Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μετακίνηση 6

 
Να είσαι Ελβετός συγγραφέας σε καιρό καραντίνας είναι κάπως δύσκολο· οι σοκολάτες τους πολύ ακριβές, τα ρολόγια τους για να χαζεύεις ασκόπως τα δευτερόλεπτα να περνούν απλησίαστα και το μόνο που σου μένει να κάνεις για να μην τρελαθείς είναι να γυρίζεις τις νύχτες (πριν την απαγόρευση κυκλοφορίας) και να χορεύεις στις άδειες χιονοδρομικές πίστες. Μετακίνηση 6, λοιπόν. Τι, μόνο εμείς θα τρέχουμε στον Χορτιάτη να δούμε το χιόνι, έχουν και οι Ελβετοί δικαίωμα στην ευτυχία. Δεν θα τον τρελάνετε εσείς! Ο Βάλζερ πριν πει το θεϊκό ότι «εκεί βρισκόταν όχι για να γράφει αλλά για να είναι τρελός» πρόλαβε και έγραψε κάποια ωραία πραγματάκια. Το βιβλία του χαλαρά κάνουν περίπατο ανάμεσα στα υπόλοιπα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. «Η ακρίβειά μου αποτελούσε πραγματικό αριστούργημα. Και είναι γνωστό πόσο σπάνια είναι τα αριστουργήματα».
 
Το βιβλίο του Βάλζερ είναι κάπως παράξενο και ιδιότροπο. Αναγνωρίζω ότι αυτό το έχω υποστηρίξει για πολλά βιβλία κατά διαστήματα και είτε διαβάζω όντως παράξενα βιβλία είτε έχω απλώς τις παραξενιές μου – δεν θα τα χαλάσουμε τώρα στα μισά του δρόμου αναγνώστες μου, μια χαρά πορευόμασταν πλάι πλάι. Στην παρούσα φάση, εντόπισα μία καίρια φράση στην μικρή αλλά ουσιώδη εισαγωγή της Αγορίτσας Μπακοδήμου που ενισχύει τον συλλογισμό μου· «η προσποιητή αφέλεια στη θέαση της πραγματικότητας». Εδώ κρύβεται όλο το ζουμί του βιβλίου γιατί αυτή η κατασκευασμένη αφέλεια αν δεν γίνει εξ αρχής αποδεκτή από τους αναγνώστες θα δυσκολέψει την περάτωση αυτής της φαινομενικά απλής αλλά εν τέλει απαιτητικής νουβέλας. Αυτή η αφέλεια με έκανε σποραδικά και μένα να αμφιταλαντεύομαι αν πρόκειται για αριστούργημα ή είναι μόνο ένα καλό βιβλίο. Αλλά δεν είμαι αφελής, φυσικά και πρόκειται για αριστούργημα! 
 
[…] «Ελπίζω ότι δεν θα προκληθεί κάποιου είδους αποξένωση αν ομολογήσω ότι γράφω αυτές τις, υποθέτω, χαριτωμένες και εκλεπτυσμένες φράσεις με μια γερμανική πένα από το Αυτοκρατορικό Ανώτατο Δικαστήριο. Δια ταύτα και η συντομία, η σαφήνεια και η οξύνοια της γλώσσας μου, που σε συγκεκριμένα σημεία γίνεται αρκετά διακριτή, και για την οποία ουδείς τώρα είναι αναγκαίο να αναρωτιέται».
 
Το χιούμορ και η λεπτή σάτιρα είναι διάσπαρτα καθόλη την διαδρομή, όπως και η ανεξήγητη γραφή που να λύσει προσπαθεί ο αναγνώστης. Ο Βάλζερ μας περιγράφει έναν περίπατο που κάνει και ταυτόχρονα μας πληροφορεί για τις σκέψεις που σκέφτεται να αποτυπώσει στο χαρτί στο μέλλον ή το έχει ήδη κάνει και τώρα μας τις αναλύει, με τον τίτλο «Ο περίπατος» – αυτό μένει κάπως αξεδιάλυτο ή έστω μετέωρο μπροστά σε όσα καταπληκτικά μας εξιστορεί. Ο μοντερνισμός, δηλαδή, κάνει βόλτα μαζί του! Ο Βάλζερ πέθαινε για περιπάτους· εξάλλου τον βρήκαν νεκρό στα χιόνια κατά την διάρκεια ενός συνηθισμένου περιπάτου. Δεν είναι ο τύπος της φλανέρειας λογοτεχνίας που μας έχει χαρίσει υπέροχα βαρετά δείγματα ανά τα χρόνια· Τι είδα περπατώντας στην Πλάκα. Πλάκα με κάνεις ρε φιλαράκι! Ο Βάλζερ είναι ο γοητευτικός εκείνος τύπος που θα έτρωγε πρόστιμο 300 ευρώ για άσκοπη μετακίνηση ακόμα και αν ο περίπατός του είχε όντως σκοπό. Γιατί ο σκοπός του εδώ είναι η υψηλή λογοτεχνία και σχεδόν σε κανέναν δεν αρέσει αυτή η στάση ζωής.
 
[…] «Ξέρετε ότι εργάζομαι επίμονα και σκληρά με το μυαλό μου, και ότι πολύ συχνά είμαι, υπό την καλύτερη έννοια, ενεργός ενώ συνάμα δίνω την εξωτερική εντύπωση του αμέριμνου και άεργου, του αμελή, του ονειροπόλου και οκνηρού αλήτη, που είναι χαμένος στα απέραντα βάθη του ουρανού ή της γης, προκαλώντας τη χειρότερη εντύπωση, ομοιάζοντας με αργόσχολο και επιπόλαιο άνθρωπο που στερείται κάθε είδους υπευθυνότητας;» 
 
Η έκδοση του «Γαβριηλίδη» όπως οι περισσότεροι περιμένατε απογοητεύει και πάλι. Με μια προσεκτική ανάγνωση άλλαξε ήδη τέσσερα σχήματα και κρατιέται με κόπο από όπου μπορεί – σίγουρα όχι από το εξώφυλλο που είναι ήδη ετοιμόρροπο. Τα είχα ξαναπεί με αφορμή ένα θαυμάσιο βιβλίο και δεν άλλαξε καθόλου η γνώμη μου, ούτε για το βιβλίο ούτε για τις εκδόσεις. Επίσης, η συγκεκριμένη έκδοση είναι δίγλωσση και όσο και αν θεωρώ όμορφες υπό προϋποθέσεις τις δίγλωσσες εκδόσεις – ιδανικά όταν συνοδεύονται από ωραίο περιτύλιγμα, που δεν συνέβη εδώ – δεν μπορώ να καταλάβω τον λόγο που η συγκεκριμένη νουβέλα είναι δίγλωσση πέρα από την προφανή αύξηση του κόστους του βιβλίου, ευτυχώς δηλαδή που η λογοτεχνική του αξία τελικά εξισορροπεί τις όποιες ανισορροπίες, ακόμα και αν ερχόταν σε μία μόνο γλώσσα. Θα χαρούν οι γερμανόφωνοι με αυτή την κίνηση, προφανώς, αλλά τουλάχιστον θα περίμενα μια σκέψη στην εισαγωγή γιατί επιλέχθηκε η δίγλωσση αποτύπωση. Τέλος πάντων, αυτοί ξέρουν, εμείς πληρώνουμε. Η μετάφραση της Αγορίτσας Μπακοδήμου και Τέο Βότσου είναι εξαιρετική, (αισθάνεσαι ότι) αντιλαμβάνεσαι και θαυμάζεις όλη την λεκτική μαεστρία του Βάλζερ. Όσοι πάλι είστε σχολαστικοί, δίπλα είναι το πρωτότυπο, κάνετε την σύγκριση.  

Άκου μάνα, είμαι active member της κοινωνίας:

[…] «Εν ολίγοις, διαμέσου του στοχασμού, της περισυλλογής, της αναζήτησης, της ανασκαφής, της σκέψης, της γραφής, της εξέτασης, της έρευνας και του περπατήματος, κερδίζω το καθημερινό ψωμί μου, ιδροκοπώντας εξίσου με κάθε άλλον άνθρωπο. Ενώ μπορεί να διαθέτω ξέγνοιαστο ύφος, είμαι εξαιρετικά σοβαρός και ευσυνείδητος, κι εκεί που δείχνω ευαίσθητος και ονειροπόλος, δεν είμαι παρά ένας προσγειωμένος ειδήμονας»!

Θεωρώ αυτό το βιβλίο σπουδαίο, ίσως και περισσότερο από τα υπόλοιπα βιβλία του. Εδώ εντυπώνεται και συμπυκνώνεται η κοσμοθεωρία του Ελβετού με αρτιότατο τρόπο· γλυκιά σαν σοκολάτα και δουλεύει ρολόι! Θα ολοκληρώσω αυτή την ανάρτηση με μια ταυτολογία. «Ω, πόσο όμορφη είναι η ομορφιά, και πόσο γοητευτική η γοητεία»! 

 


Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με! 

Μισή εντροπία δική μου

  Το να διαβάζεις αδιαμεσολάβητα Πύντσον είναι ένας ανελέητος και μακράς διαρκείας διανοητικός καύσωνας για τον οποίο κανένα επικαιροποιημένο ή μη δοκίμιο δεν μπορεί να σε προειδοποιήσει επαρκώς∙ και το δοκίμιο του Θανάση Μήνα, παρά τις αρετές του, κάνει ακριβώς αυτό. Το συγκεκριμένο δοκίμιο στηρίζεται σε ένα δίπολο: το εξώφυλλο ανεβάζει ψηλά τις προσδοκίες του αναγνώστη και το τίμιο οπισθόφυλλο τις καταποντίζει – σύμφωνα με έναν απόκρυφο νόμο της θερμοδυναμικής που γνωρίζουν Εκείνοι και ίσως και Εγώ, το αποτέλεσμα τείνει τελικά προς την αταξία. Σχετικό χάος, συγυρισμένο ωστόσο!