Χαρά μεγάλη νιώθω όταν φτάνουν τα νέα βιβλία στην βιβλιοθήκη. Ευλόγως θα με ρωτήσετε, πώς γίνεται να νιώθω χαρά κάτι τέτοιες στιγμές. Τι να πω, μερικές φορές αισθάνομαι ότι είμαι πραγματικά ανάλγητος απέναντι στην σκληρή ζωή· τη δική μου αλλά και γενικότερα. Ίσως γιατί τα βιβλία είναι η φωτιά που καίει μέσα μας για να εξισορροπήσει τις φωτιές που καίνε έξω από μας; Κάπως έτσι. Δεν έχει και σημασία άλλωστε. Σήμερα στην βιβλιοθήκη ήρθαν μια χούφτα παιδιά για μια προγραμματισμένη δημιουργική δράση, γεμάτα χαρά, γέλια, διάθεση για αστεία, ποδοβολητά. Κόντρα στο «εθνικό» πένθος, κάποιοι έπρεπε να τα υποδεχτούν με ανάλογα συναισθήματα και τα ίδια – ει δυνατόν – να διατηρήσουν αυτά με τα οποία ήρθαν. Συγγνώμη αλλά δεν μπορώ να νιώσω πένθος για ανθρώπους που δεν ξέρω. Πένθος νιώθεις μόνο για όσους ξέρεις. Το πένθος είναι μια τρόπον τινά χημική αντίδραση που κατακλύζει τον οργανισμό σου όταν αντιλαμβάνεσαι ότι από ανθρώπους που γνωρίζεις μένουν πλέον μόνο αναμνήσεις. Συγκίνηση νιώθω. Και ευαισθησία, επίσης, για μια ανθρώπινη τραγωδία τέτοιου μεγέθους. Δεν μπορώ όμως να αντιλαμβάνομαι την ζωή μου μόνο με το θυμικό, ακόμα και αν βρίσκομαι εν μέσω μιας θυμικής έξαρσης. Κάτι τέτοιο θα μου ήταν αφόρητο και απάνθρωπο. Μπορεί να μην έχω διαβάσει Τζέιν Ώστεν και να μην ξέρω καν τι πραγματεύεται στο βιβλίο της, αλλά το «Λογική και ευαισθησία» είναι ένα μότο που το θυμάμαι και το κουβαλάω πάντα μέσα μου, σε σχετικές ή άσχετες στιγμές. Και μιας και επιστρέψαμε στα βιβλία, ας μείνουμε σ’ αυτά.
Το βιβλίο του Έντουαρντ Γκόρεϋ είναι ένα μικρό, σκοτεινό, αμφίβολο βιβλίο παραδομένο στο non-sense και στον παραλογισμό. Και ανοικτό σε ατελείωτες ερμηνείες! Σκιτσαρισμένο θαυμάσια από τον ίδιο σε σταχτιές αποχρώσεις, ξεκινάει με ένα παράξενο πλάσμα που ξεπροβάλλει μια νύχτα από μια τεφροδόχο και ταλαιπωρεί μια οικογένεια… για να σας δώσω το έναυσμα για μια πρόχειρη ερμηνεία που θα κεντρίσει το ήδη εξημμένο θυμικό σας!
Ύστερα είδαν κατιτίς επάνω στην υδρία:
Η όψη του η αλλόκοτη έφερε ανησυχία.
Η όψη του η αλλόκοτη έφερε ανησυχία.
Ο συγγραφέας του, ένας εντελώς non-sense τύπος, εκκεντρικός και μοναχικός, λάτρης των γατών, των γούνινων παλτών και του μπαλέτου αντανακλά όλες εκείνες τις αντιθέσεις και τις (πιθανές) ερμηνείες που αργότερα πέρασαν και στα βιβλία του. Οι περισσότεροι ίσως τον γνωρίζετε από τις εικονογραφήσεις που έκανε στο βιβλίο του Έλιοτ «Το εγχειρίδιο της πρακτικής γατικής του Γερο-Πόσουμ» – γάτα, ο τύπος.
Το βιβλίο αποτελείται από 15 ευτυχή δίστιχα που σε συνδυασμό με τα υπέροχα σκίτσα του συνθέτουν μια ιστορία αλλόκοτης ομορφιάς. Ο Τιμ Μπάρτον αν το διάβασε ως παιδί θα είχε κατενθουσιαστεί! Είναι όμως βιβλίο για παιδιά, αυτό; Γιατί όχι! Οι εσωστρεφείς και οι οπαδοί του black metal πρέπει να έχουν κάποιες προσλαμβάνουσες, δεν νομίζετε; Το παιδί πρέπει να αναπτύξει μια ευρεία γκάμα συναισθημάτων και να μην είναι συνεχώς και βλακωδώς χαρούμενο. Το θέμα είναι τα όποια συναισθήματα αναπτύσσει στη μέρα του ένα παιδί (και ύστερα, ένας ενήλικας) να μην είναι επιβαλλόμενα – δεν ξέρω αν μπορείτε να με αντιληφθείτε την συγκεκριμένη περίοδο.
Είναι η απαρχή ενός παραμυθιού – μιας αλληγορίας ίσως – αφοπλιστικής απλότητας και οικουμενικής σημασίας, για τους καλλιεργημένους ανθρώπους κάθε ηλικίας και προέλευσης, αναγράφεται στο οπισθόφυλλο και προφανώς προέρχεται από το όμορφο επίμετρο του Patrick Mauries (αν και όσο και αν το έψαξα δεν μπόρεσα να εντοπίσω την φράση), μιας και δεν υπάρχει άλλη εισαγωγή ή επίλογος στο βιβλίο. Δεν κατάφερα μέχρι στιγμής να θεωρήσω βάσιμη την παραπάνω ερμηνεία, ωστόσο στη θέση της, ανέπτυξα δεκάδες άλλες καθότι το κείμενο όπως είπαμε, είναι πρόσφορο σε ερμηνείες. Το πλασματάκι κατσικώνεται στο σπίτι και ακόμα και 17 χρόνια μετά δεν λέει να ξεκουνήσει. Δεδομένου ότι ο Γκόρεϋ δεν εκτιμούσε (παρόλο που έγραφε για αυτά) τόσο τα παιδιά όσο τις γάτες του, ίσως να αναφέρεται σε αυτά, τους αμφίβολους επισκέπτες που σκάνε μύτη μια μέρα και αναστατώνουν όλη την ζωή της οικογένειας – αν το έγραφε για την Ελλάδα, το πλασματάκι θα έμενε 38 χρόνια στο σπίτι! Μπορεί πάλι να είναι η ανάμνηση ενός νεκρού που στοιχειώνει την ζωή των υπολοίπων ή ακόμα να είναι μια αλληγορία για την κατάθλιψη, ερμηνείες που επιβάλλονται κάπως και από την σκοτεινή εικονογράφηση. Και χίλια δυο άλλα «μπορεί», όρεξη να έχετε. Η έξοχη έμμετρη μετάφραση είναι του Σωτήρη Κακίση.
Και επειδή δεν θέλω να σας αφήσω με αυτή την μελαγχολική αίσθηση, δεν είμαι δα και κανένας σκληρόπετσος κρετίνος, θα σας προτείνω και ένα ακόμα βιβλίο, εντελώς άλλου ύφους αλλά το ίδιο φευγάτο με το πρώτο. Το ελαφρώς απορημένο πλασματάκι του Γκόρεϋ μού θύμισε τον κακόμοιρο «Λύκο που έπεσε από το βιβλίο του» – ο απόλυτος ορισμός της μεταμυθοπλασίας σε παραμύθι!! Το βιβλίο με δυο λόγια είναι γαμάτο – μην χρησιμοποιήσετε αυτή την φρασεολογία όταν το δίνετε στο παιδί σας! Φοβερό, απίθανο. Να διαβάζει η μάνα (που ξέρει τουλάχιστον τι είναι μεταμυθοπλασία) και του παιδιού να μην δίνει! Ώρες ώρες απορώ με τα θαυμάσια παραμύθια που κυκλοφορούν εκεί έξω, τις περισσότερες φορές όμως, γουρλώνω τα μάτια από τρόμο και φρίκη. Είχα δεν είχα, το γύρισα στο τέλος, στο επιβαλλόμενο συναίσθημα των ημερών.
Στις καμινάδες, φάνηκε, τ’ άρεσε να κοιτάει
και τα λινά του, τα λευκά παπούτσια να μαδάει.
και τα λινά του, τα λευκά παπούτσια να μαδάει.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Κουβεντολόι με μια μούμια!
Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.