Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Bolano on ice


Πολλή κουβέντα έγινε τις τελευταίες μέρες σχετικά με την Ολυμπιονίκη Άννα Κορακάκη και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε μέχρι να κατακτήσει τα δύο μετάλλια στους Ολυμπιακούς του Ρίο. Αδιαφορία της πολιτείας, δυσκαμψία της τοπικής αυτοδιοίκησης, παλινωδίες και φαιδρότητες. Της γκρέμισαν το σκοπευτήριο-παράπηγμα ανήμερα του τελικού για το χρυσό μετάλλιο, μια κίνηση για να γλυτώσουν την γελοιοποίηση, που εν τέλει απλώς την ενίσχυσε. Τι θα γινόταν όμως αν ένας τοπικός “άρχοντας” αποφάσιζε να χτίσει παράνομα με δημόσιο χρήμα ένα μυστικό σκοπευτήριο για να προετοιμαστεί η Άννα Κορακάκη για τους Ολυμπιακούς; Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο έχει μια απάντηση για αυτό – γραμμένη με τα δικά του ιδιαίτερα συσταστικά της επιτυχίας. Ένα βιβλίο που πρέπει να διαβάσετε πριν πέσει η αυλαία των Ολυμπιακών Αγώνων της Βραζιλίας.
 
Σπάνια με έχει συναρπάσει τόσο ένας συγγραφέας που να διαβάζω τα βιβλία του αμέσως μόλις εκδοθούν στα ελληνικά. Και ακόμα πιο σπάνιο, να αντλώ από το καθένα απεριόριστη απόλαυση καθώς το διαβάζω. Η γραφή του Μπολάνιο δίνει μια αίσθηση ατέλειας, εκείνης της γοητευτικής όμως ατέλειας, που σε κολλάει στον τοίχο με την χειμαρρώδη ορμή της και στα εξιστορεί τόσο εντυπωσιακά μέσω της σκοτεινής της ποίησης! Όλοι ξέρουμε λίγο πολύ την ιστορία του Ρομπέρτο Μπολάνιο: Χιλιανός περιθωριακός ποιητής που έζησε στο Μεξικό και στην Ισπανία και πέθανε μόλις στα πενήντα του. Ταγμένος στην ποίηση κατά δήλωσή του, έγινε παγκοσμίως γνωστός μέσω των μυθιστορημάτων του που έγραψε με δαιμονισμένο ρυθμό την τελευταία δεκαετία της ζωής του – ένα μακρινό αστέρι που μας πλησίασε ύπουλα, μια σουπερνόβα (υπερκαινοφανής αστέρας, πόσο του ταιριάζει αυτή η μεταφορά!) που με τις απανωτές εκρήξεις του μάς πρόσφερε λαμπρά δείγματα λογοτεχνικής γραφής, με την λάμψη τους να παραμένει αμείωτη στο χωροχρόνο. Προσπαθώντας να εξασφαλίσει οικονομικά την οικογένειά του ύστερα από τον επικείμενο θάνατό του, διοχέτευσε όλη εκείνη την ποίηση στην οποία αφιέρωσε τη ζωή του, μέσα σε λεκτικές υπερκατατασκευές των 200, των 500, των 700 ακόμα και των 1200 σελίδων. Ποιος είπε ότι η ποίηση πρέπει να είναι φειδωλή; 

Δύσκολα μπορώ να ξεχωρίσω βιβλίο του Μπολάνιο, γι' αυτό και μέχρι τώρα δεν σκέφτηκα να του αφιερώσω μια ανάρτηση. Από τα εμβληματικά και σπουδαία 2666 και Άγριοι Ντετέκτιβ, έως το (λατρεμένο μου) Η ναζιστική λογοτεχνία στην Αμερική και το Φυλαχτό (που αποτελεί μια όμορφη συμπύκνωση όλων των θεμάτων που αναλύονται στα μεγάλα του έργα), είναι αφοπλιστικά γοητευτικός. Ακόμα και το πιο αδύναμό του, το Τρίτο Ράιχ (που βρέθηκε στα κατάλοιπα του συγγραφέα, και ίσως χτενιζόταν επιμελώς από τον συγγραφέα του, πριν εκτεθεί δημόσια) είναι μια λεκτική ομορφιά, γεμάτη καλοκαίρι και μαύρη ποίηση. Διαβάζοντας λοιπόν το Παγοδρόμιο, είπα να γράψω τελικά δυο λόγια, να ψελλίσω ένα ταπεινό ευχαριστώ. Το φόντο του Παγοδρομίου θυμίζει λίγο Τρίτο Ράιχ, η δομή του όμως είναι αρτιότερη και η πλοκή πιο συνεκτική. Διαβάζουμε εναλλάξ τρεις εκδοχές (εξίσου αναξιόπιστες μέχρι τη λύση του μυστηρίου) για τον φόνο που διαπράχθηκε στο παράνομο παγοδρόμιο, που κατασκευάστηκε μέσα σε μια εγκαταλειμμένη έπαυλη, το Παλάτι Μπενβινγκούτ.

Ο Ρέμο Μοράν είναι ένας λατινοαμερικάνος συγγραφέας που πλέον ζει σε μια τουριστική πόλη της Καταλωνίας, τη Ζ, και έχει στην κατοχή του διάφορες καλοκαιρινές επιχειρήσεις: ένα κάμπινγκ, ένα μπαρ, ένα κατάστημα με φω-μπιζού. Ο Γασπάρ Ερέδια (Γασπαρίν) είναι ένας εφηβικός φίλος του Μοράν, Μεξικανός ποιητής, που έρχεται μετά από πρόσκληση του Μοράν να δουλέψει ως νυχτοφύλακας στο κάμπινγκ (δουλειά που έκανε και ο ίδιος ο Μπολάνιο!). Ο Ενρίκ Ροσκέγιες είναι ένας υποδειγματικός δημοτικός σύμβουλος, δεξί χέρι της δημαρχίνας Πιλάρ, που ερωτεύεται την όμορφη Νούρια, αθλήτρια του καλλιτεχνικού πατινάζ. Ύστερα από την απόφαση της αθλητικής ομοσπονδίας να μην δοθεί υποτροφία στη Νούρια, ο Ροσκέγιες απόφασίζει να καταχραστεί δημόσιο χρήμα και με μυστικές ενέργειες να μετατρέψει την παλιά εσωτερική πισίνα του παλατιού Μπενβινγκούτ, σε ένα σύγχρονο παγοδρόμιο ώστε να προπονείται η Νούρια, για να μπορέσει να διεκδικήσει ξανά την υποτροφία το ερχόμενο φθινόπωρο. Ο Μπολάνιο σταδιακά περιπλέκει τις σχέσεις των ηρώων του και τις οπτικές γωνίες των εμπλεκομένων, προσφέροντάς μας ένα  πανόραμα του λογοτεχνικού του σύμπαντος. 


[...] Το πρόβλημα δεν ήταν αν η Νούρια μιλούσε την ώρα της σεξουαλικής πράξης, αλλά ότι πάντοτε μιλούσε για τα ίδια πράγματα, τη δολοφονία και το πατινάζ. Σαν να πνιγόταν. Ίσως το χειρότερο δεν ήταν που εκείνη έλεγε τα ίδια, αλλά ότι εγώ άρχισα να επηρεάζομαι και γρήγορα, στις στιγμές πριν από τον οργασμό, ξεσπούσαμε και οι δυο σε μια αλληλουχία ομολογιών και μακάβριων μονολόγων, γεμάτων βογκητά και παγωμένες επιφάνειες και γριές πολλαπλασιασμένες πάνω στον πάγο που μόνο με το τελείωμά μας κατορθώναμε να διακόψουμε.

Ο συγγραφέας που για 400 και πλέον σελίδες, στο 2666, μας περιγράφει ακατάπαυστα τα πιο βάναυσα εγκλήματα, το... εγκληματάκι του Παγοδρομίου το παίζει στα δάχτυλα, σε μια αστυνομική αφήγηση που σε συναρπάζει – αν όλα τα αστυνομικά γράφονταν με τον τρόπο του Μπολάνιο, θα διάβαζα μόνο αστυνομικά!
http://learnmeproject.com/writing/i-do-what-i-can/

Η μετάφραση του Κρίτωνα Ηλιόπουλου είναι άψογη, η ελληνική πλέον φωνή του Ρομπέρτο Μπολάνιο. Και η έκδοση της Άγρας κυμαίνεται στα επίπεδα της καλαισθησίας και της ποιότητας που μας έχει συνηθίσει τόσα χρόνια. Ωστόσο, υπάρχει ένα ψεγάδι που εμφανίζεται σε κάθε βιβλίο της. Το πολυτονικό σύστημα είναι μια φαιδρότητα. Μπορεί να θεωρείται “σήμα κατατεθέν” των εκδόσεων, ωστόσο σε μερικά κείμενα δεν ταιριάζει καθόλου – και τα κείμενα του Μπολάνιο είναι μερικά από αυτά. Μέσα στην παραληρηματική γραφή του Μπολάνιο, να πρέπει να σταματάς κάθε τόσο, γιατί σε μπερδεύει το τονισμένο ερωτηματικό “πού/πώς” της νεοελληνικής που μετατρέπεται σε αναφορικό στο πολυτονικό σύστημα και να ψάχνεις να βρεις πού είναι η περισπωμένη για να δώσεις τον αναθεματισμένο ερωτηματικό τόνο στην πρόταση που διαβάζεις, είναι τουλάχιστον γελοίο! Με συγχωρείτε πού δεν έχω μάθει ακόμα πως να διαβάζω με σωστό τρόπο τις προτάσεις πού εμφανίζονται στα βιβλία!!

Θεωρώ ότι ο Μπολάνιο είναι ένας συγγραφέας που μπορεί να γοητεύσει τον οποιονδήποτε. Τον προτείνω κάθε φορά σε άτομα για τα οποία δεν ξέρω τι προτιμούν να διαβάζουν και πόσο καλά εκπαιδευμένοι είναι με τα απαιτητικά λογοτεχνικά κείμενα. Ο Μπολάνιο δεν κάνει εκπτώσεις στην λογοτεχνική του γραφή, ούτε όμως αφήνει τους αναγνώστες του έξω από το σύμπαν του. Φτάνει μόνο να περάσεις το κατώφλι, και αυτό συμβαίνει μόλις διαβάσεις την πρώτη πρόταση. 

Υ.Γ. 2666     Μπολάνιο, ρε φίλε!

Σχόλια

  1. Αχ Μαραμπού... αχ.. δεν τον έχω διαβάσει
    (με νευριάζει ο Φανταστικός Ρεαλισμός και από την προκατάληψη προσπερνώ όλη τη Λατινική Αμερική).

    Αχ όμως, γιατί έτσι που τα λες θέλω να τον διαβάσω και μόλις πριν δυό ώρες παρήγγειλα βιβλία.
    Ααααχ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αχ Δάφνη...αχ (σε μαλώνω που βιάστηκες να παραγγείλεις)! :P

      Ούτε εγώ αγαπώ την λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία: βαριέμαι τον Μπόρχες, μισώ τον Κορτάσαρ, δε θα ξαναδιάβαζα Μάρκες. Λίγα κείμενα εκτιμώ, ένα από αυτά το Πέδρο Πάραμο του Χουάν Ρούλφο που διάβασα πρόσφατα. Μου αρέσει και ο Λιόσα αρκετά.

      Ο Μπολάνιο όμως είναι άλλη φάση. Δεν έχει αυτό το "λατινοαμερικάνικο κάτι" (που δεν μπορώ να προσδιορίσω με ακρίβεια αλλά το αντιλαμβάνομαι εύκολα γιατί με απωθεί), είναι ένα παράξενο κράμα, άκρως γοητευτικό. Μέσα σε όλα τα θετικά, συνδυάζει και την λογοτεχνία με το Κακό, μια αλλόκοτη σχέση που δεν μπορεί παρά να γοητεύσει κάποιον που γράφει, όπως εσύ.

      Διάβασε και αν δεν σου αρέσει, υπόσχομαι να σου στείλω ένα βιβλίο δώρο για να σε παρηγορήσω!

      Διαγραφή
  2. Όπα.
    Μην προκαλείτε τα ...ά-χρηστά μου ήθη. Κορυφή ο "Πέδρο Πάραμο". Μέχρι εδώ καλά.

    Ο Κορτάσαρ εκτός από "Το κουτσό" έχει γράψει και "Τα βραβεία". Διαβάστε τα από καμιά βιβλιοθήκη γιατί, έτσι κι αλλιώς, είναι εξαντλημένο και τότε τα ξαναλέμε.

    Ο Μάρκες μαγικός αλλά άνισος. Στο τοπ-10 "Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου" και τα "Εκατό χρόνια μοναξιά". Ακολουθεί το "Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων".

    Για το Μπόρχες έχω διάφορες ενστάσεις που δεν είναι του παρόντος.

    Για το Λιόσα θα πω ότι έχει ένα ενδιαφέρον ό,τι δικό του έχω διαβάσει, ήτοι "Το παλιοκόριτσο" και "Μια ιστορία για το Μάυτα".

    Παρεμπιπτόντως, τώρα διαβάζω Φουέντες "Τα χρόνια με τη Λάουρα Δίας". Με άλλα λόγια, είμαι μέσα στη Λατινική Αμερική με τα μούτρα.

    Τέλος έχω δίπλα μου για ανάγνωση προσεχώς "Το φυλαχτό" και το "Πουτάνες φόνισσες" του περί ου ο λόγος Μπολάνιο. Όταν τα διαβάσω, ίσως μπορέσω να πω κάτι.

    (Πήρατε μια καλή ιδέα του βιβλιοπόντικα;)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εγώ δεν προκαλώ κανέναν και τίποτα!! Είναι γνωστό αυτό, παρακαλώ να ανακαλέσετε :Ρ

      Αυτό που τράβηξα με το Κουτσό μού φτάνει και μου περισσεύει. Ωστόσο επειδή εκτιμώ την κρίση σας αλλά κυρίως επείδη πεθαίνω από περιέργεια, θα αναζητήσω τα Βραβεία για να πάρω μια ιδέα.

      Προτιμώ... εκατό χρόνια μοναξιάς παρά να ξαναδιαβάσω Μάρκες (είδατε; Προσέχω να μην γίνω προκλητικός!)

      Ενστάσεις σχετικά με μένα ως προς την σχέση μου με τον Μπόρχες ή προς τον Μπόρχες σχετικά με την σχέση του απέναντι στον εαυτό του;; (Λαβύρινθος η σκέψη μου!)

      Το Φυλαχτό οπωσδήποτε, και πολύ το αργήσατε. Τις Πουτάνες φόνισσες τις άφησα τελευταίες, μετά θα αναγκαστώ να τα ξαναδιαβάσω όλα! :)

      Διαγραφή
  3. Εξαιρετικό το βιβλίο, μικρό αλλά περιγράφει την παρανομία, τη διαφθορά, το περιθώριο, την αλλοτρίωση, την αγάπη τον έρωτα, τη μοναξιά, τη δύναμη της φιλίας, τον αγώνα για επιβίωση, τον παραλογισμό της ζωής τις αυταπάτες κι όλα αυτά μέσα από μια πολυφωνική αφήγηση διανθισμένη με μαύρο χιούμορ.
    Σουμέλα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ω ναι, ο Μπολάνιο είναι τόσα και άλλα τόσα! Στα μικρής έκτασης βιβλία του, αδικείται λίγο ή για να το θέσω με ακρίβεια, αδικεί τους αναγνώστες του που θέλουν να διαβάσουν όσο γίνεται περισσότερα από αυτόν. Πάνω που παίρνει φωτιά η αφήγηση, σβήνει :(

      Να διαβάσεις και τα μεγάλα του μυθιστορήματα. Εκείνα, που διαρκώς αναζωπυρώνονται!

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Θεατρινισμοί

Τι θέλετε να γίνεται μωρέ στα παρασκήνια του Ολύμπου, λες και δεν ξέρετε. Ο Δίας, τα γνωστά, γαμάει και δέρνει – και ο Μ. Καραγάτσης το ίδιο, λένε μερικά κουτσομπολιά∙ ως λογοτέχνης θα πουν κάποιοι, ίσως και έξω από τα έργα του, θα ισχυριστούν κάποιοι άλλοι που έχουν μελετήσει σε βάθος διάφορα αποσπάσματά του. Γιατί τέτοια ρητορική μίσους ρε Μίτια; Επειδή δεν πήρες ποτέ κανένα βραβείο για το έργο σου; « Φωνές, από τα παρασκήνια – Εμείς κωμωδία δεν ήρθαμε να δούμε; Γιατί μιλούν για ρητορική; – Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο κωμικό αλλά και πιο δημιουργικό από την παρερμηνεία. Κάνε υπομονή. Σε λίγο θα φτάσουν οι δικοί μας στην πλατεία. Έδιναν… συνέντευξη ως τώρα» . Και μη χιμαιρότερα !