Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Trip advisor


 
«Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία ενηλίκων που έχω διαβάσει, και γενικότερα που υπάρχουν. Ξεκάθαρα. Θεωρώ μεγάλο έγκλημα τις παιδικές διασκευές που έγιναν πάνω του – ακόμα μεγαλύτερο και από εκείνες που έγιναν πάνω στο κορμί του Μόμπι Ντικ. Μεγαλύτερο όλων όμως, παραμένει το έγκλημα στις συνειδήσεις αμέτρητων αναγνωστών που επιμένουν να το θεωρούν, διασκευασμένο ή μη, παιδικό βιβλίο. Τζόνι πάρε τ' όπλο σου (την πένα) και κυνήγα τους! Το μεγαλύτερο προσόν του βιβλίου είναι ότι έτσι όπως είναι γραμμένο, στην πρωτότυπη μορφή του, δεν χρειάζεται καμία διασκευή για να το απολαύσει ένα παιδί. Καταλαβαίνω εν μέρει γιατί ένα παιδί 4-5 χρόνων χρειάζεται να διαβάσει μια διασκευή του, αλλά δεν καταλαβαίνω, μα την Λιλιπούτη, γιατί ένα παιδί 10-12 χρόνων θα έπρεπε να διαβάσει μια διασκευή του – πάει, το κατέστρεψες, δεν πρόκειται να ξαναδιαβάσει Σουίφτ μέχρι τα βαθιά του γεράματα.
 
Ο Τζόναθαν Κόου το ξεκαθαρίζει μια και έξω στην διασκευή(!) που έκανε ο ίδιος για τα «Ταξίδια του Γκιούλιβερ»: [...] Ο Τζόναθαν Σουίφτ είπε κάποτε πως έγραψε τα Ταξίδια του Γκιούλλιβερ «μάλλον για να ενοχλήσει παρά για να διασκεδάσει τον κόσμο». Εννοούσε πως, παρόλο που ήξερε ότι η ιστορία ήταν διασκεδαστική, δεν ήταν αυτός ο κύριος λόγος που την έγραψε. Την έγραψε για να κάνει τον κόσμο να σκεφτεί. Εκτός των άλλων, διαβάζουμε στο μίνι βιογραφικό του Κόου, «Έχει γράψει δώδεκα βιβλία, μπλα μπλα, όμως ξέρει ότι δε θα γράψει ποτέ ένα βιβλίο τόσο όμορφο όπως τα Ταξίδια του Γκιούλλιβερ»!!! Παραλογισμός και αυτογνωσία, μια γροθιά! Οκ παιδιά, όπως νομίζετε, διασκευή... διασκευή, αν επιμένετε. Συνένοχο στο φόνο δε θα μ' έχετε! 
 
 
Η αρχική ιδέα είναι ομολογουμένως αξιόλογη. Η Scuola Holden και η Biblioteca Di Repubblica-L'Espresso έχουν επιλέξει κάποιες ιστορίες προς διάσωσιν και υπό την σκέπη της λογοτεχνικής σειράς «Save the story» και την συνεισφορά αναγνωρισμένων συγγραφέων που επαναφηγούνται αυτές τις ιστορίες, προσπαθούν να τις κάνουν ξανά προσιτές (π.χ “Η ιστορία Οι Λογοδοσμένοι του Αλεσσάντρο Μαντσόνι όπως την αφηγήθηκε ο Ουμπέρτο Έκο”). Το SAVE THE STORY είναι μια κιβωτός που περισώζει, στη χιλιετία μας, κάτι που πάει να ναυαγήσει στο παρελθόν. Τα αντικείμενα που, όπως αυτό το βιβλίο, φέρουν το σήμα... είναι είδη που κινδυνεύουν με εξαφάνιση. Κάπως βαρύγδουπη και ψωνίστικη δήλωση ειδικά όταν αναφέρεται σε βιβλία όπως Αντιγόνη, Βασιλιάς Ληρ, Έγκλημα και Τιμωρία, Γκιλγκαμές, Δον Ζουάν κλπ, τα οποία φυσικά και δεν κινδυνεύουν με εξαφάνιση αλλά απλώς περιμένουν υπομονετικά να ανακαλυφθούν εκ νέου, με ή (κυρίως) χωρίς την βοήθεια της Κιβωτού... ωστόσο της αναγνωρίζουμε μια κάποια χαριτωμενιά και πάμε παρακάτω.
 
Το ενδιαφέρον βρίσκεται στο πώς οι προσκεκλημένοι συγγραφείς αφηγούνται ξανά τις ιστορίες που τους έχουν ανατεθεί. Δηλαδή, πώς ο Αβραάμ Γεοσούα αντιλαμβάνεται μια διασκευή του βιβλίου του Ντοστογιέφσκι ή ο Ουμπέρτο Έκο του Μαντσόνι. Δεν ανατέθηκαν σε επαγγελματίες «διασκευαστές» αλλά δόθηκαν σε σπουδαίους συγγραφείς που (ενδεχομένως) αναμετρήθηκαν μαζί τους κατά την διάρκεια της συγγραφικής τους εξέλιξης και τώρα πρέπει να ανακατασκευάσουν μια παιδική αλλά εξίσου σοβαρή εκδοχή τους. Ένας αναγνώστης της συγκεκριμένης σειράς πιθανότατα δεν αντιλαμβάνεται τίποτα το ιδιαίτερο, όμως, έχει ένα ενδιαφέρον να πιστεύουμε ότι ίσως υπάρχει μία μυστική καλλιτεχνική σύνδεση πίσω από το παραπέτασμα των λέξεων. 
 
Παρόλο που αυτή η σειρά απευθύνεται σε παιδιά περίπου 10 ετών, μπορεί να αντλήσει μερική ευχαρίστηση ακόμα και ένας ενήλικας. Εκτός φυσικά από την περίπτωση Γκιούλιβερ, εκεί η Κιβωτός μπάζει νερά! Εξάλλου, τα είπαμε και στην αρχή αυτά. Η αφήγηση του Κόου είναι άψυχη, ελάχιστα δηκτική, και μοιάζει σαν μια ρηχή περιπέτεια, ερχόμενη σε εντυπωσιακή αντιδιαστολή με το πρωτότυπο κείμενο του Σουίφτ που δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια τρικυμιώδης περιπέτεια βαθύτητας! Η εικονογράφηση της Σάρα Όντι είναι μέτρια προς καλή, προσωπικά δεν ξετρελάθηκα. Η μετάφραση της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου, δροσερή και αξιόπλευστη . Η γενικότερη έκδοση του «Πατάκη» και περισσότερο η συγκεκριμένη σειρά, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον από άποψη αισθητικής και πρωτοτυπίας και νομίζω ότι θα την απολαύσουν όσα παιδιά έρθουν σε επαφή μαζί της. Προσοχή όμως, απαγορεύεται η επιβίβαση στον Γκιούλιβερ! Τι ταλαιπωρία έχει περάσει και αυτός ο καημένος!
 
Ο καημένος ο Γκιούλλιβερ! Όταν γύρισε στην Αγγλία από το πρώτο του ταξίδι, τη μικροσκοπική χώρα των Λιλλιπούτειων, όλα του φαίνονταν πελώρια. Όταν επέστρεψε από το Μπρομπντινγκνάκ, τη χώρα των γιγάντων, όλα του φαίνονταν μικρούτσικα. Αλλά η επιστροφή από τη χώρα των Χούινχνμ ήταν πολύ χειρότερη. Όπου κι αν κοιτούσε, έβλεπε ανθρώπους: ανθρώπους που του θύμιζαν εκείνους τους βρομερούς, επιθετικούς, άγριους Γιούχου. 
(...) Πού μοιάζουν περισσότερο; Στους Γιούχου ή στους Χούινχνμ; Τι από τα δύο είναι; 
Καμιά φορά, όμως, αναρωτιόταν και κάτι ακόμα πιο τρομακτικό: 
Κι εγώ, τι από τα δύο είμαι; 
 
 
Υ.Γ. 2666   Εγώ είμαι σίγουρα Γιούχου!!

Σχόλια

  1. Καταλαβαίνω τι λες για τις διασκευές αλλά δεν με πείθεις κιόλας! Αλήθεια εσύ όταν πήγαινες δημοτικό διάβαζες βιβλία; Εγώ διάβαζα και διάβαζα και διασκευές που ως ενήλικας αναζήτησα την κανονική έκδοση γιατί μου είχε αρέσει πολύ όταν ήμουν μικρή. Κάτι που σκοπεύω να κάνω με τον Τομ Σόγιερ μετά το βιβλίο του Γιαννακόπουλου που διάβασα.
    Αλήθεια πώς είναι μια δροσερή μετάφραση :Ρ
    Σε ζηλεύω που είσαι μέσα στα παιδικά βιβλία... Μπουχουχου κι εγώ θέλω το βιβλιοθηκονομάκι...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δε θυμάμαι πόσο και αν διάβαζα στο δημοτικό, αυτό που θυμάμαι όμως είναι ότι στην Ε' Δημοτικού μάς είχαν βάλει να διαβάσουμε διάφορα βιβλία κλασικής λογοτεχνίας, ανάμεσά τους φυσικά ήταν και ο Όλιβερ Τουίστ. Ε λοιπόν, ακόμα και σήμερα, δεν έχω καταλάβει πόσες ρημαδοσελίδες είναι αυτό το βιβλίο... 100, 250, 600; Και γενικά η σχέση μου με τον Ντίκενς καταστράφηκε (ελπίζω όχι ανεπανόρθωτα) από τότε.

      Η ένστασή μου σε αυτή την ανάρτηση (και σε συζήτηση που ακολούθησε στο φβ) έχει να κάνει αποκλειστικά με τον Τζόναθαν Σουίφτ και τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ -- ή ακόμα και με βιβλία ανάλογου ύφους, όπως Η Αλίκη στη χώρα των Θαυμάτων, ο Μάγος του Οζ κλπ. Ποιος ο λόγος να διασκευάσεις τέτοια βιβλία όταν οι ίδιοι οι συγγραφείς τους φρόντισαν μέσα στην σοβαρότητα των γραφομένων τους, να ενσταλάξουν όλη την παιδικότητα που διέθεταν για να κεντρίσουν παράλληλα και τις παιδικές ψυχές; Στην βιβλιοθήκη συνάντησα δυο τρεις άχαρες διασκευές της Αλίκης. Γιατί; Για να λέμε ότι την "διάβασε" ένα παιδί 3-4 ετών; Δεν μπορεί να περιμένει να την διαβάσει στα 8-9, όταν θα την εκτιμήσει και θα την αγαπήσει;

      Και να σου πω και κάτι να ζηλέψεις περισσότερο. Δεν έχω διαβάσει ποτέ μου τον Τομ Σόγιερ, παρότι λατρεύω τον Τουέην και διάβασα τα περισσότερα από τα έργα του, γιατί ποτέ δεν έβρισκα μια πλήρη μορφή του. Πρόσφατα πέρασε από τα χέρια μου η νέα πλήρης έκδοση του βιβλίου από Πατάκη (νομίζω) και μόλις ενσωματωθεί στην συλλογή θα το πάρω με την μία! Αυτή να ψάξεις και συ, φαίνεται υπέροχη, 600 χορταστικές σελίδες. Επίσης, δεχθήκαμε μια δωρεά και ανάμεσα στα βιβλία ήταν μια όμορφη έκδοση του Μάγου του Οζ -- επίσης δεν έχω διαβάσει, με τις τόσες άθλιες διασκευές που του έχουν γίνει. Αν και προσφάτως, βγήκε και από τις εκδόσεις Ερατώ.

      Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι πως με τις διασκευές βιβλίων, νομίζω ότι ισχύει ό,τι και με τις άλλες διασκευές (τραγουδιών, θεατρικών, κλπ)... στις 500 διασκευές μόνο 1 θα είναι υποφερτή, αν όχι αξιόλογη. Όπως ακριβώς θα γίνει με την επικείμενη διασκευή του Οδυσσέα του Τζόυς σε θεατρικό, θα βγει μεγάλη μάπα! Διάφορα έργα τέχνης έχουν τις ηλικίες τους και αυτό πρέπει να γίνεται σεβαστό. Δηλαδή, αν ένας 19χρονος αναγνώστης αδυνατεί να καταλάβει τον Οδυσσέα, πρέπει να του το κάνουμε διασκευή; Δε θα ήταν πιο λογικό να περιμένει να μεγαλώσει και να ωριμάσει για να ξαναπροσπαθήσει; Γιατί λοιπόν να εκφυλίζουμε ένα βιβλίο που προορίζεται εν τη γενέσει του για μια συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα, με σκοπό να το "κατανοήσει" μια εντελώς ανώριμη ακόμα, μερίδα αναγνωστών; Ειλικρινά, δεν το καταλαβαίνω.

      Διαγραφή
  2. Ποια έκδοση λες του Τομ Σόγιερ; έχω στο μυαλό μου μία από τις εκδόσεις Πατάκη αλλά δεν είναι καινούρια http://www.patakis.gr/viewshopproduct.aspx?id=588892. Αυτή πάντως έχω σκοπό να διαβάσω γιατί νομίζω την έχει η τοπική βιβλιοθήκη. Η αλήθεια είναι ότι το κάθε βιβλίο απευθύνεται σε κάποια κάποια ηλικιακή ομάδα και υπάρχουν πολλά βιβλία για την κάθε ηλικία, πολλές διασκευές είναι όντως μούφα, αλλά θεωρώ ότι υπάρχουν και κάποιες αξιόλογες που ένας έμπειρος αναγνώστης μπορεί να τις διακρίνει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δεν θυμάμαι καλά γιατί το είδα φευγαλέα αλλά αποκλείεται να ήταν μόνο 250 σελίδες, το θυμάμαι πάνω από 450 σελίδες. Την Δευτέρα θα το ψάξω και θα το δω. Ολόφρεσκο ήταν αλλά ίσως η έκδοση να ήταν παλιότερη χρονολογικά, δεν θυμάμαι.

      Δεν είμαι τελείως αντίθετος με τις διασκευές. Όμως οι περισσότερες δεν με συγκινούν. Σίγουρα κάποιες θα ξεχωρίζουν.

      Διαγραφή
    2. Έχεις δίκιο librarian, την ίδια έκδοση είδα και εγώ. Απλώς είναι μεγάλου σχήματος και μπερδεύτηκα και θεώρησα ότι είναι και μεγάλης έκτασης, πολύ παραπάνω δηλαδή από 300 σελίδες. Αυτή η έκδοση είναι του 2010 απ' ό,τι είδα. Εξαιρετική φαίνεται, να την διαβάσεις! Το ίδιο θα κάνω και εγώ.

      Διαγραφή
    3. Ήμουν σίγουρη ότι είχα δίκαιο γιατί πράγματι αυτή η έκδοση μοιάζει με πιο πολλές σελίδες, ίσως φταίει το χαρτί. Ναι, το έχω στα υπόψη.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .