Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Who’ s who


 
Ένας χρόνος που ξεκίνησε με αντιποίηση (αρχών), του αξίζει νομίζω να τελειώσει με (αρχών) ποίηση. Και γενικά η ποίηση έπαιξε πολύ φέτος: αποποίηση (ευθυνών), απλοποίηση (συλλογισμών), παραποίηση (στοιχείων), καλά πήγε αυτό. Ήταν μια χρονιά που ο καθένας σας βρήκε τον εαυτό του, μην λέτε τίποτα άλλο, σας κατάλαβα από την κραυγή! Όλο αφορισμούς ήσασταν για την χρονιά που διανύσαμε αλλά ο αφορισμός δεν είναι τόσο εύκολος παιδιά και η ποίηση πανάκεια για τίποτα. Φέτος κέρδισαν το φλουρί – φλουρί καραντινάτο – οι επιστήμονες και ο Ώντεν υπήρξε ένας από αυτούς, γιατί έτυχε και τον διάβασα, και απέκτησα, έστω και όψιμα, ψυχικά αντισώματα … αντί σωμάτων ασφαλείας να με ελέγχουν σε κάθε 6η μετακίνησή μου. «Η ποίηση δεν είναι μαγεία. Στον βαθμό που μπορούμε να πούμε ότι η ποίηση, ή οποιαδήποτε άλλη τέχνη, έχει κάποιον απώτερο σκοπό, ο σκοπός αυτός, επειδή ακριβώς λέει την αλήθεια, δεν είναι άλλος από την απομάγευση και την αποτοξίνωση».
 
Αυτό το βιβλίο είναι ένα εκπληκτικό επίτευγμα, σαν εμβόλιο εν καιρώ πανδημίας. Εδώ ο Ώντεν μιλάει για… ποιητικές μεταλλάξεις και παρενέργειες της τέχνης, όπως θα το χρησιμοποιούσε για τίτλο στο άρθρο του κάθε ψευτοκουλτουριάρης που σέβεται τον εαυτό του αλλά όχι το κοινό του, με μια διαυγή ματιά και ένα σθεναρό λόγο που υποστηρίζεται από υγιή πνευμόνια. Καθηλωτικό σε κάθε σελίδα του. Επειδή είμαι παιδί των αφορισμών λάτρεψα το πρώτο και δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου που περιέχει αφορισμούς μικρής ή μεγαλύτερης έκτασης για την ανάγνωση και την γραφή αντίστοιχα. «Πολλοί καμαρώνουν τα χειρόγραφά τους με τον ίδιο τρόπο που απολαμβάνουν την κακοσμία του σώματός τους». Πλυθείτε γαμώτο, Πρωτοχρονιά έχουμε! 
 
Πέρα από αυτά τα κεφάλαια και μερικά ακόμα… δευτερεύοντα αλλά με πρωτεύουσας αξίας κείμενα (τίποτα δεν περιττεύει), κυρίαρχη θέση καταλαμβάνει η διάλεξη που έδωσε ο Ώντεν το 1956 από την θέση του Καθηγητή Ποίησης στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Άκρως συγκινητική, διακριτικά αυτοσαρκαστική αλλά και εξαιρετικά ουσιώδης σχετικά με τον τρόπο που δημιουργείται ένας ποιητής ή τέλος πάντων η ποίηση, ποιος χέστηκε για τους ποιητές; «Ο βαθμός της έξαψης που συνοδεύει τη δημιουργία ενός έργου αποτελεί ένδειξη της αξίας του τελικού αποτελέσματος στον ίδιο βαθμό που η έξαψη ενός πιστού αποτελεί ένδειξη της αφοσίωσής του στον Θεό. Με άλλα λόγια, σχεδόν καμία».
 
Παρόλο που πέρασαν 70 χρόνια από την συγγραφή του, δεν βρίσκω τίποτα αναχρονιστικό στις σκέψεις του (εκτός και αν θαμπώθηκα τόσο πολύ) και θεωρώ αυτό το βιβλίο χρησιμότατο – καμία απολύτως σχέση δηλαδή με το γούρι του 2020 – ανάγνωσμα για κάθε αναγνώστη που σέβεται την τέχνη που τον ψυχαγωγεί και τα λεφτά που ξοδεύει για χάρη της. Προτείνεται και μία δεύτερη ανάγνωσή του για να το απολαύσεις ολοκληρωτικά, αν και εγώ πολλά αποσπάσματα τα ξαναδιάβασα στο καπάκι και σημείωσα ένα σωρό άλλα. Σπανίζει ένας τέτοιος στοχαστής και περισσότερο σπανίζει η ταύτιση που μπορεί να δημιουργηθεί με την ιδιοσυγκρασία του καθενός, εν προκειμένω με τη δική μου.
 
[…] «Η επίθεση εναντίον ενός κακού βιβλίου δεν είναι απλώς σπατάλη χρόνου, είναι και επιβλαβής για τον ίδιο τον κριτικό. Το μόνο ενδιαφέρον που μπορώ να βρω στην κριτική για ένα κακό βιβλίο πηγάζει από μένα τον ίδιο, από την αποκάλυψη δηλαδή της ευφυίας, της εξυπνάδας και της κακίας που είμαι σε θέση να επιδείξω. Δεν μπορεί κανείς να γράψει κριτική για ένα κακό βιβλίο χωρίς να επιδείξει τις γνώσεις του». Είμαι επιδηκτικός, το ξέρω.
 
Η έκδοση των «Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης» είναι εντυπωσιακή, ένα κόσμημα. Πολύ καλή και η μετάφραση της Ελένης Πιπίνη. Χωρίς εισαγωγές και επίμετρα, άλλοτε απαραίτητα, και για μένα πάντοτε ευπρόσδεκτα, εδώ φαίνεται να περιττεύουν μπροστά στη λάμψη του Ώντεν. Το μόνο που δεν μου άρεσε είναι ο τίτλος, αρκετά διανοουμενίστικος και ικανός να διώξει έναν μέσο αναγνώστη την στιγμή που σε άλλη περίπτωση θα μπορούσε μόνο να ωφεληθεί από τις εύληπτες αλλά ουσιώδεις σκέψεις του Ώντεν. Αν χρησιμοποιούνταν μια μεταγραφή του πρωτότυπου τίτλου, «The Dyer’s Hand» θα ήταν πολύ καλύτερα. Ο Ώντεν κατάφερε να ψάλλει τα πιο όμορφα κάλαντα από όσα δεν ακούστηκαν φέτος· και αυτό μόνο ένας σπουδαίος ποιητής θα μπορούσε να το καταφέρει.
 
«Οι συγγραφείς μπορεί να ενοχοποιούνται για όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες εκτός από μία. Αυτήν του κοινωνικού λειτουργού: “Είμαστε εδώ για να βοηθάμε ο ένας τον άλλο· αλλά γιατί είναι εδώ οι άλλοι, δεν ξέρω”»
 

Υ.Γ. 2021  Καλή χρονιά να έχουμε αλλά μην ποντάρετε και όλα τα λεφτά σας σε αυτό. «Υπάρχουν έργα που έχουν ξεχαστεί άδικα· κανένα όμως που το θυμόμαστε χωρίς να το αξίζει». Και τα έργα (τρόμου) είναι κυρίως δημιουργήματα του χρόνου. Του 2020, συγκεκριμένα!



* Who’s who



Μια βιογραφία της δεκάρας δίνει όλα τα στοιχεία: 

Πώς τον έδερνε ο Πατέρας, πώς έφυγε απ’ το σπίτι, 

Πώς κόπιασε στη νιότη, τις πράξεις μία μία 

Που τον κάναν την πιο σπουδαία μορφή στον πλανήτη· 

Πώς πάλευε, κυνηγούσε, δούλευε οληνύχτα, 

Ανέβαινε σε νέα βουνά, βάφτιζε μια θάλασσα· 

Νεότεροι ερευνητές σημείωσαν με έμφαση 

Ότι έκλαιγε γοερά από έρωτα όπως εγώ κι εσύ. 



Μες τις τιμές αυτές για κάποιον αναστέναζε 

Που ζούσε στην πατρίδα, λεν έκπληκτοι οι κριτές, 

Κι έκανε τις μικροδουλειές στο σπίτι προσεγμένα 

Και τίποτε άλλο· δεν έβγαινε· κάποτε σφύριζε 

Ή σκάλιζε στον κήπο· απάντησε κάποιες φορές 

Στα υπέροχα γράμματά του, δεν κράτησε κανένα.

(Από την συλλογή «Η ασπίδα του Αχιλλέα», μετάφραση Ερρίκος Σοφράς, εκδ. Αντίποδες)

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !