Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Το φαινόμενο της πεταλούδας


Είναι πασίγνωστο αυτό το φαινόμενο, το ξέρετε όλοι. Όπως μας έλεγαν παλιά, αν πετάξει μια πεταλούδα κάπου εδώ, μπορεί να προκαλέσει τρικυμία... στο κρανίο κάποιου δικομανούς παλαβιάρη κάπου αλλού. Έτσι λοιπόν, μία σπάνια πεταλούδα που πετάει εδώ κι εκεί, οδηγεί τον Πέτρο, τον νεαρό ήρωα της νουβέλας του Μπους, έξω από τα όρια της ζωής, της λογικής ή ακόμα και της γλώσσας. Ο σφοδρός και τρικυμιώδης συγγραφέας όμως, Βίλχελμ Μπους, δεν αφήνει τίποτα να ξεφύγει από την απόχη της καλλιτεχνικής του δημιουργίας. «Με το που το πήραν αυτό είδηση οι κότες, έτρεξαν να προλάβουν και να δοκιμάσουν κι εκείνες με τη σειρά τους την τύχη τους, η μία καταπόδι στην άλλη – είκοσι θα ήσαν· πλην όμως, όλα τα χτυπήματα και τα τσιμπολογήματα πήγαν στράφι μπροστά στην ακατανίκητη αναποδιά της εν λόγω γουρουνόπετσας. Τελευταίο ζύγωσε γοργά ένα χαρωπό γουρουνάκι και την καταβρόχθισε σαν να ήταν παιχνιδάκι· οπότε το πράγμα παρέμεινε τελικά εντός της οικογενείας». Όσοι πάλι θέλετε να κάνετε αποχή από την καλή λογοτεχνία – για ανεξήγητους λόγους, είστε σταθερά πολλοί και αυξάνεσθε κιόλας με τις ευλογίες των πληρωμένων κριτικών – μπορείτε να αφήσετε τις πεταλούδες και να πάτε να βαρέσετε μύγες.
 
Αν πετύχει η συνταγή δεν την αλλάζεις εύκολα – γιατί νομίζετε τρώμε με ακόρεστη βουλιμία τα ίδια φαγητά στα πρωτοχρονιάτικα οικογενειακά τραπέζια εδώ και 30 χρόνια; Και η συνταγή εδώ παραμένει ίδια: μαγείρεμα Βίλχελμ Μπους, food styling και σερβίρισμα Γιάννης Κοιλής, επιδόρπιο Νικήτας Σινιόσογλου. Η μόνη διαφορά που απογείωσε το αναγνωστικό ρεβεγιόν είναι η οικοδέσποινα Γιώτα Κριτσέλη που μας άνοιξε το πάντα καλαίσθητο σπίτι της και έκανε και μία πρόποση προς τιμήν του επίτιμου καλεσμένου. Όπως φαίνεται να καταλήγει και η ίδια, στην εξαιρετική «Δοκιμή ανάγνωσης» που υπάρχει στο τέλος του βιβλίου, το κείμενο του Μπους είναι ακατάταχτο (και άταχτο) και περιέχει πλήθος λογοτεχνικά είδη τα οποία συνδέει ή και αντιστρέφει παιγνιωδώς. Ο αναγνώστης από την άλλη δεν είναι υποχρεωμένος να τα ανακαλύψει όλα αυτά – όπως εξάλλου σπανίως αναρωτιέται κάποιος, βλέποντας μια πεταλούδα, τις ώρες της περισυλλογής που πέρασε στο κουκούλι της ως κάμπια!
 
[...] «Ο δισταγμός της πεταλούδας είναι η δύναμή της. Διστάζει τόσο όμορφα, ώστε αιχμαλωτίζει το βλέμμα του παρατηρητή· μάλιστα κυριεύει όποιον την κοιτά χωρίς καν να εφορμά. Στον αέρα μένει ακίνητη όσο διαρκεί το ανοιγοκλείσιμο ενός ματιού. Αυτός ο ακαριαίος δισταγμός – μια ενεοστασία εν κινήσει – είναι η πρόσκληση να την ακολουθήσουμε – ορίστε πώς μας παραπλανά η πεταλούδα καταβάλλοντας την ελάχιστη προσπάθεια, μια αυτοσχέδια συνισταμένη πτητικότητας και βαρύτητας».
 
Jaco Putker

 
Η πεταλούδα λοιπόν είναι περισσότερο ένα σύμβολο, ο κινητήριος μοχλός που πετά τον νεαρό Πέτρο στη μοχθηρία του κόσμου με σκοπό να τον αλέσει. Είναι ένας από τους εκατομμύρια Σιμπλίκιους Σιμπλικίσιμους που ξεμυτίζουν ηλίθιοι μπροστά στην πολυπλοκότητα του κόσμου. Ο Μπους διαθέτει ένα απαράμιλλο ταλέντο να κάνει την αφήγηση του τόσο προσωπική και γοητευτική που πάντα μου αφήνει ένα αίσθημα πείνας μέσα στην τόση αφθονία του. Τσαντίζομαι που τα πεζά του είναι τόσο μικρά, θα ήθελα ακόμα 2020 σελίδες, γιατί, γιατί γαμώτο, ήμουν καλό παιδί εφέτο Άγιο Βασίλη! Αν και η προέλευση των επεισοδίων της μάγισσας και του Σατανά είναι διαφορετική – γιατί όταν ο Μπους έγραφε την «Πεταλούδα», ο Μπουλγκάκοφ έτρωγε βελανίδια – μου άρεσε που μου έφερε στο μυαλό τον «Μαιτρ και την Μαργαρίτα», ένα βιβλίο που επίσης αγαπώ πολύ.
 
[...] «Χαίρομαι», είπα, «που βλέπω τέτοιους χρηστούς ανθρώπους!»
«Δικαίως!» είπε ο πιο χοντρός απ' όλους, που είχε γραμμένο ένα «πιστός και τίμιος» στην καμπούρα του. «Είμαστε οι χρηστές αξίες».
Από τη συγκίνηση μού ήρθε να του δώσω το χέρι, μα ήταν πιο μαλακός κι από βούτυρο και, όταν τον χτύπησα στην πλάτη, το κουμάσι ξεφούσκωσε σαν το φουσκωμένο ασκί, κι ο αέρας ξέφυγε σφυρίζοντας δυνατά μέσα από όλες τις κουμπότρυπες.
«Χα, αέρας κοπανιστός!» φώναξα. «Όλοι τέτοιοι μου είσαστε;»

 
Συγκρίνοντας τα δύο πεζά κείμενα του Βίλχελμ Μπους τείνω να συμφωνήσω με την γνώμη του Βιτγκενστάιν ότι «Η Πεταλούδα δεν μου αρέσει όσο το Όνειρο του Εδουάρδου, αλλά κι αυτή είναι θαυμάσια κατά τόπους». Στην ουσία δεν μπορώ να τα καλοδιαχωρίσω γιατί είναι γραμμένα από ένα μυαλό μεγάλης πνοής. Το ίδιο ισχύει και με τα επίμετρα του Νικήτα Σινιόσογλου αλλά θα κάνω την καρδιά μου πέτρα (Πέτρο) και θα διαλέξω το επίμετρο της Πεταλούδας – χωρίς να γνωρίζω φυσικά αν θα συμφωνούσε με αυτό και ο Βιτγκενστάιν! Εκπληκτικές σκόρπιες σκέψεις πάνω στο κείμενο του Μπους που συναρπάζουν με την εναργή βαθύτητά τους και ενίοτε με την ποιητική τους μεγαλοπρέπεια. Πάντοτε είμαι υπέρ των προλόγων, των επιμέτρων (ακόμα και όταν κάποια είναι εντελώς απαίσια), κλπ, στα βιβλία, αλλά τις σπανιότατες φορές που όλα αυτά μαζί συντονίζονται στο ίδιο μήκος κύματος, κάνουν το βιβλίο να απογειωθεί, αστράφτοντας χρώματα σαν μια σπάνια και πανέμορφη πεταλούδα!
 
«Φαίνεται πώς αυτή είναι η φυσιολογική φορά των πραγμάτων: οι άνθρωποι τσακίζονται, ενώ τα γνήσια αντικείμενα του πόθου τους μένουν άφθαρτα και άχρονα, ακόμη κι αν ζουν ελάχιστα, μια κατάσταση εξόχως ειρωνική».

Σχόλια

  1. Ανώνυμος4.1.20

    Φοβερός συγγραφέας, ευτυχώς ο επίμονος Κοιλής κατάφερε να βρει έναν αξιοπρεπή οίκο για το κομψοτέχνημα αυτό, γιατί την προηγούμενη φορά του το πετσοκοψαν, τουλάχιστον στον Γαβριηλίδη δεν πληρώνουν ακόμα οι μεταφραστές για να εκδώσουν! Καλή χρονιά πιπεράτε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Είναι εντελώς ιδιοσυγκρασιακός ο συγγραφέας (ομοίως και ο μεταφραστής) και δεν ξέρω σε πόσους θα ταιριάξει. Προσωπικά τον βρίσκω κορυφαίο.

      Κυριολεκτείς με το «πετσόκοψαν»; Έλειπε κείμενο; Πάντως ούτε εμένα μου άρεσε η έκδοση από Γαβριηλίδη -- πολύ φτωχή για έναν τόσο πλούσιο συγγραφέα.

      Καλή χρονιά και σε σένα, να' σαι καλά!

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!