεξήγηση. Δεν είναι ανάγκη πάντα να ακολουθεί μια επεξήγηση. Ας πούμε όσοι διαβάσετε την ανάρτησή μου και την βρείτε κουραστική, μπορείτε απλώς να αναφωνήσετε, Διηγήμαρτον, και θα γίνετε απόλυτα σαφείς! Από την άλλη, μπορείτε να με χαρακτηρίσετε Πιπερβολικό και θα έχετε και δίκιο, ασχέτως αν αγνοείτε την επεξήγηση του λήμματος.
 
«Γαϊδαρατούστρα: Γυναίκα η οποία δε διαθέτει καθόλου τρόπους καλής συμπεριφοράς και θεωρεί τον εαυτό της ανώτερο και βαθυστόχαστο επειδή κάποια στιγμή της ζωής της, ενώ περίμενε τη σειρά της στο κομμωτήριο, διάβασε πέντε σελίδες από τον Αλχημιστή».
 
Οι επεξηγήσεις ωστόσο, τουλάχιστον στις πρώτες αναγνώσεις τους, έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Ο συγγραφέας εξαπολύει τα καυστικά του βέλη από την Πλατεία Συντάγμ… εννοώ από τα βάθη του μυαλού του προς όλες τις κατευθύνσεις, πολιτικές, θρησκευτικές, οικονομικές, καλλιτεχνικές, σε σχέσεις ανθρώπων, κλπ. Στην παρούσα ανάρτηση, για ευνόητους λόγους, επέλεξα εκείνα τα λήμματα που είχαν καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Υπάρχουν όμως και κάποιες πολύ ξεκαρδιστικές επεξηγήσεις που ανήκουν σε άλλη θεματική ενότητα και θα τις ανακαλύψετε μόνοι σας. Βέβαια, όπως πολύ σωστά κάποιοι φαντάζεστε, όπου περιδιαβάζει το χιούμορ καραδοκεί και ο χαφιές της πολιτικής ορθότητας. Έτσι, κάποιους από εσάς θα σας ενοχλήσουν, θα τσινήσετε, θα ξεθάψετε αναφορές σε body shaming, κλπ. Το χιούμορ όμως δεν επιδιώκει να μας κάνει να δούμε τον εαυτό μας εκεί μέσα… κυριολεκτικά αλλά να τον δούμε… μεταφορικά – δεν ξέρω αν αντιλαμβάνεστε την λεπτή αλλά σημαντικότατη διαφορά. Και να θυμάστε, αν το παχύ έντερο ενοχλούνταν με τον χαρακτηρισμό που του αποδίδουμε θα έκανε όλους τους ανθρώπους... δυσκοίλιους! Δεν μας κάνει όμως, τουλάχιστον τους περισσότερους. Η έκδοση είναι των εκδόσεων «Νεφέλη» και είναι όπως συνήθως προσεγμένη και όμορφη. Το «Κομπλεξικό» είναι ένα βιβλίο που… φανερώνει το προφανές και πολλοί από εμάς ξεχνάμε: οι λέξεις μιας γλώσσας είναι ζωντανός οργανισμός, μετοχές σε ένα χρηματιστήριο που χάνουν την αξία τους ή εκτοξεύονται συν τω χρόνω, με ανέλπιστο τρόπο. Όσοι (και όσο) ξέρετε ελληνικά, κο(μ)πιάστε ελεύθερα!
 
«Ντεϊβιντλιντσάρισμα: Πρακτική κατά την οποία ένα πλήθος επιτίθεται σε κάποιον και τον αναγκάζει να εγκλωβιστεί σε μια ανεξήγητη κατάσταση γεμάτη παραισθήσεις, σουρεαλισμό και μυστήριο, υπό τους ήχους της μουσικής του Angelo Badalamenti».
 
Υ.Γ. 2666 Ο Τζόυς θεωρούσε την ημερομηνία της γέννησής του πολύ σημαντική (λίγο ψώνιο αλλά δεν κρίνω), γιατί εκείνη την ημέρα γεννήθηκε και ο «Οδυσσέας» του – και γενικά πάσχιζε πάντα να την συνδυάζει με σημαντικά πράγματα της ζωής του. Νομίζω ότι η σημερινή ημερομηνία, 02-02-2020, με την παράξενη συμμετρία της θα ικανοποιούσε πολύ τον προληπτικό Τζόυς! 
 
 

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Η λογοτεχνία ως μη βούληση και παράσταση

Το μέλλον δείχνει ότι σε λίγο καιρό θα παριστάνουμε ότι γράφουμε λογοτεχνία. Ο Τζήμας που παριστάνει τον Μπουκόφσκι που παριστάνει τον Φάντε που παριστάνει την Γιαδικιάρογλου. Η λογοτεχνία τρώει πολύ ξύλο, μπας και μάθει επιτέλους καλούς τρόπους και καταφέρει κάποτε να μπει στον παράδεισο. «Ήρθε ένας κύριος για τα ριντό. Ήταν αδερφή . Είχε νύχια που έλαμπαν κι ένα κασμίρ φουλάρι κάτω απ’ το σπορ σακάκι με τη ζώνη» . Θα γράφεται λογοτεχνία απίστευτα βαρετή, πολύ πιο βαρετή από όση υπάρχει ήδη. Οι υπερευαίσθητοι αναγνώστες θα μισούν ακόμα περισσότερο την ζωή τους γιατί θα την βλέπουν να μετατρέπεται σε αυτό που οι ίδιοι διορθώνουν. Οι άλλοι οι αναγνώστες, οι αναίσθητοι, θα αναπολούν μια λογοτεχνία που με τα υλικά που έβρισκες εντός της θα μπορούσες να αναδιαμορφώσεις την πραγματική σου ζωή – να μισήσεις, να νιώσεις θυμό, να βρίσεις, να σιχαθείς, να αποσυμπιεστείς τέλος πάντων για να μην σκάσεις. Αλλά το πρόβλημα είναι τελικά πιο απλό και εμφανές από όσο θέλουν να το παρουσιάζουν: της

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Οι αποσυνάγωγοι

  Το να γράφεις αλλόκοτη και παράδοξη λογοτεχνία δεν σημαίνει κιόλας ότι δεν έχεις συμβιβαστεί με μια εντυπωσιοθηρική παράσταση και έχεις παγιδευτεί εντός της. Το πιο παράδοξο που συναντάς πλέον σε πολλά λογοτεχνικά έργα είναι ότι τους λείπει η λογοτεχνία! Η λεγόμενη παράδοξη λογοτεχνία συνήθως παίζει επικίνδυνα με τα όρια της γραφικότητας, που υποτίθεται ότι η άλλη, κοινή λογοτεχνία τα αποφεύγει… χαχαχα, μπα σε καλό μου. Κανείς δεν γλυτώνει από την γραφικότητα αν δεν ξέρει τον τρόπο να το πετύχει. Ταρώ ρίχνει και ο Χοντορόφσκι ταρώ και ο Χαϊκάλης, ποντάρετε σωστά τα λεφτά σας. Σχεδόν πάντα, είναι το ίδιο δύσκολο και ψυχοφθόρο να είσαι αποσυνάγωγος όσο και να είσαι επίτιμο μέλος της συναγωγής . «Νόμιζα πως είμαι αυτό που είμαι, αλλά στην πραγματικότητα είμαι ακόμα αυτό που ήμουν. Κι αυτό που ήμουν δεν ξέρω τι είναι. Ίσως κάποια μέρα το μάθω. Τότε θα είμαι αυτό που θα είμαι, αλλά δεν θα είμαι πια αυτό που είμαι τώρα. Και το να πάψω να είμαι αυτό που είμαι τώρα, με φοβίζει και με τρομάζε

Ο ακρωτηριασμός της Δύσης

    Όσο διάβαζα το βιβλίο μού ερχόταν στο μυαλό μια εντυπωσιακή φράση του Κούντερα που υπάρχει στο δοκίμιο «Ο ακρωτηριασμός της Δύσης ή Η τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης» , καθώς και στις «Προδομένες διαθήκες» αν θυμάμαι καλά, που λέει ότι πλέον η ζωγραφική έγινε μια περιθωριακή τέχνη, ο κόσμος έπαψε να ενδιαφέρεται για αυτή όπως το έκανε όσο ζούσε ο Πικάσο και οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αναφέρουν έναν σύγχρονο ζωγράφο πια. Το ίδιο μπορεί κανείς να πει και για το σκάκι και αν όλα πάνε καλά (και κατά διαόλου) και για οτιδήποτε άλλο. «Μαζί με τον Αλιέχιν, ένας κόσμος πέθαινε. Ο θάνατός του δεν αφορούσε μόνο το σκάκι. Ο Αλιέχιν υπήρξε ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας κλάσης παικτών χωρίς δάσκαλο, αριστοκρατών χωρίς βασιλιά, ατόμων χωρίς υποστήριξη, πνευματικών ανθρώπων χωρίς ιδεολογία, πολιτών χωρίς σύνορα, βασιλέων της φαντασίας, ανθρώπων ανένταχτων… Τώρα που δεν υπήρχε πια, ποιος θα έπαιζε;» Ας παίξουμε με τις λέξεις, για την ώρα. Οι λέξεις chess και chase ηχούν πολύ όμοια

Γεύση πικραμύγδαλου

Να είσαι φαν του κουραμπιέ, να τον ξεκινάς με λαχτάρα και να σου σκάει πικραμύγδαλο. Κάπως έτσι ένιωσα με το συγκεκριμένο βιβλίο. Ήθελα πολύ να μου αρέσει. Αγαπώ την ιταλική λογοτεχνία (ειδικά την λίγο πιο παλιά, δεν έχω μελετήσει τόσο την σύγχρονη), βρίσκεται σταθερά στις τοπ λογοτεχνίες μου, συνθέτοντας πάντα δείγματα γεμάτα αισθητική κομψότητα και τόλμη μαζί, γιατί καλώς ή κακώς στη λογοτεχνία όλα τα υπόλοιπα οφείλουν να ακολουθούν∙ αν προηγούνται ή κυριαρχούν, δυναμιτίζουν την συνολική αξία του έργου και καταλήγεις να περιπλανιέσαι αμήχανος ανάμεσα σε λεκτικά ερείπια ενώ γνωρίζεις βέβαια ότι η λογοτεχνία είναι κατ’ αρχήν σκοτεινή και υπόγεια διαδρομή. Πρώτα θα γίνει ορυχείο, βαθύ και αδυσώπητο, και αν καταφέρει να βρει φλέβα ίσως εξορύξει και ό, τι πολύτιμο κουβαλά εντός της. Ο ήρωας του μυθιστορήματος «Πικρή ζωή» και άλτερ έγκο του Λουτσάνο Μπιαντσάρντι τα γνώριζε καλά όλα αυτά όταν ξεκίνησε να το γράφει αλλά προτίμησε να τα ξεχάσει γρήγορα, και μαζί και ο αναγνώστης την ελπίδα

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Mission impossible

  Η μοναδική αποστολή του βιβλιοθηκάριου (βιβλιοθηκονόμοι πλέον ρε Ορτέγκα, μας προσβάλλεις γαμώτο∙ ναι, ο φερετζές μάς έλειπε), τουλάχιστον στην Ελλάδα και για μια γεμάτη 25ετία, είναι να μην πεθάνει από την πείνα. Τα πάμε καλά, συνάδελφοι! Άλλος για μπαρ τράβηξε, άλλος για γραμματειακή υποστήριξη και άλλος στου ΟΑΕΔ τα ΚΟΧ αίμα και δάκρυα πίνει. Ευαισθητοποιημένοι πολίτες λένε συνεχώς να χαρίσουμε βιβλία στις βιβλιοθήκες μας, είναι ο πολιτιστικός μας πνεύμονας (με χρόνια βρογχίτιδα), το κράτος από την μεριά του λέει κανένα πρόβλημα, στα τέτοια μου, αλλά να ξέρετε όποτε χρειαστεί να κόψω χρήματα για τις εκλογικές διαφημίσεις θα τα πάρω από τις βιβλιοθήκες, no offense. Και η σχολή Βιβλιοθηκονομίας συνεχίζει να βγάζει εκατοντάδες επιστήμονες κάθε χρόνο σαν να μην υπάρχει αύριο (που δεν υπάρχει!), μια θλιβερή γραμμή παραγωγής από ρομποτάκια σε μια δυστοπική και λοβοτομημένη πολιτιστικά χώρα. Does that make sense? «Οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται από μια παράξενη τάση να τρέφονται, κυρίως, με

Ποίηση χωρίς τέλος

  Αυτή η χρονιά θα ξεκινήσει ακριβώς όπως τελείωσε: με ποίηση. Συλλεκτική ανάρτηση, σπάνια θα ξαναδιαβάσετε τέτοια. Σπάω την παράδοση (και το ρόδι)! Ακόμα σπανιότερα εντυπωσιάζομαι από ποιητές και ποιήματα. Δεν με συγκινεί η συμπύκνωση του λόγου όταν του λείπει ένα είδος «φλυαρίας» – ψάχνω ποιήματα που είναι αμετροεπή με έναν δικό τους τρόπο και ταυτόχρονα στοχευμένα και ουσιώδη. Ποιήματα που δεν πολυπαίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους καθώς τσαλαβουτούν χαρούμενα στον χυλό της ειρωνείας. Ποιήματα που, απ' ό,τι σωστά αντιλαμβάνεστε, δεν γράφει η πλειοψηφία των ποιητών. Με δυο λόγια, κυνηγώ το ανέφικτο. Αλλά, αυτό δεν κυνηγάμε όλοι στην έναρξη κάθε χρονιάς; Το φλουρί μου για φέτος – λίρα εκατό – ήταν η Βισουάβα ή Βισλάβα ή όπως αλλιώς, Σιμπόρσκα. Η παλιά ποίηση, η ορθόδοξη, είναι Εδώ!