Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Δεν τρώγεται


Ας γράψω και γω την κριτική μου για την «Χορτοφάγο» για να φάμε τις σάρκες μας καλοκαιριάτικα, όλο χορτοφαγικές και άνοστες κριτικές, δεν μπορούν να θρέψουν το μίσος σας! Όπως συνήθως συμβαίνει με τα περισσότερα χορτοφαγικά μενού, πληρώνεις πολλά, τρως λίγο, απολαμβάνεις λιγότερο· και ως προς αυτό, το βιβλίο της Χαν Γκανγκ τήρησε όλα τα προβλεπόμενα και αναμενόμενα (ημι)μέτρα. Φάγαμε πίκρα, δηλαδή. «Οι μόνες φορές που ο πόνος σταματάει σαν από θαύμα είναι οι στιγμές μετά από ένα γέλιο» – εφόσον οι στιγμές γέλιου είναι ανύπαρκτες στο βιβλίο, η ανάγνωσή του αποδείχθηκε ένα συνεχές μαρτύριο. Το αν πήρε βραβείο Μπούκερ ή αστέρι Μισελέν με αφήνει παντελώς αδιάφορο – σαν φαγητό χωρίς μουστάρδα!

Το βιβλίο διαφημίζεται ως μυθιστόρημα αλλά μεταξύ μας δεν το πολυπιστεύω. Πρόκειται για τρεις ξεχωριστές ιστορίες με ισχνή σύνδεση μεταξύ τους παρά τις αντιρρήσεις που κάποιοι ίσως να έχετε επ' αυτού – εξάλλου, κάθε ιστορία, ανακυκλώνει με βαρετό τρόπο όσα έγιναν στην προηγούμενη... μέγα λάθος που οι σχολές δημιουργικής γραφής σε μαθαίνουν πώς να αποφεύγεις ήδη από το πρώτο εξάμηνο! Το εύρημα της συγγραφέως να βάζει την ηρωίδα να γίνεται χορτοφάγος έπειτα από ένα αλλόκοτο και σκοτεινό όνειρο που είδε και η σύγκρουση που ακολουθεί με το συγγενικό της περιβάλλον, είναι πολύ καλό, αλλά ξεφουσκώνει πολύ γρήγορα στα χέρια της, ήδη από τα μισά της ομώνυμης πρώτης ιστορίας. (...) «Δεν μπορούσε να της συγχωρήσει την ανευθυνότητά της, που ξεπέρασε τα όρια αφήνοντας την ίδια μόνη μέσα στο χάος». Όση απόλαυση άντλησα από την ανάγνωση του βιβλίου προερχόταν από εκεί, από την σκέψη ότι αν κάποτε ένας άνθρωπος αποφασίσει να διαθέσει τον εαυτό του όπως αυτός νομίζει, θα έρθει σε αμετάκλητη σύγκρουση με όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Και το εύρημα της χορτοφαγίας έμοιαζε ιδανικό για να ενισχύσει αυτόν τον συλλογισμό – επίσης, οι γκροτέσκες σκηνές με τους συγγενείς που προσπαθούν να μεταπείσουν την ηρωίδα, γραμμένες από ένα πιο σίγουρο χέρι, θα μπορούσαν να δώσουν μια ιδιαίτερη λάμψη σε αυτή την πολυδιαφημισμένη σκοτεινιά και βιαιότητα του συνόλου, που εγώ προσωπικά, αμυδρά ένιωσα να κρύβεται σε κάποια ελάχιστα σημεία. Παραείμαι φωτεινός άνθρωπος, γι' αυτό!

[...] «Το μόνο πράγμα που εμπιστεύομαι είναι το στήθος μου. Μου αρέσει το στήθος μου. Επειδή το στήθος μου δεν μπορεί να σκοτώσει τίποτα. Τα χέρια, τα πόδια, τα δόντια και η κοφτερή γλώσσα, ακόμα και το βλέμμα, είναι όπλα που μπορούν να καταστρέψουν τα πάντα. Αλλά το στήθος ποτέ. Όσο έχω το στρογγυλό στήθος μου θα είμαι εντάξει. Ναι, είμαι εντάξει μέχρι τώρα. Τότε γιατί το στήθος μου χάνει το σχήμα του και μαραίνεται; Δεν είναι στρογγυλό πια. Γιατί; Γιατί συνέχεια χάνω βάρος; Τι πράγμα θέλει να τρυπήσει κι ολόκληρο το σώμα μου γίνεται τόσο κοφτερό;»
 


Ενώ το ξεκινάει καλά... μετά γίνεται νιανιά... γιατί; Τα υπόλοιπα μέρη είναι κυρίως μια επίδειξη απιθανοτήτων και αδυνατοτήτων. Η συγγραφέας προσπαθεί να υπηρετήσει την weird λογοτεχνία αλλά κατά την γνώμη μου δεν τα καταφέρνει καλά. Ένιωθα διαρκώς ότι υπήρχαν αφηγηματικές ασυνέχειες που παρέσυραν και την σύνταξη και κάτα διαστήματα και την ίδια την μετάφραση. Στα επίσης weird σχόλια που ακολουθούν το βιβλίο, η συγγραφέας μεταξύ άλλων μας λέει ότι τις δύο πρώτες ιστορίες τις έγραψε με το χέρι επειδή πονούσαν οι αρθρώσεις της και την τρίτη μετά από καιρό με πληκτρολόγιο – λες και την ρωτήσαμε, ξέρω γω! – και διατείνεται ότι οι τρεις φαινομενικά ξέχωρες ιστορίες όταν διαβαστούν μαζί θα πουν αυτό που πραγματικά ήθελε να πει· το 'πες και ξελάφρωσες κοπελιά, αυτό μετράει, μην ακούς εμάς, δεν καταλαβαίνουμε! Το βιβλίο είναι από τις εκδόσεις «Καστανιώτη» με ένα πολύ όμορφο εξώφυλλο. Η μετάφραση από τα κορεάτικα είναι της Αμαλίας Τζιώτη και πιθανολογώ ότι είναι αρκετά καλή αν και ομολογώ ότι αυτή η ψευδαίσθηση της ασυνέχειας που ένιωθα, με ενόχλησε σε κάποια σημεία. Να πω και κάτι σημαντικό, το βιβλίο (έτυχε και) δεν το πλήρωσα από την τσέπη μου και έτσι η αρνητική κριτική μου αναχαιτίστηκε αρκετά από το γεμάτο πορτοφόλι μου. Ωστόσο, ένιωσα κάπως και εγώ αυτό που νιώθετε πολλοί κριτικοί και μπλόγκερ που σας στέλνουν σωρηδόν και δωρέαν τα βιβλία τους οι εκδοτικοί: πόσο ανακουφιστικό είναι να γράφεις για βιβλία – ειδικά γι' αυτά που δεν σου άρεσαν, φροντίζοντας πάντα να καμουφλάρεις εντέχνως την δυσαρέσκειά σου, επαγγελματίες είμαστε στην τελική! – ενώ δεν τα έχεις πληρώσει. Κάποια στιγμή στο μέλλον, εύχομαι να γίνω σαν και εσάς!

[...] «Τελικά δεν ήταν αυτό περίμενε. Ανοίγοντας δρόμο στο κατάμεστο φουαγέ και αποφεύγοντας τα εκθαμβωτικά και εξωστρεφή άτομα του χορευτικού κύκλου βγήκε προς την έξοδο που οδηγούσε στον σταθμό του μετρό. Δεν βρήκε αυτό που έψαχνε ούτε στην ηλεκτρονική μουσική που μέχρι πριν από λίγα λεπτά πλημμύριζε το θέατρο, ούτε στα φανταχτερά κοστούμια, ούτε στην υπερβολική έκθεση του γυμνού και τις σεξουαλικά τολμηρές κινήσεις του σώματος. Αυτό που έψαχνε ήταν πιο σιωπηλό, πιο κρυφό, πιο ελκυστικό, πιο βαθύ». 
 
 
Δε ξέρω τι ήθελε να πετύχει η Κορεάτισα μέσα από αυτό το αλλόκοτο βιβλίο αλλά ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ τα έχει πει πολύ καλύτερα εδώ και δεκαετίες. Να 'ναι καλά η γυναίκα, να φάει το βραβείο σε πιτόγυρα, αλλά εμένα δεν με κέρδισε.

Σχόλια

  1. Είσαι απαίσιος και κακός κτλ κτλ αλλά να ξέρεις ότι πολλούς δεν έπεισε η Χαν ,ούτε εμένα (σημ.την αγόρασα την "Χορτοφάγο").Ως ιδέα είναι καλή η όλη σύλληψη ,απ΄αυτές που προκαλούν συζητήσεις(αυτό κακό δεν είναι).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Γεια σου Βιβή,

      ναι το διάβασα ότι και σένα δεν σε ενθουσίασε (και δικαίως, αν θες την γνώμη μου!). Και εγώ κατά καιρούς έχω μερικές θαυμάσιες μαγειρικές ιδέες αλλά το τελικό αποτέλεσμα δεν τρώγεται ούτε καν από εμένα τον πεινασμένο. Μου έκανε εντύπωση που είδα σχόλιο για αυτό το βιβλίο, το είχα αφήσει πίσω στα βάθη των αιώνων :p

      Καλά να 'μαστε Βιβή να δούμε ποια θα είναι η επόμενη πατάτα που θα μας τύχει -- χορτοφαγική ευχή, δεν έχεις παράπονο!

      Διαγραφή
  2. Εμένα ήταν πρόσφατη η (ελαφριά,ευτυχὠς) βαρυστομαχιά.Έβλεπα κριτικές για το "Καφενείο των Τρελών", που θέλω να το διαβάσω, και βλέποντας την κριτική σου γι΄αυτό έπεσα και στη "Χορτοφάγο" που την είχα φρέσκια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Το Καφενείο των Τρελών να το διαβάσεις με τα χίλια. Αυτό μάλιστα. Σε χορταίνει με κάθε μια λεκτική μπουκίτσα, όχι σαν κάτι άλλες άνοστες σαλάτες ;)

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Το Δώρο

Θα μπορούσε ο Στέφανος Ξενάκης να είναι ο Στέφανος Δαίδαλος του σήμερα; Ή να το αλλάξω κάπως για να ’χουμε καλό ρώτημα: θα μπορούσε ο Τζέημς Τζόυς (μαζί και οι όποιες καλλιτεχνικές μεταμορφώσεις του) να γίνει ένας motivational speaker της σημερινής εποχής; Κανείς πλέον (αν υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποτε) δεν διαβάζει τον «Οδυσσέα». Δεν μπορεί να αντέξει ότι αυτό το βιβλίο τον περιγράφει, ακόμα και σήμερα ή και περισσότερο σήμερα, τόσο καλά παρά την μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου. Του αφιερώνει μία μέρα τον χρόνο, την σημερινή (παρόλο που άλλαξε η μέρα, το blogger έμεινε σταθερά πίσω!), και μετά τον στέλνει αδιάβαστο. Αν κάποιος όμως του σερβίρει για πρωινό όμορφες φράσεις με γαρνιτ ούρα υπέροχα σκίτσα, τότε μπορεί να νιώσει στιγμιαία χαρά και να βελάζει σαν ανέφελο πρόβατο στα λιβάδια του χρόνου. 

Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου

Κάθε Πρωτοχρονιά, αφού έχει αποσοβηθεί κατά ένα μέρος του ο προκαταρκτικός οικογενειακός όλεθρος, επιστήμονες βρίσκουν την ώρα να μας ενημερώσουν πόσα δευτερόλεπτα κινήθηκε μπροστά (μην τρέφετε αυταπάτες ακόμα και όταν σας λένε ότι κινήθηκε και προς τα πίσω) το Ρολόι της Αποκάλυψης – δεν τελειώνει άλλο αυτή η Ιστορία! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από μικρά καταστροφικά τέλη, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της κυκλοφορίας, που σχεδόν πάντα είναι αδύνατο να αποτρέψεις και περισσότερο να αποφύγεις. Τι μένει στο τέλος, λοιπόν; Να τα απολαύσεις, μάλλον. Και ο πιο διασκεδαστικός τρόπος ήταν πάντοτε μέσω της τέχνης. «Με αυτά στο μυαλό της η κυρία Βαλασία έκλεινε τα μάτια της και παραδιδόταν στην αγκαλιά του ύπνου, γνωρίζοντας ότι το επόμενο πρωί, στις 05:30, θα ξυπνούσε από τον ήχο που θα παρήγαγε το ξυπνητήρι της, το οποίο της υπενθύμιζε σε καθημερινή βάση ότι η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας» . 

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερ...

Αποδοχή cookies

«Ευτυχώς, αν θέλει κάποιος να βρει μεστές απόψεις για καλά βιβλία, υπάρχουν ήδη πολύ αξιόλογα βιβλιοφιλικά μπλογκ, όπως το κορυφαίο, του Librofilo ή το αγαπημένο του, του Μαραμπού» . Να ξέρετε ότι όταν μου δίνουν γλυκό, έστω και σε μορφή βιβλίου, το αποδέχομαι αμέσως. Επίσης, να ξέρετε ότι ενίοτε μπορεί να γράφω για βιβλία που δεν έχω διαβάσει, όλοι το κάνουμε αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα, αλλά ποτέ δεν γράφω για βιβλίο που δεν μου άρεσε προφασιζόμενος το αντίστροφο∙ όλοι το κάνετε και αυτό, απλώς οι περισσότεροι εντελώς αποτυχημένα. Το βιβλίο είναι δώρο της συγγραφέα, καλής διαδικτυακής φίλης, και η άποψή μου για αυτό ολότελα υποκειμενική – ξέρω, απανωτά σοκ! – και ουδεμία σχέση έχει με την αντικειμενική κριτική που από καιρό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο κριτικής, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Από το να μασήσω τα λόγια μου, θα προτιμήσω τα μπισκότα. «Όχι πως δεν ήταν επηρεασμένος και από το ιστολόγιο «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές» με τις λαχταριστές αναρτήσεις σχετικά ...

Ο θάνατος σου πάει πολύ

Υπήρχε κάποτε εκείνη η σειρά ταινιών θρίλερ (νομίζω ακόμα υπάρχει, μα να μην ξέρουν πότε πρέπει να πεθαίνει μια ωραία ιδέα) με τον πιο εύστοχο, θεωρώ, ελληνικό τίτλο « Βλέπω τον θάνατό σου » όπου σε μία καθορισμένη λίστα ανθρώπων κάποιος έβλεπε το τελεσίδικο όραμα και έσπαγε την αλυσίδα θανάτου και το έργο τότε έπαιρνε τρομακτική κατεύθυνση. Χωρίς το σπλάτερ και με περισσότερη φαντασία και στοχασμό, η Μαρία Γιαγιάννου βλέπει τον θάνατό μας μέσα στα κοινωνικά δίκτυα και συγκεκριμένα μέσα στο facebook – που είναι και το γηραιότερο μέσο, ok boomer! «Το νήπιο άκουσε την φράση “πρόσω ολοταχώς” ως “μπρος ολοταφώς”, ένα ολίσθημα που μαρτυρά την αμφισημία των πραγμάτων και της γλώσσας που τα αναπαριστά. Μπορεί εξίσου να σημαίνει “Μπρος όλο το φως” και “Μπρος όλα τάφος”» .

Βαρύ περιστατικό

Συγγραφείς με χιούμορ δεν χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, θεωρώ, από το αναγνωστικό κοινό. Ποιος ξέρει πόσα ελαττώματα πασχίζει να κρύψει πίσω από αυτό, θα σκέφτονται, και δεν μπορεί, κάποιο ελάττωμα θα έχει να κάνει σίγουρα και με την συγγραφή. Επίσης το χιούμορ αξιώνει ευφυΐα και το κοινό δεν θέλει να περνιέται για ηλίθιο. Ο Άμπροουζ Μπιρς με τις διάσημες σατιρικές ιστορίες του και τα σκωπτικά λήμματα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας τέτοιος∙ καλός για να χαμογελάμε πού και πού, μας κάνει ενίοτε και τον έξυπνο, αλλά δεν πειράζει, καλή καρδιά. Ίσως να ήταν έτσι – αν και δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη – αν δεν έγραφε τα διηγήματα από τις εμπειρίες του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Σκλάβος του για πάντα!    

Kinds of kindness

Τα περισσότερα μαγαζιά έχουν ήδη στολίσει με ελλειμματικό γούστο, οι κουραμπιέδες άρχισαν να ανταγωνίζονται τα μελομακάρονα – και τα δυο μαζί την Dubai chocolate –, η Black Friday με τις ασυναγώνιστες τιμές της θα κοντράρει στα ίσα την αληθινή ύπαρξη του ΑΙ Βασίλη, ο καιρός προσπαθεί να τα βρει με τον απορυθμισμένο θερμοστάτη του και γενικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα είμαστε. Και μέσα σε όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι, οι αθλητές, η εκκλησία, τα ιδρύματα, οι πολιτικοί (που είναι για τα ιδρύματα) θα δείξουν το καλοσυνάτο πρόσωπό τους στους ταλαίπωρους ετούτου του κόσμου. Και μην ξεχνάμε, ότι κυρίως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά – και για όλα εκείνα που γιόρταζε η πρόσφατη «Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των παιδιών». «Πάντοτε, τα Χριστούγεννα έβγαζαν στους ανθρώπους τον καλύτερο αλλά και τον χειρότερο εαυτό τους».    

Ασκήσεις μνήμης

  Τις ασκήσεις ύφους τις κατέκτησε σε βαθμό που λίγοι συγγραφείς φτάνουν , με τις ασκήσεις μνήμης όμως κανείς άνθρωπος δεν τα βγάζει εύκολα πέρα. Όλοι μας γράφουμε autofiction από 8 χρονών – Περιγράψτε μας τα πιο ωραία σας Χριστούγεννα – τα νεύρα μου! Το autofiction πλέον μοιάζει να είναι ένας ευφημισμός για να αποδεχόμαστε κάποιες συγγραφικές μετριότητες ως κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Είναι προσβολή να θεωρείς ότι ο Τζόυς ή ο Σελίν (που επιτέλους σε λίγες μέρες θα εκδοθεί το «Θάνατος επί πιστώσει»∙ Γκάλοπ: ποιο άργησε περισσότερο; Το Μετρό Θεσσαλονίκης ή το βιβλίο του Σελίν;) έγραψαν autofiction. Το ίδιο ισχύει και για τον Καλβίνο στη συγκεκριμένη συλλογή. Δεν θα ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε! «Μόνο πετώντας πράγματα μπορώ να βεβαιωθώ πως ακόμα δεν έχει πεταχτεί κάτι από μένα, κάτι που ίσως να μην είναι ούτε και θα είναι για πέταμα» .