Το νούμερο ένα στοιχείο που ψάχνουν όλοι στους άλλους, σε όλων των ειδών τις σχέσεις, είναι το χιούμορ. «Θέλω να με κάνει να γελάω», «Γελάω πολύ με αυτόν τον άνθρωπο», «Είναι απίστευτα αστείος», κλπ. Όταν όμως, σχετικά γρήγορα το χιούμορ εξαπλώνεται σαν ιός πάνω στις παθογένειες της κοινωνίας μας και του (μικρο)κόσμου μας, αμέσως χαρακτηρίζεται άρρωστο, φοράμε την μάσκα (της εκδίκησης) απέναντί του και αναφωνούμε: «Μαλάκα μου, είναι αστείο τώρα αυτό;», «Ο τύπος χρειάζεται άσυλο», «ΜΗΝΥΣΗ…!», κλπ. Το δικαίωμα να γελάς με κάτι είναι ακριβώς ισότιμο με το δικαίωμα να μην γελάς με κάτι. Είναι τόσο απλό – γλυτώνεις και τα έξοδα από τα παράβολα έτσι. Πότε λοιπόν το χιούμορ χάνει το χιούμορ του; Είναι θέμα αισθητικής; Μήπως είναι θέμα χρημάτων; Δεν έχω ιδέα και ούτε με νοιάζει κιόλας. Ξέρω μόνο ότι αν ο καθένας μου έδινε ένα ευρώ για κάθε φορά που τον έκανα να γελάσει, τώρα θα είχα τα λεφτά να ανταπεξέλθω σε όλες τις δικαστικές διαμάχες και θα μου έμεναν και ψιλά να σας κεράσω όλους προφιτερόλ. Ωωω… τι γλυκό!
Η θέση της γυναίκας την δεκαετία του 50 ήταν η κουζίνα της· ίσως για αρκετούς άντρες αυτή είναι η θέση της ακόμα και σήμερα – εξαιρείται φυσικά η 8η Μαρτίου, δεν χάθηκε δα και ο κόσμος να μείνουν άπλυτα τα πιάτα για μια μέρα! Σε έναν τέτοιο χώρο λοιπόν η «υπέροχη Μις Μέιζελ» μαγειρεύει την κωμική της φλέβα που σιγοβράζει μέσα της – να θυμάστε ότι ακόμα και αν έχουμε βγει από τις κουζίνες, το χιούμορ συνεχίζει επίμονα και κόντρα στις πιθανότητες να ψάχνει ένα δικό του δωμάτιο για να εκφραστεί! Έχοντας ολοκληρώσει τις 3 σεζόν (και αναμένοντας την τέταρτη) της σειράς, νιώθω ότι θέλω να την προτείνω παντού. Σε κάποιους, σαφώς και δεν θα αρέσει και θα την προσπεράσουν στα γρήγορα. Είπαμε, παρέχουμε αφειδώς το δικαίωμα σε όλους να μην γελάνε με κάτι.
Η Μις Μέιζελ είναι μια ευτυχισμένη σύζυγος και μητέρα που ζει στα ακριβά προάστια της Νέας Υόρκης, με δεκάδες φορέματα και αξεσουάρ που αλλάζει συνεχώς, με πραγματική εκτίμηση για την κουζίνα της (η γυναικεία κατάκτηση της εποχής!) και με υποστηρικτικό ρόλο προς τον επιτυχημένο άντρα της. Εκείνος κάνει κάτι άνευρα κωμικά περάσματα από κλαμπ της περιοχής, με την Μις Μέιζελ να δωροδοκεί με ψητά φαγητά την διοίκηση του κλαμπ για μία καλύτερη ώρα στην σκηνή, ενώ σημειώνει στο σημειωματάριό της διάφορα πράγματα για το πώς θα βελτιώσει το ημιθανές χιούμορ του. Ένα ατυχές περιστατικό πληγώνει την αντρική του περηφάνια και εκείνος με συνοπτικές διαδικασίες τα φτιάχνει με την χαζοβόλια γραμματέα του. Η ιδανική ζωή της Μις Μέιζελ καταστρέφεται σε μια νύχτα και όλα πλέον μοιάζουν σαν ένα πελώριο… αστείο! Who' s laughing now?
Όλη η σειρά διαπνέεται από έντονη φεμινιστική στάση, διόλου ενοχλητική όμως – για όσους επιμένουν να βρίσκουν ενοχλητικά αυτά τα ζητήματα. Οι προβληματισμοί είναι αιχμηροί και πληγώνουν βαθιά αλλά το χιούμορ επουλώνει γρήγορα τις πληγές, έτσι ώστε ύστερα από κάθε επεισόδιο απλώς να σε τραβάνε λίγο τα ράμματα, αρκετά όμως για να μην σε αφήσουν να το ξεχνάς. Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες, ο καθένας θα κρίνει μόνος του. Θα φέρω μόνο ένα παράδειγμα: τη Μις Μέιζελ μανατζάρει μία περιθωριακή τύπισσα, ένα ανδρόγυνο, που πολλοί χαρακτήρες στη σειρά θεωρούν ότι είναι άντρας. Μοιάζει σαν να υπαινίσσεται την προκατάληψη ότι μόνο ένας άντρας είναι ικανός να μανατζάρει μια γυναίκα και να την οδηγήσει στην επαγγελματική καταξίωση – ένας στόχος που ίσως είναι ανίκανη να κατακτήσει μόνη της. Τέτοια μικρά στερεότυπα συνοδευόμενα από την διάψευσή τους υπάρχουν πολλά στη σειρά και ανάλογα με την αντιληπτική ικανότητα των θεατών θα αναδειχθούν ή θα χαθούν – ακριβώς όπως γίνεται και με το χιούμορ. Που είναι και το επίκεντρο της σειράς.
Θεωρώ ότι η σειρά αποτελεί μία εποποιία του χιούμορ· κυρίως είναι η συνειδητοποίηση του ανθρώπου που το φέρει εντός του, όχι ως πάρεργο, ούτε ως κάτεργο (ελέγχεται αυτό!) αλλά ως δεύτερη φύση του. Στο πρώτο επεισόδιο όταν η Μις Μέιζελ ρωτά τον Λένυ Μπρους αν αγαπά την κωμωδία, το stand up, εκείνος απαντά κυνικά αλλά όχι αρκετά πειστικά ότι, «Αν κάποιος μου πει “Leonard τρως άνθρωπο ή 2 βδομάδες κωμωδία;” θα του απαντούσα “Δώσ’ μου το γαμημένο το αλάτι!”. Είναι μια φοβερή, απαίσια δουλειά. Δεν πρέπει να υπάρχει. Όπως ο καρκίνος και ο Θεός» και εκείνη αποφαίνεται ότι «Ναι. Το αγαπά». Όταν η συνειδητοποίηση του εαυτού σου επωαστεί μέσα σου, τίποτα δεν μπορεί να γίνει, κανένα εμβόλιο δεν καταφέρνει να την αναστείλει. Πας κόντρα στις (αρχικά) κατασταλτικές επικρίσεις των δικών σου γιατί ξέρεις ότι υπάρχουν πολλοί εκεί έξω που εκτιμούν τις προσπάθειές σου. Υπάρχουν πάντα κάποιοι που «γελάνε» μαζί σου και κάποιοι που γελάνε μαζί σου – και όταν αγαπάς το χιούμορ, εννοείται ότι θα επιλέξεις τους δεύτερους!
«Η υπέροχη Μις Μέιζελ» είναι το πορτρέτο του καλλιτέχνη σε κωμική ηλικία, η πασίγνωστη συνθήκη όπου ένας καλλιτέχνης βρίσκει επιτέλους την φωνή του. Στη σειρά, η Μις Μέιζελ εμπνέεται από τις συμφορές της ζωής της (τουλάχιστον στην αρχή, πριν μάθει καλά την τέχνη της) και αφήνεται σε έναν χείμαρρο χιούμορ που έχει στόχο τον άντρα της, τους γονείς της, τα παιδιά της, κλπ. Δεν μπαίνει σε καλούπια, αναβλύζει πηγαία. Ενδεικτικό αυτού είναι όταν αργότερα προσπαθώντας να χαλιναγωγήσει το χιούμορ της, χρησιμοποιεί χαρτάκια με έτοιμες ατάκες, κάτι που αποδεικνύεται παταγώδης αποτυχία – ας τα βλέπουν αυτά κάποιοι απόφοιτοι εργαστηρίων δημιουργικής γραφής! Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι και η καλλιτεχνική της αντίπαλος, Σόφι Λένον, κατασκευασμένη λαϊκή φιγούρα με έτοιμες χλιαρές ατάκες και σλόγκαν-πασπαρτού – «Put that on your plate» – που καμία σχέση δεν έχει με το εστέτ, ψωνισμένο και ατάλαντο πρόσωπο που κρύβεται από πίσω – ψάξτε και εδώ συγγραφικές αντιστοιχίες, θα βρείτε πολλές! Όσοι θεατές δουν την σειρά με αρκετά ρεαλιστικό μάτι και τοποθετημένη ακριβώς στην εποχή που παρουσιάζει, θα βρουν κάπως παράλογο η κοκέτα Μις Μέιζελ των πλούσιων νεοϋορκέζικων συνοικιών να μεταμορφώνεται στο ατίθασο και σπινθηροβόλο πνεύμα των νυχτερινών κλαμπ. Όσοι όμως διακρίνετε την μεταφορά που κρύβεται από πίσω δεν θα έχετε ιδιαίτερο πρόβλημα κατανόησης, ότι δηλαδή ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το πότε ακριβώς είμαστε ο πραγματικός εαυτός μας, άσε που αν ασχολούμαστε με κάποια τέχνη σπάνια είμαστε ένας και μοναδικός εαυτός, καθώς επίσης και όσοι έχουμε διαβάσει Πιραντέλλο ξέρουμε ότι μπορούμε να αγγίξουμε τον ιλιγγιώδη αριθμό των εκατό χιλιάδων εαυτών!
Κάτι άλλο που με εντυπωσίασε στη σειρά αυτή είναι ότι οι δευτερεύοντες χαρακτήρες είναι απίστευτα απολαυστικοί – όπως και οι τριτοτέταρτοι! Έχει υπέροχες μουσικές και σκηνικά, εβραϊσμο και χιούμορ αλά Γούντι Άλεν, αναφορές σε πραγματικά πρόσωπα της εποχής, όπως ο Lenny Bruce, τολμηρός και πρωτότυπος κωμικός που καταδικάστηκε και κυνηγήθηκε πολύ για αυτά που έλεγε – ευτυχώς που σήμερα μπορείς να πεις ό,τι θες για μουσικοσυνθέτες χωρίς κανείς να θιχτεί, το λες και κατάκτηση αυτό! – και γενικά μια ευφορία που αναδύεται κάθε λεπτό που περνάει, γιατί δεν θα πεθάνουμε κιόλας, ή αν είναι να πεθάνουμε, είναι προτιμότερο να πεθάνουμε από τα γέλια!
Tits up and happy screening!
Thank you and goodnight!
Υ.Γ. 2666 Χρησιμοποίησα για τίτλο της ανάρτησης τον ομώνυμο τίτλο του δοκιμίου του Λουίτζι Πιραντέλλο ο οποίος δίδαξε με το καντάρι χιούμορ αλλά πλέον γοητευόμαστε μόνο με την «φρεσκάδα» κάθε Πρωτολείου που μας σερβίρεται – don’t put that on your plate!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.