Οι γάτες είναι υπέροχα πλάσματα και αν δεν είσαι επηρεασμένος από τον «Κυνόδοντα» του Λάνθιμου δύσκολα να μην σε γοητεύουν ή έστω να μην τραβούν την προσοχή σου. Μία από τις αγαπημένες μου συνήθειες είναι να παρατηρώ πώς συμπεριφέρονται οι γάτες. Τι γίνεται όμως αν και εκείνες παρακολουθούν με το ίδιο ενδιαφέρον την ανθρώπινη συμπεριφορά; Κάπως έτσι θα σκέφτηκε και ο Ιάπωνας Σόσεκι Νατσούμε και έγραψε ένα αξιαγάπητο βιβλίο· επιπροσθέτως έγραψε ένα από τα λίγα βιβλία που θα ήθελα να είχα γράψει εγώ. Χεστήκαμε τι θα ήθελες να γράψεις εσύ ρε Μαραμπού, και δίκιο έχετε, δεν αντιλέγω, απλώς σκέφτηκα να το αφήσω εδώ να υπάρχει. Γιατί πάντοτε με ενθουσίαζαν εκείνα τα λιγοστά βιβλία ανεπιτήδευτης σοφίας και γατίσιας συμπεριφοράς που συμπύκνωναν όλη την φιλοσοφία τους και την συγγραφική τεχνική τους σε φράσεις όπως η ακόλουθη: «Ορισμένες φορές επινοώ κάποιες ανοησίες και οι άνθρωποι τις παίρνουν στα σοβαρά, αυτό προκαλεί έναν αισθητικό ενθουσιασμό ακραίας κωμικότητας την οποία θεωρώ ενδιαφέρουσα». Ο Ασταθής, ένας από τους ήρωες του βιβλίου, που την ξεστομίζει, πολύ φίλος μου!
Το βιβλίο είναι σαφώς επηρεασμένο από τον Λώρενς Στερν – η σύνδεση με τον «Τρίστραμ Σάντι» είναι έμμεση και διακριτική αλλά σαφής – όπως και από εκείνο του Σουίφτ αλλά ταυτόχρονα κάπως διαχωρίζεται από αυτά και συμπορεύεται περήφανο πλάι τους. Οι λεκτικές παραβατικότητες είναι ηπιότερες από εκείνες του Στερν χωρίς να χάνουν σε βάθος και πρωτοτυπία και η ειρωνική φαντασία εφάμιλλη του Σουίφτ· άλλωστε ο Νατσούμε είχε ζήσει ένα διάστημα στην Αγγλία μελετώντας επισταμένως αυτούς τους δύο συγκεκριμένους συγγραφείς. Δέκα με τόνο! Ποια στοιχεία λοιπόν κάνουν αυτό το βιβλίο τόσο πρωτότυπο; Τι είδε ο Γιαπωνέζος που δεν είδαν όλοι οι άλλοι; Δύσκολο να πει κανείς με σιγουριά. Γιατί η γάτα διαφέρει τόσο αισθητά από όλα τα υπόλοιπα πλάσματα; Κανείς δεν ξέρει σίγουρα αλλά οι περισσότεροι συναισθάνονται την αδιαμφισβήτητη αλήθεια – οι υπόλοιποι απλώς έχουν σκύλο!
«Το βάδισμα της γάτας είναι η ενστικτώδης αυτοπραγμάτωση της λεπτότητας». Όσο περισσότερο προχωράει η ανάγνωση τόσο περισσότερο κυριαρχεί η λεπτότητα· λεπτότητα στο χιούμορ, λεπτότητα στις σκέψεις, λεπτότητα στο ύφος. Κύριο πρόσωπο(!) της αφήγησης είναι μια γάτα που βρίσκει θαλπωρή σε ένα τυχαίο σπίτι όπως εκατομμύρια άλλες γάτες, αλλά στην πορεία γίνεται η γάτα, το πλάσμα που ψιθύριζε στο σκοτάδι όλα τα ανείπωτα ανθρώπινα πάθη (και λίγα γατίσια). Το βιβλίο όμως δεν φέρνει στην επιφάνεια στοιχεία υπερβατικού τρόμου όπως εκείνο του Λάβκραφτ αλλά μία χιουμοριστική πανδαισία ανθρώπινων ματαιώσεων. Ο κύριος Σνομπ, ο μονόχνοτος καθηγητής αγγλικής λογοτεχνίας· ο φίλος του ο Ασταθής, απίθανο τρολ που τους κάνει άνω κάτω· ο Κρυοφέγγαρος, ο φέρελπις επιστήμονας· ο Χρυσάφης, ο νεόπλουτος κάφρος· ο Μοναδικός, ο ντεμέκ φιλόσοφος· ο Θεία Πρόνοια, ένας έγκλειστος τρελοκομείου με θεϊκό ψευδώνυμο· όλοι αυτοί είναι τυπάρες που τις συναντάς κάθε μέρα μπροστά σου με ελάχιστες διαφοροποιήσεις από το βιβλίο. Και αν μπορείς να τους ξεφεύγεις με ευκολία κρατώντας την ψυχική σου ηρεμία, τότε ναι, μπορούμε να πούμε ότι είσαι γάτα!
Το βιβλίο είναι σαφώς επηρεασμένο από τον Λώρενς Στερν – η σύνδεση με τον «Τρίστραμ Σάντι» είναι έμμεση και διακριτική αλλά σαφής – όπως και από εκείνο του Σουίφτ αλλά ταυτόχρονα κάπως διαχωρίζεται από αυτά και συμπορεύεται περήφανο πλάι τους. Οι λεκτικές παραβατικότητες είναι ηπιότερες από εκείνες του Στερν χωρίς να χάνουν σε βάθος και πρωτοτυπία και η ειρωνική φαντασία εφάμιλλη του Σουίφτ· άλλωστε ο Νατσούμε είχε ζήσει ένα διάστημα στην Αγγλία μελετώντας επισταμένως αυτούς τους δύο συγκεκριμένους συγγραφείς. Δέκα με τόνο! Ποια στοιχεία λοιπόν κάνουν αυτό το βιβλίο τόσο πρωτότυπο; Τι είδε ο Γιαπωνέζος που δεν είδαν όλοι οι άλλοι; Δύσκολο να πει κανείς με σιγουριά. Γιατί η γάτα διαφέρει τόσο αισθητά από όλα τα υπόλοιπα πλάσματα; Κανείς δεν ξέρει σίγουρα αλλά οι περισσότεροι συναισθάνονται την αδιαμφισβήτητη αλήθεια – οι υπόλοιποι απλώς έχουν σκύλο!
«Το βάδισμα της γάτας είναι η ενστικτώδης αυτοπραγμάτωση της λεπτότητας». Όσο περισσότερο προχωράει η ανάγνωση τόσο περισσότερο κυριαρχεί η λεπτότητα· λεπτότητα στο χιούμορ, λεπτότητα στις σκέψεις, λεπτότητα στο ύφος. Κύριο πρόσωπο(!) της αφήγησης είναι μια γάτα που βρίσκει θαλπωρή σε ένα τυχαίο σπίτι όπως εκατομμύρια άλλες γάτες, αλλά στην πορεία γίνεται η γάτα, το πλάσμα που ψιθύριζε στο σκοτάδι όλα τα ανείπωτα ανθρώπινα πάθη (και λίγα γατίσια). Το βιβλίο όμως δεν φέρνει στην επιφάνεια στοιχεία υπερβατικού τρόμου όπως εκείνο του Λάβκραφτ αλλά μία χιουμοριστική πανδαισία ανθρώπινων ματαιώσεων. Ο κύριος Σνομπ, ο μονόχνοτος καθηγητής αγγλικής λογοτεχνίας· ο φίλος του ο Ασταθής, απίθανο τρολ που τους κάνει άνω κάτω· ο Κρυοφέγγαρος, ο φέρελπις επιστήμονας· ο Χρυσάφης, ο νεόπλουτος κάφρος· ο Μοναδικός, ο ντεμέκ φιλόσοφος· ο Θεία Πρόνοια, ένας έγκλειστος τρελοκομείου με θεϊκό ψευδώνυμο· όλοι αυτοί είναι τυπάρες που τις συναντάς κάθε μέρα μπροστά σου με ελάχιστες διαφοροποιήσεις από το βιβλίο. Και αν μπορείς να τους ξεφεύγεις με ευκολία κρατώντας την ψυχική σου ηρεμία, τότε ναι, μπορούμε να πούμε ότι είσαι γάτα!
Δεν υπάρχει λόγος να προσπαθήσω να περιγράψω λίγη από την πλοκή του βιβλίου. Η μεγάλη του σπουδαιότητα κρύβεται παντού. Απόλυτα δημοφιλής ο Νατσούμε διαβάζεται αποσπασματικά και ενθέρμως ακόμα και από εκείνους που δεν το έχουν με την ανάγνωση – γιατί μπορεί να διαβαστεί αποσπασματικά. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο μεταφραστής Γιάννης Λειβαδάς στον πρόλογό του, «ο Νατσούμε είναι ο ίδιος ένα βιβλίο, από εκείνα που ξεφυλλίζει κανείς με ευκολία, τα νιώθει, γοητεύεται από τις κειμενικές χάρες, μα δεν είναι απολύτως βέβαιο πως μετά την ανάγνωση μπορεί να αφήσει το βιβλίο στην άκρη δίχως να έχει απολέσει κάποια από τις βεβαιότητες ή τις παραδοχές που ίσχυαν πρωτύτερα μέσα του». Ειλικρινά δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιο άλλο βιβλίο – πέρα από εκείνα με τους αφορισμούς – που να το ανοίγεις σε μια τυχαία σελίδα και να διαβάζεις κάτι ολοκληρωμένο και συνάμα ολοκληρωτικό. Είναι τόσο ιδιοφυώς διαρθρωμένο το βιβλίο, παρά την φαινομενική του πυκνότητα, κοντά 800 σελίδες, που σε όποιο σημείο και αν το ανοίξεις (πηγαίνοντας ελαφρώς μπρος-πίσω αν τύχει και σπανίως πέσεις στη μέση της επιμέρους ιστορίας) θα έχεις απολαύσει μία υπέροχη σκέψη χωρίς να έχεις το παραμικρό κενό για τους χαρακτήρες, τις συνδέσεις τους και την πλοκή. Τα συγγραφικά του σταγονίδια είναι πολλαπλάσια αυτών που φαίνονται και η λογοτεχνική του διασπορά τεράστια!
[...] «Είναι πρόδηλο, βεβαίως, πως κανένας άνθρωπος δεν γίνεται να έχει εκείνο που πραγματικά επιθυμεί. Ο προοδευτικός θετικισμός του ευρωπαϊκού πολιτισμού είχε ορισμένα αξιοσημείωτα αποτελέσματα, όμως, τελικά, δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένας πολιτισμός που κληρονομεί τη δυσαρέσκειά του, μια κουλτούρα για δυστυχείς ανθρώπους. Ο παραδοσιακός πολιτισμός της Ιαπωνίας δεν αναζητά την ικανοποίηση μέσω της αλλαγής της κατάστασης των άλλων, μα μέσω της αλλαγής του εαυτού. Η βασική διαφορά ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ιαπωνία είναι πως ο πολιτισμός της δεύτερης έχει εξελιχθεί με βάση το αξίωμα πως το εξωτερικό περιβάλλον ενός ανθρώπου δεν γίνεται να μεταβληθεί σε σημαντικό βαθμό».
[...] «Είναι πρόδηλο, βεβαίως, πως κανένας άνθρωπος δεν γίνεται να έχει εκείνο που πραγματικά επιθυμεί. Ο προοδευτικός θετικισμός του ευρωπαϊκού πολιτισμού είχε ορισμένα αξιοσημείωτα αποτελέσματα, όμως, τελικά, δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένας πολιτισμός που κληρονομεί τη δυσαρέσκειά του, μια κουλτούρα για δυστυχείς ανθρώπους. Ο παραδοσιακός πολιτισμός της Ιαπωνίας δεν αναζητά την ικανοποίηση μέσω της αλλαγής της κατάστασης των άλλων, μα μέσω της αλλαγής του εαυτού. Η βασική διαφορά ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ιαπωνία είναι πως ο πολιτισμός της δεύτερης έχει εξελιχθεί με βάση το αξίωμα πως το εξωτερικό περιβάλλον ενός ανθρώπου δεν γίνεται να μεταβληθεί σε σημαντικό βαθμό».
Το παραπάνω απόσπασμα (όπως και αρκετά ακόμα) μου έφερε στο νου ένα εξίσου απολαυστικό και σημαντικό βιβλίο, το «Ινστιτούτο ρύθμισης ρολογιών», όπου και εκεί ο Τάνπιναρ σατίριζε την μετάβαση από το παλιό στο μοντέρνο και πάλι πίσω. Ο Νατσούμε με τη δική του χιουμοριστική ιδιοσυγκρασία σατιρίζει ακριβώς το ίδιο, χωρίς να πολυκαταλαβαίνεις, και χωρίς να σε νοιάζει εδώ που τα λέμε, ποια είναι η πραγματική του θέση – το χιούμορ και η ειρωνεία ποτέ δεν είναι ξεροκέφαλα, παίρνουν απόσταση από το χθες να 'ρθούνε κι άλλες εποχές! Ο μεταφραστής Γιάννης Λειβαδάς φαίνεται να έχει κάνει εξαιρετική δουλειά και χαίρομαι πολύ γιατί έχει στα σκαριά και άλλα σημαντικά βιβλία να φέρει στη γλώσσα μας. Η αγαπητή λευκή σειρά του Εξάντα εμπλουτίζεται διαρκώς με σπουδαία βιβλία και κάνει τους άλλους εκδότες να σκυλιάζουν από το κακό τους για τις επιλογές που (δεν) κάνουν. Το «Εγώ είμαι μια γατά» ίσως να μην αρέσει σε πολλούς αναγνώστες γιατί δανείζεται εντέχνως την ιδιοσυγκρασία της γάτας, εναλλάσσεται ανάμεσα στην σπιρτάδα και την ραθυμία της (η φωτογραφία του συγγραφέα στο εξώφυλλο συνενώνει παραδόξως τα δύο αυτά χαρακτηριστικά), και αυτό για τους αναγνώστες που σκυλοβαριούνται την υψηλή λογοτεχνία και αναζητούν γατουλινένιες αφηγήσεις, θα φανεί ανυπόφορο! Τέλος αδιαφορώντας και για αυτούς που σκυλιάζουν με τα σπόιλερς, θα κάνω μια ειδική εξαίρεση και θα σας αποκαλύψω πώς τελειώνει· τελειώνει με την λέξη «ευγνώμων», ακριβώς όπως τελειώνει και η δική μου ανάρτηση, ως απάντηση σε όσους έφεραν αυτό το εξαιρετικό βιβλίο στην ελληνική γλώσσα. Το λοιπόν... ευγνώμων!
Υ.Γ. 2666 Τα μοντελάκια της ανάρτησης, Μισιρλού και Ορφέας, είναι ευγενική παραχώρηση της Aba(s) Mafalba(s), αν και όλοι γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δεν ήταν εκείνη που πήρε την τελική απόφαση!
Πειστικός!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαραπειστικός να μην αποδειχθώ :p
ΔιαγραφήΝα 'στε καλά, ελπίζω να το διαβάσετε και να το απολαύσετε και εσείς.
γίνεται να μην τρέξω να το καταβροχθίσω..?
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://taxidemoi.blogspot.com/2020/06/blog-post_12.html
φχαριστούμε!
τα σέβη μου
Ιω
Δεν μπορώ να πιστέψω ότι αυτό το βιβλίο δεν θα αρέσει σε κάποιον -- ειδικά αν αγαπά τις γάτες (αν και τα γατίσια αποσπάσματα είναι δυσανάλογα λιγότερα). Υποψιάζομαι ότι θα επιστρέφεις συχνά σε αυτό το βιβλίο!
ΔιαγραφήΕυχαριστώ για το ποίημα, πολύ ωραίο. Μου έφερε στο νου την ανάμνηση μιας συγκλονιστικής φράσης από ποίημα του Μπουκόφσκι (χωρίς να μου φέρει, δυστυχώς, την ίδια την φράση) όπου μιλούσε για μια πατημένη γάτα και μέσα σε ελάχιστες λέξεις μιας πρότασης μάς πρόσφερε μια σπαρακτική σκέψη -- πρέπει κάποτε να την αναζητήσω.
Σε ευχαριστώ για το σχόλιο. Καλό σου βράδυ!