Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Joyce's echo


Εκών άκων, κάποια στιγμή θα το διάβαζα και το συγκεκριμένο βιβλίο. Ο νεαρός Ουμπέρτο Έκο ασχολήθηκε εντατικά με δύο πεδία: τον μεσαίωνα και τον Τζόυς· «Εδώ γεννιέται το ερώτημα αν οι μεσαιωνικοί ρήτορες προπορεύονταν του καιρού τους ή αν τελικά οι ρίζες των διαφόρων σύγχρονων ποιητικών... θα έπρεπε να αναζητηθούν, ακριβώς εξαιτίας της μεσολάβησης του Τζόυς, στο μεσαίωνα» [Ε. Faral, Les arts poetiques du XIIme et du XIIIme siecle, Paris, Champion, 1923, σελ. 60]. Επειδή ζω χρόνια τον εργασιακό μεσαίωνα και τώρα που τελείωσε η βραχύβια εργασία μου θα ξανασύρω την αλυσίδα της ανεργίας στα κάτεργα της μόνιμης πολιτικής ανορθότητας, σκέφτηκα να ξεφύγω κάπως από την πραγματικότητα με λίγο Τζόυς και την ποιητική του. Η ποιητική ομορφαίνει τη ζωή, νεσπά; Ο Τζόυς είναι μια διαρκής διαδικασία μαθητείας – όπως ακριβώς και ο ΟΑΕΔ – και είναι πολύ δύσκολο να τον εξηγήσεις με δυο λόγια στους απέξω, όπως ακριβώς και τον ΟΑΕΔ σε εκείνους που δεν έχουν βγάλει ακόμα κάρτα ανεργίας.

[...] Υπάρχει ένα προφανέστατο γεγονός, που αρκεί ώστε να μας κάνει να είμαστε προσεκτικοί μπροστά σε μια τέτοια διαδικασία: μπορούμε να εκθέσουμε την ποιητική του Βαλερύ, του Έλιοτ, του Στραβίνσκι, του Ρίλκε ή του Πάουντ, χωρίς να αναφερόμαστε στο έργο αυτών των δημιουργών, και ακόμη λιγότερο στη βιογραφία τους: για να κατανοήσουμε, αντιθέτως, την εξέλιξη της ποιητικής του Τζόυς, είναι αναγκαίο να καταφεύγουμε συνεχώς στα στάδια της πνευματικής του εξέλιξης ή, ακόμη καλύτερα, στην εξέλιξη εκείνου του ήρωα που επιστρέφει σταθερά σ' ολόκληρο το έργο της αχανούς αυτοβιογραφικής τοιχογραφίας των διαφορετικών του έργων, είτε αυτός ονομάζεται Στήβεν Δαίδαλος, είτε Μπλουμ, είτε H.C.Earwicker. Αντιλαμβανόμαστε μ' αυτόν τον τρόπο ότι η ποιητική του Τζόυς, ως σημείο αναφοράς στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε το έργο, δεν έχει καμία αξία έξω από το ίδιο το έργο, αλλά αποτελεί απόκρυφο μέρος του έργου, αποκαλύπτεται δε και εξηγείται από το ίδιο το έργο στις διάφορες φάσεις της εξέλιξής του. Ακριβώς όπως και στον ΟΑΕΔ! Και σταματάω εδώ και διαπαντός αυτή την ηλίθια παρομοίωση. 
 
Το δοκίμιο του Έκο χωρίζεται ισομερώς σε τρία μέρη εστιαζόμενο διαρκώς στην μεταβαλλόμενη ποιητική του Τζόυς καθώς ωρίμαζε λογοτεχνικά: 1) πρώτα έργα («Στήβεν ο Ήρωας», «Το πορτραίτο του καλλιτέχνη», «Δουβλινέζοι»), 2) «Οδυσσέας» και 3) «Finnegans Wake». Το πιο δύσκολο μέρος του δοκιμίου για μένα, είναι το πρώτο, ακριβώς όπως συμβαίνει και με το συγγραφικό έργο του Τζόυς. Ο «Οδυσσέας» και το «Finnegans Wake» είναι έργα περισσότερο φορμαλιστικά και «εξεζητημένα», και έτσι ενίοτε μπορούμε να τα προσεγγίσουμε με όρους και τεχνικές ολοένα και πιο οικείες καθώς εξελίσσεται και η θεωρία της λογοτεχνίας. Τα πρώτα έργα όμως, με αποκορύφωμα και συμπύκνωση, «Το πορτραίτο του καλλιτέχνη» είναι το κάτι άλλο. «Το πορτραίτο του καλλιτέχνη» είναι εντελώς μυστηριακό, ό,τι πιο κοντινό σε πίστη μπορώ να ανακαλέσω από την στιγμή που αποδέχτηκα την αθεΐα μου. Ομολογία πίστεως στην ομορφιά της Λογοτεχνίας! Εντυπωσιάζει ο τρόπος που ο νεαρός Τζόυς (ούτε καν 20 χρόνων) αφομοιώνει και μεταπλάθει ιδέες και πολύπλοκα συστήματα σκέψης (Άγιος Θωμάς ο Ακινάτης, Αριστοτέλης, Μπωντλαίρ, Μαλαρμέ, Ίψεν, James Clarence Mangan, Ντ’ Ανούτσιο, Τζορντάνο Μπρούνο κ.α.) προς οικοδόμηση μιας προσωπικής φωνής που θα γίνει η σπουδαιότερη του εικοστού αιώνα. Επίσης, αυτή η ελευθερία που παίρνει χρησιμοποιώντας όσα τον ενδιαφέρουν με τον τρόπο που τον ενδιαφέρουν, ήταν πολύ διδακτικό μάθημα για μένα. Ισχύει εδώ συμπερασματικά εκείνο που δήλωνε για τον Τζόυς ο LEVIN, όπ.π.: δεν επέλεγε ένα σύστημα ιδεών να εκφράσει και δεν αξιολογούσε ολόκληρο το πολιτιστικό οικοδόμημα των δύο τελευταίων έργων από φιλοσοφικής πλευράς αλλά από τεχνικής· η φιλοδοξία του Τζόυς ήταν να συλλάβει ολόκληρο τον πολιτισμό του σύμπαντος σαν ένα χώρο παιχνιδιού – αν και αυτή η διαπίστωση αφορά λιγότερο «Το πορτραίτο» και τα πρώτα έργα του Τζόυς, και περισσότερο τα επόμενα, δεν παύει να κατέχει τρόπον τινά καθολική ισχύ στο συγγραφικό σύμπαν του Ιρλανδού. Η (όποια) σχέση με την γραφή που έχω, εκπορεύεται από εκεί και του χρωστάω ευγνωμοσύνη – βέβαια, δεν υπονοοώ ότι γράφω σαν τον Τζόυς, ούτε κατά διάνοια, ας το ξεκαθαρίσω εδώ, μιας και κυκλοφορούν διάφοροι... εγελοιανοί στο φβ που ψοφάνε για διασυρμό και μπύρες. «Το πορτραίτο του καλλιτέχνη» αποτέλεσε την πρώτη μου ουσιαστική επαφή με την σπουδαία λογοτεχνία. Δεν μπορώ να πω ότι το διαβάζω με ευχαρίστηση γιατί ακόμα και σήμερα το αντιμετωπίζω με σοκ και δέος. 
 


[...] Η επιφανία δίνει στο πράγμα μια αξία που δεν την είχε πριν συναντηθεί με το βλέμμα του καλλιτέχνη. Απ’ αυτή την άποψη, η θεωρία των επιφανιών και της radiance αποτελεί, ξεκάθαρα, το αντίθετο της θωμιστικής θεωρίας της claritas: στον Άγιο Θωμά παραδινόμαστε στο αντικείμενο και στη σαφήνειά του, στον Τζόυς το αντικείμενο ξεριζώνεται από το συνηθισμένο του συγκείμενο, προσαρμόζεται σε νέες συνθήκες και προσλαμβάνει νέα σαφήνεια και νέα αξία χάριν της δημιουργικής παραίσθησης.

Πηδώντας τον «Οδυσσέα» (κάτι που κάνουν πολλοί αναγνώστες του), μιας και έχουμε αναφερθεί αρκετά σε αυτό το μπλογκ, ας πάμε κατευθείαν στο «Finnegans Wake» (κάτι που δεν κάνουν πολλοί αναγνώστες του, για την ακρίβεια κανένας). Κι όμως, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, το μέρος του δοκιμίου του Έκο που αναφέρεται στο «Finnegans Wake» είναι το πιο κατανοητό(!) και το πιο ενδιαφέρον. Γιατί η συλλογιστική που κρύβεται πίσω από το τελευταίο έργο του Τζόυς δεν μας είναι τόσο ανοίκεια πλέον, παρότι συνεχίζει να μην διαβάζεται λόγω – διαφορετικής – γλώσσας ή ραθυμίας εκ μέρους των αναγνωστών. Ο κόσμος είναι πολύπλοκος και αυτό αρχίζει να γίνεται ολοένα πιο αντιληπτό, ακόμα και με τρόπους που κινούνται και έξω από την λογική. Ο κυκλικός «χαόκοσμος» που οραματίστηκε ο Τζόυς με τις μυριάδες πολυσημίες του και αντιθέσεις μας περιβάλλει και ενίοτε μας κάνει ηλεκτρονικά αιτήματα φιλίας. 
 
[...] Ο Τζόυς διάβασε το De l’ infinito universo e mondi του Μπρούνο και ένα από τα υπονοούμενα και ρητά αξιώματά του είναι ακριβώς εκείνο του πλήθους των κόσμων, ενωμένο με το εμφανέστατο αξίωμα της μεταμορφικής φύσης κάθε λέξης, κάθε έτυμου, διατεθειμένου να γίνει αμέσως «άλλο», να εκραγεί σε καινούργιες σημασιολογικές διαστάσεις. Και αν ο Μπρούνο κατέληξε σε αυτή την όραση του κόσμου δια μέσου της ανακάλυψης του Κοπέρνικου (και σε αυτή είχε δει την κατάρρευση της στατικής και περιορισμένης αντίληψης του κόσμου), ο Τζόυς μέσα από τον Μπρούνο, ήδη από την εφηβεία, ανακαλύπτει τον δρόμο για την αμφισβήτηση του σταθερού και οριοθετημένου κόσμου της Σχολαστικής.

Εκοφαντικό δοκίμιο! Όσοι έχετε διαβάσει τα περισσότερα έργα του Τζόυς και τα έχετε απολαύσει μερικώς, να διαβάσετε και αυτό το δοκίμιο του Ουμπέρτο Έκο. Στους υπόλοιπους, απλώς θα τρυπήσει τα τύμπανα και θα πονέσει τα μάτια τους. Όπως γράφει και ο επιμελητής του βιβλίου στο σύντομο σημείωμά του, πρόκειται για το κείμενο ενός στρυφνού αναλυτή για έναν στρυφνό συγγραφέα. Πολλές από τις ιδέες του Έκο είναι διαφωτιστικές και ενδιαφέρουσες (όπως και αρκετές από τις σημειώσεις στο τέλος του βιβλίου) και έχουν ισχύ και ομορφιά πολλά χρόνια μετά την συγγραφή τους. Ο Έκο ενδιαφέρεται για τις τεχνικές της ποιητικής στα έργα του Τζόυς, και αυτό το πεδίο το κατέχει άψογα. Με την ευκαρία να ξαναπώ, πόσο κρίμα είναι που τα δοκίμια του ίδιου του Τζόυς (έγραψε πολλές μελέτες όταν ήταν νέος που αποτέλεσαν την ιδεολογική βάση των πρώιμων έργων του) καθώς και εκατοντάδες δοκίμια άλλων που γράφτηκαν γι’ αυτόν, παραμένουν εκνευριστικά ανέκδοτα στην χώρα μας. Έχουμε ακόμα μία (πρόσφατη και πρόσφορη δικαιολογημένων ενστάσεων) μετάφραση των ποιημάτων του Μπωντλαίρ, αλλά καμία μελέτη προς στιγμήν για το πώς ο Μπωντλαίρ επηρέασε τον Τζόυς. 
 


Η έκδοση των εκδόσεων «Δελφίνι» είναι κομψή και λειτουργική, το εξώφυλλο του Αλέξη Κυριτσόπουλου εξαιρετικό, και η μετάφραση της Ειρήνης Στάθη και του Θόδωρου Στεφανόπουλου φαίνεται να είναι – κόντρα στα σημεία και τέρατα των καιρών – πολύ καλή. Δύο μικρά σημεία προς αποσαφήνιση θα μπορούσαν να είναι τα εξής: 1) Τα αρχικά όμως H.C.E σημαίνουν, μεταξύ των άλλων, Here Comes Everybody (“εδώ έρχεται ο καθένας” [ή “Ναοκαθένας”])(όπως το έχει αποδώσει η Μαντώ Αραβαντινού) και 2) Η πρώτη σημασία αυτής της φράσης, αυτή που θα αναδυόταν από την αναγωγή σε basic english, και από αυτά στα ελληνικά, θα ήταν πάνω κάτω... ενδεχομένως ο Έκο να γνώριζε την Μαντώ Αραβαντινού (απίθανο αλλά λέμε), γιατί όμως τόση πρεμούρα να δει/δούμε πώς θα αποδοθεί το απόσπασμα στα ελληνικά; Αυτές είναι προσθήκες των μεταφραστών ή του επιμελητή, ήπιες μεν αχρείαστες δε. Μια ακόμα υποσημείωση στις τόσες θα ήταν θεμιτή, από την άλλη και η απουσία αυτών των διευκρινίσεων δεν στερεί τίποτα από το κείμενο που διαβάζουμε. Ωστόσο, ένα παράρτημα στο τέλος του βιβλίου, εν είδει ευρετηρίου χωρίς παραπομπές, είναι η πιο σοβαρή παραφωνία. Παρευλάνουν ονόματα, ξένα και ελληνικά, με μία μικρή περιγραφή για την ζωή και το έργο των προσώπων. Όμως, όσο και αν έστυψα το μυαλό μου δεν κατάφερα να καταλάβω γιατί εμφανίζονται έτσι. Δεν έχουν αλφαβητική σειρά, δεν προηγούνται τα ξένα με τα ελληνικά να ακολουθούν, ή το αντίστροφο, ούτε καν εμφανίζονται στο παράρτημα με την σειρά που πρωτοεμφανίζονται στο βιβλίο. Απλώς κάποιος σκέφτηκε, στα τέτοια μου, θα τα βάλω όπως γουστάρω εγώ! Ο βιβλιοθηκονόμος μέσα μου εκνευρίζεται ελαφρώς αλλά ο τζοϋσικός αναγνώστης εντός μου, εκτός μου και επί ταυτά, βρίσκει την ιδέα αρκετά γοητευτική. 
 
[...] Μεταφέροντας το ζήτημα σε επίπεδο αφηγηματικών σχέσεων, μπορούμε να σημειώσουμε ότι στο παραδοσιακό μυθιστόρημα βρισκόμαστε ακριβώς στη θέση των ανοιχτών αιτιολογικών αλυσίδων, στις οποίες ένα γεγονός Α (για παράδειγμα, η απληστία του Δον Ροντρίγκο) μπορούσε αναμφισβήτητα να ειδωθεί σαν το αίτιο μιας ακολουθίας γεγονότων Β, Γ, Δ (φυγή των νεόνυμφων, απαγωγή της Λουτσία, εκπατρισμός του Ρέντζο), χωρίς να υπάρχει η πιθανότητα να αποδοθεί, για παράδειγμα, η απληστία του Δον Ροντρίγκο στο γεγονός ότι ο Ρέντζο θα έπαιρνε μια μέρα μέρος στη λαϊκή εξέργεση. Σε ένα βιβλίο όπως το Finnegans Wake διαπιστώνεται αντίθετα μια τελείως διαφορετική κατάσταση: σύμφωνα με το πώς γίνεται κατανοητός ένας όρος, αλλάζει ολοκληρωτικά η κατάσταση που εμφανίζεται σε προηγούμενες σελίδες και από το πώς ερμηνεύεται ένας υπαινιγμός, τίθεται σε αμφισβήτηση και παραμορφώνεται η ίδια η ταυτότητα μιας μακρινής παρουσίας. Το βιβλίο δεν τελειώνει επειδή άρχισε με ένα συγκεκριμένο τρόπο, αλλά μπορεί κανείς να πει ότι αρχίζει επειδή τελειώνει με το συγκεκριμένο τρόπο.

Σχόλια

  1. Αποπειρώμαι τώρα το Finnegans Wake, τη μετάφραση Ανευλαβή. Γνώριζε, κάτι παραπάνω από στοιχειωδώς, όλες αυτές τις γλώσσες ο Τζόυς? Πόθεν προκύπτουν οι υπονοημένες σημασίες χιλιάδων λεξιπλασιών και λογοπαιγνίων, που καλύπτουν κρυφοαναφορικά αντίστοιχα ιστορικά και λογοτεχνικά πεπραγμένα? Μιλωμύλος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλό κουράγιο με την επιλογή σου. Προβλέπονται άγρυπνες καλοκαιρινές νύχτες! Θα μπεις στο μάτι αυτών που θέλουν ένα χαλαρό βιβλίο για το καλοκαιράκι ;)

      Προσπάθησα και γω να διαβάσω την μετάφραση του Ανευλαβή αλλά με χάλασε το γεγονός ότι «στούμπωνε» όλες τις πιθανές ερμηνείες στις σύνθετες αλλά κομψές λέξεις του Τζόυς. Τι άλλο να σου κάνει και ο άνθρωπος όμως...! Σε βοηθάει λίγο να πιάσεις την «γενική ερμηνεία» της λέξης, αλλά σου στερεί το αισθητικό κομμάτι της. Πάντως το βιβλίο αξίζει γιατί έχει όλες τις πρωτότυπες λέξεις από κάτω, και γενικά σου δίνει μια καλή ιδέα του εγχειρήματος του Τζους. Θα προτιμούσα όμως, κάποιος μεταφραστής να προσπαθούσε να μεταφράσει κομμάτια του Φίννεγκαν (έστω 40 σελίδες, ας πούμε), πασχίζοντας να φτιάξει και ο ίδιος φιννεγκανικές λέξεις στα ελληνικά. Για να δούμε το μέλλον τι θα φέρει. Εκτιμώ πολύ όμως την προσπάθεια του Ανευλαβή, εννοείται.

      Δεν ξέρω ποιες από όλες αυτές τις γλώσσες κατείχε ο Τζόυς αλλά ούτε με νοιάζει. Όπως λέω στην ανάρτηση με συναρπάζει το γεγονός ότι ο Τζόυς έπαιρνε φιλοσοφικές θεωρίες, κομμάτια σκέψεων, θραύσματα γλωσσών και τα έκανε δικά του με έναν μοναδικό τρόπο. Ίσως σε έναν σύγχρονο πλέον συγγραφέα, αυτό να του χρεωνόνταν ως μειονέκτημα, αλλά γενικά το θεωρώ πολύ απελευθερωτικό και πάντα το εκτιμώ όταν το βρίσκω. Συγγραφείς, φτιάξτε αχταρμά, ναι, αλλά φτιάξτε ωραίο αχταρμά! :p

      Καλά ξεμπερδέματα στον χαόκοσμό σου!

      Διαγραφή
  2. εύσημα στον Ανευλαβή, συμφωνώ και εννοείται.
    όποια μεταφραστική προσέγγιση κι αν διάλεγε, θα απέκλειε μια άλλη. έχουμε να κάνουμε με το, κατά τεκμήριο, πιο αδιάβαστο και δυσκολοδιάβαστο λογοτεχνικό πόνημα. από τη μια, με τη μετάφραση χάνει κατευθείαν μεγάλο μέρος της αξίας του, από την άλλη τον ευχαριστούμε γι' αυτή τη μετάφραση, γιατί έτσι θα μπορέσουμε να προσεγγίσουμε, έστω και λίγο, ένα μνημειώδες έργο.

    προσπαθώ να θυμηθώ αν κάποιος μου είπε ότι διάβασε τον Οδυσσέα στα αγγλικά ή ήταν Όνειρο Θερινής Νυχτός. Από την πλευρά μου, για να είμαι σίγουρος, χάρισα μια δουβλινέζικη έκδοση του Bloom, αλλά χαλάλι της (της Molly's, της έκδοσης, όπως το δει κανείς..)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Κατανόηση και προσέγγιση του έργου θα μπορούσε να γίνει και μέσω μετάφρασης μελετών και δοκιμίων που αφορούν τα βιβλία του Τζόυς, εν προκειμένω του Finnegans Wake. Το δοκίμιο του Έκο, ας πούμε, είναι πολύ βοηθητικό ακόμα και σε κάποιον που δεν ξέρει τίποτα για την Αγρύπνια. Αλλά οι Έλληνες εκδότες δεν φαίνεται να ενδιαφέρονται.

      Επίσης, θα μου άρεσε φοβερά να αγοράσω για μένα μια πρωτότυπη έκδοση της Αγρύπνιας και να χαζεύω την αισθητική αρμονία των σύνθετων λέξεων. Αν πιεστεί κάποιος, θα μπορούσε να φτιάξει νοερά τέτοιες σύνθετες λέξεις που μάλιστα να έχουν και νοηματικό βάρος, στην γλώσσα του. Και αυτό είναι ωραίο σαν παιχνίδι. Θα το δοκιμάσω κάποια στιγμή (εννοώ να αγοράσω την πρωτότυπη έκδοση, όχι να γράψω δική μου Αγρύπνια!).

      «Δεν ενδιαφέρομαι για εργοστάσιο λογοπαιγνίων» του απαντούσε η Μις Γουήβερ όταν ο Τζόυς της έστελνε δείγματα της ακατανόητης γραφής μου. Εγώ πάλι, ευχαρίστως, θα ήθελα να ήμουν εργοστασιάρχης λογοπαιγνίων ;)

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ...