Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Είναι στα χάη του

 

 
Μπορεί ο Πλάτων να εξόρισε τους ποιητές από την Πολιτεία του επειδή είναι μιμητές και μη φορείς αλήθειας αλλά ο Αργύρης Χιόνης έμαθε με τα χρόνια ότι η ζωή είναι σκέτος λαβύρινθος και όλα βρίσκονται και χάνονται εντός της. Μου είναι πολύ δύσκολο να μιλήσω για τα κείμενα του Αργύρη Χιόνη – το έχω επιχειρήσει μια-δυο φορές παλιότερα με αμφιλεγόμενα σίγουρα αποτελέσματα. Ακόμα και αυτός ο χαζοτίτλος της ανάρτησης είναι το καλύτερο που μπόρεσα να σκεφτώ για αυτόν. Δεν είναι υποτιμητικός για την γραφή του, κάθε άλλο. Είναι ενδεικτικός όμως της αδυναμίας μου να συγκεκριμενοποιήσω όσα όμορφα διαβάζω από αυτόν. Αφ’ ενός είναι στα χάι του, ανεβασμένος σε ένα υψηλότατο και άρτιο λογοτεχνικό επίπεδο και ανεβασμένος είναι και ο αναγνώστης που διαβάζει τις λέξεις του, αφ’ ετέρου είναι και στα χάη του, παραδομένος και περιδινούμενος σε μία γοητευτική στάση ζωής που όταν βυθίζεσαι εντός της αμέσως το πνεύμα σου ανυψώνεται. Αν ο Χιόνης ήταν εμβόλιο θα είχε αποτελεσματικότητα πάνω από 99%, και οι αναγνωστικές δοκιμές θα ήταν απολύτως επιτυχείς – εκτός από κάποιες κλινικές περιπτώσεις, τι να κάνουμε τώρα. «(…) συναναστρεφόμενα την Αγλαΐα, αποκτούσαν και εκείνα κάποια αίγλη, αγλαΐζονταν κι εκείνα κατά κάποιον τρόπο».
 
Οι ιστορίες που ανθολογούνται εδώ έχουν δημοσιευτεί (πλην μιας) σε λογοτεχνικά περιοδικά. Καλύπτουν μεγάλο εύρος της συγγραφικής του δουλειάς και ζωής. Αλλά αξίζουν να βρίσκονται και συγκεντρωμένες, αγκαλιασμένες, σύμφωνα πάντα με τις κρατικές ισχυρότατες συστάσεις, μέχρι 2-3 οικογένειες κειμένων, και όχι διάσπαρτα σε λογοτεχνικούς περιοδικούς λαβυρίνθους. Το εναρκτήριο ομώνυμο διήγημα είναι απολύτως ευρηματικό και απολαυστικό, αν και μπορχεσιανού ύφους όπως λέει και στο επίμετρο η εκδότρια Γιώτα Κριτσέλη. Και αυτό το τονίζω γιατί μπορεί να βαριέμαι θανάσιμα τις εμπνεύσεις του Μπόρχες από την πένα του Μπόρχες αλλά από άλλους συγγραφείς το αποτέλεσμα είναι εντελώς διαφορετικό. Υπάρχουν κείμενα με πολλές υφολογικές διακυμάνσεις, όπως εκείνα που έχουν έντονο αυτοβιογραφικό χαρακτήρα. Και εκεί φαίνεται ξεκάθαρα αυτό που έλεγα σε πρόσφατη ανάρτηση για την επαρχιώτικη λογοτεχνία. Ο Χιόνης ξέρει να γράφει για την επαρχία, γιατί τελικά ό,τι χρειάζεται περισσότερο αυτή η θεματική γραφή είναι μαεστρία.
 
[…] «Γύρω απ’ αυτήν την γκαζιέρα, ακουμπισμένη στο πάτωμα, καθόμασταν, η μάνα μου, η αδελφή μου η Χαρίκλεια κι εγώ, και περιμέναμε τον πατέρα να γυρίσει απ’ τη δουλειά, διαβάζοντας, εναλλάξ τα δύο παιδιά, ποιήματα από την ανθολογία του Αποστολίδη, που δε θυμάμαι πια πώς βρέθηκε εκείνη την εποχή στο σπίτι μας, και κλαίγοντας με το «Ο βοριάς που τ’ αρνάκια παγώνει» του Ζαλοκώστα και άλλα τέτοια θλιβερά που πολύ μας συγκινούσαν τότε, γιατί, φαίνεται, είχαμε αποθέματα λύπης και δε μας έφτανε να κλαίμε μόνο για τη μοίρα μας».
 
Λεκτικά παιχνίδια, μεταφορές, στοχαστική διάθεση, χαικού και τάνκα, νοσταλγία, χιούμορ, αγάπη για τους ομοτέχνους του, και πολλά ακόμα περνούν από τον λαβύρινθο, μόνο επιφανειακά απλό, της γραφής του· και όπως ακριβώς στο ομώνυμο διήγημα, τίποτα δεν είναι ίδιο στην επόμενη γωνία, χάνεται και ξαναβρίσκεται κάτι διαφορετικό που θα χαθεί και πάλι. Η έκδοση της «Κίχλης» ως συνήθως άψογη. Η επιλογή των κειμένων και ο πρόλογος είναι του Κυριάκου Ραμολή, η φιλολογική επιμέλεια της Γιώτας Κριτσέλη και τα διάσπαρτα όμορφα σκίτσα – λες και έχασαν το δρόμο από τον λαβύρινθο του εξωφύλλου – της Εύας Τσακνιά. 

[…] «Έχω ακούσει ποιητές και ποιητές να διαβάζουν ποιήματά τους στο κοινό και να τα σκοτώνουν συστηματικά, λες και τα μισούν. Αρκετοί από αυτούς έχουν δίκιο, τα ποιήματά τους είναι πράγματι για σκότωμα, αλλά υπάρχουν κι άλλοι που, ενώ τα ποιήματά τους είναι καλά, δείχνουν να τα βαριούνται ή, τουλάχιστον, σαν μην αγαπούν πραγματικά αυτό που κάνουν».
 
Ανάμεσα στα κείμενα της συλλογής, υπάρχουν και δύο αφηγηματικά πορτραίτα ομοτέχνων του συγγραφέα, το ένα για την Ζυράννα Ζατέλη και το άλλο για τον ποιητή Χρίστο Λάσκαρη. Αγνοούσα (τι πρωτοτυπία!) τον ποιητή αλλά ο Χιόνης μιλούσε με τόσο θερμά λόγια για αυτόν και την λιτή αλλά άψογη τέχνη του (πόσο λιτή μπορεί να γίνει η ποίηση πριν χάσει την δύναμή της; σκέφτηκα ο ανόητος) που έψαξα να δω περί τίνος πρόκειται. Όλες οι συλλογές του φαίνονται εξαντλημένες για την ώρα αλλά νομίζω ότι είναι σχετικά εύκολο να εντοπίσω κάποιες από αυτές στο μέλλον. Επιτρέψτε μου να βάλω δυο τρία δείγματα της λαμπρής δουλειάς του εδώ. Φαντάζομαι ότι ούτε ο μεγαλόψυχος Χιόνης θα είχε πρόβλημα με αυτή την αναιδή κίνησή μου. Δεν ξέρω ειλικρινά τι έχω πάθει τελευταία με την ποίηση και τους Έλληνες συγγραφείς γενικότερα. Κάποιος ύπουλος ιός θα με γυροφέρνει, να μου το θυμηθείτε. 
 
Αντίσταση

Το ακατόρθωτο επιχειρεί η ψυχή 

σ’ αυτή τη ζωή 

της πολυκατοικίας.


Τη μέρα αντιστέκεται στο ασανσέρ, 

το βράδυ στις τηλεοράσεις.


Και τα μεσάνυχτα, 

που εξαντλείται ο θάνατος, 

πληγώνει τα φτερά της στο φωταγωγό 

για λίγο παιδικό φεγγάρι.  

 

(Χρίστος Λάσκαρης «Ποιήματα», εκδ. Γαβριηλίδης)

Συρρίκνωση


Κάθε μέρα που περνά 

μαζεύω και περισσότερο. 

Λιγοστεύω, λιγοστεύω 

ώσπου θα γίνω 

η μαύρη κουκκίδα 

κλείνοντας τη μικρή μου πρόταση.

(Χρίστος Λάσκαρης, «Δωμάτιο για έναν», εκδ. Γαβριηλίδης)

Απλώς, μια επιφάνεια

Ούτε ευτυχισμένος, 

ούτε δυστυχισμένος. 

Απλώς, 

μια επιφάνεια, 

που πάνω της 

κάνει τσουλήθρα ο χρόνος.

(Χρίστος Λάσκαρης, «Ποιήματα», εκδ. Γαβριηλίδης) 

 

 

Υ.Γ. 2666  Το εξώφυλλο είναι ξεκάθαρα «Μετακίνηση 6» φάση!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !