Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Confiteor


Καλέ μην τσιμπάτε, clickbait είναι ο τίτλος. Σιγά μην μιλούσα για την υπερεκτιμημένη λογοτεχνική μπούρδα του Καμπρέ που μπορούσε να πάει 500 χρόνια μπρος πίσω μες στην ίδια πρόταση – και μεις πήγαμε 500 χρόνια πίσω με την πανδημία αλλά δεν το κάνουμε και θέμα! Στον αντίποδα, ευτυχώς να λέμε που έχουμε συγγραφείς όπως ο Τζόυς και μπορούμε να κοιτάμε λογοτεχνικά μπροστά για καμιά 200αριά χρόνια ακόμα. Εκατό και βάλε χρόνια έχουν περάσει και ακόμα προσπαθούμε να ξεφύγουμε από τα ίδια δίχτυα που πάλευε και ο Τζόυς: την πατρίδα, την θρησκεία και την οικογένεια συν την πανδημία! Τι θα γίνει με μας, δεν ξέρω. «– Έννοια σας και θα τα θυμάται όλα αυτά όταν θα μεγαλώσει! είπε η Ντάντη με έξαψη. Τα λόγια που άκουσε κατά του Θεού και της θρησκείας και των ιερέων, μες στο ίδιο του το σπίτι! – Ας θυμάται επίσης, της φώναξε ο κύριος Κέισυ από την άλλη άκρη του τραπεζιού, τα λόγια που είπανε για τον Παρνέλ οι παπάδες και τα τσιράκια τους, τα λόγια που του ράγισαν την καρδιά και τον έστειλαν τελικά στον τάφο! Ας τα θυμάται κι αυτά όταν μεγαλώσει!» Μνημονικό που είχε ο πούστης, τίποτα δεν ξέχασε!
 
Αυτά διαμείφθηκαν στο εναρκτήριο κεφάλαιο του «Πορτραίτου του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία», όταν ο Στήβεν ήταν πολύ μικρός για να συμμετέχει αλλά αρκετά μεγάλος για να καταλαβαίνει, γύρω από ένα τυπικό ιρλανδέζικο χριστουγεννιάτικο τραπέζι, που σε τίποτα δεν διαφέρει, πιστέψτε με, από ένα τυπικό ελληνικό πασχαλιάτικο τραπέζι – γι’ αυτό μην κλαίγεστε, μεγάλη κωλοφαρδία το φετινό Πάσχα! Πρώτα απ’ όλα θέλω να κάνω την δική μου εξομολόγηση, μέρες άγιες που είναι: κάθε φορά που διαβάζω Τζόυς, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί από την πλειονότητα των αναγνωστών θεωρείται δύσκολος συγγραφέας. Κατανοώ, φυσικά, κάποιες καινοτόμες αφηγηματικές τεχνικές που χρησιμοποιεί (έχουμε δει πάμπολλες από πάμπολλους) αλλά είναι ένας συγγραφέας τόσο σαρωτικός, με τέτοια δυναμική και απόλυτη αίσθηση για το πώς πρέπει να τοποθετηθούν οι λέξεις για να δώσουν το μέγιστο αισθητικό αποτέλεσμα, που σε παρασέρνει εντελώς χωρίς να σου αφήνει το περιθώριο να αμφιβάλεις. «Ήταν η ισορροπία και το ζύγιασμα της ίδιας της φράσης»
 
Πάντοτε πίστευα ότι το «Πορτραίτο του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία» είναι, κατά έναν μυστήριο τρόπο, πιο δύσκολο κείμενο από τον «Οδυσσέα» – και μετά την δεύτερη ανάγνωση εξακολουθώ να το πιστεύω. Ο «Οδυσσέας» αν εξαιρέσεις κάποιες τεχνικές καινοτομίες που πλέον ένας επαρκής αναγνώστης έχει διαβάσει αρκετά βιβλία ώστε να τις προσπελάσει με σχετική ευκολία, είναι ένα κατεξοχήν αστείο βιβλίο, κατά δήλωση και του συγγραφέα του. Στον αντίποδα, το «Πορτραίτο…» είναι ένα κρυπτικό κείμενο, θλιμμένο, εσωτερικευμένο, αμφίθυμο. Αυτό μπορείτε να το αντιληφθείτε εύκολα αν συγκρίνετε τα 3 πρώτα κεφάλαια του «Οδυσσέα» – που αποτελούν, ας πούμε, συνέχεια του «Πορτραίτου…» – καθώς και κάποιες ακόμα σποραδικές εμφανίσεις του Στήβεν, με τον ευφρόσυνο χαρακτήρα του Λεοπόλδου Μπλουμ που καταλαμβάνει το υπόλοιπο βιβλίο, παρά τις κακουχίες που περνάει και αυτός. Προσωπικά, αγαπώ πολύ και την πιο χαρούμενη εκδοχή του «Πορταίτου…», το προσχέδιό του, όπως αποτυπώθηκε στο βιβλίο «Στήβεν ο ήρωας». Αν και το προσχέδιο υπολείπεται καλλιτεχνικά έναντι του μεταγενέστερου κειμένου, θα άξιζε κάποιος αναγνώστης να τα διαβάσει και τα δύο. Πολλά ζητάω, θα μου πείτε!
 
Στο ψητό λοιπόν (όχι το αρνί, ρε!), πρόκειται για ένα καλλιτέχνη σε σύγχυση – προσοχή, όχι συγγραφέα σε σύγχυση, από δαύτους έχουμε πολλούς δεν θέλουμε άλλους! Είναι ένας ήρωας προς την μετάβαση στην ωριμότητα και στην καλλιτεχνική (πνευματική) πλήρωση – αυτό που με λογοτεχνικούς όρους, ονομάζουμε Bildungsroman και Kunstlerroman αντίστοιχα, όπως σημειώνει ο μεταφραστής Άρης Μπερλής στην εισαγωγή του. Αυτή η μετάβαση μεταφράζεται με όρους τοκετού και απίστευτες ωδίνες ή για να το δώσω με πιο επίκαιρο παράδειγμα – έχοντας διαβάσει το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου ανήμερα Μεγάλη Παρασκευή – φτάνει σε μας μέσω του ρητορικού σχήματος των Μεγάλων Παθών: προδοσία, Γολγοθάς, σταύρωση, ανάσταση, ανάληψη στους ουρανούς. «Τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος αν κερδίσει όλο τον κόσμο και χάσει την ψυχή του;» Αλλά ποια ακριβώς ψυχή; Σε πόσα κουκούλια ψυχών κρύβεται η πραγματική του ψυχή και πώς θα καταλάβει ο κάτοχός της πότε έφτασε η ώρα να ανοίξει τα φτερά της; Αυτή η συνθήκη είναι συνηθισμένη στη ψυχοσύνθεση των εφήβων γι’ αυτό και σίγουρα θα γοητευτούν από ένα τέτοιο κείμενο. Αλλά ο καθένας μας μπορεί να γοητευτεί, ανά πάσα στιγμή, σε κάθε περίοδο της ζωής, είτε βλέπει ότι οι περιστάσεις μάς αλλάζουν και εμείς αλλάζουμε σε αυτές είτε απλώς ότι οι περιστάσεις αλλάζουν κι εμείς αλλάζουμε μαζί τους. «Ήταν μόνος. Ήταν απαρατήρητος, ευτυχής, κοντά στην άγρια καρδιά της ζωής»καταδικάζουμε την Λισπέκτορ απ’ όπου κι αν προέρχεται!
 
Το βιβλίο του Τζόυς όμως είναι πολύ απαιτητικό, και ας προμοτάρεται, σε κάποιο βαθμό, ως εφηβικό ανάγνωσμα. Δεν είναι σε καμία περίπτωση Σάλιντζερ ή Λουίς Σεπούλβεδα που έγραφε παραμυθάκια για μικρούς και μικρομέγαλους αναγνώστες. Είναι μια μέγγενη θλίψης αγκαλιά με μία μέγγενη υψηλής λογοτεχνίας. Μην σας ξεγελάσει το πρώτο κεφάλαιο που είναι γραμμένο από την οπτική ενός μικρού αγοριού. Η σχέση του ήρωα με τον θεό και την θρησκεία καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του βιβλίου, χαρίζοντάς μας ανεπανάληπτες δραματικές συγκρούσεις, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο θα γοήτευε έναν νεαρό άνθρωπο σήμερα, που η δύναμη της θρησκείας γενικότερα έχει φθίσει. Σε παλιότερες εποχές ή αν διαβάσετε το κείμενο με αποστασιοποιημένη ματιά, τα περιγραφόμενα αποτελούν έναν ολοένα και εντεινόμενο εκνευρισμό για τον τρόπο που αλλοιώνει, εκμαυλίζει, μεταμορφώνει, ή γιατί όχι και διαμορφώνει θετικά έναν ανθρώπινο ψυχισμό, η σχέση που αναπτύσσει με το όποιο θρησκευτικό αίσθημα. Εντούτοις, μέσα σε όλα αυτά, θα βρείτε και διασκεδαστικά αποσπάσματα, που θα περίμενες πλέον να μην προκαλούν συγκρούσεις, αλλά άνετα νομίζω, εγείρουν μηνύσεις αν ανέβουν σε δημόσια κοινοποίηση στο facebook. Τι α κανς, α κατς να μαλώς!
 
[…] «Πώς γίνεται και ενώ ο πρώτος μακαρισμός υπόσχεται τη βασιλεία των ουρανών στους πτωχούς τω πνεύματι, ο τρίτος μακαρισμός υπόσχεται στους πραείς ότι θα κληρονομήσουν τη γη; Γιατί το μυστήριο της θείας ευχαριστίας καθιερώθηκε σε δύο τίμια δώρα, στον άρτο και στον οίνο, όταν ο Ιησούς Χριστός είναι παρών σώματι και αίματι, ψυχή τε και θεότητι, τόσο στον άρτο όσο και στον οίνο; Ένα μικροσκοπικό κομμάτι καθαγιασμένου άρτου περιέχει όλο το σώμα και του αίμα του Χριστού ή μέρος μόνο του σώματος και του αίματος; Αν ο ηγιασμένος οίνος γίνει ξίδι και η όστια τρίμματα, ο Χριστός είναι ακόμα παρών σε αυτά τα τίμια δώρα ως Θεός και ως άνθρωπος;» Δύσκολα ερωτήματα αλλά και κάποιες βοηθητικές απαντήσεις, κάμερα σε μένα
 

 
Η εξαιρετική μετάφραση του Άρη Μπερλή τιμάει νομίζω απόλυτα αυτό το εκπληκτικό λογοτεχνικό έργο. Η ωραία εισαγωγή του φέρνει στην επιφάνεια και μία ενδιαφέρουσα αναγνωστική προοπτική. Σαφώς, τα βιβλία του Τζόυς επιδέχονται πολλαπλές αναγνώσεις – αν και εφ’ όσον καταφέρετε την πρώτη! Σε μια τέτοια ενδεχόμενη περίπτωση, ο Μπερλής μάς λέει ότι το βιβλίο του Τζόυς μπορεί να διαβαστεί είτε με την απόλυτη ταύτιση με τον ήρωά του είτε με μια αποστασιοποιημένη ειρωνική ματιά για τις μεγαλόσχημες ονειροφαντασίες του. Εξάλλου, αυτές οι δυο αναγνώσεις συμπλέκονται άλλοτε κερδίζοντας η μία άλλοτε κερδίζοντας η άλλη. «Σε αυτό το αντιφατικό ζεύγμα – «αδιάφορη συμπάθεια» – βρίσκεται το πρόβλημα και η λύση του ή, μάλλον, η υπέρβασή του. Διότι όσο είναι αληθές ότι ο δημιουργός είναι αδιάφορος για τα πάθη των χαρακτήρων του, άλλο τόσο αληθεύει ότι τα κατανοεί με συμπάθεια. Αυτή η αμφιθυμία του συγγραφέα ανταποκρίνεται στην αμφισημία του κειμένου και στη δυνατότητα διπλής ανάγνωσής του. Ο Στήβεν μπορεί να μας μιλά και να αγγίζει την ευαισθησία μας· από την άλλη, μπορούμε να τον ακούμε και να τον παρακολουθούμε με χιούμορ και ειρωνεία, δηλαδή από απόσταση. Μπορούμε να τον πάρουμε στα σοβαρά και να μην τον πάρουμε. Το κείμενο νομιμοποιεί και τις δύο εκδοχές. Είναι δυνατόν να λυθεί ποτέ αυτή η αντίφαση;» Η έκδοση από τον «Πατάκη» είναι κομψότατη, το σχήμα του βιβλίου σού δίνει μια αμυδρή αίσθηση ότι πρόκειται για βιβλίο τσέπης και αυτό θα μπορούσε να υπονοεί ότι είναι ένα εκκλησιαστικό βιβλίο που κουβαλά μαζί του ένας πιστός – πέρα από την πίστη που τρέφουν κάποιοι αναγνώστες στον θεό συγγραφέα, το συγκεκριμένο βιβλίο με τον εξομολογητικό τόνο και την ψυχική παλινδρόμηση μεταξύ παραδείσου και κόλασης, ενισχύει την παραπάνω άποψη. Ξέρετε ότι στην χρήση του πολυτονικού κρατάω γενικά μια αδιάφορη στάση, το βιβλίο να κερδάει και όλα τ’ άλλα δε με νοιάζουν, όμως εδώ, δεν γίνεται να μην αναρωτηθώ, από τη μια πώς ακριβώς η χρήση του πολυτονικού θα φέρει κοντά τους έφηβους αναγνώστες στους οποίους στοχεύει, και από την άλλη γιατί γίνεται τελικά χρήση της από έναν εκδοτικό που την έχει απορρίψει στο συνολικό εκδοτικό του έργο;
 
Το βιβλίο του Τζόυς είναι μια μεγαλειώδης εξομολόγηση! Πάρτε και ένα λιποδιαλυτικό απόσπασμα για την χώνεψη! Καλό Πάσχα σε όλους.
 
[…] «Η ψυχή του είχε παχύνει, είχε πήξει σε μια χοντρή μάζα λίπους που βυθιζόταν όλο και περισσότερο, με βουβό φόβο, σ’ ένα ζοφερό, απειλητικό λυκόφως, ενώ το σώμα του, ατιμασμένο και αδιάφορο, κοίταζε να δει με μάτι θολό, ανήμπορο και ανθρώπινο, έναν χαύνο θεό»
 

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .