Όπως λέει ο μέγας Μέλβιλ, «για να γράψεις ένα μεγάλο βιβλίο πρέπει να διαλέξεις ένα μεγάλο θέμα»· και νομίζω ότι ο Γουάλας το βρήκε. Όταν έμαθα ότι έγραψε ένα βιβλίο για την πλήξη, ενθουσιάστηκα. Και τι πιο πληκτικό από την εφορία και τις κρατικές υπηρεσίες, γενικότερα; Έχοντας κάνει τελευταία κάποιες επισκέψεις στον ΟΑΕΔ είδα τα πράγματα στις αληθινές τους διαστάσεις. Και τρόμαξα. «Το θέμα εδώ, σε σχέση με το χρονικό, είναι ότι κατά το διάστημα που εργάστηκα στην Υπηρεσία έμαθα μερικά πράγματα για την πληκτικότητα, την πληροφορία και την άσκοπη περιπλοκότητα. Για το πώς να αντιμετωπίζεις τα μονοπάτια της πλήξης, όπως θα έκανες με μια περιοχή γεμάτη πεδιάδες, δάση και απέραντες ερημιές. Τα έμαθα όλα αυτά διεξοδικά και λεπτομερειακά εκείνη την χρονιά, και έκτοτε διαπιστώνω συνεχώς, στη δουλειά, στη διασκέδαση, στις φιλικές παρέες, ακόμη και στη θαλπωρή της οικογενειακής ζωής, ότι οι ζωντανοί άνθρωποι δεν μιλούν και πολύ για την πλήξη. Για τα κομμάτια εκείνα της ζωής που είναι, και πρέπει να είναι, πληκτικά. Γιατί αυτή η σιωπή; Ίσως γιατί το ίδιο το θέμα είναι εκ φύσεως πληκτικό… μόνο που τότε βρισκόμαστε και πάλι εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε, πράγμα ανιαρό και ενοχλητικό. Είμαι της γνώμης όμως ότι ίσως να υπάρχει και κάτι άλλο εδώ… Κάτι τεράστιο, που βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας, κρυμμένο λόγω του μεγέθους του».
Το βιβλίο του Γουάλας δεν μου άρεσε σχεδόν καθόλου – οποιαδήποτε ομοιότητα με την φράση του Μέλβιλ πιο πάνω, έχει να κάνει με την έκταση περισσότερο παρά με την σπουδαιότητα. Πειθανάγκασα τον εαυτό μου να συνεχίσει την ανάγνωση ει δυνατόν ως το τέλος, μόνο και μόνο για να μην γράψω ακόμα μια κριτική για βιβλίο που δεν έχω τελειώσει, όπως είχα κάνει κατ’ εξαίρεση με την «Αδηφαγία». Αλλά δεν τα κατάφερα, και δεν με νοιάζει κιόλας. Μου προκέλεσε αφόρητη δυσφορία – η «ευφορία» του τίτλου έχει διττή σημασία, παίζει με την ηχητική συγγένεια των λέξεων «εφορία» και «ευφορία»… γιατί υπήρξαν δυο-τρια άτομα που τελικά τους άρεσε (αδιανόητο) το συγκεκριμένο βιβλίο! Ξέρω ότι πολλοί κριτικοί θα εκνευριστείτε μαζί μου, επειδή τολμώ να γράφω αρνητική κριτική για βιβλίο (που έχω, έστω μερικώς, διαβάσει) και σας χαλάω έτσι την πιάτσα. Επίσης, το ίδιο θα κάνετε και πολλοί (3-4) αναγνώστες που σας άρεσε το βιβλίο. Δεν πειράζει, σκεφτείτε για μια στιγμή πόσο δύσκολο εγχείρημα είναι να συμπληρώσει κανείς το Ε9 και θα σας περάσουν αμέσως τα νεύρα!
Ο Γουάλας της «Λήθης» μού είχε αρέσει πάρα πολύ. Αλλά (όπως, με θλίψη, συμπεραίνω) μέχρι εκεί. Δεν κάνει για μυθιστοριογράφος, το παιδί. Θυμάμαι ακόμα την ισχυρή εντύπωση που μου είχε προκαλέσει το πρώτο διήγημα της συλλογής, «Ο κύριος Αφρατούλης» – το θυμάστε; – όπου μέσα σε σαράντα σελίδες περίπου ο Γουάλας περιέγραφε εκπληκτικά και με όλους τους τεχνικούς δύσκολους όρους τα τεκταινόμενα μιας διαφημιστικής εταιρείας, εστιάζοντας παράλληλα κατά το συνήθειό του στις μικροψυχώσεις και στα άγχη των χαρακτήρων του, σύγχρονων, ως επί το πλείστον, ανθρώπων. Φανταστείτε τώρα αυτό το διήγημα (όπου «διαφήμιση» βάλε «εφορία») αναπτυγμένο σε 600 πυκνογραμμένες και μεγάλου σχήματος σελίδες. Θα το αντέχατε; Αν η απάντηση είναι ναι, τότε αγοράστε ασυζητητί τον «Χλομό βασιλιά» και καλή διασκέδαση. Εγώ δεν χάρηκα διόλου αυτήν την επίφαση μυθιστορήματος, χίλιες φορές να ήταν ας πούμε 60 αυτόνομα διηγήματα εστιασμένα γύρω από την πλήξη και το εργασιακό στρες που πνίγει τους ανθρώπους, ή μικρά δοκιμιακά σπαράγματα για τις ψυχώσεις της σύγχρονης ζωής. Διάβαζα το βιβλίο, μπας και κατάφερνα να απομονώσω μερικά από αυτά τα σπαράγματα. Και δεν φταίει ότι το συγκεκριμένο μυθιστόρημα χαρακτηρίζεται ημιτελές, μια χαρά τελειωμένο μου φαίνεται. Απλώς, υποψιάζομαι, ότι ο Γουάλας ήταν περισσότερο ένας ιδιαίτερος δοκιμιογράφος με μια καλή (δευτερευόντως) λογοτεχνική φωνή. Αλλά εκεί στο Αμέρικα, ψοφάνε όλοι να γράψουν το Μεγάλο Αμερικανικό Μυθιστόρημα – ακόμα και όταν δεν μπορούν. Αν γράψεις το Μεγάλο Αμερικανικό Δοκίμιο, σε έχουν χεσμένο τα media!
Αυτό που με ξενερώσε και με εκνεύρισε πιο πολύ, είναι ότι προσπαθώντας να απομονώσω κάποιες ενδιαφέρουσες σκέψεις συνέχισα να διαβάζω ένα μυθιστόρημα με πολύ αχνές συνδέσεις, με χαρακτήρες για τους οποίους ο Γουάλας δεν ενδιαφερόταν παραπάνω από όσο ενδιαφέρομαι εγώ για το σούσι – δηλαδή, καθόλου. Όταν γράφεις ένα βιβλίο τόσο μεγάλο σε έκταση οι χαρακτήρες σου πρέπει να κάνουν σαφή εμφάνιση απο νωρίς και να παίρνουν ενεργό μέρος σε κάποιου είδους πλοκή, όχι να στέκονται σαν ξυλάγγουρα εδώ και κει, σαν άλλοθι, ίσα ίσα για να εκθέσει ο συγγραφέας τις βαθυστόχαστες (δεν αντιλέγω σε αυτό) απόψεις του. Τι να περιμένεις όμως όταν ο «Πρόλογος του συγγραφέα» εμφανίζεται αρκετά κεφάλαια μετά την αρχή, περίπου στην σελίδα 80! Το εγχείρημα του συγγραφέα είναι σαφώς μεταμοντέρνο και δεν έχω κανένα πρόβλημα με αυτό. Απλώς δεν του βγήκε. Το κεφάλαιο «Πρόλογος του συγγραφέα» ήταν το πιο ωραίο μέρος του βιβλίου για μένα (και όσα αποσπάσματα ανθολογούνται εδώ, προέρχονται από εκεί) και το μόνο που απόλαυσα πραγματικά. Εκεί μέσα, μας μιλάει ο ίδιος ο συγγραφέας, ο Ντέιβιντ Γουάλας, ο οποίος πέρασε κάποιον χρόνο ως εξεταστής στην Φορολογική Υπηρεσία (αδιάφορο αν είναι αλήθεια αυτό ή λογοτεχνικό τρικ) και όσα μας περιγράφει στο βιβλίο του είναι το χρονικό αυτό. Μέχρι εδώ καλά. Όταν βγαίνει όμως από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση (το «Εδώ, συγγραφέας!» όπως γράφει χαρακτηριστικά) αρχίζουν τα προβλήματα. Όποιος μάθει ποιοι είναι οι άλλοι χαρακτήρες του βιβλίου και τι στο καλό ζητούν από την ζωή μου, ας αφήσει σχόλιο. Αφού ρε Ντέιβιντ κατά βάθος ήθελες να γράψεις βιβλίο σε πρώτο πρόσωπο, γράψ’ το να πάει στο διάολο, να γουστάρουμε και μεις. Θα μου πείτε, αυτό γούσταρε ο Γουάλας, αυτό έγραψε. Με την σειρά μου θα απαντήσω, αυτό γουστάρω και εγώ, αυτό γράφω!
Είχα λατρέψει τον Γουάλας για εκείνα τα σχοινοτενή, με πλήθος δευτερευουσών προτάσεων, ψυχαναλυτικά πορτρέτα ανθρώπων που πάσχουν από ασθένειες και ολοένα περισσότερο τους ταλαιπωρούν μέσα στο σύγχρονο μοντέλο ζωής: κατάθλιψη, αγχώδης τρόμος, άνοια, ή δε ξέρω και γω τι άλλο. Όντας και ο ίδιος ασθενής, αλλά και εξαίσιος παρατηρητής, έδινε ασύλληπτες περιγραφές που με άφηναν άφωνο. Επίσης, είχα αγαπήσει εκείνες τις εκπληκτικές παρατηρήσεις για τον σύγχρονο τρόπο ζωής (πέρα από τις ασθένειες και τις νευρωτικές ψυχώσεις) που εστίαζαν σε μικροπράγματα της καθημερινότητας που πολλοί, ηθελημένα ή μη, αγνοούμε. Όπως αυτή εδώ: «Σκεφτείτε, από την οπτική γωνία της Υπηρεσίας, τα πλεονεκτήματα του βαρετού, του δυσνόητου, του πληκτικά περίπλοκου. Η Φορολογική Υπηρεσία ήταν μία από τις πρώτες κρατικές υπηρεσίες που έμαθαν ότι παρόμοιες ιδιότητες βοηθούν στο να τις προστατεύουν από τις διαμαρτυρίες του κοινού και τις πολιτικές αντιδράσεις, και ότι η πλήξη που επιφέρει η αδυναμία κατανόησης είναι πολύ αποτελεσματικότερη ασπίδα από την μυστικότητα. Γιατί το μεγάλο μειονέκτημα της μυστικότητας είναι ότι προκαλεί το ενδιαφέρον. Ο κόσμος έλκεται από τα μυστικά· είναι στη φύση του». Χάθηκε να είχε περισσότερα ανάλογα αποσπάσματα σε πιο συμπυκνωμένη μυθιστορηματική δομή! Το πόρισμά μου είναι ότι κατέληξα να τον εκτιμώ μόνο ως διηγηματογράφο ή δοκιμιογράφο με ιδιότυπη λογοτεχνικότητα. Αν εκδοθεί κάποτε κανένα δοκίμιό του, έχει καλώς. Αλλά να πιάσω το «Infinite Jest» (υποθέτοντας ότι κυμαίνεται στην ίδια περίπου μορφή με τον «Χλομό βασιλιά»)… ούτε για αστείο!
Η μετάφραση ανήκει στον Γιώργο Κυριαζή – είναι πολύ προσεκτικός μεταφραστής και αυτά τα μεταμοντέρνα κατασκευάσματα με τις σχοινοτενείς περιγραφές και τους όρους από χίλιες δυο πιθανές και απίθανες επιστήμες, τα κουμαντάρει και τα αποδίδει πάρα πολύ καλά, και νομίζω αξίζει να αναφερθεί ξανά, ασχέτως αν εγώ τα χάρηκα μόνο μέχρι την σελίδα 150. Η έκδοση του «Κέδρου» είναι επίσης πολύ καλή. Όμορφη προσεγμένη έκδοση μεγάλου σχήματος και σε πολύ ελκυστική τιμή για το μέγεθός της. Επειδή νιώθω ότι αρχίζετε να πλήττετε δε θα σας κουράσω άλλο όπως έκανε ο Γουάλας με τους δικούς του αναγνώστες. Θέλω να πιστεύω ότι το βιβλίο του ήταν μία ενορχηστρωμένη ωδή στην πλήξη. Ένα πείραμα όχι μόνο να μάθεις για την πλήξη, αλλά να την νιώσεις. Το πείραμα πέτυχε! Εξάλλου, και η λογοτεχνία στην τελική, είναι θέμα χημείας!
[…] Μπαίνεις σε δημόσια υπηρεσία και ζητάς ευγενικά να τα κάνεις όλα πουτάνα. Η κοπέλα στις πληροφορίες σε στέλνει στο γραφείο 314 στον τρίτο όροφο, όπου γριά υπάλληλος μιλάει στο τηλέφωνο. Επιχειρείς να τη διακόψεις, αποτυγχάνεις, δέκα λεπτά αργότερα κλείνει το τηλέφωνο και σε ρωτάει τσαντισμένη αν πέρασες πρώτα από το πρωτόκολλο, εσύ λες όχι με απολογητικό ύφος, γριά σε στέλνει πρωτόκολλο, μετά γραφείο 5, μετά ταμείο και στο τέλος πάλι εδώ. Πας πρωτόκολλο, θλιμμένη υπάλληλος γράφει αριθμό σε χαρτάκι και σου το δίνει χωρίς να σε κοιτάξει ποτέ. Πηγαίνεις γραφείο 5, παίρνεις χαρτάκι προτεραιότητας, περιμένεις 45 λεπτά, έρχεται η σειρά σου, άντρας υπάλληλος με βρωμερή μασχάλη σε ρωτάει ποιος σε έστειλε εδώ, δεν θυμάσαι, υπάλληλος βρίζει αόριστα, αλλά τέλος πάντων, σου κάνει τη χάρη να σε εξυπηρετήσει. Λες ευχαριστώ χωρίς να υπάρχει λόγος, κατεβαίνεις στο ταμείο, τεράστια ουρά, ρωτάς τον τελευταίο "για να τα κάνετε όλα πουτάνα περιμένετε;", σου γνέφει κουρασμένα ναι, περνάνε ώρες, έρχεται μεσημέρι, το ταμείο κλείνει, οι πολίτες διαμαρτύρονται, οι υπάλληλοι λένε ότι δεν φταίνε εκείνοι, τα παράπονά σας στον υπουργό. Πολίτες φεύγουν βρίζοντας και θα ξαναέρθουν αύριο να στηθούν από τις 6 το πρωί στην ουρά, γιατί η προθεσμία για να τα κάνεις όλα πουτάνα λήγει μεθαύριο. Τέλος της ιστορίας.
Συμπέρασμα: Δεν είναι αυτός ο σωστός τρόπος για να τα κάνεις όλα πουτάνα.
Συμπέρασμα: Δεν είναι αυτός ο σωστός τρόπος για να τα κάνεις όλα πουτάνα.
Πολύ ενδιαφέρουσα η ανάλυσή σου, για ένα αμφιλεγόμενο κείμενο. Τη συγκρατώ για περαιτέρω διερεύνηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ Φώτη. Περιμένω και γω την δική σου γνώμη, όποτε και αν έρθει :)
ΔιαγραφήΡε συ μήπως φταίει η μετάφραση; Δοκίμασες να διαβάσεις αποσπάσματα στα αγγλικά; Είχα (ακόμα έχω αλλά κάπως λιγότερες) προσδοκίες...
ΑπάντησηΔιαγραφήμ.ν
Η μετάφραση του Γιώργου Κυριαζή είναι εγγύηση, πάντα ήταν. Το κάνω σαφές στην ανάρτηση αυτό. Δεν διαβάζω σε άλλες γλώσσες. Μπορείς να το δοκιμάσεις εσύ στα αγγλικά, αν έχεις την επάρκεια, και να μου πεις την γνώμη σου. Μην σου εξαλείψω και τις τελευταίες προσδοκίες, εξάλλου μια απόψη έγραψα, καθόλα προσωπική.
ΔιαγραφήΕσύ το κάνεις σαφές, δεν υπονόησα τίποτα για σένα, εγώ έχω τις αμφιβολίες μου, να κυκλοφόρησε πρόσφατα πόσες σελίδες ο Γουάλας από Κέδρο και τώρα ανακοίνωσε ο Καστανιώτης πως θα κυκλοφορήσει σε δική του μετάφραση και Πρου πάλι πόσες σελίδες. Μα πότε προλαβαίνουν;
ΔιαγραφήΗ μετάφραση του "Χλομού βασιλιά" ήταν έτοιμη από καιρό, καθυστέρησε όμως η τελική έκδοση. Ο Κυριαζής είναι από τους καλύτερους μεταφραστές που έχουμε, πολύ προσεκτικός και με ιδιαιτέρως ποιοτικές επιλογές. Βέβαια, όπως κάθε μετάφραση ενδεχομένως να έχει τις αβλεψίες της, κάτι που ωστόσο εγώ δεν μπορώ να διακρίνω στις δικές του, με τις λιγοστές μου δυνάμεις.
ΔιαγραφήΣε αντίθεση με άλλες μεταφράσεις που βγάζουν εξ αρχής μάτι και τις αναλαμβάνουν εργολαβία. Θέλει προσοχή, γιατί στο κάτω κάτω τα λεφτά μας τους δίνουμε.
Ρε συ ανώνυμε που αφήνεις και υπόνοιες για τον Κυριαζή την παλεύεις καθόλου; έλεος πια, έλεος.
ΔιαγραφήΕλευθερία
Δηλαδή αν έβαζα από κάτω ένα "Ελευθερία" δεν θα ήμουν ανώνυμος;
ΔιαγραφήΧαίρετε,
ΑπάντησηΔιαγραφήπράγματι τα διηγήματα του ήσαν έξοχα, τα δοκίμιά του πολύ ενδιαφέροντα.
Στην σκούπα και το σύστημα δεν τα κατάφερε πολύ καλά, κάποια ωραία αποσπάσματα, μα ως εκεί.
(Το άπειρο αστείο ετοιμάζεται τρία χρόνια τώρα. Μακάρι να αξίζει. Διότι η πρόθεση δεν αγιάζει πάντοτε τον όγκο).
Δεν ψήνω να διαβάσω τον χλωμό βασιλιά με τίποτα..
Καλήμερα Αντώνη,
Διαγραφήναι τα διηγήματά του ήταν υπέροχα. Και τα δοκίμια του θα ήθελα πολύ να διαβάσω, αν κάποτε μεταφραστούν. Από την «Σκούπα και το Σύστημα» διάβασα ελάχιστες σελίδες και δεν μου άρεσε καθόλου -- τουλάχιστον είχα την προνοητικότητα να μην του αφιερώσω και τότε ολόκληρη ανάρτηση! Σκέφτομαι να του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία το καλοκαίρι.
Στον «Χλομό βασιλιά» δύσκολο να επιστρέψω. Μην το απορρίπτεις όμως, είναι πολύ πιο ώριμο από την «Σκούπα» και ενδεχομένως να βρεις στην πλοκή του όσα δεν βρήκα εγώ. Ρίξ' του μια ματιά στο μέλλον. Ευχαριστώ για το σχόλιο. Καλή σου μέρα.
Νομίζω πως αν το συνέχιζες θα σου άρεσε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕλευθερία
Δε θα μου άρεσε, Ελευθερία. Αδυνατούσα να το εκλάβω (άγνωστο γιατί) ως μυθιστόρημα, και αυτή η έλλειψη προοπτικής με έκανε να γυρίζω τις σελίδες εντελώς αδιάφορα. Αν επέμενα, θα το έσερνα ως την μέση με το ζόρι και πάλι θα έγραφα τα ίδια -- ίσως και χειρότερα! Εντούτοις είχε κάποια αξιοσημείωτα κομμάτια και παραμένει ένας πολύ ιδιαίτερος και αξιόλογος συγγραφέας, για μένα. Απλώς στο συγκεκριμένο δεν πέτυχε η αναγνωστική μέθεξη.
ΔιαγραφήΘάνατος στον ελιτισμό του Μπαμπεσάκη, θάνατος. Μη μασάς σύντροφε, θα τους τσακίσουμε!
ΑπάντησηΔιαγραφή