Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ανεξήγητη γραφή


Με Καββαδία μπάρκαρα σε αυτό το μπλογκ και με Καββαδία πάλι (ίσως) να ξεμπαρκάρω, αν πρώτα δεν με βρει ξαφνικά ο συγγραφικός θάνατος, γιατί ως γνωστόν, τα πουλιά τα βρίσκει ο χάρος στο φτερό – στην πένα, δηλαδή! Αν όμως είχα ταυτιστεί τόσο πολύ με τον Καββαδία όσο νομίζω εγώ και μερικοί από εσάς, θα έπρεπε να σταματήσω την παραπάνω φράση «στο φτερό» χωρίς πιθανές ή απίθανες ερμηνείες. «Όταν το άλλαξε, τού είπα: Τώρα όμως στο στίχο “το πρόσωπό σου θα το μούσκεψε το αγιάζι” πολύ λίγοι θα καταλάβουν αυτό που θέλεις να πεις – πως δηλαδή και οι δυνατοί μπορεί να κλαίνε. “Ας καταλάβουν ό,τι θέλουν”, είπε, αυτό είναι δική τους δουλειά». Αυτή είναι η δουλειά της υψηλής λογοτεχνίας, όχι ακριβώς να καταλαβαίνει κανείς μόνο ό,τι θέλει (και αυτό, όμως!), αλλά κυρίως να είναι ανοιχτή σε πολλαπλές ερμηνείες, που θα κάνει (μεταξύ άλλων) τους καθηγητάδες των επόμενων γενεών να σκύβουν πάνω από το έργο της. Πάει κάπου συγκεκριμένα το μυαλό σας;
 
Ετούτη η μελέτη η τόσο θαυμαστή για τον Καββαδία άργησε μία αιωνιότητα και μία μέρα. Για μένα, άργησε μόλις μια δεκαετία. Είναι όμως ό,τι καλύτερο για εκείνους τους αναγνώστες που έχουν απολαύσει ολοκληρωτικά τον λογοτεχνικό κόσμο του Καββαδία και επιθυμούν να κάνουν ένα βήμα ακόμα πιο κοντά στον μύθο του. Δεν είναι μικρό βήμα σε σχέση με άλλες μελέτες, αντιθέτως είναι εξίσου μεγάλο και ικανοποιητικό. Αλλά έχει και ένα επιπλέον πλεονέκτημα, είναι ιδιαιτέρως σταθερό, έτσι ώστε δεν υπάρχει περίπτωση να γλιστρήσει κανείς προς δρόμους που για την ώρα δεν τον τραβάνε και ούτε είναι έτοιμος. Έχοντας διαβάσει σχεδόν όλες τις μελέτες που έχουν γραφτεί για την ζωή και το έργο του Καββαδία, θεωρώ ότι αυτή εδώ είναι από τις καλύτερες, αν όχι η καλύτερη. Ο μύθος του Καββαδία εντός μου έχει αρχίσει να θολώνει, να τον κυκλώνει το πούσι, και χαίρομαι που φουντάρω διαβάζοντας αυτή την συγκινητική μελέτη. Ο Καββαδίας υπήρξε μεγάλη επιρροή για μένα και τον αγαπώ πολύ. Σε κάποια από τις συνεντεύξεις του αυτοχαρακτηρίστηκε ως «αρμενιστής φιλόσοφος» και αν δεν διακρίνεται τόσο καθαρά αυτή η ιδιότητα και κάποιοι έχουν τις αντιρρήσεις τους, για μένα ήταν όντως ένας τέτοιος. Τότε τι συνέβη, γιατί αυτή η μεταστροφή; Ας πούμε ότι, «ήταν μια λόξα νεανική μα τώρα έχει περάσει» – και όσοι ξέρετε το ποίημα θα αναγνωρίζετε ότι η φράση αυτή κουβαλά μέσα της την αυτοϋπονόμευση και την αναίρεσή της! 

Η μελέτη του Μιχάλη Γελασάκη συγκεντρώνει και συμπυκνώνει θαυμαστά όλες τις όψεις του συγγραφέα και ανθρώπου Νίκου Καββαδία: συνεντεύξεις, αλληλογραφία, μαρτυρίες, φωτογραφίες, κρατικά ντοκουμέντα, ανέκδοτα ποιήματα, μεταφράσεις, φιλολογικές εκτιμήσεις, κλπ. Επειδή όμως εγώ έχω το όνομα και ενδεχομένως και τη χάρη, θα σταθώ σε δύο κομβικά σημεία της. Πρώτον, στο κεφάλαιο «Νύξεις για μιαν ερμηνεία των στίχων του» που έγραψε η αδερφή του Τζένια («Έγραφε διηγήματα, πρωτοστατούσε στα λογοτεχνικά δρώμενα της εποχής, κι όμως το παράπονό της, όπως μου έλεγε, ήταν πως “όλοι με αποκαλούσαν η αδερφή του Νίκου Καββαδία, λες και εγώ δεν είχα δική μου προσωπικότητα! Δεν είχα καν δικό μου όνομα!”»). Αυτό το κεφάλαιο εστιάζει σε ό,τι πιο γοητευτικό έχει για μένα η λογοτεχνία του Καββαδία – έκανα και μια μικρή νύξη στην αρχή. Η ικανότητά του να συνδέει ετερόκλητες εικόνες και να συνθέτει εντυπωσιακές συναισθηματικές θαλασσογραφίες είναι δείγμα σπουδαίου συγγραφέα. Ένα παράδειγμα: ο Καββαδίας είχε κόλλημα με κάτι μικρά ειδώλια πρωτόγονης τέχνης που τα μάζευε με επιμέλεια. Μια νύχτα χαρίζει ένα τέτοιο στη γυναίκα ενός καλού του φίλου. Εκείνη, μια επόμενη φορά, σε μια κίνηση μεγάλης αγένειας που τους έφερε όλους σε αμηχανία, το επιστρέφει στον Καββαδία, λέγοντάς του πως από την στιγμή που το πήρε, όλα της πάνε στραβά. 

- Το παλιοκόριτσο, είπε, ήταν ανάγκη να κάμει αυτή την απρέπεια, δεν το πέταγε στο δρόμο; 
-  Θα’ ναι προληπτική, είπα εγώ, – και ίσως πιστεύει πως η γρουσουζιά θα φύγει απ’ αυτήν, αν το μεταφέρει σε κάποιον άλλο – και πήρα το τυλιγμένο κεφαλάκι στα χέρια μου. 
-  Α, έτσι, φερ’ το εδώ, είπε ο αδερφός μου και μου το πήρε. 
-  Τι θα το κάμεις; ρώτησα. 
- Θα το πετάξω στη θάλασσα. Αυτή ξεπλένει όλες τις γρουσουζιές. 
Σε λίγες μέρες, γυρνώντας από τη Βηρυτό, μού είπε γελώντας: 
-  Ο Αίγυπτας έκαμε βουτιά στο Αιγαίον Πέλαγος. 


«Και πήδηξε ο μικρός θεός μια νύχτα των Ινκάς 
Στου Αιγαίου τα γαλανά νερά δυο μίλια όξω απ’ τη Σκύρο» 

Αν ο Καββαδίας δεν ήταν τόσο ολιγογράφος και δεν επικεντρωνόταν στην ποίηση αλλά έγραφε μυθιστορήματα, τώρα θα μιλούσαμε για έναν υπερμοντέρνο συγγραφέα, όχι πως δεν το κάνουμε ήδη. Όταν τον ρωτούσαν γιατί δεν γράφει συχνότερα, αφήνοντας τόσο μεγάλα κενά ανάμεσα στα βιβλία του (παρόλο που έπαιξε ρόλο σ’ αυτό και ένα πολύ προσωπικό του θέμα) εκείνος απαντούσε με πλήρη διαύγεια, «Είναι πιο καλό να αναρωτιούνται: “Γιατί δεν γράφει ο Καββαδίας” παρά “Γιατί γράφει”». Αυτό δεν μπορεί παρά να είναι στάση φιλοσόφου! 

Δεύτερο κομβικό σημείο, η αναπάντεχη κριτική του ικανότητα. […] «Εδώ ας μου επιτραπεί μια παρέκβαση. Δεν ξέρω αν είμαι κατάλληλος να καταπιαστώ με μια δουλειά που έχει σχέση με την κριτική και που απαιτεί ώρας μελέτης. Φίλοι λόγιοι μού δίνουν το λόγο. Μα αν η γνώμη πως η κριτική πρέπει να ’ναι αντικειμενική και ανεπηρέαστη, είναι απόλυτη και αποκλειστική προεξοφλώ την αποτυχία μου». Ρε τον κριτικό Μαραμπού, μέσα στη καρδιά μου μίλησε και την γαλήνεψε! 

Και επειδή η ζωγραφική υπήρξε μία από τις μεγάλες του αγάπες, θα διακοσμήσω αυτήν την ανάρτηση με πίνακες του John Corbidge (© http://www.johncorbidge.net), προσωπικό του φίλο για τον οποίον έγραψε την κριτική μελέτη. Μάλιστα, στην ιστοσελίδα του ζωγράφου, στις πληροφορίες, αναδημοσιεύεται και το κριτικό άρθρο του ποιητή. 

[…] Η μεγάλη του επιθυμία! Να’ ρθει στην Αθήνα το χειμώνα να δείξει έργα του και να μείνει για πάντα. Να γνωρίσει τους ανθρώπους που αγαπάει. Όπως στα περσικά παραμύθια τίποτα δεν νομίζουμε πιο δύσκολο από την απόσταση. Λάθος. Το Sheffield πέφτει κοντά στο Matadi. Το Φισκάρδο συνορεύει με το Munden. Η τέχνη μ’ όλο τον κόσμο. Αυτή η ίδια κατάλυση των συνόρων φαίνεται και σε κάθε στίχο που έγραψε! 

Ο νεότατος Μιχάλης Γελασάκης έγραψε μία υπέροχη μελέτη για τον Νίκο Καββαδία. Παρά το πλούσιο βιογραφικό του, είχε την ταπεινότητα να το καταγράψει στο τέλος του βιβλίου, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο σεβασμό στον ποιητή, που αν μη τι άλλο αγαπά και ο ίδιος πολύ, για να μπει σε αυτόν τον μεγάλο κόπο. Χαίρομαι επίσης που ενσωματώθηκε με τόση επιτυχία στο κερδοφόρο brand «Καββαδίας/Άγρα» και μακάρι να βγάλει κάποια λεφτά από αυτό. Η πνευματική εργασία πρέπει να αντ-αμείβεται. Υπάρχει μια σπαρακτική φράση του Καββαδία, χρησιμοποιήθηκε και ως προμετωπίδα, και λέει το εξής: «Πες το παραξενιά, πες το μοίρα, μου ’λαχε να ζήσω τα όσα έζησα και να τα κάμω ποίηση. Αν δεν τα είχα ζήσει και τα έγραφα παρ’ όλα αυτά, ίσως να ’μουνα μεγάλος ποιητής». Αυτό φανερώνει τον σκεπτικισμό κάποιων ομότεχνών του απέναντί του και την μη αποδοχή του ως πραγματικού ποιητή αλλά κάτι σαν υβρίδιο ναύτη-ποιητή, και γι’ αυτό κατώτερης αξίας. Είτε τα έζησε είτε όχι – ο Καββαδίας ισχυριζόταν ότι τα έζησε ο ίδιος ή τα είδε να συμβαίνουν γύρω του, ενώ παράλληλα παραδέχεται ότι «Έχω φήμη μυθομανούς» – ο Κώστας Ουράνης μπήκε σε ανοιχτή δημόσια διαμάχη με τον Καραγάτση, ισχυριζόμενος ότι όλες οι περιπέτειες του Καββαδία είναι ολότελα φανταστικές και ουδέποτε ταξίδεψε στην θάλασσα! – ο Γιώργος Σεφέρης, άσπονδος (για κάποιους) ή πραγματικός (για κάποιους άλλους) φίλος του ποιητή, νομπελίστας πλέον, παραδέχεται με ένα ιδιότυπο είδος μεγαλοψυχίας ότι «είναι ένα αξεδιάλυτο μείγμα μύθου και αλήθειας αυτός ο άνθρωπος, καθώς μιλά ψευδίζοντας ή μ’ εκείνο το συρτό τόνο απαγγελίας» – ό,τι και αν στο διάβολο συνέβη, ο χρόνος έβγαλε την ετυμηγορία του. 

[…] «Μια σημαντική διαφορά του Καββαδία από πολλούς άλλους είναι κι η πιο κάτω: Εκείνοι γράφουν τόμους ολόκληρους κι ο χρόνος τούς καταξιώνει είκοσι-τριάντα ποιήματα, ο Καββαδίας έγραψε κατευθείαν μόνο εκείνα τα ποιήματα». 


Υ.Γ. 2666 Αυτή η μικρή ένδειξη ακριβώς κάτω από κάθε ανάρτηση, «Το σκέφτηκε (μπορεί και όχι) ο Μαραμπού», μου ακούγεται ελαφρώς βέβηλη, σήμερα· ας είναι.

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .