Απέναντι
στην απλοϊκή και διόλου βαθυστόχαστη
βιβλική ρήση, “μακάριοι οι πτωχοί τω
πνεύματι” (που πέρα από την όποια αρχική
της πρόθεση, έχει καταλήξει να
χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει
εκείνους που δεν χρησιμοποιούν και πολύ
ικανοποιητικά το μυαλό τους παρά
αφήνονται σε μια χαυνωτική και ευχάριστη
άγνοια), ο θεωρητικός της λογοτεχνίας
Τζορτζ Στάινερ έχει να αντιτάξει Δέκα
(πιθανούς) λόγους για τη μελαγχολία της
σκέψης.
Παίρνοντας
ως δεδομένο τον ισχυρισμό του Σέλλινγκ
ότι η θλίψη είναι αδιαχώριστη από την
ανθρώπινη ύπαρξη, αποτελεί το σκοτεινό
θεμέλιο στο οποίο βασίζεται η ανθρώπινη
γνώση και πως η σκέψη είναι φορέας μιας
“βαθιάς, ακατάλυτης μελαγχολίας”, ο
Στάινερ σκαρφίζεται δέκα, πιθανούς όπως
χαρακτηριστικά αναφέρεται στον τίτλο,
λόγους για τους οποίους συμβαίνει αυτό.
Οι
σκέψεις που παρουσιάζονται σε αυτό το
μικρό δοκίμιο, είναι απολαυστικά εναργείς
και τρομακτικά βάσιμες. Ποιοι από εμάς
σκέφτονται την σκέψη και πόσο χρόνο
ημερησίως, αφιερώνουν σε αυτή τη
διαδικασία; Αυτή η πρόταση μού φαίνεται
αδιανόητη και ποτέ πριν την ανάγνωση
αυτού του βιβλίου, δεν προσπάθησα να
βρω απάντηση μέσω μιας συνειδητοποιημένης
πράξης στοχασμού. Έκτοτε, διαβάζω αυτό
το βιβλιαράκι τουλάχιστον μια φορά το
χρόνο και μελαγχολώ ακαταπαύστως, πριν,
κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος της
ανάγνωσης!
Από τους δέκα πιθανούς λόγους, ο κάθε αναγνώστης θα διαλέξει εκείνους που ανταποκρίνονται στην ιδιοσυγκρασία του. Εγώ, θα αναφέρω ενδεικτικά τρεις που με συγκλόνισαν. Αφού ο συγγραφέας φρόντισε από νωρίς να μας προειδοποιήσει ότι δύο είναι οι διαδικασίες που αδυνατούν να σταματήσουν οι άνθρωποι όσο είναι ζωντανοί: η αναπνοή (και αυτή ακόμα μπορείς να την περιορίσεις για ένα δυο λεπτά!!) και η σκέψη.
Ο
πρώτος λόγος είναι η ασύδοτη σπατάλη
της σκέψης. Σκεφτόμαστε όλη τη μέρα και
όλη τη νύχτα, με μόνη ενσυναίσθηση της
διαδικασίας της σκέψης για μερικές
φευγαλέες στιγμές. Είναι η επιδεικτική
κατανάλωση στη χειρότερη μορφή της.
Εκατομμύρια σκέψεις περνούν και χάνονται,
λίγες μονάχα αξίζουν την προσοχή μας.
Θα αρκούσε ίσως ένα “δελτίο σκέψης”
για καθορισμένες σκέψεις στην διάρκεια
της ημέρας, προσφιλές σενάριο στα έργα
επιστημονικής φαντασίας. Ωστόσο, ο
συγγραφέας βρίσκει ένα θετικό μέσα σε
όλη αυτή την σπατάλη. Η αναρχική, η
παιγνιώδης, η σπάταλη σκέψη είναι αυτό
που φοβούνται περισσότερο τα ολοκληρωτικά
καθεστώτα. Η ουτοπία της λογοκρισίας
είναι να διαβάζει όχι μόνο το κείμενο
αλλά και τις σκέψεις που το διαπερνούν
ή που κρύβονται πίσω του. Εξού και η
Οργουελική μεταφορά της “αστυνομίας
της σκέψης".
Ο
δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την
μοναδικότητα της σκέψης. Με την σκέψη
δίνουμε το παρών στον εαυτό μας. Ο
καθένας αντιλαμβάνεται τον εαυτό του
μέσω της σκέψης και κανένας δεν μπορεί
να διαβάσει τις σκέψεις αυτές, παρά τα
όσα ισχυρίζονται διάφοροι τσαρλατάνοι.
Συγγενείς, φίλοι, σύζυγοι δεν μπορούν
να διαβάσουν τις σκέψεις μας. Είμαστε
ικανοί να τις καμουφλάρουμε ή να τις
αποκρύψουμε ολότελα. Παραμένουν
απροσπέλαστες και μοναδικές, ίδιον του
εαυτού μας! Όμως, τι παράξενο! Παράλληλα,
είναι και τόσες κοινές. Δισεκατομμύρια
άνθρωποι έχουν κάνει τις ίδιες σκέψεις,
αποτελούν κοινό αγαθό. Η σκέψη είναι
κάτι υπέρτατα δικό μας· θαμμένο στα
απώτατα μύχια του είναι μας. Επιπλέον,
είναι και η πιο κοινή, η πιο φθαρμένη
και η πιο επαναλαμβανόμενη πράξη μας.
Αυτός και αν είναι λόγος για “βαθιά,
ακατάλυτη θλίψη"!
Και
τώρα, για να τριτώσουμε το κακό, ας
υποθέσουμε ότι αυτές τις μοναδικές/κοινές
σκέψεις μας επιθυμούμε να τις
γνωστοποιήσουμε στους γύρω μας. Τότε
θα διαπιστώσουμε ότι προσκρούουμε σε
ακαθόριστα αλλά ανυποχώρητα γλωσσικά
τείχη. Ο ποιητής, ο διανοούμενος, οι
δάσκαλοι της μεταφοράς γρατζουνούν
αυτά τα τείχη. Ο κόσμος όμως, ο μέσα μας
όσο και ο έξω, μουρμουρίζει λέξεις που
δεν μπορούμε να τις καταλάβουμε. Με
θλίψη παραδεχόμαστε ότι η σκέψη
συγκαλύπτει τόσα όσα αποκαλύπτει, ίσως
και πολύ περισσότερα.
Το
βιβλίο φαίνεται να αποδεικνύει ότι και
αυτοί οι “πτωχοί τω πνεύματι” της
πρώτης παραγράφου δείχνουν να σκέφτονται
όπως όλοι μας και ίσως γι' αυτό δε θα
έπρεπε να βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση
μακαριότητας, στην οποία τους τοποθετεί
η βιβλική ρήση. Όλοι ζούμε τη ζωή μας
σε μια ακατάπαυστη παλίρροια της σκέψης
και σ' ένα μάγμα πράξεων της σκέψης, αλλά
μόνο μια πολύ περιορισμένη μερίδα του
ανθρώπινου είδους προσφέρει την απόδειξη
ότι σκέφτεται (...) η ικανότητα να τρέφει
κανείς σκέψεις ή ίχνη σκέψεων είναι
καθολική... η ικανότητα όμως να κάνει
κάποιος σκέψεις που αξίζει τον κόπο να
γίνονται, πόσο μάλλον να διατυπώνονται
και να διατηρούνται, είναι συγκριτικά
σπάνια (...) λίγοι ξέρουμε πώς να σκεφτόμαστε
για κάποιον απαιτητικό, πόσο μάλλον
πρωτότυπο, σκοπό... ακόμα λιγότεροι
μπορούμε να επιστρατεύσουμε όλη την
ενέργεια και το δυναμικό της σκέψης και
να τα κατευθύνουμε στη λεγόμενη
αυτοσυγκέντρωση ή εμπρόθετη διαίσθηση
(...) δεν υπάρχει δημοκρατία για την
ιδιοφυΐα, μόνο μια τρομερή αδικία και
ένα θανάσιμο βάρος.
Αυτή
η ανισορροπία, μαζί με τις συνέπειές
της, η έλλειψη προσαρμογής της μεγάλης
σκέψης και της δημιουργικότητας στα
ιδανικά της κοινωνικής δικαιοσύνης,
παρουσιάζεται στο βιβλίο ως η “ένατη
πηγή μελαγχολίας”. Νομίζω ότι, η ιστορία
έχει δείξει, μαζί και με τα πρόσφατα
θλιβερά περιστατικά (Σημ.: πάντα θα υπάρχουν,
πρόσφατα θλιβερά περιστατικά, και έτσι δεν
χρειάζεται καν να απαλείψω αυτή την
φράση ως ανεπίκαιρη!), ότι αυτή η
ανισορροπία είναι μόνιμη πηγή μελαγχολίας.
Υ.Γ. 2666 Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε, μετά από πολλή σκέψη, στο μπλογκ Διαβάζοντας.
συμπληρώνω, παιγνιωδώς σκεπτόμενος, ότι ο φίλος μου (και λιγότερο δικός σου απ ότι θυμάμαι) A.K. αντιτείνει στον G.O. ότι η αστυνομία της σκέψης έχει ήδη προσεγγίσει την ουτοπία της. η ανεξάρτητη σκέψη καθιστά κάποιον μειονότητα και εν δυνάμει νευρωτικό (ας το διασκευάσουμε επί το μελαγχολικότερο). ακόμα και σε περιπτώσεις που το δίκιο είναι με το μέρος του καταφανέστατα, απέναντι είναι μια κοινώς παραδεδεγμένη και άρα αξεπέραστη παράλογη "αλήθεια". "ένα μόνο σκαλοπάτι χωρίζει τον ασυμβίβαστο απ τον μανιακό. και η εχθρική πίεση της κοινωνίας δίνει τη σπρωξιά"
ΑπάντησηΔιαγραφήΝ
Αγαπητέ Ν.,
Διαγραφήλυπάμαι αλλά δεν νομίζω ότι κατάλαβα ευκρινώς τα κρυπτογραφημένα όνοματα, άρα μόνο υποθέσεις μπορώ να κάνω για την πηγή τους. Αν θες, μπορείς να με διαφωτίσεις περισσότερο, αν όχι, δεν πειράζει.
Ο παραπάνω συλλογισμός δεν έρχεται σε αντίθεση με την σκέψη του Τζόρτζ Στάινερ ούτε με του Όργουελ - κυρίως, την συμπληρώνει θαυμάσια. Η παράλογη αλήθεια της κοινωνίας πάντα (θα) είναι πιο δυνατή από ένα λογικό ανεξάρτητο μυαλό! Η ωραία φράση που περικλείεις σε εισαγωγικά στο τέλος, σε ποιον ανήκει; Στον Όργουελ;
είναι από το "ο κομισάριος και ο γιόγκι" του Koestler, το οποίο συστήνεται ανεπιφύλακτα..
ΑπάντησηΔιαγραφή