Άθελά του, ο Κωνσταντίνος Τζαμιώτης με αυτή την ανθολόγηση παλιότερων διηγημάτων του που εκτείνονται σε μια χρονική περίοδο από το 2005 έως το 2017, μοιάζει να προλαβαίνει τις πρόσφατες εξελίξεις με την Σοφία Μπεκατώρου. Με ηρωίδες γυναίκες και γυναικείες παρουσίες, στο προσκήνιο ή και στο παρασκήνιο, συνθέτει κάποια αξιοπρόσεκτα διηγήματα που εμένα προσωπικά με καταγοήτευσαν στην πλειονότητά τους. Ο Τζαμιώτης είναι ένας συγγραφέας που μιλάει με την δουλειά του και δεν αναλώνεται σε φανφάρες και γλειψίματα όπως κάνουν άλλοι «καταξιωμένοι» συνάδελφοί του· και αυτό το είχα προσέξει από καιρό και το είχα εκτιμήσει. Έτυχε πρόσφατα να μου το χαρίσει ο αδερφός μου και χάρηκα που βρήκα μέσα εκεί μια γραφή με σοβαρότητα και βάθος. Ευτυχώς, συγγραφικά, δεν είναι από εκείνα τα παραδοσιακά αρσενικά παλαιάς κοπής σαν στομωμένη και σκουριασμένη κρητική μαχαίρα, γιατί όπου ακούτε για παραδοσιακό αρσενικό είναι δεδομένο ότι πρόκειται για μεγάλη φόλα!
«Αν ήξερα πως η συγχωρεμένη θα ήταν η τελευταία, μπορεί και να μην το ’κανα. Για να μην έχουν την ίδια τύχη και άλλες γυναίκες, να μην πάνε χαμένες και άλλες σαν την δική μου, γι’ αυτό το έκανα. Και το λέω πρώτη φορά, μάρτυς μου ο Θεός, σ’ εσένα το πρωτολέω: Αν εκείνη τη μέρα στο δικαστήριο, όταν πια είχαν όλα τελειώσει, ερχόταν αυτός ο κερατάς ο γιατρός, με κοίταζε στα μάτια και μου ’λεγε πως δεν έφταιγε ο ίδιος και πως έγινε ό,τι ήταν να γίνει, θα τον πίστευα. Μα την Παναγία, σου ορκίζομαι σε ό,τι έχω πιο ιερό, στη μνήμη της γυναίκας μου σου ορκίζομαι, να μην προλάβω να κάνω βήμα και να πέσω κάτω ξερός αν σου λέω ψέματα, θα τον πίστευα και θα ’δινα τέρμα στο γινάτι μου. Δεν το ’κανε όμως. Ζήτημα να έριξε προς το μέρος μου μια σωστή ματιά, αλαζόνας και περιφρονητικός μέχρι τέλους, σαν να μου ζητούσε και τα ρέστα που τόλμησα να τον βάλω σε τέτοια ταλαιπωρία. Και δεν το ’κανε γιατί ήταν ένοχος και του έλειπε ως και η στοιχειώδης ανθρωπιά».
Αν εξαιρέσω το εναρκτήριο και ομώνυμο διήγημα της συλλογής που ενώ ξεκινάει καλά κάπου το χάνει στην… πορεία, και το τελευταίο που μιμείται λίγο το ύφος του Βιζυηνού αν κατάλαβα καλά μιας και χρησιμοποιεί και ένα μότο του και μου φάνηκε κάπως μπαρόκ και φορτωμένο για τα γούστα μου, ειδικά ακολουθούμενο μετά τα εξαιρετικά διαυγή και λιτά διηγήματα του μέσου, όλα πήγαν καλά. Ακόμα και αυτά τα «αδύναμα» διηγήματα όμως είναι εξαιρετικά γραμμένα και η όποια ένστασή μου αφορά κυρίως την επιλογή του θέματος. Θα μιλήσω μόνο για το πρώτο: «Η Άννα και οι αρσενικοί» (υπέροχος τίτλος) αναφέρεται στην γοητεία που ασκεί ένα υπέροχο και μυστηριώδες πλάσμα, η Άννα, στους γύρω της άντρες και συγκεκριμένα στον αφηγητή. Ενώ ξεκινάει απρόσωπα και γοητευτικά αποπροσανατολισμένα και ξέρεις ότι μπορεί να πάει οπουδήποτε, καταλήγει περικυκλωμένο και κάπως χαμένο στις οδομαχίες που ακολούθησαν την δολοφονία Γρηγορόπουλου τον Δεκέμβριο του 2008 (χωρίς ευφυώς να κατονομάζεται η περίοδος). Είχε πρωτοδημοσιευτεί στο συλλογικό έργο «Τη νύχτα αυτή τη λέμε φωτιά. Ιστορίες από τα Εξάρχεια» του 2009 και αυτό νομίζω είναι και το μειονέκτημά του. Προσπάθησε στα μισά του διηγήματος να συνδεθεί με την συλλογή για την οποία προοριζόταν και έτσι έχασε την μαγεία της αρχής και την σκοτεινή λάμψη της η Άννα. Σίγουρα δεν είναι κακό αλλά για μένα δεν φτάνει τα υπόλοιπα διηγήματα που κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δεν είναι τόσο δυνατά όσο το πρώτο αλλά πιστεύω ότι είναι πιο άρτια γιατί γνώριζαν εξ αρχής τι ήθελαν να πουν.
Ο Κωνσταντίνος Τζαμιώτης τοποθετεί τα διηγήματά του είτε στην πόλη είτε στην επαρχία, αποφεύγοντας τις συνήθεις υπερβολές και υστερίες των Ελλήνων συναδέλφων του, γράφοντας λιτά και στοχευμένα, με διακριτικό χιούμορ και εμπλέκοντας γνωστές καταστάσεις της σόου μπιζ και της ποπ κουλτούρας μας με έντεχνα σατιρικό τρόπο – ας πούμε, πόσους «γνωστούς ποινικολόγους» γνωρίζετε; Οι χαρακτήρες του δεν είναι καρικατούρες και κατ’ επέκταση το ίδιο συμβαίνει και με την γραφή του. Πριν πιάσω κάποιο μυθιστόρημά του θα ήθελα να διαβάσω μια ακόμα συλλογή διηγημάτων, αποδείχτηκε άκρως διασκεδαστική εμπειρία· είτε μιλάει για μια εκδικητική ιστορία παρενδυσίας είτε για εσκιμώους στο κέντρο της Αθήνας είτε για άφωνα παραθεριστικά γκρουπ σε off season διακοπές! Η έκδοση των εκδόσεων «Έρμα» είναι αξιοπρεπής και το σχέδιο εξωφύλλου του Geoff McFetridge απλώς καταπληκτικό.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.