Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αισιόδοξη τοξικότητα

 
Η αιώνια συζήτηση γύρω από τον Σελίν μου θυμίζει κάτι ταμπέλες σε διάφορα χιπστερομάγαζα του τύπου «Αν είσαι ομοφοβικός, ρατσιστής ή θρησκόληπτος, μην μπαίνεις στο μαγαζί μου!» (αν διαλέγεις πελάτες, σύντομα θα είσαι ο τελευταίος που θα μπαίνεις στο μαγαζί σου) ή κάτι προφίλ στα σόσιαλ μίντια, «Παρακαλώ κάντε μου την χάρη να αυτοδιαγραφείτε!» (εσύ κάνε μας την χάρη!) και κάτι τέτοια σαχλά. Ο κόσμος γίνεται κάπως πιο πολύπλοκος μετά τα πέντε και όσο και αν φωνάζουμε τη μαμά μας να έρθει να μας σκουπίσει στην τουαλέτα δεν πρόκειται να το κάνει – όταν γίνουμε εικοσιπέντε ίσως καταφέρουμε και την μεταπείσουμε. Από την τοξική αισιοδοξία που κατακλύζει όλο και περισσότερο την κοινωνία σε όλα τα επίπεδα προτιμώ απερίφραστα την αισιόδοξη τοξικότητα ενός Σελίν. Αισιόδοξη; Ναι. Γιατί πριν μάθεις τι μπορείς να γίνεις πρέπει να μάθεις πρώτα τι είσαι. Άνθρωπος – 70% νερό (ορίστε, ακόμα και ένας φασίστας όπως ο Σελίν βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο) και 30% σκατά, οκ. «Ο Εβραίος αποτελείται από 85% θράσος και 15% κενό!... ο άριος δεν έχει δράμι θρασύτητα… Είναι γενναίος μόνο όταν τον στέλνουν στον πόλεμο… δειλός στη ζωή… πρόβατο…» (ΤΑ ΠΡΟΟΟΒΑΑΑΤΑΑ…!) Ανάλογα με την ηλικιακή σου ομάδα είτε φώναξε τη μαμά σου είτε μάθε να τα αντιμετωπίζεις μόνος σου, άνθρωπε.
 
Αναμφιβόλως ο Σελίν είναι ταλεντάρα αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να τον υποβάλλουμε σε κριτική απαξίωση αν χρειάζεται (Vana Mparmpa Oficial dislikes that!) και αυτό το πολύτιμο δοκίμιο από τις εκδόσεις «Μάγμα» έρχεται να καλύψει ένα μεγάλο κενό στην ελληνική βιβλιογραφία· ελπίζω, κάποτε να καλυφθεί και το μεγαλύτερο κενό, εκείνο της μη έκδοσης των σημαντικότερων έργων του. Η πλειοψηφία των αναγνωστών ακούει Σελίν και λέει, μακριά, αυτός είναι φασίστας, τέλος, στην πυρά τα βιβλία του. Χωρίς να ξέρει περισσότερα, χωρίς να ψάχνει περισσότερα, χωρίς να αμφιβάλλει – με δημοκρατικές διαδικασίες, όπως λένε. Ο Σελίν απλώς γάβγιζε δυνατότερα από όλους τους άλλους («… κυνηγήθηκε επειδή υπήρξε όχι μόνον αντισημίτης, μα ο αντισημίτης που το διακήρυξε πιο ανοιχτά κι έξαλλα από κάθε άλλον») αλλά αν πιστέψουμε την γνωστή ρήση, δεν δάγκωνε, και αργότερα, μεταπολεμικά, αν πιστέψουμε και την άλλη γνωστή ρήση, ψόφο δεν είχε, γιατί ακόμα και αν ήταν κακό σκυλί, ήταν καλός, πολύ καλός συγγραφέας.
 
Το δοκίμιο χωρίζεται σε δύο σχεδόν ίσα και ταυτόχρονα άνισα μέρη: το πρώτο, μια που το διάβασα μια που το ξέχασα, γραμμένο από το δημοσιογράφο αντιφασίστα Χανς-Έριχ Καμίνσκι (σε ωραία μετάφραση του Χαράλαμπου Μαγουλά) και το δεύτερο, επίμετρο-δοκίμιο, γραμμένο με μαεστρία από τον Νίκο Μάλλιαρη. Ο Καμίνσκι θαύμαζε τον Σελίν για τα πρώτα του μυθιστορήματα «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας» και «Θάνατος επί πιστώσει» και προσπαθεί να φανταστεί, με φτωχό και χλιαρό κατά την γνώμη μου χιούμορ, τους λόγους που τον οδήγησαν να στραφεί προς τον αντισημιτισμό στα επόμενα αμφιλεγόμενα κείμενά του («Μπαγκατέλες για μια σφαγή», «Mea culpa», «Την κάτσαμε»). Είναι γραμμένο το 1938 και πλέον κάπως κοντόθωρο γιατί έκτοτε η συζήτηση και οι αναλύσεις έχουν προχωρήσει πολύ και η αποστασιοποίηση που μας παρέχει η χρονική απόσταση μάς βοηθάει να τα δούμε καθαρότερα, όσοι τέλος πάντων δεν είμαστε τυφλωμένοι. Ωστόσο, είναι σημαντικό ως ορεκτικό γιατί ανοίγει την όρεξη για το σπουδαίο επίμετρο και την συζήτηση που ανοίγει για τον Σελίν που ίσως βοηθήσει κάποιους αναγνώστες που ακόμα δυσπιστούν να τον διαβάσουν, τελικά να το πράξουν.
 
[…] «Η τακτική του πλέον ήταν να παρουσιάζεται ως «άνθρωπος του ύφους [homme a style]» κι όχι των «ιδεών [homme a idees]» ή των «μηνυμάτων [homme a messages]». Μια τέτοια δήλωση συνοψίζει εξαίσια το έργο κάθε μεγάλου λογοτέχνη, εφόσον ίδιον της λογοτεχνίας, της πραγματικής και μεγάλης λογοτεχνίας, είναι η προσπάθεια επίτευξης ενός προσωπικού ύφους – το «μήνυμα» κάθε μεγάλου συγγραφέα είναι το ύφος του: Σ’ αυτό αποκρυσταλλώνεται η κοσμοθεώρησή του, αυτό ενσαρκώνει την καινούργια, πρωτότυπη ανάγνωση του κόσμου, κι απ’ αυτό εκπηγάζουν οι «ιδέες» του – εν προκειμένω, το «σελινικό» στοιχείο, αυτή η νέα αίσθηση του κόσμου που μόνον ο Σελίν καταφέρνει να «πιάσει» και να εκφράσει».
 
Αυτή ήταν μια βασική υπερασπιστική γραμμή του Σελίν μεταπολεμικά και ως έναν μεγάλο βαθμό ισχύει. Αν υπήρξε άλλοθι, φτηνή δικαιολογία ή αποτέλεσμα της ιδιοφυΐας του κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά. Η αντισημιτική του ρητορική ήταν τότε πολύ της «μόδας» (με πολλά εισαγωγικά γιατί σας φοβάμαι, εσάς, δεν ξέρω από πού θα μου έρθει) και από τη θέση του αντιήρωα εναντίον όλου του σκατόκοσμου που ενστερνιζόταν σε όλα τα έργα του, δεν γινόταν να αφήσει αυτό το ζήτημα εκτός. Ήταν ζωτικής σημασίας να ενοχλεί όσο περισσότερο μπορούσε – κάποιοι θα πείτε, χωρίς λόγο και βάση, και κάποιοι άλλοι θα πούμε, ότι το έκανε με πολύ σκατολογική ευαισθησία! Σίγουρα ήταν μια πολύ αντιφατική προσωπικότητα (όπως ενίοτε είναι κάποιοι μεγάλοι καλλιτέχνες), με μανία καταδίωξης ενδεχομένως, αλλά και με μια σπάνια μεγαλοφυΐα που ανανέωσε εντυπωσιακά την γαλλική γλώσσα και πρέπει να τιμάται και να βρίσκεται ανάμεσα στους μεγάλους ανανεωτές της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. 
 


[…] «Βλέπουμε, δηλαδή, πως στην περίπτωση ενός λογοτέχνη σαν τον Σελίν, το έργο του οποίου βασίζεται σε μέγιστο βαθμό στην ίδια του τη ζωή (καθώς ο ίδιος παρουσίαζε κάθε έργο του «ταυτόχρονα ως μυθιστόρημα και ως αυτοβιογραφία»), η φορμαλιστική, προυστιανή απολυτοποίηση της διάκρισης μεταξύ έργου και ζωής δεν βοηθά ιδιαίτερα την κατανόηση ούτε του πρώτου ούτε της δεύτερης: όχι μόνον η ζωή επηρεάζει το έργο αλλά και αντιστρόφως, το ίδιο το λογοτεχνικό σύμπαν που πλάθει ο συγγραφέας φτάνει να επηρεάζει το πώς βλέπει ο ίδιος τον εαυτό του».
 
Αν καταπιανόταν με πιο «χαρούμενα» θέματα από τον θάνατο και τη ζωντανή σήψη, τώρα θα μιλούσαμε για μέγιστο συγγραφέα που θα διάβαζαν όλοι, αλλά τι να κάνουμε ρε παιδιά, δεν σας γουστάρει για αναγνώστες του, βασικά δεν γουστάρει κανέναν, δεν αντέχει ούτε τα άντερά του. Πρόσφατα κατάφερα να βρω ένα αντίτυπο του εξαντλημένου βιβλίου του «Από τον έναν πύργο ο άλλος», από τα τελευταία του, στο οποίο φαίνεται η μεγάλη εξέλιξη της γραφής του που δεν είχε ακόμα ξεκινήσει στο πολυδιαφημισμένο (και σχεδόν το μόνο που έχει εκδοθεί στα ελληνικά, τι θλίψη, γαμώτο) «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας», ξεκίνησε δειλά με το δεύτερο μυθιστόρημα «Θάνατος επί πιστώσει» και άρχισε να διαμορφώνεται αισθητά στους λεγόμενους αντισημιτικούς του λιβέλους, παρά τα όποια μειονεκτήματα και αν έχουν αυτοί, όπως καταδεικνύει το καταπληκτικό επίμετρο. «Ο αντισημιτισμός του Σελίν είναι τόσο γκροτέσκος και υπερβολικός, σαν ο συγγραφέας «να έκανε τα πάντα για να μην το πάρει κανείς στα σοβαρά». Είναι ένας αντισημιτισμός τόσο ξεκαρδιστικός ώρες ώρες, που διόλου δεν νοιάζεται να εκλογικεύσει τα βαθύτερα αισθήματα και συμπλέγματα του συγγραφέα – όπως αντίθετα κάνουν ο Πλεύρης κι όλοι οι υπόλοιποι αντισημίτες ή οι αρνητές του Ολοκαυτώματος, που συνήθως παρουσιάζονται ως σοβαροί «ιστορικοί» ή «ερευνητές». Μια πανέμορφη και καλαίσθητη έκδοση από τις εκδόσεις «Μάγμα» που θα ζήλευε και θα ήθελε να έχει στην τεράστια βιβλιοθήκη του ακόμα και ο Χιτ… ας μην σας σοκάρω περισσότερο γιατί εσείς πιστεύετε και ότι η λογοτεχνία de facto δημιουργεί καλοσύνη… θα πω μόνο να αγοράσετε το δοκίμιο για τον Σελίν, και να διαβάσετε και Σελίν, ήταν ψυχούλα μωρέ… 
 


Δε θέλω να πολιτικοποιήσω παραπάνω την ανάρτηση, δεν είμαι δα και ο Μιθριδάτης από τα Ημίζ – θα σας τα χρωστάω!
 
«Γιατί γράφω; Θα σας πω. Γράφω για να κάνω όλους τους υπόλοιπους να μη διαβάζονται».

Σχόλια

  1. Πόσο μα πόσο τίμιο και ειλικρινές κείμενο...
    Κι ας σκεφτούμε... Πόσους αποτρέπει να τον διαβάσουν το όνομα Έζρα Πάουντ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Να' σαι καλά Νώντα, σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.

      Για μένα, αυτή η συζήτηση, αν πρέπει κάποιος να διαβάσει Πάουντ ή άλλους συγγραφείς, δεν έχει πια νόημα. Ό, τι θεωρώ ότι θα μου προκαλέσει ευχαρίστηση η ανάγνωσή του, το διαβάζω.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .