Αν δεν ήταν Λάρσον δεν πρόκειται να έβαζα το χέρι μου στην τσέπη για να πάρω βιβλίο με τόσο αδιάφορο τίτλο – ίσως να το έκανα για δοκίμιο, με επιφύλαξη πάντα. Με τίτλο «Οι μέρες που έχτισαν την Ιστορία»… δεν πουλάς, για να το πούμε με τα λόγια της εκδοτικής πιάτσας. Αναζήτησα μέσα στο βιβλίο τον πρωτότυπο τίτλο γιατί είχα απορία πώς ο ευφυής Λάρσον χρησιμοποίησε τέτοιον άθλιο τίτλο· το «The splendid and the ville» [sic] έγινε αυτό που έγινε. Χωρίς και ο ίδιος ο Λάρσον να στοχεύει στην απολυτή πρωτοτυπία με την επιλογή των τίτλων του, τουλάχιστον πάντοτε διατηρεί μια υποδόρια νότα ειρωνείας που ενισχύεται και από την ακόλουθη ανάγνωση των εκπληκτικών βιβλίων του. Οι μεταφράσεις των τίτλων προγενέστερων βιβλίων του διατηρούσαν αυτή την ειρωνεία, εδώ όμως παραδόθηκε αμαχητί. Ας το έκαναν «Μεγαλοπρέπεια και αθλιότητα», «Ο εξαίσιος και ο άξεστος» η έστω, «Ο Λόρδος και ο Αλήτης» όπως προτείνει χιουμοριστικά το παρόν μπλογκ. Τέλος πάντων, σύμφωνα και με το κλισέ, χάθηκε μια μάχη αλλά όχι ο πόλεμος. «“Το να μη συμπυκνώνει κανείς τις σκέψεις του είναι σημάδι οκνηρίας”, έλεγε».
Έχω σκυλοβαρεθεί τα βιβλία με θέμα τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πολλοί σπουδαίοι συγγραφείς ασχολήθηκαν με αυτόν αλλά κυρίως πολλοί αδιάφοροι συγγραφείς που έφεραν ως μοναδικό παράσημο κάποιας συγγραφικής τόλμης, την όποια ενασχόλησή τους με αυτό το θέμα. Δεν αντέχω πια, παραδίνομαι. Δεν θέλω να τα βλέπω στην λογοτεχνία, στρέφω το βλέμμα αλλού, τα καταγράφω πλέον σε ένα ιδιότυπο και εφιαλτικό φάκελο απόδρασης από τον οποίο προσπαθώ να ξεφύγω. Επέλεξα να διαβάσω τον Λάρσον αφ’ ενός επειδή είναι ένας σπουδαίος συγγραφέας και αφ’ ετέρου επειδή με συναρπάζει ο τρόπος που γράφει τα βιβλία του. Κάθε τόσο παρασύρεσαι και πιστεύεις ότι πρόκειται για καθαρή και ατόφια επινόηση ενώ εκείνος διατείνεται, ορκίζεται καλύτερα, ότι κάθε λέξη που εμφανίζεται στο βιβλίο είναι αποτέλεσμα πρωτογενών (και ίσως δευτερευόντως, δευτερευουσών) πηγών, αρχείων, ημερολογίων, κλπ. Ακόμα και αν το έχεις αυτό στο μυαλό σου καθώς διαβάζεις – που δεν το έχεις, γιατί η αφήγηση σε παρασύρει γρήγορα και ολοκληρωτικά – η σειρά με την οποία επιλέγει να παραθέσει τα γεγονότα, από τα πιο ασήμαντα έως τα πιο σημαντικά, είναι ίδιον μεγάλου συγγραφέα. Γι’ αυτό τον αγαπώ και τον συστήνω με κάθε αφορμή.
Τα περισσότερα βιβλία τα διαβάζω με το μυαλό, κάποια λίγα με την καρδιά και ένα μόνο κατάφερα να το διαβάσω με το στομάχι. […] «Ο αεροπορικός πόλεμος εναντίον της Βρετανίας αναζωπυρώθηκε για ένα σύντομο διάστημα όταν το 1944 ήρθαν η ιπτάμενη βόμβα V-1 και η ρουκέτα V-2, τα όπλα «Εκδίκησης» του Χίτλερ, που έφεραν έναν νέο τρόμο στο Λονδίνο, αλλά αυτό ήταν μια τελική επίθεση που είχε ξεκινήσει με μοναδικό σκοπό να προκαλέσει θάνατο και καταστροφή πριν από την αναπόφευκτη ήττα της Γερμανίας». Το σοκαριστικά ανεπανάληπτο «Ουράνιο τόξο της βαρύτητας» εκκινεί την ιστορία του από το τέλος του πολέμου και ο τρόμος είναι ένα συναίσθημα που γουργουρίζει απειλητικό στο στομάχι σου καθώς εσύ φαινομενικά κάθεσαι αραχτός και ήρεμος στην πολυθρόνα σου. Ουδέποτε γράφτηκε καλύτερο βιβλίο
Η μορφή του Τσόρτσιλ έχει υποστεί εκατοντάδες μεταμορφώσεις στο πέρασμα των χρόνων και όλοι θα ανακαλύψουν μια περσόνα του με την οποία θα μείνουν ευχαριστημένοι, αρκεί να διαβάσουν τα σωστά ή και τα λάθος βιβλία, το ίδιο αποτέλεσμα θα έχει στο τέλος. Ο Λάρσον την είδε λίγο πιο οικογενειακά την φάση και μάζεψε όλο το σκυλολόι του (μπουλντόγκ) Τσόρτσιλ για να μας δείξει πόσο τρομακτική μπορεί να είναι η εμπειρία να πέφτουν βόμβες και έξω από μια οικογενειακή εστία! Ο Τσόρτσιλ και οι παρατρεχάμενοί του, μαζί με μια ολόκληρη χώρα που αναθάρρευε διαρκώς στην αγκαλιά του και στην όψη της πατρικής του φιγούρας (οποιαδήποτε ομοιότητα με πατερούληδες εκείνης της περιόδου είναι εντελώς συμπτωματική), δημιούργησαν μέσα από την πένα του ευφυούς Λάρσον μια εκτεταμένη οικογενειακή εποποιία που συναρπάζει. Το χρονικό πλαίσιο είναι περιορισμένο και η δράση μοιάζει τέτοια επίσης (χάρη στη μονοτονία της) αλλά οι 700 σελίδες μεγάλου σχήματος δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να σε καθηλώνουν κάθε στιγμή.
[…] «Για τον Κόλβιλ, αυτή ήταν μια παράξενη στιγμή. Άλλο να ζεις τον πόλεμο από υπουργική απόσταση, και εντελώς διαφορετικό να βλέπεις από κοντά την απόδειξη της βίας και του κόστους του. Εδώ υπήρχε ένα γερμανικό βομβαρδιστικό πεσμένο σε μια εξοχή τόσο κλασικά αγγλική όσο θα μπορούσε να φανταστεί οποιοσδήποτε ταξιδιώτης, ένα κυματιστό τοπίο από βοσκοτόπια, δάση και χωράφια που κατηφόριζαν απαλά προς τον νότο, με ίχνη από ένα μεσαιωνικό δάσος που κάποτε το χρησιμοποιούσαν για το κυνήγι και για την ξυλεία. Πώς ακριβώς είχε καταλήξει εδώ το βομβαρδιστικό, ο Κόλβιλ δεν ήξερε. Αλλά ήταν εδώ, μια ξένη μηχανική παρουσία, με σκούρο πράσινο κύτος, φτερά με γκρίζα κάτω επιφάνεια, και κίτρινα και μπλε εμβλήματα εδώ κι εκεί, σαν λουλούδια πεταμένα τυχαία. Ένας λευκός αστερίας γυάλιζε στο κέντρο μιας μπλε ασπίδας. Κάποτε τρομακτικό σύμβολο του σύγχρονου πολέμου, το βομβαρδιστικό ήταν πεσμένο και άχρηστο σ’ ένα χωράφι, ένα απλό απομεινάρι για να δει κανείς πριν επιστρέψει στο σπίτι του για τσάι».
Στο βιογραφικό του συγγραφέα στο αυτί του βιβλίου αναφέρεται ότι το παρόν βιβλίο καθώς και το προηγούμενο του, το «Dead Wake» βρέθηκαν στο Νο1 της λίστας των «New York Times». Πιο κάτω αναφέρεται και στο βιβλίο του, «Ο Διάβολος στη Λευκή Πόλη» που κυκλοφορεί επίσης από τις εκδόσεις τους. Κανείς δεν περιμένει ένας εκδότης να διαφημίζει βιβλία άλλων εκδοτικών, δεν είναι απαραίτητο (εξάλλου εκείνο που είχε κυκλοφορήσει παλιότερα από «Μεταίχμιο» το έθαψαν), αλλά από την στιγμή που αναφέρεσαι για δικούς σου λόγους στο προηγούμενο βιβλίο του, θα έπρεπε να το αναφέρεις με τον μεταφρασμένο του τίτλο, «Βουβό κύμα» δηλαδή, όπως κυκλοφόρησε από τον «Ίκαρο» πριν από 4 χρόνια. Αυτές είναι χαζομικρότητες και ψωροπερηφάνιες που δεν προσφέρουν κανένα στρατηγικό πλεονέκτημα όπως θα σας έλεγε και ο Τσόρτσιλ. Οι εκδότες πρέπει να καταλάβετε ότι δεν πουλάει το ένα βιβλίο ενός συγγραφέα (συνήθως αυτό που έχετε εκδώσει εσείς) παραπάνω από τα υπόλοιπα – αν αξίζει ο ίδιος ο συγγραφέας, πουλάνε όλα! Μάλιστα, πριν λίγες μέρες που ήταν η Black Friday η «Διόπτρα» πρωτοπορώντας ΔΙΑΔΟΣΕ ένα πολύ ζουζουνιάρικο μήνυμα στο διαδίκτυο που κέρδισε αμέσως την συμπάθειά μας και τις καρδιές μας: να πάτε στα βιβλιοπωλεία της γειτονιάς σας για να σας προτείνουν βιβλία με έκπτωση είτε δικά μας (προφανώς και πρωτίστως) είτε και άλλων εκδοτών· γιατί εμείς δεν πρόκειται να το κάνουμε – τουλάχιστον το δεύτερο!
Ένα λάθοs της έκδοσηs που το αντιλήφθηκα πρώτη φορά περίπου στην 120 σελίδα και ωs το τέλοs τηs δεν μπόρεσα να το βγάλω από το μυαλό μου είναι ότι το τελικό σίγμα που χρησιμοποιείται δεν είναι το ελληνικό αλλά το αγγλικό. Ξενομανία, τι να πειs! Κατά τ’ άλλα, η έκδοση της «Διόπτρας» είναι πολύ όμορφη και το ίδιο φαίνεται να είναι και η μετάφραση του Αλέκου Αντωνίου. Το βιβλίο του Λάρσον είναι ένα συλλογικό ημερολόγιο μεμονωμένων ανθρώπων, με όλες τις συναισθηματικές παλινωδίες, τα αποσπάσματα ετεροντροπής (κάπως cringe λέξη!)*, αλλά και τις στιγμές θάρρους, τις αναμνήσεις που θέλεις να θυμάσαι, μαζί με εκείνες που ενδεχομένως θέλεις να χαθούν διαπαντός, ένα σύνολο στιγμών στις οποίες σπανίως ανατρέχεις, σκονίζονται σε μια άκρη απαρηγόρητες αλλά και που θα στεναχωρηθείς βαθιά αν κάποτε γίνονταν στάχτη – και ως τέτοιο πρέπει να διαβαστεί.
[…] «Έκανε έναν κατάλογο των βιβλίων, τουλάχιστον εκείνων που μπορούσε να θυμηθεί. Ήταν, έγραψε αργότερα σ’ ένα δοκίμιο, “ο πιο θλιβερός κατάλογος· ίσως ένας κατάλογος που δεν θα έπρεπε να κάνει κανείς”. Κάπου κάπου θυμόταν έναν τίτλο που είχε παραλείψει, σαν την γνώριμη χειρονομία ενός χαμένου αγαπητού προσώπου. “Συνεχίζω να θυμάμαι κάποιο παράξενο βιβλιαράκι που είχα· δεν είναι δυνατόν να τα συμπεριλάβω όλα και είναι καλύτερα να τα ξεχάσω τώρα που έγιναν στάχτη”».
* Το κατάκλεψα από φίλο και δεν ετεροντρέπομαι καθόλου.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.