Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο». Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!
Αυτό το βιβλίο αποδείχθηκε εξαιρετικά ανακουφιστικό, όπως και αναπάντεχα διασκεδαστικό, γιατί είτε είσαι η αγία Αθανασία του Αιγάλεω με ενεργή συμμετοχή σε βιβλιοφιλικές ομάδες του διαδικτύου είτε ο ανυπάρκτιαν Οδυσσέας Μουζίλης από τη Χώρα του Ποτέ Δε Θα Γίνεις Κριτικός, έχεις κάθε δικαίωμα να ξεσκίζεις βιβλία και συγγραφείς όπως σου κάνει κέφι, και με τη σειρά τους να σε ξεσκίζουν και άλλοι για τις απόψεις σου. Σαφώς είναι προτιμητέο να έχεις επιχειρήματα κατά τη διεξαγωγή της πολεμικής σου, αλλά ελλείψει άλλων ιδανικών υποψηφίων, προσλαμβάνουμε και χωρίς, κλάιν. Το πιο κοντινό σε Σαίξπηρ που έχω διαβάσει είναι το υπέροχο ένατο κεφάλαιο του «Οδυσσέα» του Τζόυς. Από εκεί και πέρα έχω μερικές εκδόσεις του, αλλά έχω διαβάσει ελάχιστα κομμάτια. Σε αυτά τα κομμάτια συμπεριλαμβάνεται το 1/3 του «Μάκβεθ» όπου πρόλαβα και διαπίστωσα εν σπέρματι όλα αυτά που του προσάπτει ο Τολστόι. Η αλήθεια είναι ότι ο Τολστόι τον πετσοκόβει ανελέητα και είτε το κάνει απόρροια της θρησκευτικής μεταστροφής που βίωσε στα τελευταία χρόνια της ζωής του είτε γιατί διακρίνει τις ελλείψεις του Σαίξπηρ με διαύγεια, το σίγουρο είναι ότι το κάνει με απολαυστικό τρόπο – όσες αντιρρήσεις και αν υψώσει κανείς στην πορεία.
Κατηγορεί τον Σαίξπηρ για αμετροέπεια, ανόητα αστεία, κούφιες και περιττές φράσεις και πράξεις που δεν δικαιολογούνται από την πλοκή και τις κινήσεις των χαρακτήρων, μια δεσπόζουσα και πομπώδη σαιξπηρική γλώσσα που καλύπτει όλους τους χαρακτήρες ανεξαιρέτως στερώντας τους το δικαίωμα να συνάψουν αυτό το είδος ψευδαίσθησης με το κοινό που είναι και το ζητούμενο στο δράμα και πολλά άλλα. Επίσης, τα βάζει και με όλον τον κόσμο, λαό και Κολωνάκι (κριτική ιντελιγκέντσια), που εκθειάζουν τον Σαίξπηρ ανά τους αιώνες λες και έπεσαν σε ένα καθεστώς επιδημικής υποβολής ενώ θα έπρεπε να τον αφήσουν να ξεχαστεί στην καλλιτεχνική του μετριότητα, μέσα στην οποία και έδρασε. Φαίνεται να ξεχωρίζει μόνο και ίσως να αναγνωρίζει ελαφρώς την γλώσσα του «η βασική ιδιαιτερότητα της οποίας έγκειται στο ότι οι σκέψεις γεννιούνται είτε επειδή ηχούν όμοια οι λέξεις τους είτε από τις αντιθέσεις μεταξύ των λέξεων» – χωρίς να του συγχωρεί όμως το γεγονός ότι εφόσον δεν φέρει ένα σημαντικό μήνυμα για την πορεία της ανθρωπότητας (κατά Τολστόι) αυτή η αισθητική επίδειξη είναι ανώφελη και ενοχλητική.
Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει ένα εκτενές άρθρο του Τζορτζ Όργουελ, απάντηση στην πραγματεία του Τολστόι, αντικρούοντας τις απόψεις του και κάνοντας με την σειρά του επίθεση – έστω μέσω εικασιών – προς το πρόσωπο του Ρώσου. Ισχυριζόμενος ότι ο Τολστόι επιλέγει να αποδομήσει τον «Βασιλιά Ληρ» και κατ’ επέκταση εν συνόλω τον δημιουργό Σαίξπηρ, επειδή ο Ληρ έχει κάποιες ενοχλητικές ομοιότητες με την ζωή του Τολστόι, όπου και εκείνος απαρνείται την εξουσία του προς το τέλος της ζωής του και δεν βλέπει να εκτιμάται όπως ίσως θα περίμενε. Και αν λίγα χρόνια νωρίτερα θα έλεγε ότι οκ αρέσει σε όλους σας ο Σαίξπηρ αλλά όχι σε εμένα, κομπλέ, τώρα προσπαθεί να τον καταστρέψει στις συνειδήσεις των ανθρώπων προσβλέποντας σε δικές του εγωιστικές, και ενδεχομένως ασυνείδητες, τάσεις. Ο Όργουελ καταλήγει ότι τη πραγματεία του Τολστόι δεν θα την μνημόνευε κανείς αν εκείνος δεν ήταν ο συγγραφέας της «Άννα Καρένινα» και του «Πόλεμος και Ειρήνη» και ότι ακόμα και έτσι η αξία του Σαίξπηρ μένει αδιαμφισβήτητη μέσα στα χρόνια. Δεν νομίζω ότι του αξίζει να ξεχαστεί το άρθρο του Τολστόι γιατί ενέχει μέσα του την σπουδαία αξία της διαφωνίας· πικρόχολης, έστω. Εξάλλου και τον Όργουελ λίγοι είμαστε αυτοί που τον εκτιμούμε για τα υπέροχα άρθρα του, οι περισσότεροι κυρίως τον εκθειάζουμε για το γελοίο του «1984» (το οποίο στην ουσία του προπαγανδίζει ανόητα μηνύματα, ενώ όταν ο Τολστόι τα αξιώνει στα δράματα του Σαίξπηρ, ο Όργουελ τον επικρίνει) – πώς σου φάνηκε αυτό Γιώργο μου; Όπως και να’ χει, και τα δύο άρθρα, με στέρεα ή σαθρά επιχειρήματα, με χολή ή ροδόνερο, έχουν την αξία τους και την ομορφιά τους.
[…] «Η αντίδρασή του είναι εκείνη του ευέξαπτου γέρου που τον ενοχλεί ένα άτακτο παιδί. «Γιατί χοροπηδάς έτσι συνέχεια; Γιατί δεν μπορείς να καθίσεις ήσυχα όπως εγώ;» Από μια άποψη, ο γέρος έχει δίκιο, αλλά το πρόβλημα είναι ότι το παιδί έχει μια αίσθηση στα μέλη του που ο γέρος έχει χάσει. Και ακόμα κι αν ο γέρος γνωρίζει την ύπαρξη αυτής της αίσθησης, το αποτέλεσμα είναι απλώς ότι αυξάνει τον εκνευρισμό του: αν μπορούσε, θα έκανε τα παιδιά γέροντες. Ο Τολστόι ίσως δεν ξέρει τι ακριβώς του διαφεύγει στον Σαίξπηρ, αλλά ξέρει ότι του διαφεύγει κάτι, και είναι αποφασισμένος να το στερήσει και από τους άλλους».
Η έκδοση της «Ποικίλης Στοάς» είναι καταπληκτική και νομίζω ότι αξίζει να την ψάξετε για να μάθετε εκτός των άλλων πώς γίνεται ένα καλό θάψιμο συγγραφέων σε βιβλιοφιλικές ομάδες. Μορφωθείτε! Και πάλι εδώ έχουμε μια εξαιρετική μετάφραση της Αλεξάνδρας Ιωαννίδου όπως και μία κατατοπιστική εισαγωγή. Η (επίσης όμορφη) μετάφραση του άρθρου του Τζόρτζ Όργουελ ανήκει στον Γιώργο Μπαρουξή.
[…] «Στη θεατρική γραφή πειραματίστηκε και ο ίδιος ο Τολστόι. Ανάμεσα σε άλλα, το 1886 έγραψε το έργο Η εξουσία του σκότους (Vlast’ t’amy), ένα έντονα νατουραλιστικό δράμα με πολλά πρόσωπα, έντονη δράση, φόνους κ.λπ., στο οποίο θέλησε να καταδείξει τις συνέπειες της ηθικής κατάπτωσης στην κοινωνία. Το έργο απαγορεύτηκε απ’ τον εκκλησιαστικό λογοκριτή. Όταν, παρ’ όλα αυτά, ο τσάρος επέτρεψε το ανέβασμά του, πολλοί ευνοϊκοί θεατρικοί κριτικοί το παραλλήλισαν με τα έργα του Σαίξπηρ…»
Karma is a bitch, isn’t it?
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.