Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Εντός ορίων, άνευ όρων

 
 
Αν βρίσκεσαι εντός ορίων της σκακιέρας η αγάπη και η παράδοση προς το σκάκι αναπόφευκτα είναι άνευ όρων∙ αν πάλι στέκεσαι στο τετράγωνο έξω από τη σκακιέρα, οι όροι ενδέχεται να αλλάζουν κατά βούληση μετατοπιζόμενοι σε κάτι που προσιδιάζει εναλλάξ την ήττα και την νίκη. Σπανίως συναντάμε συνθήκες ισοπαλίας σε ετούτα τα στιγμιότυπα από την πολιτισμική ιστορία του σκακιού – κάτι τέτοιο εξάλλου δεν ψάχνουμε και στα καλά βιβλία, την αποφυγή μιας βαρετής και διεκπεραιωτικής διαδικασίας; Ή τουλάχιστον να μην αντιληφθούμε αυτήν την καμουφλαρισμένη «πλήξη». Θέλουμε μάχες και πληγές και τραύματα. Κάτι που κακά τα ψέματα, δεν θέλουμε καθόλου στις ζωές μας. Αν παίρναμε κατά γράμμα την διάσημη φράση του Μπόμπι Φίσερ ότι «Chess is life» τότε κάτι μου λέει ότι θα συντασσόμασταν απερίφραστα υπέρ της ισοπαλίας. «Καμιά μιζέρια εδώ. Μόνο η συνειδητοποίηση ότι αυτό που φαντάζει βαρετό δεν είναι παρά το αποτέλεσμα έντονης διανοητικής δραστηριότητας, η εκτίμηση της οποίας απαιτεί μια προσπάθεια που ξεπερνά την ευκολία του θεάματος. Προεκτείνοντας τη θέση του ΜακΝτόναλντ, θα μπορούσαμε να πούμε πως η ισοπαλία είναι η φυσιολογική συνθήκη, ενώ η νίκη και η ήττα δεν είναι παρά παρεκκλίσεις που συμβαίνουν γιατί μεσολαβεί κάποιο λάθος, κάτι ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο».  
 
Τα γυαλιά του Κορτσνόι. Πηγή: Mary Delaney Cooke/Corbis via Getty Images
 
Μετά την σειρά «Το Γκαμπί της Βασίλισσας» σημειώθηκε και μια καμπή που εκδηλώθηκε με μια εκ νέου προώθηση του σκακιού σε όλους τους τομείς – μόνο ο «Κλειδάριθμος» έμεινε πίσω, όταν εκεί που άλλοτε έβγαζε σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα σημαντικά σκακιστικά βιβλία, πλέον τον βλέπουμε να κάνει ένα παράδοξο άνοιγμα στα BookTok∙ αλλά και πάλι, δεν μπορούμε να τον κατηγορήσουμε ότι δεν βλέπει κινήσεις μπροστά, αν πρώτα δεν δούμε και εμείς την ετήσια οικονομική του εκκαθάριση. Αυτά τα άρθρα του Χρήστου Νάτση φαίνεται να καβαλάνε το κύμα της σειράς, ακόμα και αν κάποια γράφτηκαν πριν από την προβολή της, και αυτό είναι κάτι το ευτυχές. Γιατί οτιδήποτε αφορά το σκάκι, θα είναι εξ ορισμού ελλιπές. Σε αυτό το βιβλίο, όπως τονίζει και ο συγγραφέας του, δεν αντιμετωπίζει το σκάκι ως μεταφορά (όπως εξάλλου γίνεται κατά κόρον) αλλά ως πηγή μεταφορών. «Όταν στον υπότιτλο μιλώ για «στιγμιότυπα», σοβαρολογώ: ο αναγνώστης θα πρέπει να σκεφτεί το βιβλίο ως το φωτογραφικό άλμπουμ κάποιου που επισκέφτηκε τη χώρα του σκακιού και γύρισε από εκεί όχι με τον χάρτη της, αλλά με μια ψυχογεωγραφική καταγραφή των εντυπώσεών του». Τουρισμό δεν μου θέλατε!
 
Ο Ανατόλι Κάρποβ σε αγώνα επίδειξης στο 18ο συνέδριο της Κομσομόλ. Μια τέλεια απεικόνιση του μεγαλείου του Κόμματος. Η νεολαία περικυκλώνει το ατομικό πνεύμα – προστατεύοντας ή απειλώντας το; Φωτο: Vladimir Rodionov, 1978
 
Η σύγχρονη ιστορία του σκακιού έχει γραφτεί παράλληλα με δύο Παγκόσμιους Πολέμους και μια αδυσώπητη ψυχροπολεμική πολιτική. «Είναι αυτοί οι νεκροί αγωνιστικά χρόνοι, οι πυκνοί ιστορικής σημασίας, που δημιουργούν όλα αυτά τα εάν και τα πώς, δημιουργώντας ταυτόχρονα την ομορφιά του μη προβλέψιμου που τόσο πολύ αναδεικνύει την επίγευση τής αισθητικής ευχαρίστησης την οποία αφήνει ένα παιχνίδι κλειστής και αμείλικτης λογικής». Η Σοβιετική Μηχανή στο σκάκι υπήρξε πανίσχυρη για καιρό αλλά αυτή η ισχύς της εδραιώθηκε πάνω σε παράνοια, προπαγάνδα, διώξεις και όλα αυτά που πλέον έχουν γίνει γνωστά σε όσους επιθυμούν να τα δουν στον πόλεμο της Ρωσίας επί της Ουκρανίας. Σου προκαλούν τρόμο ακόμα και να τα διαβάζεις αποστασιοποιημένα, πόσο δε μάλλον να τα βλέπεις γύρω σου ή να τα ζεις. Μοιραία μεγάλο μέρος του βιβλίου συμπεριλαμβάνει τέτοια περιστατικά και καταστάσεις αλλά το πάθος για την αλήθεια καταφέρνει να τα υπερβαίνει. «Ο συνεχής έλεγχος και επανέλεγχος, μια νέα, δεύτερου επιπέδου, άμιλλα, αυτή τη φορά όχι στον αγώνα αλλά στην ανάλυσή του, αποτελούσε για τον Μποτβίνικ τον μοναδικό τρόπο για να φτάσουμε σε μια πιο επιστημονική προσέγγιση του παιχνιδιού: το πάθος για την αλήθεια. Σήμερα, που οι βάσεις δεδομένων προσφέρουν στον σκακιστή οποιασδήποτε δυναμικότητας εύκολη πρόσβαση σε έναν γιγαντιαίο όγκο πληροφορίας, αυτά ακούγονται κάπως γραφικά. Πόσο μάλλον όταν τα υπολογιστικά προγράμματα καθιστούν ακόμα και την κοινή ανάλυση με τον αντίπαλο μια περιττή εθιμοτυπία. Είναι ωστόσο ο ίδιος πυρήνας που καθοδηγεί τις δύο πρακτικές: το πάθος για την αλήθεια οφείλει να εδράζεται στο σκληρό, υλικό δεδομένο της πληροφορίας». 
 
Οι δύο αντίπαλοι πέρα από το διαφορετικό στυλ στη σκακιέρα έχουν και διαφορετικό γούστο στις καρέκλες
 
Πάω σιγά σιγά προς το… φινάλε (αστείο που κάνει ματ!) Τα άρθρα του Χρήστου Νάτση υπάρχουν στο «Κοσμοδρόμιο» και πολλά από όσα φιλοξενούνται στο βιβλίο, έχουν ανέβει πρώτα εκεί. Εγώ προτιμώ την έκδοση αλλά κάποιος μπορεί να κάνει μια πρόβα εκεί για να δει αν τον ενδιαφέρουν και γιατί όχι να τα διαβάσει και ηλεκτρονικά, εφόσον του αρέσει αυτός ο τρόπος. Προσωπικά, θα ήθελα πολύ και έναν δεύτερο τόμο με όσα δεν χώρεσαν σε αυτό το βιβλίο. Η καλαίσθητη έκδοση είναι των εκδόσεων «Δόμος». Στα άρθρα του «Κοσμοδρόμιου» υπάρχουν φωτογραφίες που ντύνουν όμορφα το κάθε άρθρο και στο βιβλίο δυστυχώς λείπουν, ενδεχομένως για να μην αποθαρρύνουν εκείνους που δεν έχουν σχέση με το σκάκι – πόσες σκακιέρες να αντέξουν εκείνοι που στέκονται έξω από αυτές; Οι φωτογραφίες της ανάρτησης προέρχονται από άρθρα που υπάρχουν και στο «Κοσμοδρόμιο» και στο βιβλίο. Αναγνωρίζω ότι πολλοί που δεν έχουν καμία σχέση με το σκάκι θα προσπεράσουν αυτό το βιβλίο αλλά θα κάνουν στρατηγικό λάθος. Αν κάποιος μπορεί να εκτιμήσει σωστά τον τίτλο του γρήγορα θα καταλάβει ότι δεν είναι το σκάκι το κύριο θέμα του, παρόλο που είναι γεμάτο με αυτό. Ένας καλός τακτικός ελιγμός θα ήταν να διαβάσετε πρώτα την ανάρτηση μου και μετά βλέπετε και κάνετε - ουπς! φτάσατε ήδη στο τέλος, σόριιιι. «Παρόμοια, σχολιάζοντας ένα αφιέρωμα γαλλικού περιοδικού στο σκάκι και τις τέχνες, ο Ντόνερ θα σημειώσει ότι δεν τον ενδιαφέρει τι γράφουν οι συγγραφείς για το σκάκι (κι εδώ περνάει γενεές δεκατέσσερις τον Ναμπόκοφ), ούτε πώς το απεικονίζουν, αλλά αν παίζουν και πώς. Γι’ αυτό αναγνωρίζει μόνο τον Μαρσέλ Ντυσάν, που άφησε την τέχνη για το σκάκι, αγωνιζόμενος κανονικά και γράφοντας και σκακιστικά βιβλία. “Το σκάκι δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα. Πολλά μπορούν να συγκριθούν με το σκάκι, αλλά το σκάκι είναι μόνο σκάκι”». Ξέρω ότι το παραπάνω απόσπασμα δημιουργεί μια αντίφαση. Αλλά και τι δεν δημιουργεί αντιφάσεις; 
 
Ο Σίροβ, 8 χρονών, στη Ρίγα. Το πονηρό βλέμμα προοικονομεί τη μελλοντική φωτιά στη σκακιέρα. Photo credit, M. Rabkin, via http://chesspro.ru

 


Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .