Έχω προκατάληψη με την λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία και συνήθως κρατάω ομπρέλα γιατί τις περισσότερες φορές που έπιασα βιβλία τους μετά από λίγο έριχνα κάτι χασμουρητά ωσάν να είχα στόμα κροκόδειλου. Μετρημένες οι εξαιρέσεις. Ετούτο το βιβλιαράκι εδώ μου το πρότεινε η βιβλιοπώλισσά μου και επειδή είχε μόνο φράγκα εφτά (με την ισοτιμία βγαίνει περίπου έντεκα ευρώ) είπα να το αγοράσω. Και δεν το μετάνιωσα καθόλου. Σπανίως παρασύρομαι από τις προτάσεις των άλλων. Ξέρω καλά πια ότι αρκεί μια ματιά για να επιλέξω ή να απορρίψω ένα βιβλίο ό,τι και αν μου πουν οι άλλοι. Αλίμονο σε αυτούς που διαλέγουν βιβλία μέσα από τα αλλήθωρα μάτια τρίτων. Από την άλλη, ενίοτε χρειάζεται να θρέφεις και τις προκαταλήψεις των άλλων, Αστείος φαίνεται αυτός, ειρωνικός και αλλόκοτος, ας του πλασάρουμε αυτό το συγκεκριμένο βιβλίο – το μεροκάματο να βγαίνει, παιδιά. «Βιοπορίζομαι από τις προκαταλήψεις των άλλων. Δεν βγάζω πολλά κι η δουλειά είναι αρκετά σκληρή».
Τα διηγήματα του Φερνάντο Σορεντίνο ήταν μια ακραία αποκάλυψη. Μου θύμισαν εντονότατα τα εξαίσια βιβλία του Αχιλλέα ΙΙΙ και πολύ χάρηκα για αυτό. Θα ήταν ωραίο κάποτε στο μέλλον ο ένας συγγραφέας να διάβαζε τα βιβλία του άλλου και εύχομαι ολόψυχα να γίνει. Σε αυτή την μοναδική συλλογή που κυκλοφορεί στα ελληνικά (δεν μπορώ να πιστέψω ότι δε θα βγουν άλλες, κανονίστε την πορεία σας) συγκεντρώνονται τα πιο μικρά διηγήματα του Σορεντίνο από διάφορες συλλογές του – τίτλος μιας εξ αυτών είναι και ο τίτλος που έδωσα στην ανάρτηση – και μοναδικό σκοπό έχουν να διασκεδάσουν τους αναγνώστες. Σοκαριστήκατε και εσείς έτσι; Με το δίκιο σας, η λογοτεχνία τείνει να γίνει το ίδιο σκατά με τις ζωές μας, σπάνια βρίσκεις κάτι διασκεδαστικό πια. «Η αγαπημένη μου διασκέδαση είναι να αφήνω την σκέψη μου να περιπλανιέται ελεύθερα. Δεν έχω κανέναν φόβο, ούτε φιλοδοξίες. Με δυο λόγια, είμαι σχετικά ευτυχισμένος».
Γραμμένα απλά έως και απλοϊκά, χωρίς ίχνος διδακτισμού (με εξαίρεση το διήγημα «Διδακτικό παραμύθι»!!) και με πλήθος ενοχλητικών και αντιδημοφιλών ζώων (φίδια, σκορπιοί, κατσαρίδες, αράχνες, τζιτζίκια, κροκόδειλοι, αλλόκοτα κουνέλια, κλπ) να παρελαύνουν από τις σελίδες τους, συνθέτουν ένα άκρως ιδιοσυγκρασιακό αποτέλεσμα που θα ικανοποιούσε απόλυτα ένα παιδί και ένα μη παιδί. Με ελάχιστες τροποποιήσεις άνετα θα μπορούσαν να διαβαστούν σε ένα παιδί και πιστεύω ότι η φαντασία του Σορεντίνο θα το έκανε να νιώσει πολύ όμορφα. Από την άλλη, και παρά τις διαβεβαιώσεις και τις αντιρρήσεις του συγγραφέα ότι το μόνο που πασχίζει να πετύχει με τις ιστορίες του είναι να διασκεδάζει, η υπόρρητη ειρωνεία και οι λεπτοδουλεμένοι υπαινιγμοί του, δεν αφήνουν αμφιβολίες ότι πρόκειται για κάτι περισσότερο. Όπως τα εξηγεί ο μεταφραστής Λευτέρης Μακεδόνας στο εξαιρετικό επίμετρο, ο Σορεντίνο μέσα από αυτές τις ιστορίες που κινούνται ανάμεσα στην πραγματικότητα και την φαντασία, με πολλές φορές αδιόρατο το μεταξύ τους σύνορο, στηλιτεύει και χλευάζει τον άνθρωπο ο οποίος μέσα από ματαιοδοξίες και πηχτή βλακεία, είναι ανίκανος να αποδεχθεί τον Άλλο (με κεφαλαίο Α, είναι πιο κουλτουρέ έτσι, όπως λέει και ένας φίλος) αν πρώτα εκείνος δεν τον υποτάξει με διάφορα τεχνάσματα, τα οποία εξάλλου δεν σχεδίαζε εξ αρχής να θέσει σε εφαρμογή.
[…] «Σε κάθε περίπτωση, αυτός ο Άλλος στον Σορεντίνο δεν είναι ένας άνθρωπος, αλλά το ζώο-προέκταση του εαυτού μας. Μια οντότητα, η οποία αρχικά μας παρουσιάζεται ως εντελώς ανοίκεια και ξένη προς ό,τι γνωρίζουμε, όμως σταδιακά, μας αποκαλύπτεται ως απολύτως οικεία κι αναπόσπαστη από αυτό που είμαστε, βιολογικά και ψυχολογικά. Η εξοικείωσή μας μ’ αυτήν κι η πλήρης αποδοχή της ως συστατικού μέρους του (ανθρώπινου) εαυτού μας θα επιτευχθεί μόνο στο τέλος μίας μακράς και επώδυνης διαδικασίας γνωριμίας, συμφιλίωσης και τελικά εθισμού σ’ αυτήν. Ακόμη περισσότερο, πρόκειται συνήθως για μια ζωική υπόσταση μεταλλαγμένη, παραμορφωμένη, η οποία διατηρεί μεν κάποια από τα γνωστά σε εμάς μορφολογικά και συμπεριφορικά χαρακτηριστικά υπαρκτών ζώων, αποκλίνει ωστόσο σημαντικά από την όποια «κανονικότητα» του ζωικού βασιλείου, τουλάχιστον όπως μας την περιγράφουν τα επίσημα εγχειρίδια ζωολογίας που διαθέτουμε».
Η αλήθεια είναι ότι τα διηγήματα του Σορεντίνο λειτουργούν πολύ ύπουλα και παρόλο που δεν ξεπερνούν τις 100 σελίδες, μου πήρε αρκετό χρόνο να τα διαβάσω και να τα αφομοιώσω. Αυτό σίγουρα έρχεται σε σύγκρουση με την απλότητα της γραφής του και με την αρχικά αμφίθυμη διάθεση του αναγνώστη που δεν ξέρει αν διαβάζει όντως κάτι αξιόλογο ή όχι. Γεγονός παραμένει ότι πρόκειται για έναν καταπληκτικό συγγραφέα που χάρηκα που γνώρισα με μια ιδιάζουσα μεν αλλά κοινωνικά πολύ εύστοχη λογοτεχνία που όσο λιγότερα λέει τόσο περισσότερα εννοεί, και ας μην το παραδέχεται. Δεν θα κερδίσει ποτέ μεγάλα βραβεία και γι’ αυτό και μόνο θα άξιζε την προσοχή σας. Η πολύ καλή μετάφραση και το επίμετρο ανήκουν στον Λευτέρη Μακεδόνα, που δεν μπορεί να κρύψει και καλά κάνει, την αγάπη του για τον Σορεντίνο. Το σκίτσο στο εξώφυλλο είναι του Huadi. Η συνολική έκδοση του «Βακχικόν» είναι κομψή με μοναδικό ελάττωμα ότι λειτουργεί σαν ορεκτικό όταν εμείς πεινάμε για τέτοια λογοτεχνία. Τι είμαστε γαμώτο, πολυθρύλητοι τουρίστες να φάμε μια χωριάτικη στα τέσσερα; Πέτα εκεί χάμω τα φαγητά στο τραπέζι και ας μείνουν στο τέλος (ούτε καν). Αναμένουμε με χαρά τις επόμενες εκδόσεις. Το υποσχεθήκατε τώρα!
[…] «Τα διηγήματα αυτά δεν αντιστοιχούν σε μία βασανισμένη ή/και σπαρακτική συνείδηση. Δεν έχουν γραφτεί με αίμα, αλλά – ανάλογα με την περίπτωση και τις συνθήκες – με στυλό, στυλογράφο, γραφομηχανή ή ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Δεν ανήκει στις προθέσεις μου το να κάνω κάποιου είδους συμβολισμό ή αλληγορία για το οτιδήποτε, δεν φιλοδοξώ να σου μεταδώσω κανένα διδακτικό μήνυμα, δεν επιδιώκω να σε μετατρέψω σε έναν καλύτερο άνθρωπο, ούτε επιχειρώ να ταρακουνήσω το πνεύμα σου ούτε, ακόμη λιγότερο, να σε επηρεάσω υπέρ κάποιας συγκεκριμένης πολιτικής, κοινωνικής ή φιλοσοφικής άποψης.
Αντιθέτως, θα με θεωρούσα ιδιαίτερα ικανοποιημένο, εάν έβρισκες σ’ αυτές τις σελίδες μια ευχαρίστηση, ανάλογη αυτής που εγώ έχω βιώσει διαβάζοντας τις ιστορίες συγκεκριμένων αγαπημένων συγγραφέων».
Δεν ανήκει στις προθέσεις μου το να κάνω κάποιου είδους συμβολισμό ή αλληγορία για το οτιδήποτε, δεν φιλοδοξώ να σου μεταδώσω κανένα διδακτικό μήνυμα, δεν επιδιώκω να σε μετατρέψω σε έναν καλύτερο άνθρωπο, ούτε επιχειρώ να ταρακουνήσω το πνεύμα σου ούτε, ακόμη λιγότερο, να σε επηρεάσω υπέρ κάποιας συγκεκριμένης πολιτικής, κοινωνικής ή φιλοσοφικής άποψης.
Αντιθέτως, θα με θεωρούσα ιδιαίτερα ικανοποιημένο, εάν έβρισκες σ’ αυτές τις σελίδες μια ευχαρίστηση, ανάλογη αυτής που εγώ έχω βιώσει διαβάζοντας τις ιστορίες συγκεκριμένων αγαπημένων συγγραφέων».
Καημένε Σορεντίνο, δεν έχεις μπει ποτέ φαίνεται σε βιβλιοφιλικές ομάδες να δεις πώς μιλάνε οι περισσότεροι για τις συγγραφικές κενοδοξίες τους!
☺️
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαίρομαι ιδιαίτερα που σου άρεσε το βιβλίο! Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια!
ΑπάντησηΔιαγραφήΛ. Μακεδόνας.
Εγώ ευχαριστώ για την ωραία μετάφραση. Ναι, μου άρεσε πολύ το βιβλίο του. Ελπίζω να εκδοθούν και άλλα δικά του.
ΔιαγραφήΑν και είμαι ψεκασμένος από πραγματικά φυτοφάρμακα -καθώς γεννήθηκα κοντά στα θερμοκήπια στο Τυμπάκι- θα σας ζητούσα να μην με απομακρύνετε παρακαλώ... Βρίσκομαι εδώ να σχολιάσω καθώς είμαι λάτρης της ομπρέλας. Όπου βρεις ιστολόγιο που έχει τίτλο την ομπρέλα κάπου μέσα θα με συναντήσεις... Στην περίπτωσή μας κύριε Μακεδόνα έχετε κάνει μια εξαιρετική μετάφραση που αναδεικνύει πλήρως το νόημα του κειμένου. Σας ευχαριστώ θερμά!
ΑπάντησηΔιαγραφή