Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Οι «σκληροί» παίζουν σκάκι


Όχι μόνο οι σκληροί, και οι μαλακοί παίζουν – ακόμα και οι μαλάκες – το σκάκι δεν κάνει διακρίσεις. Το σκάκι δεν είναι απλώς ένα παιχνίδι· αν για κάποιους δεν είναι ζωή, με τον ολιστικό τρόπο, «Το σκάκι είναι η ζωή», που το έθετε ο μεγάλος σκακιστής Μπόμπι Φίσερ, τότε σίγουρα είναι μέρος αυτής – ένα αρκετά μεγάλο μέρος της, ίσως εντέχνως συγκαλλυμένο αλλά πάντοτε παρόν. Για μένα η σκακιέρα είναι το ομορφότερο σύμβολο, περιορισμού και ανεξαρτησίας ταυτόχρονα. Ένα αυστηρά οριοθετημένο μέρος όπου πάνω του μπορείς να κάνεις άπειρες κινήσεις, λιγότερο ή περισσότερο ελεύθερες. Σύμβολο ανθρώπινης φύσεως! Και αν αποζητάτε μια πιο εύστοχη μεταφορά ας σας την δώσει ο Γουίλλιαμ Φώκνερ – δεν το περιμένατε αυτό, έτσι; «Αν κάτι αντικατοπτρίζει και ακολούθως πιστοποιεί ολάκερο το ανθρώπινο πάθος, την ελπίδα και την τρέλα, τότε αυτό το κάτι δεν μπορεί ποτέ να είναι σκέτο παιχνίδι». Παίζουν τα λευκά. Ματ σε 951 λέξεις. 

Αυτό το blitz βιβλιαράκι είναι μια ομιλία των Franz Blaha και Marge Cathcart που διαβάστηκε ως ανακοίνωση στο συμπόσιο «Σκάκι και ανθρωπιστικές επιστήμες: Έρευνα πάνω στις χρήσεις και τις αξίες μιας ψυχαγωγικής δραστηριότητας» που έλαβε χώρα μεταξύ 27 και 29 Μαΐου 1978 στο ξενοδοχείο Χίλτον του Λίνκολν της Νεμπράσκα. Τι ωραία θα ήταν να γίνονταν και άλλες ανάλογες ομιλίες! Ας μην ξεχνάμε όμως, ότι επειδή το σκάκι είναι δημοφιλές και αρκετά πρόσφορο σε κάθε είδους παρομοιώσεις και αναλύσεις, δεν αποκλείεται να πέφταμε θύματα απίστευτα βαρετών συζητήσεων και αμφιλεγόμενων θεωριών – μη εξαιρουμένης και της παρούσας ανάρτησης. Check this out, και θα καταλάβετε! 


Επιχειρείται μία σύνδεση του σκακιού με την λογοτεχνία (κάτι διόλου σπάνιο εξάλλου), από μία οπτική όμως που σπανίως δοκιμάζεται. Οι συγγραφείς του παρόντος, αγνοούν την λόγια ή «διανοουμενίστικη» λογοτεχνία στην οποία το σκάκι χρησιμοποιείται συνήθως ως μεταφορά, και καταπιάνονται περισσότερο με την λαϊκή λογοτεχνία που εκπροσωπείται εδώ από την αστυνομική λογοτεχνία, όπου η ενασχόληση με το σκάκι παρουσιάζεται κυρίως ως «δολιότητα» του χαρακτήρα ενός ανθρώπου, εξού και οι… «σκληροί» παίζουν σκάκι. Αρχής γενομένης από την πρώτη ιστορία της σύγχρονης αστυνομικής λογοτεχνίας που δεν είναι άλλη από τους «Φόνους στην οδό Μοργκ» του Έντγκαρ Άλαν Πόε, όπου στην εισαγωγή εκείνης της ιστορίας, ένιωσε την ανάγκη να κάνει δυσφημιστικά σχόλια σχετικά με το παιχνίδι του σκακιού, συγκρίνοντάς το δυσμενώς με το παιχνίδι της ντάμας! Ήταν πράγματι μια θλιβερή ημέρα στην ιστορία του σκακιού: κατατάσσεται χαμηλότερα από το ουίστ ή το μπριτζ και, σαν να μην έφτανε αυτό, αποκαλείται και επιπόλαιο! Προς υπεράσπιση του Πόε πρέπει να ειπωθεί ότι μάλλον δεν είχε ξεπεράσει το επίπεδο του αρχάριου στο παιχνίδι και, όπως έλεγε, δεν έγραφε μια μελέτη περί σκακιού, απλώς έκανε «τυχαίες» παρατηρήσεις. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι στο μυαλό του Πόε είχε διαμορφωθεί μια λανθασμένη εντύπωση για τους μετρ του σκακιού: άνθρωποι-μηχανές, ψυχρά υπολογιστικοί, κατά το ήμισυ μόνο ανθρώπινοι. Αυτή την εικόνα συνέχισαν να διαδίδουν πολλοί συγγραφείς τού πιο απλοϊκού είδους λαϊκής λογοτεχνίας. 

Δυστυχώς αυτή η εικόνα, του σκακιστή ως μονομανούς ανθρώπου, σκληρόπετσου, υστερόβουλου και αδιάφορου απέναντι στα συναισθήματα των ανθρώπων, εν πολλοίς συντηρείται έως και σήμερα, εντός και εκτός λογοτεχνίας. Γι’ αυτό και για πολλούς ανθρώπους, η ενασχόληση με το σκάκι, αν δεν ενέχει κάτι ουσιωδώς μοχθηρό στον πυρήνα της, τουλάχιστον σε πρώτο επίπεδο φαντάζει κάτι βαρετό και εντελώς άχρηστο. Και αφού ο Πόε ήταν ο πατέρας της σύγχρονης αστυνομικής λογοτεχνίας, οι περισσότεροι επίγονοί του… έπαιξαν με το σκάκι, με έναν τρόπο όμως που συνήθως δεν το τιμούσε και ιδιαίτερα. Εγκληματίες ή/και ντετέκτιβ έπαιζαν σκάκι, ως συνδήλωση της μοχθηρίας τους, της ικανότητάς τους δηλαδή να διαπράξουν ένα έγκλημα οι μεν, και να το εξιχνιάσουν οι δε. Δεν είναι δα και τίποτα φλώροι να παίζουν τάβλι! Μέσα σε όλη αυτή την αστυνομικο-σκακιστική περιπτωσιολογία υπάρχουν και μερικά κραυγαλέα λάθη στα οποία υπέπιπταν οι εκάστοτε συγγραφείς και θα φανούν πολύ αστεία σε όσους γνωρίζουν σκάκι. Θα αναφέρω ένα τέτοιο λάθος έξω από το βιβλίο, που πάντα το προσέχουν οι σκακιστές όταν τύχει και συμβεί: στην σκακιέρα όταν τοποθετείται ανάμεσα στους παίκτες, το δεξί ακρινό τετράγωνο όπως κοιτά ο κάθε παίκτης, πρέπει να είναι λευκό. Είναι νόμος. Την επόμενη φορά που θα δείτε σε μια ταινία να διαδραματίζεται μια σκακιστική μάχη, ρίξτε μια προσεκτική ματιά και νιώστε την ευφυΐα σας να ανεβαίνει επίπεδο, όπως ανεβασμένη είναι και εμάς των σκακιστώνε! Βέβαια, όλα αυτά τα μικρολάθη και οι ανακολουθίες δεν με πειράζουν και πολύ στις καλλιτεχνικές δημιουργίες. Θα έλεγα ότι ενίοτε τα βρίσκω μέχρι και γοητευτικά. Εννοείται ότι κάθε δημιουργός πρέπει να έχει κάνει μια άλφα έρευνα σε αυτό που θέλει να περιγράψει, αλλά αν έχει ένα ταλέντο να εστιάζει στο ουσιώδες, τότε αυτά τα λαθάκια δεν τα προσέχεις καν – μοιάζουν με εκείνα τα goofs στις ταινίες που δεν τα προσέχει κανένας σοβαρός θεατής παρά μόνο κάτι μοχθηροί, δύστροποι και μονομανείς τύποι… να δεις που θα παίζουν και σκάκι!! 


Το βιβλίο είναι από τις εκδόσεις «Ουαπίτι» – δεν τις είχα ξανακούσει αλλά παρατηρώ ότι έχουν ενδιαφέροντα λιλιπούτεια βιβλιαράκια. Η μετάφραση είναι του Ηλία Διαμέση όπως και ένα όμορφο επίμετρο στο τέλος του βιβλίου. Μέσα σε όλα τα ωραία, ξεχώρισα δυο ιδιαίτερες τσαχπινιές. Πρώτον, όπου υπήρχαν σκακιστικοί όροι που παρέπεμπαν σε ειδικό γλωσσάρι, αντί για αριθμητική παραπομπή υπήρχε ζωγραφισμένο το σύμβολο της μαύρης βασίλισσας, μια όμορφη πινελιά. Δεύτερον, σε κάποιο σημείο που οι συγγραφείς περιγράφουν ένα πιθανό λάθος τακτικής κάποιου άλλου συγγραφέα σχετικά με το σκάκι, χρησιμοποιούν το σύμβολο “!;” στο τέλος μιας πρότασης, για να δώσουν περισσότερη έμφαση· και κει ακολουθεί μια σημείωση: «Εδώ οι συγγραφείς χρησιμοποιούν (εσκεμμένα ή τυχαία) το σκακιστικό σύμβολο “!;” που στο πλαίσιο σχολιασμού μιας παρτίδας υποδηλώνει μια ενδιαφέρουσα κίνηση που ίσως δεν έχει αναλυθεί επαρκώς από την ήδη υπάρχουσα σκακιστική θεωρία (κυρίως στο άνοιγμα)». Κάποτε, είχα σκεφτεί να χρησιμοποιώ εγώ ο ίδιος ή κάποιος επινοημένος χαρακτήρας – που για την ώρα παραμένει επινόηση της επινόησης – αυτά τα σκακιστικά σύμβολα για να υποδεικνύω/ει και να κριτικάρω/ει εν συντομία αποσπάσματα λογοτεχνικών βιβλίων. Τέλος πάντων, τα άτομα που ασχολούνται με το σκάκι δεν είναι ζαβά, τουλάχιστον όχι περισσότερο από τα άτομα που ασχολούνται με οτιδήποτε άλλο. Να τα κάνετε παρέα, μην φοβάστε. Ειδάλλως, κινδυνεύετε να βρεθείτε σφαγμένοι και πεταμένοι σε κάποιο χαντάκι! 

Για το φινάλε, φύλαξα την ευχή να εκδοθεί κάποτε στα ελληνικά το αστυνομικό διήγημα (και κατ’ επέκταση η συλλογή) του Φώκνερ «Knight’ s Gambit», το μόνο δικό του που έχω κατά νου με σκακιστικές αναφορές, και το μόνο λογοτεχνικό παράδειγμα που αναλύθηκε στο παρόν βιβλίο και έκανε χρήση του σκακιού περισσότερο ως μεταφοράς παρά οτιδήποτε άλλου. «Τα γκαμπί (θυσίες πιονιών) μπορούν να παιχτούν μονάχα στην αρχή μιας παρτίδας και όχι στο φινάλε, το οποίο αποτελεί το τέλος της. Η προχειρότητα της αναφοράς του συγγραφέα είναι προφανής». Η βεβαιότητα ότι η παραπάνω υποσημείωση δεν αφορά τον Φώκνερ, έναν συγγραφέα που δεν έκανε ποτέ προχειρότητες, είναι φαντάζομαι εξίσου προφανής.

Σχόλια

  1. Εξαιρετική βιβλιοανακάλυψη φίλε Μαραμπού. Και τι ωραία πρόταση εισαγωγής "Για μένα η σκακιέρα είναι το ομορφότερο σύμβολο, περιορισμού και ανεξαρτησίας ταυτόχρονα". Γι' αυτό είναι ωραίο να μάθει ένα παιδί να παίζει σκάκι, γιατί κυρίως διδάσκεται ότι μπορεί να κάνει ό,τι θέλει μέσα σε συγκεκριμένα όρια. Πάω να ξεκινήσω την ανάγνωσή του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ωω τι ωραία σκέψη, δεν το είχα σκεφτεί έτσι. Το σκάκι είναι πολλαπλώς ωφέλιμο για ένα παιδί και αργότερα για έναν ενήλικα -- όπως και όλα τα παιχνίδια εδώ που τα λέμε αλλά το σκάκι λίγο παραπάνω. Στο σκάκι μπορείς να αναζητήσεις λύσεις για όλα σου τα προβλήματα, και το πιο αλλόκοτο είναι ότι πάντα θα έχει μία καλή απάντηση να σου δώσει!

      Μέχρι να απαντήσω στο σχόλιο, φαντάζομαι θα έχεις τελειώσει (δις) την ανάγνωσή του. Ελπίζω να μην σε απογοήτευσε.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!