Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο κατά φαντασίαν κριτικός


Κάθε χρόνο μόλις πιάνω στα χέρια μου το πρόγραμμα της ΔΕΒΘ με πιάνει μια τρελή σύγχυση. Σκέφτομαι πάντα το ίδιο· πάρα πάρα πολλές εκδηλώσεις που αδυνατεί να παρακολουθήσει έστω και φευγαλέα ένα μεμονωμένο άτομο. Είναι σαν όταν μπαίνεις σε ένα ζαχαροπλαστείο και μόλις βλέπεις όλα τα γλυκά γύρω σου, λες, θέλω να τα δοκιμάσω όλα! Ξέρεις όμως ότι αν σου δινόταν η ευκαιρία να δοκιμάσεις λίγο από το καθετί, το ξέρεις με σιγουριά αυτό, μην το αρνείσαι, το 80% θα ήταν μπαγιάτικα και με κάτι σάπιες κρέμες φτιαγμένα. Το ίδιο ισχύει και με την Έκθεση Bιβλίου. Πλουραρισμός θα μου πείτε, εσένα τι σε κόφτει; Σωστά, τι με νοιάζει. Θα απαντήσω με έναν στίχο ποιήματος που άκουσα σε μια από αυτές τις μπαγιάτικες εκδηλώσεις, (ακριβώς με αυτή τη σειρά): «...Τρυφό, Μποντλέρ, Ρίο-Αντίρριο!» – κολοκυθόπιτα, σαν να λέμε. Και τα ποσοστά ανεβαίνουν ακόμα περισσότερο όταν μιλάμε για κριτικές βιβλίων. Ας γίνουμε και λίγο μισάνθρωποι με τους κριτικούς, δεν πειράζει. Γιατί με τους Κρητικούς δεν γίνεται, στην παγκρήτια έκθεση που έτρεχε σε παρακείμενο περίπτερο είχε κάτι εδέσματα, άλλο πράμα – πώς λοιπόν να γίνεις κριτικός με τους Κρητικούς; 
«Η αρχή δεν είναι κι άσχημη. Κακίες για τον πλησίον 
έθεσαν τη συζήτηση εντός λαμπρών πλαισίων». 

Η εκδήλωση «Διαδίκτυο και κριτική λογοτεχνίας» ήταν αναπόφευκτα ελαφρώς προβοκατόρικη και την περιμέναμε με ανυπομονησία. Παρών ήταν ο «κριτικός» μπλόγκερ Librofilo, ενώ απόντες – για προσωπικούς λόγους – ήταν οι «κριτικοί» Τιτίκα Δημητρούλια και Βαγγέλης Χατζηβασιλείου (βάζω επίτηδες τα εισαγωγικά, για να σας μπερδέψω ολοκληρωτικά!!). Ωστόσο, όπως είπε και μια φίλη, θέλεις να αγιάσεις και η σημειολογία δεν σε αφήνει. Τέλος πάντων, την θέση των απόντων κριτικών πήρε ο συντονιστής της συζήτησης Κώστας Κατσουλάρης, εκδότης της bookpress, ο οποίος πάσχισε – ανεπιτυχώς, κατά την δική μου ανεπαρκή κριτική ματιά – να υπερασπιστεί το μετερίζι του και να μας πείσει ότι κριτικοί σαν τον παλιό καλό καιρό δεν βγαίνουν πια. Ταινίες σαν την χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου δεν γυρίζονται πια! Φφσσστττ, μπόινγκ! 

ΟΡΟΝΤ 
[…] Έναν δικό σας άνθρωπο εντέλει έχετε εμπρός σας· 
και καθώς τόσον εκτιμώ το πνεύμα το λαμπρό σας, 
έρχομαι, τον ωραίο μας δεσμό να εγκαινιάσω, 
ένα σονέτο που έγραψα προ ολίγου να διαβάσω, 
να ξέρω αν είναι σκόπιμο, κύριε, να το τυπώσω. 

ΑΛΣΕΣΤ 
Ο πλέον ακατάλληλος απάντηση να δώσω· 
παρακαλώ, απαλλάξτε με. 

ΟΡΟΝΤ 
Γιατί; 

ΑΛΣΕΣΤ 
Έχω, λυπάμαι, 
το ελάττωμα πιο ειλικρινής απ’ όσο πρέπει να’ μαι. 

ΟΡΟΝΤ 
Αυτό ακριβώς επιθυμώ. Θα θύμωνα δικαίως 
αν σας εμπιστευόμουνα ν’ αποφανθείτε ευθέως 
κι εσείς να τ’ αποφεύγατε μιλώντας αορίστως. 

ΑΛΣΕΣΤ 
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε πολύ ευχαρίστως. 

Σχεδόν 400 χρόνια πέρασαν από την ολιστική σάτιρα του Μολιέρου και ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει όσον αφορά την κριτική. Παρόλες τις διαβεβαιώσεις για ειλικρίνεια, αυτό το μιλώντας αορίστως επιθυμούν ΟΛΟΙ οι εμπλεκόμενοι του βιβλίου. Όσο πιο αορίστως, τόσο καλύτερα! Σε κερνάνε βιβλία, ποτά, σου αγοράζουν καινούριο κινητό με μεγάλης ανάλυσης κάμερα, σου πληρώνουν πιστοποιημένα σεμινάρια unboxing και tagging management και άλλα τέτοια. Αν είσαι κριτικός των hashtags, μας κάνεις μια χαρά· αν πάλι πας να αρθρώσεις λίγο πιο εκτενή λόγο – με τα δυνατά ή και αδύναμα επιχειρήματά σου – τότε σε ξεχέζουμε πατόκορφα, που τολμάς να υπαινίσσεσαι ότι ο κόπος σου προσιδιάζει έστω και ελάχιστα σε κριτική λογοτεχνίας, χωρίς να έχεις καταβροχθίσει προηγουμένως δεκάδες τόμους από την θεωρία της λογοτεχνίας. Αν δεν είσαι τουλάχιστον Στάινερ… τότε πίσω στη στάνη σου!

ΟΡΟΝΤ 
Κι εγώ σας λέγω οι στίχοι μου είναι άρτιοι, δίχως ψόγο. 

ΑΛΣΕΣΤ 
Για να τους βρίσκετε καλούς, θα’ χετε κάποιο λόγο, 
όμως θα βρείτε φυσικό να’ χω κι εγώ μια κρίση 
που δεν υποχρεώνεται μ’ εσάς να συμφωνήσει. 

ΟΡΟΝΤ 
Μου φτάνει που τους επαινούν άλλοι και τους εξαίρουν. 

ΑΛΣΕΣΤ 
Δεν ξέρω να υποκρίνομαι· βλέπετε, οι άλλοι ξέρουν. 

ΟΡΟΝΤ 
Τόση ευφυΐα δηλαδή ο Θεός σας έχει δώσει; 

ΑΛΣΕΣΤ 
Αν παίνευα τους στίχους σας, θα’ τανε κι άλλη τόση. 

ΟΡΟΝΤ 
Δεν έχω ανάγκη, αδιαφορώ, είτε σας θέλγουν είτε… 

ΑΛΣΕΣΤ 
Πολύ σωστά, παρακαλώ, πρέπει να αδιαφορείτε. 

ΟΡΟΝΤ 
Ήθελα, από περιέργεια, να δω κι εγώ κανένα 
ποίημα πάνω στο θέμα αυτό απ’ τη δική σας πένα. 

ΑΛΣΕΣΤ 
Μπορεί ατυχώς να μου συμβεί κι εγώ να γράψω κάτι 
τόσο κακό, δε θα το δει πάντως ανθρώπου μάτι. 

ΟΡΟΝΤ 
Μιλάτε με σκληρότητα, κι η τόση υπεροψία… 

ΑΛΣΕΣΤ 
Αν θέλετε λιβανωτό, να βρείτε άλλη εκκλησία. 

ΟΡΟΝΤ 
Μικρέ μου κύριε, ψηλά πήρατε το τροπάρι. 

ΑΛΣΕΣΤ 
Μεγάλε κύριε, μα το Θεό, στον τόνο το’ χω πάρει. 

Στο παραπάνω απόσπασμα υπογράμμισα τα πιο σημαντικά σημεία για να το πάρουν homework πολλοί από τους επίσημους κριτικούς. Εξάλλου είναι συνήθειά τους να μην διαβάζουν την ολότητα όσων κρίνουν αλλά μόνο κομμάτια αυτών. Το αρνούνται δημοσίως φυσικά, όμως αυτό βγαίνει προς τα έξω! Αλλά να σας πω κάτι εντελώς εμπιστευτικά ως μη κριτικός λογοτεχνίας για όλη αυτή την κουβέντα περί κριτικής της λογοτεχνίας: χέστηκα. Η λογοτεχνία δεν φαίνεται να νοιάζεται τόσο για την κριτική, όσο οι λογοτέχνες για τους κριτικούς! Δεν μπορείς να λες καλά λόγια για όλους και η εκπληκτική σάτιρα του Μολιέρου αυτό το καταδεικνεύει με πολύ απολαυστικό και κατατοπιστικό τρόπο. 

Το ίδιο ισχύει και για τις μεταφράσεις. Σε μια ευτυχή συνάντηση με άνθρωπο του χώρου του βιβλίου, με παρότρυνε να μην μιλάω άσχημα για μεταφράσεις, γιατί η μετάφραση είναι μια πολύ απαιτητική δουλειά και πρέπει να δείχνουμε επιεικείς απέναντί της. Είμαι απόλυτα ευγνώμων σε όλες τις μεταφράσεις, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν μπορώ να κρίνω μια κακή μετάφραση· μιλάω αρκετά καλά ελληνικά και όταν η μετάφραση δεν «μιλάει» εξίσου καλά, το καταλαβαίνω. Και μην μου πείτε ότι για να κρίνεις σωστά μια μετάφραση πρέπει να μιλάς την γλώσσα του πρωτοτύπου γιατί μέχρι στιγμής δεν έχω γνωρίσει άνθρωπο που να μιλάει απταίστως, ας πούμε, πάνω από 20 γλώσσες. Θα υπάρχει ένας τέτοιος άνθρωπος, σίγουρα όμως δεν μένει στην Ελλάδα! 

Σε μία από τις ομορφότερες εκδηλώσεις της «Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης», «Ο Μολιέρος και η θεατρική μετάφραση», μάθαμε πόσο σημαντική είναι μια μετάφραση, όχι με απεραντολογίες και θεωρητικούρες, αλλά εμπράκτως, μέσω της ανάγνωσης. Οι εκδόσεις του Μολιέρου από το ΜΙΕΤ σε μετάφραση Χρύσας Προκοπάκη είναι το κάτι άλλο. Μέχρι τώρα το περισσότερο που είχα συναντήσει σε μεταφράσεις, ήταν οι αριστουργηματικές. Προσφάτως, ανακάλυψα πώς μοιάζει μια ιδιοφυής μετάφραση. Ιδιοφυής! Το μόνο ελάττωμα του βιβλίου είναι η έλλειψη μιας εισαγωγής που θα ανέλυε αυτή την μετάφραση (όπως συνέβη στην εκδήλωση). Αδυνατώ να σας μεταφέρω όσα ειπώθηκαν. Από την άλλη, αυτή η μετάφραση δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο από δύο αχόρταγα και ανοιχτά αναγνωστικά μάτια. Ξεφύλλισα και την μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ που είχε κάνει για παλιότερη έκδοση του «Μισάνθρωπου», επιλέγοντας να μεταφέρει το κείμενο στην πεζή του μορφή, χωρίς τις σπιρτόζικες ρίμες της Προκοπάκη. Θεωρητικά, δεν είναι λάθος. Δεν είναι, λέτε; Μην αγνοήσετε αυτό το θαυμάσιο βιβλίο, ακόμα και αν η επίσημη κριτική σάς πρήζει να αγοράσετε το νέο βιβλίο του Λάζλο Κρασναχορκάι ή του Μισέλ Ουελμπέκ. Μην φερθείτε άκριτα. 

Αυτά τα ολίγα είχε να σας καταθέσει η πολύχρονη θεωρητική μου σκευή. 

«Ιδιαζόντως ευφραδής, οι λόγοι του σπουδαίοι, 
κι είναι μεγάλη η τέχνη του τίποτε να μη λέει. 
Από τις μακρηγορίες του ποτέ δεν βγάζεις άκρη, 
μονάχα ακούς ένα βουητό να σου’ ρχεται απ’ τα μάκρη» 

Υ.Γ. 2666  Ο τίτλος της ανάρτησης είναι εμπνευσμένος από μια πληροφορία που δόθηκε στην εκδήλωση για τον Μολιέρο, όπου κάποτε ο Παύλος Μάτεσις – γνωστός μεταφραστικός σφαγέας, που η επίσημη κριτική αρνείται να θίξει – είχε κάνει μια δική του απόδοση σε κείμενα του Μολιέρου και κάποιος κριτικός της εποχής – σίγουρα, περιθωριακός – είχε ονομάσει την κριτική του για εκείνον, «Ο κατά φαντασίαν μεταφραστής»!

Σχόλια

  1. Πολύ όμορφα. Όσον αφορά τον Λάζλο, το 'τανγκό του σατανά' ήταν πράγματι αδιάφορο -προς κακό-, ειδικά μετά το έξοχο 'πόλεμος και πόλεμος' και το ικανοποιητικό 'μελαγχολία της αντίστασης'.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλημέρα Αντώνη, σ' ευχαριστώ για το σχόλιο.

      Και εγώ βρήκα έξοχο το «Πόλεμος και πόλεμος», τόσο πολύ που ανυπομονούσα να βγουν και άλλα δικά του. Όσο περνούσε ο καιρός όμως, και αφού είχαν ήδη εκδοθεί τα υπόλοιπα, κάπως ατονούσε η αίσθηση να τον ξαναδιαβάσω. Δεν ξέρω γιατί. Τα βιβλία τα έχει αγοράσει ο αδερφός μου, αλλά ούτε καν τα ξεφύλλισα! Το τελευταίο του ωστόσο, έχει διαφορετική θεματική και σχεδον με έπεισε να το αγοράσω -- λίγο αργότερα όμως, γιατί αυτή την περίοδο έχω αρκετά στην σειρά αναμονής.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .