Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Οι άνθρωποι δεν είναι αριθμοί


Ισχύει όμως αυτό; Ένας, τουλάχιστον, μεγάλος συγγραφέας έχει αντίθετη γνώμη καθώς έχει μετρήσει μέχρι το εκατό χιλιάδες μέσα σε μόλις έναν άνθρωπο και στο τέλος το αποτέλεσμα του βγήκε μηδενικό! Ένας, κανένας και εκατό χιλιάδες. Το βιβλίο που, με μόλις μία ανάγνωση, πριν χρόνια, και ύστερα από εκατοντάδες σπουδαία βιβλία που συσσωρεύτηταν πάνω του, το θυμάμαι με τόση έξαψη που σχεδόν αναριγώ. Και αυτό χάρη στο πρώτο μισό του βιβλίου, ούτε καν λόγω του συνόλου, καθώς το δεύτερο μισό, εκείνος ο πρώιμος αναγνώστης που ήμουν, το είχα κρίνει ανεπαρκές και ελάχιστα το θυμάμαι. Εδώ είμαι όμως πάλι, να επανορθώσω.

Σχεδόν όλη η φιλοσοφία του Πιραντέλλο μπορεί να συμπυκνωθεί στην φράση που αποτελεί και τον τίτλο ενός θεατρικού του: Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε. Μια (υπέροχη) φράση που αυτοεπιβεβαιώνεται και αυτοαναιρείται την ίδια στιγμή. Γύρω από αυτήν, η κωμική φλέβα του συγγραφέα θα χτίσει και θα γκρεμίσει διασκεδαστικές ιλαροτραγωδίες. Ο Βιτάντζελο Μοσκάρντα λοιπόν, ζούσε μια ήσυχη ζωή, μια πραγματικότητα που τον ευχαριστούσε, ήταν απλώς ο εαυτός του – έτσι ήταν, εφ'όσον έτσι νόμιζε. Όμως ένα κοίταγμα στον καθρέφτη τού άλλαξε την ζωή (ο καθρέφτης εξάλλου δεν χρησιμοποιείται συχνότατα και ως διαμεσολαβητής αυτογνωσίας; Δεν μας λένε, Κοιτάξου στον καθρέφτη να δεις τα λάθη σου, κλπ;) – παρεμπιπτόντως, ωραίο εύρημα από μέρους του συγγραφέα. Η γυναίκα του τον ρωτάει περιπαικτικά γιατί κοιτάζει τόση ώρα τον καθρέφτη, προσπαθεί να διακρίνει προς τα πού κλίνει η μύτη του; Θέλει και ρώτημα, μα φυσικά, προς τα δεξιά! Αυτό ήταν. Ο κόσμος του ήρωά μας γκρεμίστηκε συθέμελα μόλις στην πρώτη σελίδα του βιβλίου! Τα χρόνια που ακολούθησαν, σκεφτόμουν αρκετά συχνά, πόσο υπέροχα ξεκινάει αυτό το βιβλίο – με τι απλότητα και χάρη ξεκινάει και πόση δραματουργική ένταση συσσωρεύει μόλις από την πρώτη του σελίδα, την οποία θα διοχετεύσει αριστουργηματικά στις υπόλοιπες. Ο Μοσκάρντα αντιλαμβάνεται με φρίκη ότι η γυναίκα του δεν τον βλέπει όπως αυτός βλέπει τον εαυτό του (αφού διακρίνει ότι η μύτη του κλίνει προς τα δεξιά όταν για τον ίδιο δεν φαίνεται να έχει κάποιο εμφανές ψεγάδι): άρα, ίσως και όλοι οι άλλοι γνωστοί του να τον βλέπουν με τον δικό τους τρόπο. Και ο ίδιος, πώς βλέπει τον εαυτό του; Ποιος είναι, τέλος πάντων, ο εαυτός του; 

Μελετήστε το καλά. Δεν θα αισθανόσασταν προδομένοι απ' τη σύζυγό σας με την πιο φίνα από τις απιστίες, αν μαθαίνατε ότι εκείνη, σφίγγοντάς σας στην αγκαλιά της, γευόταν και απολάμβανε μέσω του δικού σας κορμιού τον εναγκαλισμό ενός άλλου που εκείνη είχε στο μυαλό και στην καρδιά της;
 
Από εκείνο το σημείο και μετά, ο Πιραντέλλο ξεδιπλώνει μία χιουμοριστική φιλοσοφική πραγματεία που σε διασκεδάζει και σε προβληματίζει βαθύτατα. Οι σκέψεις του ήρωα έχουν μία επιφανειακή ελαφρότητα, προκαλούν σύγχυση και αλλοφροσύνη, αντικατοπρισμοί των συναισθημάτων που καταλαμβάνουν ξαφνικά τον, μέχρι πρότινος, συνειδητοποιημένο άντρα. Αυτά, στον γραπτό λόγο του Πιραντέλλο, εμφανίζονται με επαναλήψεις, με λεκτικά μοτίβα που προσπαθούν να κυκλώσουν τα νοήματά τους, πικρές δηλητηριώδεις σκέψεις, που σαν φίδια, πασχίζουν να δαγκώσουν την ουρά τους. Εγώ δεν μπορούσα να με δω να ζω. Αυτό απασχολεί τον Μοσκάρντα στις πρώτες σελίδες του βιβλίου, όταν πλέον έχει συνειδητοποιήσει ότι όλοι οι άλλοι τον βλέπουν ο καθένας με τον δικό του τρόπο. Ο ίδιος μπορεί να δει τον εαυτό του να ζει; Μια σκέψη που οδηγεί σφαίρα στην τρέλα! Έτσι, τον βλέπουμε να περνάει, τάχαμου αδιάφορος, μπροστά από καθρέφτες προσπαθώντας να αιχμαλωτίσει μια ανέμελη και χαλαρή εικόνα του εαυτού του μέσα στον καθρέφτη – όμως, όταν εκείνος τον κοιτά, ο εαυτός του μέσα στον καθρέφτη καταλαμβάνεται αίφνης από αμηχανία, παύει να είναι χαλαρός. Έτσι, είναι αδύνατο να δει τον εαυτό του να ζει. 

Μετά τις παροξυσμικές αντιδράσεις του αποπροσανατολισμένου και (καθ' οδόν!) ημίτρελου Μοσκάρντα, που καταλαμβάνουν περίπου τις πρώτες 50-60 σελίδες, ο Πιραντέλλο, φέρνει στο προσκήνιο διάφορες λεπτομέρειες από την ζωή του ήρωα, έτσι ώστε να κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη και να τον γλυτώσει από το ενδεχόμενο να χαθεί και κείνος σε έναν κόσμο παραφροσύνης. Η επίφαση πλοκής μετριάζει την διανοητική ένταση της αρχής αλλά δεν ξεχνά ποτέ το κυρίως θέμα – την κρίση της ταυτότητας, το διαρκώς μεταλλασσόμενο πολυπρισματικό και αδηφάγο εγώ και πώς αυτό βιώνεται από τον καθένα μας. Να θυμάστε ότι διαβάζετε στιβαρές φιλοσοφικές ιδέες με μια γερή δόση παρωδίας! Δύσκολα μπορώ να φανταστώ έναν αναγνώστη που να μην εντυπωσιάζεται βαθιά από αυτό το βιβλίο, τουλάχιστον από την έκρηξη συνειδητοποίησης της αρχής. Είναι το πρώτο που μπορώ να ανακαλέσω με ευκολία όταν κάποιος με ρωτάει να του πω ένα βιβλίο που με έχει επηρεάσει – πολλά βιβλία με έχουν επηρεάσει, άλλα με το ύφος τους, άλλα με την μεγαλοφυία των συγγραφέων τους, άλλα με τα θέματά τους, ετούτο εδώ όμως με έχει επηρεάσει με την αστραπιαία σφοδρότητα της συνειδητοποίησης του κατακερματισμένου μας εγώ, μια κατάσταση που αν δεν θες να σε τρελάνει, πρέπει να την προσεγγίσεις γελώντας.
 
Κύριε των δυνάμεων, νόμιζα ότι σας το είχα αποδείξει! Γνωρίζω τον Τίτσιο. Ανάλογα με τον τρόπο που τον γνωρίζω, του δίνω μια πραγματικότητα: για μένα. Τον Τίτσιο όμως τον γνωρίζετε κι εσείς, και σίγουρα εκείνος που γνωρίζετε εσείς δεν είναι εκείνος ο ίδιος που γνωρίζω εγώ, διότι ο καθένας από μας τον γνωρίζει με τον δικό του τρόπο και του δίνει με τον δικό του τρόπο μια πραγματικότητα. Τώρα και για τον ίδιο του τον εαυτό ο Τίτσιο έχει τόσες πραγματικότητες για τον καθένα από εμάς που γνωρίζει, αφού μ' έναν τρόπο γνωρίζει τον εαυτό του μαζί μου και μ' έναν άλλον μαζί σας και μ' έναν τρίτο, μ' έναν τέταρτο και πάει λέγοντας. Κι αυτό σημαίνει ότι πράγματι ο Τίτσιο είναι ένας μ' εμένα, ένας μ' εσάς, ένας άλλος με κάποιον τρίτο, ένας άλλος με κάποιον τέταρτο και πάει λέγοντας, έχοντας βέβαια την ψευδαίσθηση κι εκείνος, ειδικά εκείνος μάλιστα, ότι είναι ένας για όλους. Αυτό είναι το κακό· ή το αστείο, αν σας αρέσει καλύτερα να το αποκαλείτε έτσι.

http://annapini.blogspot.gr/2013/06/uno-nessuno-centomila.html
Το βιβλίο του Πιραντέλλο παρουσιάζεται τόσο έντονα βιωματικό που θεωρείς ότι όσα περιγράφονται σ'αυτό, τα ένιωσε όλα ο ίδιος ο δημιουργός του. Μέσα σε όλες αυτές τις εμπειρίες, υπάρχουν και κάποιες προσωπικές καταστάσεις που ενίσχυσαν εντυπωσιακά το καλλιτεχνικό του έργο. Η γυναίκα του Πιραντέλλο τρελάθηκε, και για 17 ολόκληρα χρόνια εκείνος την κρατούσε στο σπίτι, ενώ ίσως θα ήταν καλύτερα να νοσηλευτεί σε κάποιο ίδρυμα. Αυτή η καθημερινή γειτνίαση με την τρέλα τον βοήθησε δημιουργικά και τον έκανε ακόμα και να ερωτευτεί για πρώτη φορά την γυναίκα του, που είχε παντρευτεί από συνοικέσιο, σύμφωνα με ένα άρθρο του Franco Zeffirelli. Στο βιβλίο του, ο Πιραντέλλο μέσω του ήρωά του Μοσκάρντα, κατηγορεί έντονα τον διαχειριστή της τράπεζάς του ότι έκλεισε την τρελή γυναίκα του στο ίδρυμα ενώ θα έπρεπε να την κρατήσει στο σπίτι και να την προσκυνάει γονυπετής: 

«Εσύ, όχι εγώ, κατάλαβες; Μπροστά στη σύζυγό σου, κατάλαβες; Θα έπρεπε να καθήσεις έτσι! Κι εγώ, κι αυτός, κι όλοι μαζί, μπροστά σ' αυτούς που τους αποκαλούν τρελούς, έτσι!»
Πετάχτηκα όρθιος, βρίζοντας. Οι δυo τους κοιτάχτηκαν στα μάτια, τρομαγμένοι. Ο ένας ρώτησε τον άλλον:
«Μα τι λέει;»
«Καινούργιες κουβέντες!» φώναξα. «Θέλετε να τις ακούσετε; Πηγαίνετε, πηγαίνετε εκεί που τους έχετε κλεισμένους: πηγαίνετε, πηγαίνετε να τους ακούσετε να μιλούν! Τους έχετε κλεισμένους διότι έτσι σας συμφέρει!»
 
...έτσι ακριβώς όπως συνέφερε και τον Πιραντέλλο να έχει την δική του γυναικά κοντά του στο σπίτι και όχι σε κάποιο ίδρυμα για να την «εξετάζει» όποτε ήθελε, μια πράξη περισσότερο ιδιοτέλειας παρά ευαισθησίας όπως νόμιζαν οι πολλοί, όπως αφήνει και το άρθρο του Zeffirelli να εννοηθεί. Βέβαια, δεν γνωρίσαμε ποτέ τον Πιραντέλλο για να μπορούμε να κατανοήσουμε τα κίνητρά του... αλλά και αν ακόμα τον γνωρίζαμε, θα τον γνωρίζαμε δίνοντάς του μια δική μας πραγματικότητα που θα ήταν αληθινή μόνο για μας, και όχι για κείνον, ο οποίος θα έδινε στον εαυτό του μια πραγματικότητα ειδικά για κείνον... και γενικά, καταλάβατε πώς πάει το στόρυ, μην τα ξαναλέμε!! 

Rene Magritte, «Decalcomanie»

Η Ίνδικτος μάς το προσφέρει με ένα υπέροχο εξώφυλλο, χρωματιστό και παραμορφωτικό, ανάλογο με τις σκέψεις που θα μας δημιουργήσει το βιβλίο. Η μετάφραση της Αρχοντίας Κυπριώτου είναι πάρα πολύ καλή. Ο Πιραντέλλο ισχυριζόταν ότι είχε ελληνική καταγωγή και το οικογενειακό του όνομα ήταν «Πυράγγελος», που ύστερα από φωνητική παραφθορά έγινε «Πιραντέλλο» – με ένα επίθετο λοιπόν, τόσο πρόσφορο σε συμβολισμούς, είναι σχεδόν βέβαιο ότι και το δικό μας μυαλό θα προσπαθήσει να γεννήσει μερικούς κατά την διάρκεια της ανάγνωσης. Ένα βιβλίο πυρωμένο και αγγελικό, που μπορεί να (και θα) γίνει ο δεύτερος εαυτός μας! Δύσκολο, αρκετά απαιτητικό, περίτεχνα στρυφνό αλλά και κομμάτι του εγώ μας... της πιο αποκρουστικής αντωνυμίας, που έγραφε και ο Γκάντα στην «Γνώση του πόνου».

Ένα βιβλίο, κανένα ελάττωμα, εκατό χιλιάδες σκέψεις.

Σχόλια

  1. Ανώνυμος3.3.17

    απολαυστικό κείμενο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σ' ευχαριστώ πολύ, θ. (αν εννοείς το κείμενό μου και όχι του Πιραντέλλο, γιατί και του Πιραντέλλο είναι πολύ απολαυστικό κείμενο, συνδυαστικά και με το σοβαρότατο του θέμα)! Σε χαιρετώ :)

      Διαγραφή
  2. Όπως πάντα, απολαυστικό και κατατοπιστικό το κείμενό σας και μας βάζετε σε νέα έξοδα.. :P

    Βαγγέλης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σας ευχαριστώ πολύ :)

      Αν αποδειχθεί και για σας τόσο συγκλονιστικό κείμενο, τότε σίγουρα θα αξίζει τα λεφτά του. Ελπίζω, να αποδειχθεί!

      Υ.Γ. Προτείνω και τις δανειστικές βιβλιοθήκες (ως οικονομική λύση, με επιπλέον πολύπλευρα και εκτετατένα οφέλη για πολύ κόσμο), αν δεν είστε τόσο κτητικός με τα βιβλία σας.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !