Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Trip advisor


 
«Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία ενηλίκων που έχω διαβάσει, και γενικότερα που υπάρχουν. Ξεκάθαρα. Θεωρώ μεγάλο έγκλημα τις παιδικές διασκευές που έγιναν πάνω του – ακόμα μεγαλύτερο και από εκείνες που έγιναν πάνω στο κορμί του Μόμπι Ντικ. Μεγαλύτερο όλων όμως, παραμένει το έγκλημα στις συνειδήσεις αμέτρητων αναγνωστών που επιμένουν να το θεωρούν, διασκευασμένο ή μη, παιδικό βιβλίο. Τζόνι πάρε τ' όπλο σου (την πένα) και κυνήγα τους! Το μεγαλύτερο προσόν του βιβλίου είναι ότι έτσι όπως είναι γραμμένο, στην πρωτότυπη μορφή του, δεν χρειάζεται καμία διασκευή για να το απολαύσει ένα παιδί. Καταλαβαίνω εν μέρει γιατί ένα παιδί 4-5 χρόνων χρειάζεται να διαβάσει μια διασκευή του, αλλά δεν καταλαβαίνω, μα την Λιλιπούτη, γιατί ένα παιδί 10-12 χρόνων θα έπρεπε να διαβάσει μια διασκευή του – πάει, το κατέστρεψες, δεν πρόκειται να ξαναδιαβάσει Σουίφτ μέχρι τα βαθιά του γεράματα.
 
Ο Τζόναθαν Κόου το ξεκαθαρίζει μια και έξω στην διασκευή(!) που έκανε ο ίδιος για τα «Ταξίδια του Γκιούλιβερ»: [...] Ο Τζόναθαν Σουίφτ είπε κάποτε πως έγραψε τα Ταξίδια του Γκιούλλιβερ «μάλλον για να ενοχλήσει παρά για να διασκεδάσει τον κόσμο». Εννοούσε πως, παρόλο που ήξερε ότι η ιστορία ήταν διασκεδαστική, δεν ήταν αυτός ο κύριος λόγος που την έγραψε. Την έγραψε για να κάνει τον κόσμο να σκεφτεί. Εκτός των άλλων, διαβάζουμε στο μίνι βιογραφικό του Κόου, «Έχει γράψει δώδεκα βιβλία, μπλα μπλα, όμως ξέρει ότι δε θα γράψει ποτέ ένα βιβλίο τόσο όμορφο όπως τα Ταξίδια του Γκιούλλιβερ»!!! Παραλογισμός και αυτογνωσία, μια γροθιά! Οκ παιδιά, όπως νομίζετε, διασκευή... διασκευή, αν επιμένετε. Συνένοχο στο φόνο δε θα μ' έχετε! 
 
 
Η αρχική ιδέα είναι ομολογουμένως αξιόλογη. Η Scuola Holden και η Biblioteca Di Repubblica-L'Espresso έχουν επιλέξει κάποιες ιστορίες προς διάσωσιν και υπό την σκέπη της λογοτεχνικής σειράς «Save the story» και την συνεισφορά αναγνωρισμένων συγγραφέων που επαναφηγούνται αυτές τις ιστορίες, προσπαθούν να τις κάνουν ξανά προσιτές (π.χ “Η ιστορία Οι Λογοδοσμένοι του Αλεσσάντρο Μαντσόνι όπως την αφηγήθηκε ο Ουμπέρτο Έκο”). Το SAVE THE STORY είναι μια κιβωτός που περισώζει, στη χιλιετία μας, κάτι που πάει να ναυαγήσει στο παρελθόν. Τα αντικείμενα που, όπως αυτό το βιβλίο, φέρουν το σήμα... είναι είδη που κινδυνεύουν με εξαφάνιση. Κάπως βαρύγδουπη και ψωνίστικη δήλωση ειδικά όταν αναφέρεται σε βιβλία όπως Αντιγόνη, Βασιλιάς Ληρ, Έγκλημα και Τιμωρία, Γκιλγκαμές, Δον Ζουάν κλπ, τα οποία φυσικά και δεν κινδυνεύουν με εξαφάνιση αλλά απλώς περιμένουν υπομονετικά να ανακαλυφθούν εκ νέου, με ή (κυρίως) χωρίς την βοήθεια της Κιβωτού... ωστόσο της αναγνωρίζουμε μια κάποια χαριτωμενιά και πάμε παρακάτω.
 
Το ενδιαφέρον βρίσκεται στο πώς οι προσκεκλημένοι συγγραφείς αφηγούνται ξανά τις ιστορίες που τους έχουν ανατεθεί. Δηλαδή, πώς ο Αβραάμ Γεοσούα αντιλαμβάνεται μια διασκευή του βιβλίου του Ντοστογιέφσκι ή ο Ουμπέρτο Έκο του Μαντσόνι. Δεν ανατέθηκαν σε επαγγελματίες «διασκευαστές» αλλά δόθηκαν σε σπουδαίους συγγραφείς που (ενδεχομένως) αναμετρήθηκαν μαζί τους κατά την διάρκεια της συγγραφικής τους εξέλιξης και τώρα πρέπει να ανακατασκευάσουν μια παιδική αλλά εξίσου σοβαρή εκδοχή τους. Ένας αναγνώστης της συγκεκριμένης σειράς πιθανότατα δεν αντιλαμβάνεται τίποτα το ιδιαίτερο, όμως, έχει ένα ενδιαφέρον να πιστεύουμε ότι ίσως υπάρχει μία μυστική καλλιτεχνική σύνδεση πίσω από το παραπέτασμα των λέξεων. 
 
Παρόλο που αυτή η σειρά απευθύνεται σε παιδιά περίπου 10 ετών, μπορεί να αντλήσει μερική ευχαρίστηση ακόμα και ένας ενήλικας. Εκτός φυσικά από την περίπτωση Γκιούλιβερ, εκεί η Κιβωτός μπάζει νερά! Εξάλλου, τα είπαμε και στην αρχή αυτά. Η αφήγηση του Κόου είναι άψυχη, ελάχιστα δηκτική, και μοιάζει σαν μια ρηχή περιπέτεια, ερχόμενη σε εντυπωσιακή αντιδιαστολή με το πρωτότυπο κείμενο του Σουίφτ που δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια τρικυμιώδης περιπέτεια βαθύτητας! Η εικονογράφηση της Σάρα Όντι είναι μέτρια προς καλή, προσωπικά δεν ξετρελάθηκα. Η μετάφραση της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου, δροσερή και αξιόπλευστη . Η γενικότερη έκδοση του «Πατάκη» και περισσότερο η συγκεκριμένη σειρά, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον από άποψη αισθητικής και πρωτοτυπίας και νομίζω ότι θα την απολαύσουν όσα παιδιά έρθουν σε επαφή μαζί της. Προσοχή όμως, απαγορεύεται η επιβίβαση στον Γκιούλιβερ! Τι ταλαιπωρία έχει περάσει και αυτός ο καημένος!
 
Ο καημένος ο Γκιούλλιβερ! Όταν γύρισε στην Αγγλία από το πρώτο του ταξίδι, τη μικροσκοπική χώρα των Λιλλιπούτειων, όλα του φαίνονταν πελώρια. Όταν επέστρεψε από το Μπρομπντινγκνάκ, τη χώρα των γιγάντων, όλα του φαίνονταν μικρούτσικα. Αλλά η επιστροφή από τη χώρα των Χούινχνμ ήταν πολύ χειρότερη. Όπου κι αν κοιτούσε, έβλεπε ανθρώπους: ανθρώπους που του θύμιζαν εκείνους τους βρομερούς, επιθετικούς, άγριους Γιούχου. 
(...) Πού μοιάζουν περισσότερο; Στους Γιούχου ή στους Χούινχνμ; Τι από τα δύο είναι; 
Καμιά φορά, όμως, αναρωτιόταν και κάτι ακόμα πιο τρομακτικό: 
Κι εγώ, τι από τα δύο είμαι; 
 
 
Υ.Γ. 2666   Εγώ είμαι σίγουρα Γιούχου!!

Σχόλια

  1. Καταλαβαίνω τι λες για τις διασκευές αλλά δεν με πείθεις κιόλας! Αλήθεια εσύ όταν πήγαινες δημοτικό διάβαζες βιβλία; Εγώ διάβαζα και διάβαζα και διασκευές που ως ενήλικας αναζήτησα την κανονική έκδοση γιατί μου είχε αρέσει πολύ όταν ήμουν μικρή. Κάτι που σκοπεύω να κάνω με τον Τομ Σόγιερ μετά το βιβλίο του Γιαννακόπουλου που διάβασα.
    Αλήθεια πώς είναι μια δροσερή μετάφραση :Ρ
    Σε ζηλεύω που είσαι μέσα στα παιδικά βιβλία... Μπουχουχου κι εγώ θέλω το βιβλιοθηκονομάκι...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δε θυμάμαι πόσο και αν διάβαζα στο δημοτικό, αυτό που θυμάμαι όμως είναι ότι στην Ε' Δημοτικού μάς είχαν βάλει να διαβάσουμε διάφορα βιβλία κλασικής λογοτεχνίας, ανάμεσά τους φυσικά ήταν και ο Όλιβερ Τουίστ. Ε λοιπόν, ακόμα και σήμερα, δεν έχω καταλάβει πόσες ρημαδοσελίδες είναι αυτό το βιβλίο... 100, 250, 600; Και γενικά η σχέση μου με τον Ντίκενς καταστράφηκε (ελπίζω όχι ανεπανόρθωτα) από τότε.

      Η ένστασή μου σε αυτή την ανάρτηση (και σε συζήτηση που ακολούθησε στο φβ) έχει να κάνει αποκλειστικά με τον Τζόναθαν Σουίφτ και τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ -- ή ακόμα και με βιβλία ανάλογου ύφους, όπως Η Αλίκη στη χώρα των Θαυμάτων, ο Μάγος του Οζ κλπ. Ποιος ο λόγος να διασκευάσεις τέτοια βιβλία όταν οι ίδιοι οι συγγραφείς τους φρόντισαν μέσα στην σοβαρότητα των γραφομένων τους, να ενσταλάξουν όλη την παιδικότητα που διέθεταν για να κεντρίσουν παράλληλα και τις παιδικές ψυχές; Στην βιβλιοθήκη συνάντησα δυο τρεις άχαρες διασκευές της Αλίκης. Γιατί; Για να λέμε ότι την "διάβασε" ένα παιδί 3-4 ετών; Δεν μπορεί να περιμένει να την διαβάσει στα 8-9, όταν θα την εκτιμήσει και θα την αγαπήσει;

      Και να σου πω και κάτι να ζηλέψεις περισσότερο. Δεν έχω διαβάσει ποτέ μου τον Τομ Σόγιερ, παρότι λατρεύω τον Τουέην και διάβασα τα περισσότερα από τα έργα του, γιατί ποτέ δεν έβρισκα μια πλήρη μορφή του. Πρόσφατα πέρασε από τα χέρια μου η νέα πλήρης έκδοση του βιβλίου από Πατάκη (νομίζω) και μόλις ενσωματωθεί στην συλλογή θα το πάρω με την μία! Αυτή να ψάξεις και συ, φαίνεται υπέροχη, 600 χορταστικές σελίδες. Επίσης, δεχθήκαμε μια δωρεά και ανάμεσα στα βιβλία ήταν μια όμορφη έκδοση του Μάγου του Οζ -- επίσης δεν έχω διαβάσει, με τις τόσες άθλιες διασκευές που του έχουν γίνει. Αν και προσφάτως, βγήκε και από τις εκδόσεις Ερατώ.

      Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι πως με τις διασκευές βιβλίων, νομίζω ότι ισχύει ό,τι και με τις άλλες διασκευές (τραγουδιών, θεατρικών, κλπ)... στις 500 διασκευές μόνο 1 θα είναι υποφερτή, αν όχι αξιόλογη. Όπως ακριβώς θα γίνει με την επικείμενη διασκευή του Οδυσσέα του Τζόυς σε θεατρικό, θα βγει μεγάλη μάπα! Διάφορα έργα τέχνης έχουν τις ηλικίες τους και αυτό πρέπει να γίνεται σεβαστό. Δηλαδή, αν ένας 19χρονος αναγνώστης αδυνατεί να καταλάβει τον Οδυσσέα, πρέπει να του το κάνουμε διασκευή; Δε θα ήταν πιο λογικό να περιμένει να μεγαλώσει και να ωριμάσει για να ξαναπροσπαθήσει; Γιατί λοιπόν να εκφυλίζουμε ένα βιβλίο που προορίζεται εν τη γενέσει του για μια συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα, με σκοπό να το "κατανοήσει" μια εντελώς ανώριμη ακόμα, μερίδα αναγνωστών; Ειλικρινά, δεν το καταλαβαίνω.

      Διαγραφή
  2. Ποια έκδοση λες του Τομ Σόγιερ; έχω στο μυαλό μου μία από τις εκδόσεις Πατάκη αλλά δεν είναι καινούρια http://www.patakis.gr/viewshopproduct.aspx?id=588892. Αυτή πάντως έχω σκοπό να διαβάσω γιατί νομίζω την έχει η τοπική βιβλιοθήκη. Η αλήθεια είναι ότι το κάθε βιβλίο απευθύνεται σε κάποια κάποια ηλικιακή ομάδα και υπάρχουν πολλά βιβλία για την κάθε ηλικία, πολλές διασκευές είναι όντως μούφα, αλλά θεωρώ ότι υπάρχουν και κάποιες αξιόλογες που ένας έμπειρος αναγνώστης μπορεί να τις διακρίνει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δεν θυμάμαι καλά γιατί το είδα φευγαλέα αλλά αποκλείεται να ήταν μόνο 250 σελίδες, το θυμάμαι πάνω από 450 σελίδες. Την Δευτέρα θα το ψάξω και θα το δω. Ολόφρεσκο ήταν αλλά ίσως η έκδοση να ήταν παλιότερη χρονολογικά, δεν θυμάμαι.

      Δεν είμαι τελείως αντίθετος με τις διασκευές. Όμως οι περισσότερες δεν με συγκινούν. Σίγουρα κάποιες θα ξεχωρίζουν.

      Διαγραφή
    2. Έχεις δίκιο librarian, την ίδια έκδοση είδα και εγώ. Απλώς είναι μεγάλου σχήματος και μπερδεύτηκα και θεώρησα ότι είναι και μεγάλης έκτασης, πολύ παραπάνω δηλαδή από 300 σελίδες. Αυτή η έκδοση είναι του 2010 απ' ό,τι είδα. Εξαιρετική φαίνεται, να την διαβάσεις! Το ίδιο θα κάνω και εγώ.

      Διαγραφή
    3. Ήμουν σίγουρη ότι είχα δίκαιο γιατί πράγματι αυτή η έκδοση μοιάζει με πιο πολλές σελίδες, ίσως φταίει το χαρτί. Ναι, το έχω στα υπόψη.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Η λογοτεχνία ως μη βούληση και παράσταση

Το μέλλον δείχνει ότι σε λίγο καιρό θα παριστάνουμε ότι γράφουμε λογοτεχνία. Ο Τζήμας που παριστάνει τον Μπουκόφσκι που παριστάνει τον Φάντε που παριστάνει την Γιαδικιάρογλου. Η λογοτεχνία τρώει πολύ ξύλο, μπας και μάθει επιτέλους καλούς τρόπους και καταφέρει κάποτε να μπει στον παράδεισο. «Ήρθε ένας κύριος για τα ριντό. Ήταν αδερφή . Είχε νύχια που έλαμπαν κι ένα κασμίρ φουλάρι κάτω απ’ το σπορ σακάκι με τη ζώνη» . Θα γράφεται λογοτεχνία απίστευτα βαρετή, πολύ πιο βαρετή από όση υπάρχει ήδη. Οι υπερευαίσθητοι αναγνώστες θα μισούν ακόμα περισσότερο την ζωή τους γιατί θα την βλέπουν να μετατρέπεται σε αυτό που οι ίδιοι διορθώνουν. Οι άλλοι οι αναγνώστες, οι αναίσθητοι, θα αναπολούν μια λογοτεχνία που με τα υλικά που έβρισκες εντός της θα μπορούσες να αναδιαμορφώσεις την πραγματική σου ζωή – να μισήσεις, να νιώσεις θυμό, να βρίσεις, να σιχαθείς, να αποσυμπιεστείς τέλος πάντων για να μην σκάσεις. Αλλά το πρόβλημα είναι τελικά πιο απλό και εμφανές από όσο θέλουν να το παρουσιάζουν: της

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Οι αποσυνάγωγοι

  Το να γράφεις αλλόκοτη και παράδοξη λογοτεχνία δεν σημαίνει κιόλας ότι δεν έχεις συμβιβαστεί με μια εντυπωσιοθηρική παράσταση και έχεις παγιδευτεί εντός της. Το πιο παράδοξο που συναντάς πλέον σε πολλά λογοτεχνικά έργα είναι ότι τους λείπει η λογοτεχνία! Η λεγόμενη παράδοξη λογοτεχνία συνήθως παίζει επικίνδυνα με τα όρια της γραφικότητας, που υποτίθεται ότι η άλλη, κοινή λογοτεχνία τα αποφεύγει… χαχαχα, μπα σε καλό μου. Κανείς δεν γλυτώνει από την γραφικότητα αν δεν ξέρει τον τρόπο να το πετύχει. Ταρώ ρίχνει και ο Χοντορόφσκι ταρώ και ο Χαϊκάλης, ποντάρετε σωστά τα λεφτά σας. Σχεδόν πάντα, είναι το ίδιο δύσκολο και ψυχοφθόρο να είσαι αποσυνάγωγος όσο και να είσαι επίτιμο μέλος της συναγωγής . «Νόμιζα πως είμαι αυτό που είμαι, αλλά στην πραγματικότητα είμαι ακόμα αυτό που ήμουν. Κι αυτό που ήμουν δεν ξέρω τι είναι. Ίσως κάποια μέρα το μάθω. Τότε θα είμαι αυτό που θα είμαι, αλλά δεν θα είμαι πια αυτό που είμαι τώρα. Και το να πάψω να είμαι αυτό που είμαι τώρα, με φοβίζει και με τρομάζε

Ο ακρωτηριασμός της Δύσης

    Όσο διάβαζα το βιβλίο μού ερχόταν στο μυαλό μια εντυπωσιακή φράση του Κούντερα που υπάρχει στο δοκίμιο «Ο ακρωτηριασμός της Δύσης ή Η τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης» , καθώς και στις «Προδομένες διαθήκες» αν θυμάμαι καλά, που λέει ότι πλέον η ζωγραφική έγινε μια περιθωριακή τέχνη, ο κόσμος έπαψε να ενδιαφέρεται για αυτή όπως το έκανε όσο ζούσε ο Πικάσο και οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αναφέρουν έναν σύγχρονο ζωγράφο πια. Το ίδιο μπορεί κανείς να πει και για το σκάκι και αν όλα πάνε καλά (και κατά διαόλου) και για οτιδήποτε άλλο. «Μαζί με τον Αλιέχιν, ένας κόσμος πέθαινε. Ο θάνατός του δεν αφορούσε μόνο το σκάκι. Ο Αλιέχιν υπήρξε ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας κλάσης παικτών χωρίς δάσκαλο, αριστοκρατών χωρίς βασιλιά, ατόμων χωρίς υποστήριξη, πνευματικών ανθρώπων χωρίς ιδεολογία, πολιτών χωρίς σύνορα, βασιλέων της φαντασίας, ανθρώπων ανένταχτων… Τώρα που δεν υπήρχε πια, ποιος θα έπαιζε;» Ας παίξουμε με τις λέξεις, για την ώρα. Οι λέξεις chess και chase ηχούν πολύ όμοια

Γεύση πικραμύγδαλου

Να είσαι φαν του κουραμπιέ, να τον ξεκινάς με λαχτάρα και να σου σκάει πικραμύγδαλο. Κάπως έτσι ένιωσα με το συγκεκριμένο βιβλίο. Ήθελα πολύ να μου αρέσει. Αγαπώ την ιταλική λογοτεχνία (ειδικά την λίγο πιο παλιά, δεν έχω μελετήσει τόσο την σύγχρονη), βρίσκεται σταθερά στις τοπ λογοτεχνίες μου, συνθέτοντας πάντα δείγματα γεμάτα αισθητική κομψότητα και τόλμη μαζί, γιατί καλώς ή κακώς στη λογοτεχνία όλα τα υπόλοιπα οφείλουν να ακολουθούν∙ αν προηγούνται ή κυριαρχούν, δυναμιτίζουν την συνολική αξία του έργου και καταλήγεις να περιπλανιέσαι αμήχανος ανάμεσα σε λεκτικά ερείπια ενώ γνωρίζεις βέβαια ότι η λογοτεχνία είναι κατ’ αρχήν σκοτεινή και υπόγεια διαδρομή. Πρώτα θα γίνει ορυχείο, βαθύ και αδυσώπητο, και αν καταφέρει να βρει φλέβα ίσως εξορύξει και ό, τι πολύτιμο κουβαλά εντός της. Ο ήρωας του μυθιστορήματος «Πικρή ζωή» και άλτερ έγκο του Λουτσάνο Μπιαντσάρντι τα γνώριζε καλά όλα αυτά όταν ξεκίνησε να το γράφει αλλά προτίμησε να τα ξεχάσει γρήγορα, και μαζί και ο αναγνώστης την ελπίδα

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Mission impossible

  Η μοναδική αποστολή του βιβλιοθηκάριου (βιβλιοθηκονόμοι πλέον ρε Ορτέγκα, μας προσβάλλεις γαμώτο∙ ναι, ο φερετζές μάς έλειπε), τουλάχιστον στην Ελλάδα και για μια γεμάτη 25ετία, είναι να μην πεθάνει από την πείνα. Τα πάμε καλά, συνάδελφοι! Άλλος για μπαρ τράβηξε, άλλος για γραμματειακή υποστήριξη και άλλος στου ΟΑΕΔ τα ΚΟΧ αίμα και δάκρυα πίνει. Ευαισθητοποιημένοι πολίτες λένε συνεχώς να χαρίσουμε βιβλία στις βιβλιοθήκες μας, είναι ο πολιτιστικός μας πνεύμονας (με χρόνια βρογχίτιδα), το κράτος από την μεριά του λέει κανένα πρόβλημα, στα τέτοια μου, αλλά να ξέρετε όποτε χρειαστεί να κόψω χρήματα για τις εκλογικές διαφημίσεις θα τα πάρω από τις βιβλιοθήκες, no offense. Και η σχολή Βιβλιοθηκονομίας συνεχίζει να βγάζει εκατοντάδες επιστήμονες κάθε χρόνο σαν να μην υπάρχει αύριο (που δεν υπάρχει!), μια θλιβερή γραμμή παραγωγής από ρομποτάκια σε μια δυστοπική και λοβοτομημένη πολιτιστικά χώρα. Does that make sense? «Οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται από μια παράξενη τάση να τρέφονται, κυρίως, με

Ποίηση χωρίς τέλος

  Αυτή η χρονιά θα ξεκινήσει ακριβώς όπως τελείωσε: με ποίηση. Συλλεκτική ανάρτηση, σπάνια θα ξαναδιαβάσετε τέτοια. Σπάω την παράδοση (και το ρόδι)! Ακόμα σπανιότερα εντυπωσιάζομαι από ποιητές και ποιήματα. Δεν με συγκινεί η συμπύκνωση του λόγου όταν του λείπει ένα είδος «φλυαρίας» – ψάχνω ποιήματα που είναι αμετροεπή με έναν δικό τους τρόπο και ταυτόχρονα στοχευμένα και ουσιώδη. Ποιήματα που δεν πολυπαίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους καθώς τσαλαβουτούν χαρούμενα στον χυλό της ειρωνείας. Ποιήματα που, απ' ό,τι σωστά αντιλαμβάνεστε, δεν γράφει η πλειοψηφία των ποιητών. Με δυο λόγια, κυνηγώ το ανέφικτο. Αλλά, αυτό δεν κυνηγάμε όλοι στην έναρξη κάθε χρονιάς; Το φλουρί μου για φέτος – λίρα εκατό – ήταν η Βισουάβα ή Βισλάβα ή όπως αλλιώς, Σιμπόρσκα. Η παλιά ποίηση, η ορθόδοξη, είναι Εδώ!