Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Όσο έχω φωνή


Όση φωνή κι αν έχει κανείς, είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει για έναν τόσο ιδιαίτερο συγγραφέα όσο ο Τόμας Μπέρνχαρντ. Δεν θα πω πολλά γιατί δεν μπορώ ούτως ή άλλως, απλώς σκέφτηκα τώρα που πεθαίνει και τούτη η χρονιά, τι καλύτερο από τον πεισιθάνατο Τόμας να αφήσει δυο-τρεις μαύρες σκέψεις για να ευφρανθεί η ψυχή μας! Έχει καιρό να πεθάνει και κανένας γνωστός καλλιτέχνης ώστε να μπορέσει να ανατροφοδοτηθεί η εσωτερική μηχανή συναισθημάτων με ταυτόχρονη διαδικτυακή εκροή…  Θλίψις! Τέλος πάντων, ας μείνουμε στα ευχάριστα. Και το ευχάριστο είναι ότι αυτό το βιβλίο μού το έκανε δώρο ένα συνοικιακό βιβλιοπωλείο, από εκείνα που φυτοζωούν καθόλη την διάρκεια της ζωής τους, και τα θυμόμαστε μόνο όταν κάποιο από αυτά πεθάνει. Νομίζετε είναι τυχαίο που τους αναγνώστες τούς λένε και βιβλιοσκώληκες;

Πέρασα λοιπόν από αυτό το βιβλιοπωλείο για να ρωτήσω αν ήρθε ο Σουίφτ που είχα παραγγείλει (δεν είχε έρθει) και έφυγα με Μπέρνχαρντ δώρο. Και δεν είναι η πρώτη φορά. Παρότι δεν είμαι μακροχρόνιος επισκέπτης ούτε έχω κάνει τον τζίρο για να αξίζω τέτοια δώρα, έχω ήδη δεχθεί τον «Μεγάλο Γκάτσμπυ» του Φιτζέραλντ από «Άγρα», τον οποίον όμως είχα ήδη (προσπαθήσει και να διαβάσω αλλά το παράτησα στις πρώτες 50 σελίδες) και έτσι έφυγα με δώρο ένα ελληνικό, μια συλλογή αστυνομικών διηγημάτων από «Μεταίχμιο». Το θέμα εδώ δεν είναι τι δώρα σου κάνουν (αν και αυτό ακόμα, είναι μεγάλο θέμα) αλλά ότι τα συνοικιακά βιβλιοπωλεία χτίζουν μια οικειότητα με τους αναγνώστες τους, ανταλλάσσεις δυο κουβέντες, βγάζετε χολή για κάποιους συγγραφείς, επαινείτε άλλους, τέτοια πράγματα. Δεν είχε ξανατύχει να μου κάνουν δώρο βιβλίο σε βιβλιοπωλείο, συνήθως μου έκοβαν λίγο στην τιμή, ή και όχι – εξάλλου δεν είναι απαραίτητο, μάθανε όλοι να περιμένουν έκπτωση. Ωστόσο, ενυπάρχει εδώ η ψυχολογία του πελάτη. Αν πας σε μαγαζί και πιεις 4 ποτά και σου κόψουν το ένα στην τελική τιμή δεν θα σου φανεί τόσο όσο αν σου κερνούσαν ένα στο τραπέζι, ακόμα και αν είναι σφηνάκι, δηλαδή κατώτερης αξίας από αυτό που θα σου έκοβαν στο ταμείο. 


Έπειτα έκανα μια βόλτα στα τρία μεγαλύτερα βιβλιοπωλεία της πόλης σε ώρα αιχμής, Ιανό, Πρωτοπορία και Public όπου και τα τρία μαζί είχαν πάνω από 600 άτομα μέσα – γιατί ως γνωστόν το βιβλίο είναι το καλύτερο δώρο στις γιορτές, αρκεί να μην σε αναγκάσουν να το διαβάσεις! – για να ρωτήσω αν τυχόν και έφτασαν «Η πεταλούδα» και οι «Γατοσημειώσεις» από «Κίχλη». Με κοιτούσαν με ένα ύφος τύπου «Δεν ξέρει από λογοτεχνία το παιδί!» (εν μέρει είχαν δίκιο), «Τι ωραία… πεταλούδα, μας τσαμπουνάει, σίγουρα τα έχει χαμένα» κλπ. Εγώ φταίω που ήθελα να παίξω σωστά τον ρόλο του πελάτη. Κανονικά, η σωστή ερώτηση θα ήταν η εξής: έχει έρθει σήμερα καμιά κούτα από «Κίχλη»; Μπορώ να την δω; 

 
ΔΥΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ

«Ο βιβλιοθηκάριος της πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης του Σαλτσμπουργκ κρεμάστηκε στον μεγάλο πολυέλαιο του μεγάλου αναγνωστηρίου επειδή, όπως έγραψε σ’ ένα σημείωμα, ύστερα από εικοσιδύο χρόνια υπηρεσία, δεν άντεχε άλλο να ταχτοποιεί και να δανείζει βιβλία που είχαν γραφεί για να προξενούν κακό, εννοώντας φυσικά όλα τα βιβλία που είχαν γραφεί ποτέ. Αυτό μου θύμισε τον αδελφό του παππού μου, που ήταν αγροφύλακας στο Άλτενταν κοντά στο Χένντορφ, που αυτοπυροβολήθηκε στην κορυφή του όρους Τσιφάνκεν γιατί δεν άντεχε να βλέπει άλλο τα μαρτύρια που τραβούσαν οι άνθρωποι. Κι αυτός επίσης είχε αφήσει ένα σημείωμα, όπου κατέγραφε τις σκέψεις του».

Ας ανοίξουμε το δώρο. Το οπισθόφυλλο λέει ότι το συγκεκριμένο βιβλίο το ονόμασε εύστοχα(;) κάποιος κριτικός, «Τόμας Μπέρνχαρντ για αρχάριους», – καλά κουμάσια και οι ξένοι κριτικοί! Δεν συμφωνώ καθόλου με αυτό. Εδώ συμβαίνει το εξής παράδοξο: βάζω τρία τέσσερα χιουμοριστικά ποστ για τον θάνατο του Θάνου Μικρούτσικου (και του κάθε Θάνου) για να στηλιτεύσω όλη αυτή την γελοία κατάσταση με το μνημόσυνο που συμβαίνει στο ελληνικό facebook κάθε φορά, και οι διαγραφές πέφτουν βροχή, οι εμετοί λερώνουν τον τοίχο μου, και διάφοροι πόνοι εμφανίζονται μυστηριωδώς στο σώμα μου… όταν είναι οι ίδιοι φίλοι (όπως τους λέμε στο facebook) που με έκαναν φίλο ακριβώς γιατί αγαπούσα πολύ τον Νίκο Καββαδία και έβαζα κάθε τρεις και λίγο τα τραγούδια (που τα έχω ακούσει χιλιάδες φορές) που συνέθεσε ο Θάνος Μικρούτσικος. Και θέλετε να μου πείτε ότι όλοι αυτοί θα εκτιμήσουν τα κείμενα του Μπέρνχαρντ; Θα παραμένουν πάντοτε αρχάριοι για Μπέρνχαρντ. Ή μικρός μικρός λογικέψου ή μικρός καλογερέψου! 

Ορίστε, ιδού μία ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ προς εκείνους τους αμβλύνοες που ισχυρίζονται ότι με κάποιες περιστασιακές αρνητικές κριτικές μου καταστρέφω οικονομικά τον εκδοτικό κόσμο και βάζω βόμβα στα θεμέλια της καλή λογοτεχνίας. 

«Ένας έμπορος από το Κόμπλεντς επισκέφθηκε τις πυραμίδες της Γκίζας, πραγματοποιώντας τη μεγαλύτερη επιθυμία της ζωής του, όμως αφού τις επισκέφθηκε, χαρακτήρισε αυτή του την επίσκεψη ως τη μεγαλύτερη απογοήτευση της ζωής του, πράγμα που καταλαβαίνω, γιατί κι εγώ που ήμουν τον περασμένο χρόνο στην Αίγυπτο ήμουν τελείως απογοητευμένος, κυρίως από τις πυραμίδες. Όμως, σε αντίθεση με μένα που ξεπέρασα πολύ γρήγορα την απογοήτευση αυτή, ο έμπορος από το Κόμπλεντς, θέλοντας να εκδικηθεί για τη δική του απογοήτευση, άρχισε να δημοσιεύει επί ολόκληρους μήνες ολοσέλιδα κείμενα στις σημαντικότερες εφημερίδες της Γερμανίας, της Ελβετίας και της Αυστρίας, προειδοποιώντας τους μελλοντικούς επισκέπτες της Αιγύπτου για το τι θα αντιμετώπιζαν στις πυραμίδες και κυρίως πηγαίνοντας στην πυραμίδα του Χέοπος που τον είχε απογοητεύσει πολύ περισσότερο απ’ όλες τις άλλες. Ο έμπορος από το Κόμπλεντς, με όλ’ αυτά τα αντιαιγυπτιακά και αντιπυραμιδικά δημοσιεύματα, ξόδεψε μέσα σε ελάχιστο διάστημα την περιουσία του και βυθίστηκε σε μαύρη απελπισία. Όπως ήταν φυσικό, τα δημοσιεύματά του δεν είχαν την αναμενόμενη επίδραση σ’ εκείνους που σκόπευαν να ταξιδέψουν στην Αίγυπτο, αντίθετα, ο αριθμός όλων αυτών που επισκέφθηκαν φέτος την Αίγυπτο ήταν ο διπλάσιος από τον περσινό». 

Οι μικρές ιστορίες του Μπέρνχαρντ είναι υπέροχες, θυμίζουν κάτι από τους «Παραδειγματικούς φόνους» του Μαξ Άουμπ, βιτριολικές σκέψεις του Αμβρόσιου Μπηρς, κ.α., και όταν κυκλοφόρησαν «υποβλήθηκαν πολλές μηνύσεις εναντίον του από συγγενείς που αναγνώρισαν στο βιβλίο του δικούς τους ανθρώπους», κάτι αντίστοιχο αλλά σε μικρότερη κλίμακα, με αυτό που γίνεται στο λαϊκό δικαστήριο του facebook σήμερα. Πολλές από τις εμμονές του είναι εδώ αλλά καλά κρυμμένες μέσα στην συμπύκνωση των σύντομων ιστοριών. Γι’ αυτό θα πρότεινα σε κάποιον αρχάριο προς τον Μπέρνχαρντ, να πιάσει ένα εκτενές βιβλίο του, τον εκπληκτικό «Αφανισμό» για παράδειγμα, και πολύ σύντομα θα διαπιστώσει αν του κάνει ή όχι αυτός ο συγγραφέας. Η θαυμάσια μετάφραση είναι του Αλέξανδρου Ίσαρη και η έκδοση από «Άγρα» ένα μικρό κομψοτέχνημα. Οι πίνακες του εξωφύλλου είναι του CY Twombly. Οι ιστορίες του Τόμας με παρηγορούν βαθιά, ειδικά σήμερα που όλος ο κόσμος με λοιδορεί και με φτύνει. Καλές γιορτές με αγάπη, φίλοι μου! 



ΦΙΛΕΥΣΠΛΑΧΝΗ προτροπή: 

«Μια ηλικιωμένη κυρία που έμενε κοντά στο σπίτι μας ήταν υπέρ το δέον φιλεύσπλαχνη. Είχε αναλάβει υπό την προστασία της έναν πάμπτωχο Τούρκο, που ένιωθε μεγάλη ευγνωμοσύνη απέναντί της, γιατί φεύγοντας από την υπό κατεδάφιση παράγκα όπου έμενε, μετακόμισε στο σπίτι της, ένα αστικό σπίτι στη μέση ενός μεγάλου κήπου. Δούλευε εκεί ως κηπουρός της ηλικιωμένης κυρίας, που όχι μόνο του αγόρασε καινούρια ρούχα, αλλά έκανε το παν για να τον ευχαριστεί. Κάποια μέρα ο Τούρκος εμφανίστηκε στην αστυνομία και δήλωσε πως δολοφόνησε την ηλικιωμένη κυρία που τον είχε πάρει στο σπίτι της από φιλευσπλαχνία. Η δικαστική επιτροπή, κατά την αυτοψία που διενήργησε αμέσως, διαπίστωσε πως ο δράστης την είχε στραγγαλίσει. Όταν ο Τούρκος ρωτήθηκε από τη δικαστική επιτροπή γιατί στραγγάλισε την ηλικιωμένη κυρία, εκείνος απάντησε, από φιλευσπλαχνία».
 
Υ.Γ. 2666   Ο Τόμας Μπέρνχαρντ σάς εύχεται χρόνια πολλά και ευτυχισμένο το νέο έτος!!

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !