Την αφορμή για αυτό το κείμενο μού την έδωσε η ταινία «Ιρλανδός» του Μάρτιν Σκορτσέζε που με βοήθησε να αποσαφηνίσω μέσα μου γιατί στέκομαι πάντα αμφίθυμος στο καινούριο φρούτο που ακούει στο όνομα graphic novel. Όπως οι περισσότεροι θα ξέρετε ήδη, ο Σκορτσέζε τα έβαλε με τις ταινίες της Marvel και άλλων αντίστοιχων, που βασίζονται πολύ στα οπτικά εφέ και χάνουν κάτι (κατά την γνώμη του) από την πραγματική μαγεία του κινηματογράφου. Στην τελευταία του ταινία όμως, έπαιξε τα ρέστα του με μια καινοτομία, χρησιμοποιώντας το υπερόπλο του ψηφιακού μακιγιάζ με την κωδική ονομασία «Ζωζώ Σαπουντζάκη» – γιατί είναι αγόρι ζόρικο – κάνοντας τους τρεις ηλικιωμένους πρωταγωνιστές του να δείχνουν υπέροχοι φορώντας τις πιπίλες τους! Η Ακαδημία Κινηματογράφου, σε μια σπάνιας ειρωνείας κίνηση, τον συμπεριέλαβε στις υποψηφιότητες «Visual Effects» με αποτέλεσμα να τον εμπλέξει σε έναν… infinity war!
Σε ό,τι αφορά τα graphic novels όμως, θα συμφωνήσω με τον αγαπητό Μάρτιν – πρόκειται για ένα ηλίθιο υβρίδιο που αποδυναμώνει και τα δύο είδη από τα οποία τρέφεται. Ο όρος «graphic novel» είναι ο φερετζές των κόμικ. Κοιτάξτε, θα το βγάλω τώρα σε επίτομη πολυτελή έκδοση και θα είναι σαν να κρατάτε πανάκριβο (που είναι) βιβλίο! Ανόητη πλέμπα, δεν είναι πλέον κόμικ, τς τς τς, είναι… GRA-PHIC NO-VEL! ! ! Δεν ξέρω αν ισχύει στα κόμικ ό,τι λέγεται ότι ισχύει και στα τραγούδια, δηλαδή ότι πρώτα γράφεις την μουσική και μετά τους στίχους ή το αντίθετο, δε θυμάμαι καλά, αλλά το σίγουρο είναι ότι στα κόμικ η εικόνα πρέπει να δεσπόζει όσο δεν πάει άλλο και όχι να αποτελεί συνοδευτικό ενός κειμένου που την ξεπερνά. Ειδικά, όπως εκδίδονται στην Ελλάδα τα graphic novels (και γενικά τα περισσότερα βιβλία), έτοιμα να σε εκβιάσουν συναισθηματικά αδειάζοντας τις τσέπες σου.
Εν προκειμένω, ας μιλήσουμε για τον Χαλεπά. Ο Χαλεπάς με την σκληρή ζωή του είναι bigger than life, δεν τον κάνεις κόμικ, έχεις χάσει από τα αποδυτήρια. Κόμικ κάνεις την «Κοιμωμένη» του, που την βάζεις να ξυπνά και να ανοίγει και τα δικά μας μάτια – προσοχή, δεν «ξυπνάς» την Σοφία Αφεντάκη (η οποία πέθανε σαν χθες, την 17η Δεκεμβρίου 1873) αλλά την «Κοιμωμένη». Μόνο ένα-δυο σκίτσα του Θανάση Πέτρου καταφέρνουν να υπερβούν την πρωτοκαθεδρία της αφήγησης (κυρίως αυτά με τα όνειρα του Χαλεπά με τους Κύκλωπες και τους Γίγαντες ή με το πελώριο Κήτος που τον μεταφέρει στο νησί του). Στο συγκεκριμένο graphic novel αν λείψουν οι περισσότερες εικόνες, η ιστορία μπορεί να ειπωθεί μια χαρά με τον λόγο (του Δημήτρη Βανέλλη), αν όμως λείψει ο λόγος, οι εικόνες από μόνες τους λένε πολύ λίγα πράγματα. Στην ουσία, διαβάζουμε μια μονογραφία του Χαλεπά (η βιβλιογραφία στο τέλος το μαρτυρά) με ολίγον από σκίτσα. Και αυτό δεν είναι απαραίτητα αδυναμία του σκιτσογράφου, αλλά ανωμαλία της υβριδικής σύζευξης. Τα κόμικ αδυνατούν να κομίσουν κάτι καινούριο και αναμασούν έναν κόσμο γερασμένο που δεν τον σώζει ούτε το ψηφιακό μακιγιάζ!
Υ.Γ. 2666 Και για να μην λέτε ότι είμαι προκατειλημμένος, την ίδια γνώμη έχω και για το graphic novel «Το πορτρέτο ενός Δουβλινέζου».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.