Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Confiteor


Καλέ μην τσιμπάτε, clickbait είναι ο τίτλος. Σιγά μην μιλούσα για την υπερεκτιμημένη λογοτεχνική μπούρδα του Καμπρέ που μπορούσε να πάει 500 χρόνια μπρος πίσω μες στην ίδια πρόταση – και μεις πήγαμε 500 χρόνια πίσω με την πανδημία αλλά δεν το κάνουμε και θέμα! Στον αντίποδα, ευτυχώς να λέμε που έχουμε συγγραφείς όπως ο Τζόυς και μπορούμε να κοιτάμε λογοτεχνικά μπροστά για καμιά 200αριά χρόνια ακόμα. Εκατό και βάλε χρόνια έχουν περάσει και ακόμα προσπαθούμε να ξεφύγουμε από τα ίδια δίχτυα που πάλευε και ο Τζόυς: την πατρίδα, την θρησκεία και την οικογένεια συν την πανδημία! Τι θα γίνει με μας, δεν ξέρω. «– Έννοια σας και θα τα θυμάται όλα αυτά όταν θα μεγαλώσει! είπε η Ντάντη με έξαψη. Τα λόγια που άκουσε κατά του Θεού και της θρησκείας και των ιερέων, μες στο ίδιο του το σπίτι! – Ας θυμάται επίσης, της φώναξε ο κύριος Κέισυ από την άλλη άκρη του τραπεζιού, τα λόγια που είπανε για τον Παρνέλ οι παπάδες και τα τσιράκια τους, τα λόγια που του ράγισαν την καρδιά και τον έστειλαν τελικά στον τάφο! Ας τα θυμάται κι αυτά όταν μεγαλώσει!» Μνημονικό που είχε ο πούστης, τίποτα δεν ξέχασε!
 
Αυτά διαμείφθηκαν στο εναρκτήριο κεφάλαιο του «Πορτραίτου του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία», όταν ο Στήβεν ήταν πολύ μικρός για να συμμετέχει αλλά αρκετά μεγάλος για να καταλαβαίνει, γύρω από ένα τυπικό ιρλανδέζικο χριστουγεννιάτικο τραπέζι, που σε τίποτα δεν διαφέρει, πιστέψτε με, από ένα τυπικό ελληνικό πασχαλιάτικο τραπέζι – γι’ αυτό μην κλαίγεστε, μεγάλη κωλοφαρδία το φετινό Πάσχα! Πρώτα απ’ όλα θέλω να κάνω την δική μου εξομολόγηση, μέρες άγιες που είναι: κάθε φορά που διαβάζω Τζόυς, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί από την πλειονότητα των αναγνωστών θεωρείται δύσκολος συγγραφέας. Κατανοώ, φυσικά, κάποιες καινοτόμες αφηγηματικές τεχνικές που χρησιμοποιεί (έχουμε δει πάμπολλες από πάμπολλους) αλλά είναι ένας συγγραφέας τόσο σαρωτικός, με τέτοια δυναμική και απόλυτη αίσθηση για το πώς πρέπει να τοποθετηθούν οι λέξεις για να δώσουν το μέγιστο αισθητικό αποτέλεσμα, που σε παρασέρνει εντελώς χωρίς να σου αφήνει το περιθώριο να αμφιβάλεις. «Ήταν η ισορροπία και το ζύγιασμα της ίδιας της φράσης»
 
Πάντοτε πίστευα ότι το «Πορτραίτο του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία» είναι, κατά έναν μυστήριο τρόπο, πιο δύσκολο κείμενο από τον «Οδυσσέα» – και μετά την δεύτερη ανάγνωση εξακολουθώ να το πιστεύω. Ο «Οδυσσέας» αν εξαιρέσεις κάποιες τεχνικές καινοτομίες που πλέον ένας επαρκής αναγνώστης έχει διαβάσει αρκετά βιβλία ώστε να τις προσπελάσει με σχετική ευκολία, είναι ένα κατεξοχήν αστείο βιβλίο, κατά δήλωση και του συγγραφέα του. Στον αντίποδα, το «Πορτραίτο…» είναι ένα κρυπτικό κείμενο, θλιμμένο, εσωτερικευμένο, αμφίθυμο. Αυτό μπορείτε να το αντιληφθείτε εύκολα αν συγκρίνετε τα 3 πρώτα κεφάλαια του «Οδυσσέα» – που αποτελούν, ας πούμε, συνέχεια του «Πορτραίτου…» – καθώς και κάποιες ακόμα σποραδικές εμφανίσεις του Στήβεν, με τον ευφρόσυνο χαρακτήρα του Λεοπόλδου Μπλουμ που καταλαμβάνει το υπόλοιπο βιβλίο, παρά τις κακουχίες που περνάει και αυτός. Προσωπικά, αγαπώ πολύ και την πιο χαρούμενη εκδοχή του «Πορταίτου…», το προσχέδιό του, όπως αποτυπώθηκε στο βιβλίο «Στήβεν ο ήρωας». Αν και το προσχέδιο υπολείπεται καλλιτεχνικά έναντι του μεταγενέστερου κειμένου, θα άξιζε κάποιος αναγνώστης να τα διαβάσει και τα δύο. Πολλά ζητάω, θα μου πείτε!
 
Στο ψητό λοιπόν (όχι το αρνί, ρε!), πρόκειται για ένα καλλιτέχνη σε σύγχυση – προσοχή, όχι συγγραφέα σε σύγχυση, από δαύτους έχουμε πολλούς δεν θέλουμε άλλους! Είναι ένας ήρωας προς την μετάβαση στην ωριμότητα και στην καλλιτεχνική (πνευματική) πλήρωση – αυτό που με λογοτεχνικούς όρους, ονομάζουμε Bildungsroman και Kunstlerroman αντίστοιχα, όπως σημειώνει ο μεταφραστής Άρης Μπερλής στην εισαγωγή του. Αυτή η μετάβαση μεταφράζεται με όρους τοκετού και απίστευτες ωδίνες ή για να το δώσω με πιο επίκαιρο παράδειγμα – έχοντας διαβάσει το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου ανήμερα Μεγάλη Παρασκευή – φτάνει σε μας μέσω του ρητορικού σχήματος των Μεγάλων Παθών: προδοσία, Γολγοθάς, σταύρωση, ανάσταση, ανάληψη στους ουρανούς. «Τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος αν κερδίσει όλο τον κόσμο και χάσει την ψυχή του;» Αλλά ποια ακριβώς ψυχή; Σε πόσα κουκούλια ψυχών κρύβεται η πραγματική του ψυχή και πώς θα καταλάβει ο κάτοχός της πότε έφτασε η ώρα να ανοίξει τα φτερά της; Αυτή η συνθήκη είναι συνηθισμένη στη ψυχοσύνθεση των εφήβων γι’ αυτό και σίγουρα θα γοητευτούν από ένα τέτοιο κείμενο. Αλλά ο καθένας μας μπορεί να γοητευτεί, ανά πάσα στιγμή, σε κάθε περίοδο της ζωής, είτε βλέπει ότι οι περιστάσεις μάς αλλάζουν και εμείς αλλάζουμε σε αυτές είτε απλώς ότι οι περιστάσεις αλλάζουν κι εμείς αλλάζουμε μαζί τους. «Ήταν μόνος. Ήταν απαρατήρητος, ευτυχής, κοντά στην άγρια καρδιά της ζωής»καταδικάζουμε την Λισπέκτορ απ’ όπου κι αν προέρχεται!
 
Το βιβλίο του Τζόυς όμως είναι πολύ απαιτητικό, και ας προμοτάρεται, σε κάποιο βαθμό, ως εφηβικό ανάγνωσμα. Δεν είναι σε καμία περίπτωση Σάλιντζερ ή Λουίς Σεπούλβεδα που έγραφε παραμυθάκια για μικρούς και μικρομέγαλους αναγνώστες. Είναι μια μέγγενη θλίψης αγκαλιά με μία μέγγενη υψηλής λογοτεχνίας. Μην σας ξεγελάσει το πρώτο κεφάλαιο που είναι γραμμένο από την οπτική ενός μικρού αγοριού. Η σχέση του ήρωα με τον θεό και την θρησκεία καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του βιβλίου, χαρίζοντάς μας ανεπανάληπτες δραματικές συγκρούσεις, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο θα γοήτευε έναν νεαρό άνθρωπο σήμερα, που η δύναμη της θρησκείας γενικότερα έχει φθίσει. Σε παλιότερες εποχές ή αν διαβάσετε το κείμενο με αποστασιοποιημένη ματιά, τα περιγραφόμενα αποτελούν έναν ολοένα και εντεινόμενο εκνευρισμό για τον τρόπο που αλλοιώνει, εκμαυλίζει, μεταμορφώνει, ή γιατί όχι και διαμορφώνει θετικά έναν ανθρώπινο ψυχισμό, η σχέση που αναπτύσσει με το όποιο θρησκευτικό αίσθημα. Εντούτοις, μέσα σε όλα αυτά, θα βρείτε και διασκεδαστικά αποσπάσματα, που θα περίμενες πλέον να μην προκαλούν συγκρούσεις, αλλά άνετα νομίζω, εγείρουν μηνύσεις αν ανέβουν σε δημόσια κοινοποίηση στο facebook. Τι α κανς, α κατς να μαλώς!
 
[…] «Πώς γίνεται και ενώ ο πρώτος μακαρισμός υπόσχεται τη βασιλεία των ουρανών στους πτωχούς τω πνεύματι, ο τρίτος μακαρισμός υπόσχεται στους πραείς ότι θα κληρονομήσουν τη γη; Γιατί το μυστήριο της θείας ευχαριστίας καθιερώθηκε σε δύο τίμια δώρα, στον άρτο και στον οίνο, όταν ο Ιησούς Χριστός είναι παρών σώματι και αίματι, ψυχή τε και θεότητι, τόσο στον άρτο όσο και στον οίνο; Ένα μικροσκοπικό κομμάτι καθαγιασμένου άρτου περιέχει όλο το σώμα και του αίμα του Χριστού ή μέρος μόνο του σώματος και του αίματος; Αν ο ηγιασμένος οίνος γίνει ξίδι και η όστια τρίμματα, ο Χριστός είναι ακόμα παρών σε αυτά τα τίμια δώρα ως Θεός και ως άνθρωπος;» Δύσκολα ερωτήματα αλλά και κάποιες βοηθητικές απαντήσεις, κάμερα σε μένα
 

 
Η εξαιρετική μετάφραση του Άρη Μπερλή τιμάει νομίζω απόλυτα αυτό το εκπληκτικό λογοτεχνικό έργο. Η ωραία εισαγωγή του φέρνει στην επιφάνεια και μία ενδιαφέρουσα αναγνωστική προοπτική. Σαφώς, τα βιβλία του Τζόυς επιδέχονται πολλαπλές αναγνώσεις – αν και εφ’ όσον καταφέρετε την πρώτη! Σε μια τέτοια ενδεχόμενη περίπτωση, ο Μπερλής μάς λέει ότι το βιβλίο του Τζόυς μπορεί να διαβαστεί είτε με την απόλυτη ταύτιση με τον ήρωά του είτε με μια αποστασιοποιημένη ειρωνική ματιά για τις μεγαλόσχημες ονειροφαντασίες του. Εξάλλου, αυτές οι δυο αναγνώσεις συμπλέκονται άλλοτε κερδίζοντας η μία άλλοτε κερδίζοντας η άλλη. «Σε αυτό το αντιφατικό ζεύγμα – «αδιάφορη συμπάθεια» – βρίσκεται το πρόβλημα και η λύση του ή, μάλλον, η υπέρβασή του. Διότι όσο είναι αληθές ότι ο δημιουργός είναι αδιάφορος για τα πάθη των χαρακτήρων του, άλλο τόσο αληθεύει ότι τα κατανοεί με συμπάθεια. Αυτή η αμφιθυμία του συγγραφέα ανταποκρίνεται στην αμφισημία του κειμένου και στη δυνατότητα διπλής ανάγνωσής του. Ο Στήβεν μπορεί να μας μιλά και να αγγίζει την ευαισθησία μας· από την άλλη, μπορούμε να τον ακούμε και να τον παρακολουθούμε με χιούμορ και ειρωνεία, δηλαδή από απόσταση. Μπορούμε να τον πάρουμε στα σοβαρά και να μην τον πάρουμε. Το κείμενο νομιμοποιεί και τις δύο εκδοχές. Είναι δυνατόν να λυθεί ποτέ αυτή η αντίφαση;» Η έκδοση από τον «Πατάκη» είναι κομψότατη, το σχήμα του βιβλίου σού δίνει μια αμυδρή αίσθηση ότι πρόκειται για βιβλίο τσέπης και αυτό θα μπορούσε να υπονοεί ότι είναι ένα εκκλησιαστικό βιβλίο που κουβαλά μαζί του ένας πιστός – πέρα από την πίστη που τρέφουν κάποιοι αναγνώστες στον θεό συγγραφέα, το συγκεκριμένο βιβλίο με τον εξομολογητικό τόνο και την ψυχική παλινδρόμηση μεταξύ παραδείσου και κόλασης, ενισχύει την παραπάνω άποψη. Ξέρετε ότι στην χρήση του πολυτονικού κρατάω γενικά μια αδιάφορη στάση, το βιβλίο να κερδάει και όλα τ’ άλλα δε με νοιάζουν, όμως εδώ, δεν γίνεται να μην αναρωτηθώ, από τη μια πώς ακριβώς η χρήση του πολυτονικού θα φέρει κοντά τους έφηβους αναγνώστες στους οποίους στοχεύει, και από την άλλη γιατί γίνεται τελικά χρήση της από έναν εκδοτικό που την έχει απορρίψει στο συνολικό εκδοτικό του έργο;
 
Το βιβλίο του Τζόυς είναι μια μεγαλειώδης εξομολόγηση! Πάρτε και ένα λιποδιαλυτικό απόσπασμα για την χώνεψη! Καλό Πάσχα σε όλους.
 
[…] «Η ψυχή του είχε παχύνει, είχε πήξει σε μια χοντρή μάζα λίπους που βυθιζόταν όλο και περισσότερο, με βουβό φόβο, σ’ ένα ζοφερό, απειλητικό λυκόφως, ενώ το σώμα του, ατιμασμένο και αδιάφορο, κοίταζε να δει με μάτι θολό, ανήμπορο και ανθρώπινο, έναν χαύνο θεό»
 

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!