Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ανεξήγητη γραφή


Με Καββαδία μπάρκαρα σε αυτό το μπλογκ και με Καββαδία πάλι (ίσως) να ξεμπαρκάρω, αν πρώτα δεν με βρει ξαφνικά ο συγγραφικός θάνατος, γιατί ως γνωστόν, τα πουλιά τα βρίσκει ο χάρος στο φτερό – στην πένα, δηλαδή! Αν όμως είχα ταυτιστεί τόσο πολύ με τον Καββαδία όσο νομίζω εγώ και μερικοί από εσάς, θα έπρεπε να σταματήσω την παραπάνω φράση «στο φτερό» χωρίς πιθανές ή απίθανες ερμηνείες. «Όταν το άλλαξε, τού είπα: Τώρα όμως στο στίχο “το πρόσωπό σου θα το μούσκεψε το αγιάζι” πολύ λίγοι θα καταλάβουν αυτό που θέλεις να πεις – πως δηλαδή και οι δυνατοί μπορεί να κλαίνε. “Ας καταλάβουν ό,τι θέλουν”, είπε, αυτό είναι δική τους δουλειά». Αυτή είναι η δουλειά της υψηλής λογοτεχνίας, όχι ακριβώς να καταλαβαίνει κανείς μόνο ό,τι θέλει (και αυτό, όμως!), αλλά κυρίως να είναι ανοιχτή σε πολλαπλές ερμηνείες, που θα κάνει (μεταξύ άλλων) τους καθηγητάδες των επόμενων γενεών να σκύβουν πάνω από το έργο της. Πάει κάπου συγκεκριμένα το μυαλό σας;
 
Ετούτη η μελέτη η τόσο θαυμαστή για τον Καββαδία άργησε μία αιωνιότητα και μία μέρα. Για μένα, άργησε μόλις μια δεκαετία. Είναι όμως ό,τι καλύτερο για εκείνους τους αναγνώστες που έχουν απολαύσει ολοκληρωτικά τον λογοτεχνικό κόσμο του Καββαδία και επιθυμούν να κάνουν ένα βήμα ακόμα πιο κοντά στον μύθο του. Δεν είναι μικρό βήμα σε σχέση με άλλες μελέτες, αντιθέτως είναι εξίσου μεγάλο και ικανοποιητικό. Αλλά έχει και ένα επιπλέον πλεονέκτημα, είναι ιδιαιτέρως σταθερό, έτσι ώστε δεν υπάρχει περίπτωση να γλιστρήσει κανείς προς δρόμους που για την ώρα δεν τον τραβάνε και ούτε είναι έτοιμος. Έχοντας διαβάσει σχεδόν όλες τις μελέτες που έχουν γραφτεί για την ζωή και το έργο του Καββαδία, θεωρώ ότι αυτή εδώ είναι από τις καλύτερες, αν όχι η καλύτερη. Ο μύθος του Καββαδία εντός μου έχει αρχίσει να θολώνει, να τον κυκλώνει το πούσι, και χαίρομαι που φουντάρω διαβάζοντας αυτή την συγκινητική μελέτη. Ο Καββαδίας υπήρξε μεγάλη επιρροή για μένα και τον αγαπώ πολύ. Σε κάποια από τις συνεντεύξεις του αυτοχαρακτηρίστηκε ως «αρμενιστής φιλόσοφος» και αν δεν διακρίνεται τόσο καθαρά αυτή η ιδιότητα και κάποιοι έχουν τις αντιρρήσεις τους, για μένα ήταν όντως ένας τέτοιος. Τότε τι συνέβη, γιατί αυτή η μεταστροφή; Ας πούμε ότι, «ήταν μια λόξα νεανική μα τώρα έχει περάσει» – και όσοι ξέρετε το ποίημα θα αναγνωρίζετε ότι η φράση αυτή κουβαλά μέσα της την αυτοϋπονόμευση και την αναίρεσή της! 

Η μελέτη του Μιχάλη Γελασάκη συγκεντρώνει και συμπυκνώνει θαυμαστά όλες τις όψεις του συγγραφέα και ανθρώπου Νίκου Καββαδία: συνεντεύξεις, αλληλογραφία, μαρτυρίες, φωτογραφίες, κρατικά ντοκουμέντα, ανέκδοτα ποιήματα, μεταφράσεις, φιλολογικές εκτιμήσεις, κλπ. Επειδή όμως εγώ έχω το όνομα και ενδεχομένως και τη χάρη, θα σταθώ σε δύο κομβικά σημεία της. Πρώτον, στο κεφάλαιο «Νύξεις για μιαν ερμηνεία των στίχων του» που έγραψε η αδερφή του Τζένια («Έγραφε διηγήματα, πρωτοστατούσε στα λογοτεχνικά δρώμενα της εποχής, κι όμως το παράπονό της, όπως μου έλεγε, ήταν πως “όλοι με αποκαλούσαν η αδερφή του Νίκου Καββαδία, λες και εγώ δεν είχα δική μου προσωπικότητα! Δεν είχα καν δικό μου όνομα!”»). Αυτό το κεφάλαιο εστιάζει σε ό,τι πιο γοητευτικό έχει για μένα η λογοτεχνία του Καββαδία – έκανα και μια μικρή νύξη στην αρχή. Η ικανότητά του να συνδέει ετερόκλητες εικόνες και να συνθέτει εντυπωσιακές συναισθηματικές θαλασσογραφίες είναι δείγμα σπουδαίου συγγραφέα. Ένα παράδειγμα: ο Καββαδίας είχε κόλλημα με κάτι μικρά ειδώλια πρωτόγονης τέχνης που τα μάζευε με επιμέλεια. Μια νύχτα χαρίζει ένα τέτοιο στη γυναίκα ενός καλού του φίλου. Εκείνη, μια επόμενη φορά, σε μια κίνηση μεγάλης αγένειας που τους έφερε όλους σε αμηχανία, το επιστρέφει στον Καββαδία, λέγοντάς του πως από την στιγμή που το πήρε, όλα της πάνε στραβά. 

- Το παλιοκόριτσο, είπε, ήταν ανάγκη να κάμει αυτή την απρέπεια, δεν το πέταγε στο δρόμο; 
-  Θα’ ναι προληπτική, είπα εγώ, – και ίσως πιστεύει πως η γρουσουζιά θα φύγει απ’ αυτήν, αν το μεταφέρει σε κάποιον άλλο – και πήρα το τυλιγμένο κεφαλάκι στα χέρια μου. 
-  Α, έτσι, φερ’ το εδώ, είπε ο αδερφός μου και μου το πήρε. 
-  Τι θα το κάμεις; ρώτησα. 
- Θα το πετάξω στη θάλασσα. Αυτή ξεπλένει όλες τις γρουσουζιές. 
Σε λίγες μέρες, γυρνώντας από τη Βηρυτό, μού είπε γελώντας: 
-  Ο Αίγυπτας έκαμε βουτιά στο Αιγαίον Πέλαγος. 


«Και πήδηξε ο μικρός θεός μια νύχτα των Ινκάς 
Στου Αιγαίου τα γαλανά νερά δυο μίλια όξω απ’ τη Σκύρο» 

Αν ο Καββαδίας δεν ήταν τόσο ολιγογράφος και δεν επικεντρωνόταν στην ποίηση αλλά έγραφε μυθιστορήματα, τώρα θα μιλούσαμε για έναν υπερμοντέρνο συγγραφέα, όχι πως δεν το κάνουμε ήδη. Όταν τον ρωτούσαν γιατί δεν γράφει συχνότερα, αφήνοντας τόσο μεγάλα κενά ανάμεσα στα βιβλία του (παρόλο που έπαιξε ρόλο σ’ αυτό και ένα πολύ προσωπικό του θέμα) εκείνος απαντούσε με πλήρη διαύγεια, «Είναι πιο καλό να αναρωτιούνται: “Γιατί δεν γράφει ο Καββαδίας” παρά “Γιατί γράφει”». Αυτό δεν μπορεί παρά να είναι στάση φιλοσόφου! 

Δεύτερο κομβικό σημείο, η αναπάντεχη κριτική του ικανότητα. […] «Εδώ ας μου επιτραπεί μια παρέκβαση. Δεν ξέρω αν είμαι κατάλληλος να καταπιαστώ με μια δουλειά που έχει σχέση με την κριτική και που απαιτεί ώρας μελέτης. Φίλοι λόγιοι μού δίνουν το λόγο. Μα αν η γνώμη πως η κριτική πρέπει να ’ναι αντικειμενική και ανεπηρέαστη, είναι απόλυτη και αποκλειστική προεξοφλώ την αποτυχία μου». Ρε τον κριτικό Μαραμπού, μέσα στη καρδιά μου μίλησε και την γαλήνεψε! 

Και επειδή η ζωγραφική υπήρξε μία από τις μεγάλες του αγάπες, θα διακοσμήσω αυτήν την ανάρτηση με πίνακες του John Corbidge (© http://www.johncorbidge.net), προσωπικό του φίλο για τον οποίον έγραψε την κριτική μελέτη. Μάλιστα, στην ιστοσελίδα του ζωγράφου, στις πληροφορίες, αναδημοσιεύεται και το κριτικό άρθρο του ποιητή. 

[…] Η μεγάλη του επιθυμία! Να’ ρθει στην Αθήνα το χειμώνα να δείξει έργα του και να μείνει για πάντα. Να γνωρίσει τους ανθρώπους που αγαπάει. Όπως στα περσικά παραμύθια τίποτα δεν νομίζουμε πιο δύσκολο από την απόσταση. Λάθος. Το Sheffield πέφτει κοντά στο Matadi. Το Φισκάρδο συνορεύει με το Munden. Η τέχνη μ’ όλο τον κόσμο. Αυτή η ίδια κατάλυση των συνόρων φαίνεται και σε κάθε στίχο που έγραψε! 

Ο νεότατος Μιχάλης Γελασάκης έγραψε μία υπέροχη μελέτη για τον Νίκο Καββαδία. Παρά το πλούσιο βιογραφικό του, είχε την ταπεινότητα να το καταγράψει στο τέλος του βιβλίου, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο σεβασμό στον ποιητή, που αν μη τι άλλο αγαπά και ο ίδιος πολύ, για να μπει σε αυτόν τον μεγάλο κόπο. Χαίρομαι επίσης που ενσωματώθηκε με τόση επιτυχία στο κερδοφόρο brand «Καββαδίας/Άγρα» και μακάρι να βγάλει κάποια λεφτά από αυτό. Η πνευματική εργασία πρέπει να αντ-αμείβεται. Υπάρχει μια σπαρακτική φράση του Καββαδία, χρησιμοποιήθηκε και ως προμετωπίδα, και λέει το εξής: «Πες το παραξενιά, πες το μοίρα, μου ’λαχε να ζήσω τα όσα έζησα και να τα κάμω ποίηση. Αν δεν τα είχα ζήσει και τα έγραφα παρ’ όλα αυτά, ίσως να ’μουνα μεγάλος ποιητής». Αυτό φανερώνει τον σκεπτικισμό κάποιων ομότεχνών του απέναντί του και την μη αποδοχή του ως πραγματικού ποιητή αλλά κάτι σαν υβρίδιο ναύτη-ποιητή, και γι’ αυτό κατώτερης αξίας. Είτε τα έζησε είτε όχι – ο Καββαδίας ισχυριζόταν ότι τα έζησε ο ίδιος ή τα είδε να συμβαίνουν γύρω του, ενώ παράλληλα παραδέχεται ότι «Έχω φήμη μυθομανούς» – ο Κώστας Ουράνης μπήκε σε ανοιχτή δημόσια διαμάχη με τον Καραγάτση, ισχυριζόμενος ότι όλες οι περιπέτειες του Καββαδία είναι ολότελα φανταστικές και ουδέποτε ταξίδεψε στην θάλασσα! – ο Γιώργος Σεφέρης, άσπονδος (για κάποιους) ή πραγματικός (για κάποιους άλλους) φίλος του ποιητή, νομπελίστας πλέον, παραδέχεται με ένα ιδιότυπο είδος μεγαλοψυχίας ότι «είναι ένα αξεδιάλυτο μείγμα μύθου και αλήθειας αυτός ο άνθρωπος, καθώς μιλά ψευδίζοντας ή μ’ εκείνο το συρτό τόνο απαγγελίας» – ό,τι και αν στο διάβολο συνέβη, ο χρόνος έβγαλε την ετυμηγορία του. 

[…] «Μια σημαντική διαφορά του Καββαδία από πολλούς άλλους είναι κι η πιο κάτω: Εκείνοι γράφουν τόμους ολόκληρους κι ο χρόνος τούς καταξιώνει είκοσι-τριάντα ποιήματα, ο Καββαδίας έγραψε κατευθείαν μόνο εκείνα τα ποιήματα». 


Υ.Γ. 2666 Αυτή η μικρή ένδειξη ακριβώς κάτω από κάθε ανάρτηση, «Το σκέφτηκε (μπορεί και όχι) ο Μαραμπού», μου ακούγεται ελαφρώς βέβηλη, σήμερα· ας είναι.

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!