Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Όσο έχω φωνή


Όση φωνή κι αν έχει κανείς, είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει για έναν τόσο ιδιαίτερο συγγραφέα όσο ο Τόμας Μπέρνχαρντ. Δεν θα πω πολλά γιατί δεν μπορώ ούτως ή άλλως, απλώς σκέφτηκα τώρα που πεθαίνει και τούτη η χρονιά, τι καλύτερο από τον πεισιθάνατο Τόμας να αφήσει δυο-τρεις μαύρες σκέψεις για να ευφρανθεί η ψυχή μας! Έχει καιρό να πεθάνει και κανένας γνωστός καλλιτέχνης ώστε να μπορέσει να ανατροφοδοτηθεί η εσωτερική μηχανή συναισθημάτων με ταυτόχρονη διαδικτυακή εκροή…  Θλίψις! Τέλος πάντων, ας μείνουμε στα ευχάριστα. Και το ευχάριστο είναι ότι αυτό το βιβλίο μού το έκανε δώρο ένα συνοικιακό βιβλιοπωλείο, από εκείνα που φυτοζωούν καθόλη την διάρκεια της ζωής τους, και τα θυμόμαστε μόνο όταν κάποιο από αυτά πεθάνει. Νομίζετε είναι τυχαίο που τους αναγνώστες τούς λένε και βιβλιοσκώληκες;

Πέρασα λοιπόν από αυτό το βιβλιοπωλείο για να ρωτήσω αν ήρθε ο Σουίφτ που είχα παραγγείλει (δεν είχε έρθει) και έφυγα με Μπέρνχαρντ δώρο. Και δεν είναι η πρώτη φορά. Παρότι δεν είμαι μακροχρόνιος επισκέπτης ούτε έχω κάνει τον τζίρο για να αξίζω τέτοια δώρα, έχω ήδη δεχθεί τον «Μεγάλο Γκάτσμπυ» του Φιτζέραλντ από «Άγρα», τον οποίον όμως είχα ήδη (προσπαθήσει και να διαβάσω αλλά το παράτησα στις πρώτες 50 σελίδες) και έτσι έφυγα με δώρο ένα ελληνικό, μια συλλογή αστυνομικών διηγημάτων από «Μεταίχμιο». Το θέμα εδώ δεν είναι τι δώρα σου κάνουν (αν και αυτό ακόμα, είναι μεγάλο θέμα) αλλά ότι τα συνοικιακά βιβλιοπωλεία χτίζουν μια οικειότητα με τους αναγνώστες τους, ανταλλάσσεις δυο κουβέντες, βγάζετε χολή για κάποιους συγγραφείς, επαινείτε άλλους, τέτοια πράγματα. Δεν είχε ξανατύχει να μου κάνουν δώρο βιβλίο σε βιβλιοπωλείο, συνήθως μου έκοβαν λίγο στην τιμή, ή και όχι – εξάλλου δεν είναι απαραίτητο, μάθανε όλοι να περιμένουν έκπτωση. Ωστόσο, ενυπάρχει εδώ η ψυχολογία του πελάτη. Αν πας σε μαγαζί και πιεις 4 ποτά και σου κόψουν το ένα στην τελική τιμή δεν θα σου φανεί τόσο όσο αν σου κερνούσαν ένα στο τραπέζι, ακόμα και αν είναι σφηνάκι, δηλαδή κατώτερης αξίας από αυτό που θα σου έκοβαν στο ταμείο. 


Έπειτα έκανα μια βόλτα στα τρία μεγαλύτερα βιβλιοπωλεία της πόλης σε ώρα αιχμής, Ιανό, Πρωτοπορία και Public όπου και τα τρία μαζί είχαν πάνω από 600 άτομα μέσα – γιατί ως γνωστόν το βιβλίο είναι το καλύτερο δώρο στις γιορτές, αρκεί να μην σε αναγκάσουν να το διαβάσεις! – για να ρωτήσω αν τυχόν και έφτασαν «Η πεταλούδα» και οι «Γατοσημειώσεις» από «Κίχλη». Με κοιτούσαν με ένα ύφος τύπου «Δεν ξέρει από λογοτεχνία το παιδί!» (εν μέρει είχαν δίκιο), «Τι ωραία… πεταλούδα, μας τσαμπουνάει, σίγουρα τα έχει χαμένα» κλπ. Εγώ φταίω που ήθελα να παίξω σωστά τον ρόλο του πελάτη. Κανονικά, η σωστή ερώτηση θα ήταν η εξής: έχει έρθει σήμερα καμιά κούτα από «Κίχλη»; Μπορώ να την δω; 

 
ΔΥΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ

«Ο βιβλιοθηκάριος της πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης του Σαλτσμπουργκ κρεμάστηκε στον μεγάλο πολυέλαιο του μεγάλου αναγνωστηρίου επειδή, όπως έγραψε σ’ ένα σημείωμα, ύστερα από εικοσιδύο χρόνια υπηρεσία, δεν άντεχε άλλο να ταχτοποιεί και να δανείζει βιβλία που είχαν γραφεί για να προξενούν κακό, εννοώντας φυσικά όλα τα βιβλία που είχαν γραφεί ποτέ. Αυτό μου θύμισε τον αδελφό του παππού μου, που ήταν αγροφύλακας στο Άλτενταν κοντά στο Χένντορφ, που αυτοπυροβολήθηκε στην κορυφή του όρους Τσιφάνκεν γιατί δεν άντεχε να βλέπει άλλο τα μαρτύρια που τραβούσαν οι άνθρωποι. Κι αυτός επίσης είχε αφήσει ένα σημείωμα, όπου κατέγραφε τις σκέψεις του».

Ας ανοίξουμε το δώρο. Το οπισθόφυλλο λέει ότι το συγκεκριμένο βιβλίο το ονόμασε εύστοχα(;) κάποιος κριτικός, «Τόμας Μπέρνχαρντ για αρχάριους», – καλά κουμάσια και οι ξένοι κριτικοί! Δεν συμφωνώ καθόλου με αυτό. Εδώ συμβαίνει το εξής παράδοξο: βάζω τρία τέσσερα χιουμοριστικά ποστ για τον θάνατο του Θάνου Μικρούτσικου (και του κάθε Θάνου) για να στηλιτεύσω όλη αυτή την γελοία κατάσταση με το μνημόσυνο που συμβαίνει στο ελληνικό facebook κάθε φορά, και οι διαγραφές πέφτουν βροχή, οι εμετοί λερώνουν τον τοίχο μου, και διάφοροι πόνοι εμφανίζονται μυστηριωδώς στο σώμα μου… όταν είναι οι ίδιοι φίλοι (όπως τους λέμε στο facebook) που με έκαναν φίλο ακριβώς γιατί αγαπούσα πολύ τον Νίκο Καββαδία και έβαζα κάθε τρεις και λίγο τα τραγούδια (που τα έχω ακούσει χιλιάδες φορές) που συνέθεσε ο Θάνος Μικρούτσικος. Και θέλετε να μου πείτε ότι όλοι αυτοί θα εκτιμήσουν τα κείμενα του Μπέρνχαρντ; Θα παραμένουν πάντοτε αρχάριοι για Μπέρνχαρντ. Ή μικρός μικρός λογικέψου ή μικρός καλογερέψου! 

Ορίστε, ιδού μία ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ προς εκείνους τους αμβλύνοες που ισχυρίζονται ότι με κάποιες περιστασιακές αρνητικές κριτικές μου καταστρέφω οικονομικά τον εκδοτικό κόσμο και βάζω βόμβα στα θεμέλια της καλή λογοτεχνίας. 

«Ένας έμπορος από το Κόμπλεντς επισκέφθηκε τις πυραμίδες της Γκίζας, πραγματοποιώντας τη μεγαλύτερη επιθυμία της ζωής του, όμως αφού τις επισκέφθηκε, χαρακτήρισε αυτή του την επίσκεψη ως τη μεγαλύτερη απογοήτευση της ζωής του, πράγμα που καταλαβαίνω, γιατί κι εγώ που ήμουν τον περασμένο χρόνο στην Αίγυπτο ήμουν τελείως απογοητευμένος, κυρίως από τις πυραμίδες. Όμως, σε αντίθεση με μένα που ξεπέρασα πολύ γρήγορα την απογοήτευση αυτή, ο έμπορος από το Κόμπλεντς, θέλοντας να εκδικηθεί για τη δική του απογοήτευση, άρχισε να δημοσιεύει επί ολόκληρους μήνες ολοσέλιδα κείμενα στις σημαντικότερες εφημερίδες της Γερμανίας, της Ελβετίας και της Αυστρίας, προειδοποιώντας τους μελλοντικούς επισκέπτες της Αιγύπτου για το τι θα αντιμετώπιζαν στις πυραμίδες και κυρίως πηγαίνοντας στην πυραμίδα του Χέοπος που τον είχε απογοητεύσει πολύ περισσότερο απ’ όλες τις άλλες. Ο έμπορος από το Κόμπλεντς, με όλ’ αυτά τα αντιαιγυπτιακά και αντιπυραμιδικά δημοσιεύματα, ξόδεψε μέσα σε ελάχιστο διάστημα την περιουσία του και βυθίστηκε σε μαύρη απελπισία. Όπως ήταν φυσικό, τα δημοσιεύματά του δεν είχαν την αναμενόμενη επίδραση σ’ εκείνους που σκόπευαν να ταξιδέψουν στην Αίγυπτο, αντίθετα, ο αριθμός όλων αυτών που επισκέφθηκαν φέτος την Αίγυπτο ήταν ο διπλάσιος από τον περσινό». 

Οι μικρές ιστορίες του Μπέρνχαρντ είναι υπέροχες, θυμίζουν κάτι από τους «Παραδειγματικούς φόνους» του Μαξ Άουμπ, βιτριολικές σκέψεις του Αμβρόσιου Μπηρς, κ.α., και όταν κυκλοφόρησαν «υποβλήθηκαν πολλές μηνύσεις εναντίον του από συγγενείς που αναγνώρισαν στο βιβλίο του δικούς τους ανθρώπους», κάτι αντίστοιχο αλλά σε μικρότερη κλίμακα, με αυτό που γίνεται στο λαϊκό δικαστήριο του facebook σήμερα. Πολλές από τις εμμονές του είναι εδώ αλλά καλά κρυμμένες μέσα στην συμπύκνωση των σύντομων ιστοριών. Γι’ αυτό θα πρότεινα σε κάποιον αρχάριο προς τον Μπέρνχαρντ, να πιάσει ένα εκτενές βιβλίο του, τον εκπληκτικό «Αφανισμό» για παράδειγμα, και πολύ σύντομα θα διαπιστώσει αν του κάνει ή όχι αυτός ο συγγραφέας. Η θαυμάσια μετάφραση είναι του Αλέξανδρου Ίσαρη και η έκδοση από «Άγρα» ένα μικρό κομψοτέχνημα. Οι πίνακες του εξωφύλλου είναι του CY Twombly. Οι ιστορίες του Τόμας με παρηγορούν βαθιά, ειδικά σήμερα που όλος ο κόσμος με λοιδορεί και με φτύνει. Καλές γιορτές με αγάπη, φίλοι μου! 



ΦΙΛΕΥΣΠΛΑΧΝΗ προτροπή: 

«Μια ηλικιωμένη κυρία που έμενε κοντά στο σπίτι μας ήταν υπέρ το δέον φιλεύσπλαχνη. Είχε αναλάβει υπό την προστασία της έναν πάμπτωχο Τούρκο, που ένιωθε μεγάλη ευγνωμοσύνη απέναντί της, γιατί φεύγοντας από την υπό κατεδάφιση παράγκα όπου έμενε, μετακόμισε στο σπίτι της, ένα αστικό σπίτι στη μέση ενός μεγάλου κήπου. Δούλευε εκεί ως κηπουρός της ηλικιωμένης κυρίας, που όχι μόνο του αγόρασε καινούρια ρούχα, αλλά έκανε το παν για να τον ευχαριστεί. Κάποια μέρα ο Τούρκος εμφανίστηκε στην αστυνομία και δήλωσε πως δολοφόνησε την ηλικιωμένη κυρία που τον είχε πάρει στο σπίτι της από φιλευσπλαχνία. Η δικαστική επιτροπή, κατά την αυτοψία που διενήργησε αμέσως, διαπίστωσε πως ο δράστης την είχε στραγγαλίσει. Όταν ο Τούρκος ρωτήθηκε από τη δικαστική επιτροπή γιατί στραγγάλισε την ηλικιωμένη κυρία, εκείνος απάντησε, από φιλευσπλαχνία».
 
Υ.Γ. 2666   Ο Τόμας Μπέρνχαρντ σάς εύχεται χρόνια πολλά και ευτυχισμένο το νέο έτος!!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Η λογοτεχνία ως μη βούληση και παράσταση

Το μέλλον δείχνει ότι σε λίγο καιρό θα παριστάνουμε ότι γράφουμε λογοτεχνία. Ο Τζήμας που παριστάνει τον Μπουκόφσκι που παριστάνει τον Φάντε που παριστάνει την Γιαδικιάρογλου. Η λογοτεχνία τρώει πολύ ξύλο, μπας και μάθει επιτέλους καλούς τρόπους και καταφέρει κάποτε να μπει στον παράδεισο. «Ήρθε ένας κύριος για τα ριντό. Ήταν αδερφή . Είχε νύχια που έλαμπαν κι ένα κασμίρ φουλάρι κάτω απ’ το σπορ σακάκι με τη ζώνη» . Θα γράφεται λογοτεχνία απίστευτα βαρετή, πολύ πιο βαρετή από όση υπάρχει ήδη. Οι υπερευαίσθητοι αναγνώστες θα μισούν ακόμα περισσότερο την ζωή τους γιατί θα την βλέπουν να μετατρέπεται σε αυτό που οι ίδιοι διορθώνουν. Οι άλλοι οι αναγνώστες, οι αναίσθητοι, θα αναπολούν μια λογοτεχνία που με τα υλικά που έβρισκες εντός της θα μπορούσες να αναδιαμορφώσεις την πραγματική σου ζωή – να μισήσεις, να νιώσεις θυμό, να βρίσεις, να σιχαθείς, να αποσυμπιεστείς τέλος πάντων για να μην σκάσεις. Αλλά το πρόβλημα είναι τελικά πιο απλό και εμφανές από όσο θέλουν να το παρουσιάζουν: της

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Οι αποσυνάγωγοι

  Το να γράφεις αλλόκοτη και παράδοξη λογοτεχνία δεν σημαίνει κιόλας ότι δεν έχεις συμβιβαστεί με μια εντυπωσιοθηρική παράσταση και έχεις παγιδευτεί εντός της. Το πιο παράδοξο που συναντάς πλέον σε πολλά λογοτεχνικά έργα είναι ότι τους λείπει η λογοτεχνία! Η λεγόμενη παράδοξη λογοτεχνία συνήθως παίζει επικίνδυνα με τα όρια της γραφικότητας, που υποτίθεται ότι η άλλη, κοινή λογοτεχνία τα αποφεύγει… χαχαχα, μπα σε καλό μου. Κανείς δεν γλυτώνει από την γραφικότητα αν δεν ξέρει τον τρόπο να το πετύχει. Ταρώ ρίχνει και ο Χοντορόφσκι ταρώ και ο Χαϊκάλης, ποντάρετε σωστά τα λεφτά σας. Σχεδόν πάντα, είναι το ίδιο δύσκολο και ψυχοφθόρο να είσαι αποσυνάγωγος όσο και να είσαι επίτιμο μέλος της συναγωγής . «Νόμιζα πως είμαι αυτό που είμαι, αλλά στην πραγματικότητα είμαι ακόμα αυτό που ήμουν. Κι αυτό που ήμουν δεν ξέρω τι είναι. Ίσως κάποια μέρα το μάθω. Τότε θα είμαι αυτό που θα είμαι, αλλά δεν θα είμαι πια αυτό που είμαι τώρα. Και το να πάψω να είμαι αυτό που είμαι τώρα, με φοβίζει και με τρομάζε

Ο ακρωτηριασμός της Δύσης

    Όσο διάβαζα το βιβλίο μού ερχόταν στο μυαλό μια εντυπωσιακή φράση του Κούντερα που υπάρχει στο δοκίμιο «Ο ακρωτηριασμός της Δύσης ή Η τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης» , καθώς και στις «Προδομένες διαθήκες» αν θυμάμαι καλά, που λέει ότι πλέον η ζωγραφική έγινε μια περιθωριακή τέχνη, ο κόσμος έπαψε να ενδιαφέρεται για αυτή όπως το έκανε όσο ζούσε ο Πικάσο και οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αναφέρουν έναν σύγχρονο ζωγράφο πια. Το ίδιο μπορεί κανείς να πει και για το σκάκι και αν όλα πάνε καλά (και κατά διαόλου) και για οτιδήποτε άλλο. «Μαζί με τον Αλιέχιν, ένας κόσμος πέθαινε. Ο θάνατός του δεν αφορούσε μόνο το σκάκι. Ο Αλιέχιν υπήρξε ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας κλάσης παικτών χωρίς δάσκαλο, αριστοκρατών χωρίς βασιλιά, ατόμων χωρίς υποστήριξη, πνευματικών ανθρώπων χωρίς ιδεολογία, πολιτών χωρίς σύνορα, βασιλέων της φαντασίας, ανθρώπων ανένταχτων… Τώρα που δεν υπήρχε πια, ποιος θα έπαιζε;» Ας παίξουμε με τις λέξεις, για την ώρα. Οι λέξεις chess και chase ηχούν πολύ όμοια

Γεύση πικραμύγδαλου

Να είσαι φαν του κουραμπιέ, να τον ξεκινάς με λαχτάρα και να σου σκάει πικραμύγδαλο. Κάπως έτσι ένιωσα με το συγκεκριμένο βιβλίο. Ήθελα πολύ να μου αρέσει. Αγαπώ την ιταλική λογοτεχνία (ειδικά την λίγο πιο παλιά, δεν έχω μελετήσει τόσο την σύγχρονη), βρίσκεται σταθερά στις τοπ λογοτεχνίες μου, συνθέτοντας πάντα δείγματα γεμάτα αισθητική κομψότητα και τόλμη μαζί, γιατί καλώς ή κακώς στη λογοτεχνία όλα τα υπόλοιπα οφείλουν να ακολουθούν∙ αν προηγούνται ή κυριαρχούν, δυναμιτίζουν την συνολική αξία του έργου και καταλήγεις να περιπλανιέσαι αμήχανος ανάμεσα σε λεκτικά ερείπια ενώ γνωρίζεις βέβαια ότι η λογοτεχνία είναι κατ’ αρχήν σκοτεινή και υπόγεια διαδρομή. Πρώτα θα γίνει ορυχείο, βαθύ και αδυσώπητο, και αν καταφέρει να βρει φλέβα ίσως εξορύξει και ό, τι πολύτιμο κουβαλά εντός της. Ο ήρωας του μυθιστορήματος «Πικρή ζωή» και άλτερ έγκο του Λουτσάνο Μπιαντσάρντι τα γνώριζε καλά όλα αυτά όταν ξεκίνησε να το γράφει αλλά προτίμησε να τα ξεχάσει γρήγορα, και μαζί και ο αναγνώστης την ελπίδα

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Mission impossible

  Η μοναδική αποστολή του βιβλιοθηκάριου (βιβλιοθηκονόμοι πλέον ρε Ορτέγκα, μας προσβάλλεις γαμώτο∙ ναι, ο φερετζές μάς έλειπε), τουλάχιστον στην Ελλάδα και για μια γεμάτη 25ετία, είναι να μην πεθάνει από την πείνα. Τα πάμε καλά, συνάδελφοι! Άλλος για μπαρ τράβηξε, άλλος για γραμματειακή υποστήριξη και άλλος στου ΟΑΕΔ τα ΚΟΧ αίμα και δάκρυα πίνει. Ευαισθητοποιημένοι πολίτες λένε συνεχώς να χαρίσουμε βιβλία στις βιβλιοθήκες μας, είναι ο πολιτιστικός μας πνεύμονας (με χρόνια βρογχίτιδα), το κράτος από την μεριά του λέει κανένα πρόβλημα, στα τέτοια μου, αλλά να ξέρετε όποτε χρειαστεί να κόψω χρήματα για τις εκλογικές διαφημίσεις θα τα πάρω από τις βιβλιοθήκες, no offense. Και η σχολή Βιβλιοθηκονομίας συνεχίζει να βγάζει εκατοντάδες επιστήμονες κάθε χρόνο σαν να μην υπάρχει αύριο (που δεν υπάρχει!), μια θλιβερή γραμμή παραγωγής από ρομποτάκια σε μια δυστοπική και λοβοτομημένη πολιτιστικά χώρα. Does that make sense? «Οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται από μια παράξενη τάση να τρέφονται, κυρίως, με

Ποίηση χωρίς τέλος

  Αυτή η χρονιά θα ξεκινήσει ακριβώς όπως τελείωσε: με ποίηση. Συλλεκτική ανάρτηση, σπάνια θα ξαναδιαβάσετε τέτοια. Σπάω την παράδοση (και το ρόδι)! Ακόμα σπανιότερα εντυπωσιάζομαι από ποιητές και ποιήματα. Δεν με συγκινεί η συμπύκνωση του λόγου όταν του λείπει ένα είδος «φλυαρίας» – ψάχνω ποιήματα που είναι αμετροεπή με έναν δικό τους τρόπο και ταυτόχρονα στοχευμένα και ουσιώδη. Ποιήματα που δεν πολυπαίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους καθώς τσαλαβουτούν χαρούμενα στον χυλό της ειρωνείας. Ποιήματα που, απ' ό,τι σωστά αντιλαμβάνεστε, δεν γράφει η πλειοψηφία των ποιητών. Με δυο λόγια, κυνηγώ το ανέφικτο. Αλλά, αυτό δεν κυνηγάμε όλοι στην έναρξη κάθε χρονιάς; Το φλουρί μου για φέτος – λίρα εκατό – ήταν η Βισουάβα ή Βισλάβα ή όπως αλλιώς, Σιμπόρσκα. Η παλιά ποίηση, η ορθόδοξη, είναι Εδώ!