Πολλοί Έλληνες ανάμεσά μας φέρονται αλλόκοτα, γιατί αλλάξανε ανεπανόρθωτα τα γούστα τους – GNTM, Power of love, My style rocks, Συμφωνία των Πρεσπών – όλα αυτά είναι οριακές εμπειρίες των ιδεών που τυραννούν τον χειμαζόμενο μέσο Έλληνα. Πλέον είναι πολύ εύκολο να νιώθεις αλλόκοτος, δέκα λεπτά τηλεόραση (με τις διαφημίσεις) αρκούν. Το δύσκολο είναι να μην νιώθεις αλλόκοτος ή έστω να νιώθεις αλλόκοτα αλλόκοτος όπως οι εφτά φιγούρες που ανθολογούνται σε ετούτο το υπέροχο δοκίμιο. «Το αλλόκοτο δεν είναι έννοια πολιτικώς ορθή, μήτε ανώδυνη. Ο φορέας του αλλόκοτου κινείται αναπόταμα και δεν ξενίζει απλώς – ενδέχεται να λοξεύει επίμονα θέτοντας σε δοκιμασία τις αντοχές της κοινότητας». Το περιθώριο θέλει ζόρι και κουπί. Τα έχει πει και ο Μπουλάς αυτά, μανάκι.
Θα ξεκινήσω την παρουσίαση με κάτι πραγματικά αλλόκοτο: από όλα τα σύγχρονα βιβλία που θυμάμαι τα τελευταία δύο χρόνια τουλάχιστον, να παρουσιάζονται ως το next big thing, ασύλληπτο αριστούργημα, ουάου, #bookporn, #bookaholic, (μας) τα σπάει, φοβερό, τι έγραψε ο άνθρωπας, κλπ, μόνο ο «Αλλόκοτος ελληνισμός» δικαιούται αυτή την τιμή. Κανένα άλλο. Αν έχετε αντίρρηση, σας παρακαλώ να μου αναφέρετε και κάποιο ακόμα. Αν θυμηθείτε… προσπαθώντας να το επαναφέρετε από την οριστική λήθη στην οποία δικαίως περιέπεσε!
Ρίχνοντας μια φευγαλέα ματιά στους τίτλους/θέματα των κεφαλαίων (Περιπλάνηση/ Ουτοπία/ Εκτοπισμός/ Βλασφημία/ Αίρεση/ Αλλόκοτο/ Ψευδολογία) υπέθεσα ότι η «Περιπλάνηση» θα μου φαινόταν το λιγότερο ενδιαφέρον (άγνωστο γιατί). Κι όμως ήταν τόσο υπέροχο κεφάλαιο που μου δημιούργησε την επιθυμία να ασχοληθώ εκτενέστερα με αυτό το θέμα στο κοντινό μέλλον. Αντιθέτως, το δεύτερο κεφάλαιο με την ουτοπική σκέψη του Πλήθωνα του Γεμιστού για «ανακατασκευή» της πλατωνικής πολιτείας μού φάνηκε τόσο βαρετό που αδημονούσα να τελειώσει. Φυσικά και δεν φταίει ο συγγραφέας γι’ αυτό αλλά η περιρρέουσα ατμόσφαιρα και οι φιλοσοφικές σκέψεις του Πλήθωνα, πράγματα που μου φάνηκαν ολίγον αδιάφορα. Όμως, μέσα σε μερικά ενδιαφέροντα σπαράγματα σκέψης εμφανίστηκε από το πουθενά μια όμορφη φράση που ήταν αρκετή για να σώσει στα μάτια μου το κεφάλαιο: «Είμαστε καταδικασμένοι με τον έναν ή άλλον τρόπο να επιθυμούμε την ουτοπία μας σε βάρος κάποιου άλλου». Παιδιά, ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας· άμα τη εμφανίσει των περιεχομένων του βιβλίου, εστίασα στην «Βλασφημία», στο «Αλλόκοτο» και στην «Ψευδολογία»… γιατί άραγε;
Αυτές οι τρεις αρετές εξαρχής μού φάνηκαν ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσες και από λογοτεχνικής άποψης και προοπτικής και θέλησα να μάθω τι σόι τύποι ήταν οι φορείς τους. Πολύ αλλόκοτοι τύποι πράγματι, θα τους πλήρωνε χρυσάφι ο Τούρκος παραγωγός για να μπουν στο Survivor 3! Αφήνοντας απέξω λόγω έλλειψης χώρου τον Παναγιώτη Σοφιανόπουλο («Αλλόκοτο» – «Η πρωτοπορία είναι αλλόκοτη» / «Τόσο υφολογικά, όσο και από άποψη στοχοθεσίας είναι ακραία διανοητικά πειράματα που θεωρούν ότι το αλλόκοτο δεν αντιμάχεται, αλλά ενισχύει και προεκτείνει τον ορθό λόγο. Η πρωτοπορία είναι πριν από όλα προσωπική καταβύθιση και συνάμα αναζήτηση της αυτονομίας») με την πληροφορία ότι ήταν ο πρώτος που εισήγαγε τον όρο «Νεοέλληνας» – θα του άρεσε στα κρυφά και ο Μητροπάνος! – προχωράμε γοργά στην «Ψευδολογία» (φωτιά να πέσει να με κάψει αν λέω ψέματα) και στην «Βλασφημία» (φωτιά να πέσει να με κάψει… σκέτο)!
Η Ελλάδα είναι μόνο ήλιος, θάλασσα, Ορθοδοξία και μουζάκα… για παστίτσιο ούτε λόγος!! Και αν η βλασφημία διώκεται με τέτοιον τρόπο στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, φανταστείτε τι γινόταν 220 χρόνια νωρίτερα. «Υπάρχει μοναξιά στην βλασφημία» και ο Παμπλέκης με το Περί Θεοκρατίας βιβλίο του το γνώριζε πολύ καλά αυτό. Εννοείται ότι τον αφόρισαν (πολύ που χέστηκε) με την κατηγορία ότι «γλωσσαλγεί», δηλαδή προκαλεί βλάβη και πόνο με την γλώσσα του, θίγει έναν ζώντα οργανισμό που πασχίζει να διατηρήσει τα κεκτημένα, την παράδοση και τις ισορροπίες του – Θεέ μου, πόσο γαμάτη λέξη και τι ειρωνεία να βρίσκεται σε ένα αφοριστικό κείμενο που μάχεται την ελευθερία της άποψης! Σκέφτομαι πολύ σοβαρά να αγοράσω το βιβλίο του έστω και με συμβολική διάθεση, για το ότι κατάφερε να διασωθεί μόνο ένα αντίτυπο (ή δύο) κόντρα σε όλες τις λυσσαλέες διώξεις. Ας τον φέρετε στο μυαλό σας όταν θα ξανανέβει καμιά παράσταση του Πεσσόα στην Θεσσαλονίκη που δεν θα γουστάρει το φιλοθέαμον θρησκευτικό ποίμνιο! Δεν έχω λόγια για αυτή την κατάντια. Η αλλοτινή τόλμη του Παμπλέκη μετατράπηκε στον αιώνα μας σε… πού να μπλέκεις, μωρέ, κάνε τον σταυρό σου που την γλυτώσαμε, καλύτερα να μην προκαλούμε.
[…] «Αρνούμαι, γράφει ο Παμπλέκης, να μεταβάλω εαυτόν «εις τελείαν αναισθησίαν». Είναι το σημείο, όπου μια αίσθηση προσωπικής ταυτότητας («ελεύθερος εγεννήθην και ελεύθερος θέλω να αποθάνω») υπερισχύει κάθε διπλωματικού ελιγμού, συμβιβασμού ή τακτικής υποχώρησης. Μόνη διέξοδο βρίσκει τότε στην πυρετώδη, αυθεντική, αυθόρμητη αποσυμπίεση ενός εγωτικού δυναμικού, κάτι σαν τον ακροτελεύτιο σπασμό ενός θηρίου».
Τα «Διαβάστε το πριν το κατεβάσουν» και το «Διεδώσται!» είναι ένας εύκολος τρόπος να καταλάβεις ότι αυτό που πρόκειται να διαβάσεις είναι καραμπινάτο fake news. Ο Κωνσταντίνος Σιμωνίδης υπήρξε ένα απίστευτο πρωθύστερο τρολ (αν και ο όρος τρολ θα ταίριαζε μάλλον καλύτερα στον Παναγιώτη Σοφιανόπουλο) και ο απόλυτος ορισμός του fake news που θα έκανε ακόμα και τα «Ελληνικά Hoaxes» να σαστίσουν!! Κανείς δεν αμφισβητούσε την αυθεντικότητα των γραφομένων του γιατί κανείς δεν σκάμπαζε ντιπ. Πάντοτε πίστευα ότι υπό κατάλληλες συνθήκες μπορείς να κάνεις τους ανθρώπους να πιστέψουν το οτιδήποτε, όσο ηλίθιο και αν είναι. Στη σημερινή εποχή δεν μοιάζει και τόσο δύσκολο αυτό, αλλά γενικά υπάρχουν διαβαθμίσεις στη δυσκολία του εγχειρήματος. Ο Σιμωνίδης τερμάτισε με ευκολία όλες τις πίστες! Μακράν το πιο ενδιαφέρον κεφάλαιο του δοκιμίου. Εκείνο με τις πιο λογοτεχνικές συνδηλώσεις.
[…] «Ο Σιμωνίδης βρίσκεται μπροστά από την εποχή του: τέτοιος συνδυασμός φανταστικής τεχνολογίας και ιστορικού μυθιστορήματος είναι τυπικός του steampunk, υποείδος της επιστημονικής φαντασίας με αφοσιωμένους οπαδούς στην Μεγάλη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Σιμωνίδης είναι πρόδρομός του, τουλάχιστον όσο ο Ιούλιος Βερν. Μα ό,τι ακριβώς στενοχώρησε τον Μουστοξύδη και τόσο εξόργισε τους περί τα βυζαντιακά και αρχαία πράγματα διατρίβοντες, η πρωτάκουστη αλληλοπεριχώρηση φαντασίας και παλαιογραφίας χωρίς το δίχτυ ασφαλείας της λογοτεχνικότητας, είναι η ειδοποιός διαφορά του Σιμωνίδη από τους πειραματισμούς ενός Μπόρχες ή πιο πρόσφατα του Ρομπέρτο Μπολάνιο (Roberto Bolano). Οι γενεαλογίες και ψευδοϊστορίες του Σιμωνίδη ζήτησαν επίμονα να γίνουν κάτι ισχυρότερο από την λογοτεχνία».
Το δοκίμιο δεν είναι τόσο εύκολο παρόλη την λογοτεχνική γοητεία με την οποία λούζεται. Αναλύει 7 σπουδαίες φιγούρες σε 2 σημαντικές ακμές του ελληνισμού και απαιτείται μια κάποια προσοχή για να συλλάβεις την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Μοιραία κάποιες φιγούρες είναι πιο ελκυστικές από κάποιες άλλες. Ο συγγραφέας του όμως αποδεικνύεται πολύτιμος βοηθός γιατί γράφει ένα δοκίμιο ίσως με την αρχική έννοια που έδινε στον όρο ο (γεννήτοράς του) Μονταίνιος – για τον εαυτό του και με διάθεση πρωτίστως να ευχαριστεί. Και αυτό βγαίνει και προς τα έξω στον κόσμο. Κάποιο παιδί σε βιβλιοφιλικό γκρουπ του φβ που δίνει του χρόνου πανελλήνιες ρώτησε να του αναφέρουμε μερικά δοκίμια ώστε να βελτιώσει μεταξύ άλλων και το λεξιλόγιό του και γω με ενθουσιασμό του πρότεινα το συγκεκριμένο βιβλίο. Πράγματι, μέσα στο δοκίμιο παρελαύνουν εκατοντάδες όμορφες λέξεις (για κάποιες λέξεις χρειάστηκα λεξικό και πολύ με χαροποίησε αυτή η έκβαση) που ο συγγραφέας κατέχει καλά και δεν χρησιμοποιεί με καμία επιτήδευση (αν και βλέποντας τις λέξεις, θα έλεγες ότι είναι επίτηδες επιλεγμένες). Όντας από μικρός αλλόκοτος, καθότι χρησιμοποιούσα διάφορες παράξενες(;) λέξεις και όλοι με κοιτούσαν σαν εξωγήινο (ακόμα με κοιτάνε), ταυτίστηκα. Θα αναφέρω μόνο μία λέξη που μου άρεσε πολύ με την παραδοξότητά της - «υστερόπρωτος»… είναι το ίδιο με το «πρωθύστερος», έτσι; Γκουγκλάρωντας βρήκα ότι εμφανιζόταν σε κείμενα σχετικά με τον Διαφωτισμό, άρα έχει κάποια σύνδεση.
Η μοναδική μου ένσταση για το βιβλίο έγκειται στο ότι σχεδόν όλα τα αποσπάσματα που ήταν σε ξένη γλώσσα δεν μεταφράζονταν, παρά μόνο σποραδικά και σπανίως ο συγγραφέας έκανε νύξη για την σημασία τους μέσα στα συμφραζόμενα. Και κυρίως δεν μεταφράζονταν/μεταγράφονταν τα αλλόκοτα ελληνικά! Γιατί τα ελληνικά του μεσαίωνα ή και του Διαφωτιμού ακόμα, εν πολλοίς μου φαίνονταν ενοχλητικά και ακατανόητα. Δεν είμαι φιλόλογος και δεν διαβάζω το βιβλίο από αυτήν την προοπτική. Με ενοχλούν τα «όστις», «τις» (δεν θέλω καν να τα θυμάμαι) και ακόμα περισσότερο η αλλόκοτη σύνταξη των αποσπασμάτων. Πείτε με νεοέλληνα κάγκουρα, θα το δεχτώ. Κάποια πράγματα όμως δεν τα καταλάβαινα καθόλου. Φαίνεται δεν είμαι καθαρός Έλληνας, αλλά μπασταρδεμένος – Ελλάδα συγγνώμη, μα αν θες ν’ αλλάξω γνώμη πρέπει και συ να μάθεις ν’ αγαπάς. Στην λογοτεχνία δέχομαι ευχαρίστως αμετάφραστα κομμάτια ως μέρος της μαγείας της λογοτεχνίας, στα δοκίμια δεν δέχομαι αμετάφραστο ούτε το «Okay», okay? Αυτό με ξενέρωσε κάπως, το ομολογώ, στην κατά τ’ άλλα άψογη έκδοση της «Κίχλης» και μελέτη του Σινιόσογλου. Τίποτα τέτοιο όμως δεν μας σταματά. Περιμένουμε εναγωνίως και την 2η season των Αλλόκοτων· αν δεν μπορέσει να το αναλάβει η «Κίχλη» ας το αναλάβει το Netflix, λίγο με νοιάζει! Και οι 7 ήταν αλλόκοτα υπέροχοι! Συν ένας, ο συγγραφέας (γιατί μεταξύ άλλων έγραψε και ένα εξαιρετικό επίμετρο) αυτών. Αντίο και να διαβάσεις τον ίδιο τον Νικήτα.
Υ.Γ. 2666 «Αντίο και να διαβάσεις τον ίδιο τον Κυριακό (Αγκωνίτη, κεφ. Περιπλάνηση)». Έτσι αποχαιρετά ο Σκαλαμόντι (ο βιογράφος του) τους αναγνώστες του.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.