Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Γραμματική της φαντασίας

Και μετά σου λένε, ποτέ μην κρίνεις ένα βιβλίο από τον τίτλο του (το άλλο που έλεγαν για τα εξώφυλλα παύει να ισχύει, καθότι η πλειονότητά τους είναι σκέτη κακογουστιά κι έτσι αν πεις ότι διάλεξες βιβλίο λόγω εξωφύλλου, αμέσως αυτοχαρακτηρίστηκες, λούζεεερρ!). Είναι δυνατόν, βιβλίο με τέτοιον τίτλο να μην είναι τέλειο; Μεταξύ μας, είναι και παραείναι αλλά αυτό ας το αφήσουμε στην άκρη για την ώρα. Γραμματική της φαντασίας – μπορείτε να συλλάβετε το ασύλληπτο της έκφρασης; Η γραμματική, οι κανόνες δηλαδή, προσπαθούν να επιβληθούν στο πλέον απειθάρχητο μέρος του πνεύματος, στην φαντασία. Τι όμορφη εικόνα! Θυμίζει έντονα σκάκι, εκεί όπου σε μία οριοθετημένη και αυστηρά τακτοποιημένη σκακιέρα, η φαντασία αναλαμβάνει την εξουσία και για μερικές στιγμές (που ενδεχομένως εκτείνονται στο άπειρο) φωνάζει δυνατά: «Ο ρεαλισμός ΔΕΝ υπάρχει»!

Στην θαυμάσια και γλυκόπικρη φετινή ταινία «Lucky», ο Hurry Dean Stanton γράφοντας την λέξη «ρεαλισμός» σε ένα σταυρόλεξο, ανατρέχει στο λεξικό για να βρει την ερμηνεία της. Χαρούμενος για την επαλήθευση αναφωνεί «Ο ρεαλισμός υπάρχει!» και διαβάζει και τον ορισμό της λέξης. Η σκηνή είναι πολύ δυνατή γιατί ο πρωταγωνιστής βρίσκεται στα πρόθυρα του θανάτου και ξέρει από πρώτο χέρι ότι... ο ρεαλισμός υπάρχει, δεν χρειάζεται το λεξικό για να του το επιβεβαιώσει. Ανάγοντας αυτή την σκέψη στα βιβλία, έχω παρατηρήσει ότι πολλά από αυτά δείχνουν πρόωρα γερασμένα, ακριβώς γιατί ο ρεαλισμός υπάρχει εντός τους. Ποτέ δεν θα καταλάβω (ακόμα και αν δεν το παραδέχονται ανοικτά οι εμπλεκόμενοι του βιβλίου) γιατί πρέπει να «ποινικοποιείται» η φαντασία στην λογοτεχνία. Μια μέρα στα Frammenti (Αποσπάσματα) του Νοβάλις (1772-1801) βρήκα αυτό που λέει: «Αν είχαμε μια Φανταστική, όπως έχουμε μια Λογική, θα ανακαλύπταμε την τέχνη να επινοούμε».


Το βιβλίο του Ροντάρι απευθύνεται (και) στα παιδιά (που κρύβουμε μέσα μας). Ξέρω, ναι, θλιβερό κλισέ για ετούτο το μπλογκ αλλά κρύβει μια αλήθεια – γιατί εκείνο που μας συνδέει με την παιδικότητά μας, περισσότερο απ' όλα τ' άλλα, είναι ένα ποσοστό φαντασίας που καταφέραμε με κόπους να κουβαλάμε και ως ενήλικες. Το να παραμένεις ανέμελος, υπερενθουσιώδης ή ανεύθυνος δεν σημαίνει ότι σε μεταφέρει πίσω στην παιδικότητά σου, σημαίνει μόνο ότι σε απομακρύνει από την ενήλικη ζωή. Μόνο για την φαντασία, την Φανταστική, αξίζει να παλέψει ένας ενήλικας, ένα ιδιαίτερα πανεύκολο κεκτημένο (τουλάχιστον έξω από τις περισσότερες στείρες εκπαιδευτικές αίθουσες) για τα παιδικά μυαλά. Όπως το θέτει ο Τζάκομο Λεοπάρντι στο Σημειωματάριό του και προσπαθεί να το ανασκευάσει ο Ροντάρι μέσω των τεχνικών δημιουργικότητας που περιγράφει στο βιβλίο του, «η πιο ωραία και τυχερή ηλικία του ανθρώπου, δηλαδή η παιδική, βασανίζεται με χίλιους τρόπους, με χίλιες στενοχώριες, φόβους, κούραση από την διαπαιδαγώγηση και την εκπαίδευση, τόσο που ο ενήλικος, έστω και μέσα στην δυστυχία... δεν θα δεχόταν να ξαναγίνει παιδί, καθώς ξέρει ότι θα υπέφερε ξανά όσα υπέφερε στην παιδική του ηλικία». Και γω, μόνο για την φαντασία θα γυρνούσα πίσω στην παιδική μου ηλικία. Ευτυχώς να λέμε, που σε κάθε ηλικία παραμένει αρκούντως καλλιεργήσιμη, ασχέτως αν οι περισσότεροι καλλιεργούν κυρίως βλακείες στα χωράφια της.

Πάντα το πίστευα και τώρα μου δίνεται η ευκαιρία να το ξαναπώ, ότι πολλοί και σπουδαίοι συγγραφείς σού δίνουν στο χέρι το κλειδί της ερμηνείας των έργων τους. Τζόυς, Πύντσον, Ναμπόκοφ, Καλβίνο ξεκλειδώνουν πανεύκολα με ένα πασπαρτού, την φαντασία. Ας πούμε, δεν μπορεί να φύγει από το μυαλό μου η τεχνική με το «φανταστικό διώνυμο» που περιγράφει ο Ροντάρι: χρειάζεται μια ορισμένη απόσταση ανάμεσα στις δύο λέξεις, πρέπει η μια να είναι αρκετά ξένη προς την άλλη και η προσέγγισή της διακριτικά ασυνήθιστη, έτσι ώστε η φαντασία να αναγκαστεί να μπει σε κίνηση και να δημιουργήσει μεταξύ τους μια συγγένεια, για να κατασκευάσει ένα σύνολο (φανταστικό), όπου τα δύο ξένα στοιχεία θα μπορέσουν να συμβιώσουν. Γι' αυτό είναι καλό να διαλέγουμε το φανταστικό διώνυμο με την βοήθεια της τύχης. Ύστερα, αυτό μπορεί να μετατραπεί σε φανταστική υπόθεση όπου δεν θα έχουμε πλέον δύο ονόματα αλλά ένα όνομα και ένα ρήμα, ένα υποκείμενο και ένα κατηγόρημα ή ένα υποκείμενο με ένα κατηγορούμενο (π.χ όνομα και ρήμα: «η πόλη», «πετάει»). Εκεί λοιπόν κάνω παύση και σκέφτομαι όλο το έργο του Πύντσον που είναι διάσπαρτο με φανταστικά διώνυμα. Τον φαντάζομαι ένα πρωινό βλέποντας παιδικά στην τηλεόραση, να σκέφτεται μια μηχανική πάπια και το ρήμα «ερωτεύομαι» προσπαθώντας να πλάσει μια φανταστική ιστορία – η συνέχεια της ιστορίας είναι λίγο μετά τη μέση του βιβλίου «Mason & Dixon». Ή τον Τζόυς με την ξεζουμιστική του ιδιοφυΐα να στύβει την ΠΕΤΡΑ - ο Ροντάρι ξεκινάει το βιβλίο του με την λέξη «πέτρα» και πώς μπορεί αυτή μέσω της φαντασίας να δημιουργήσει άλλες λέξεις και εικόνες· βέβαια, αυτή η διαδικασία είναι δύσκολη και παρακινδυνευμένη μιας και το μυαλό μας για να ενεργοποιήσει την φαντασία επιζητά την αντίθεση, την σύγκρουση, εξου και η πολύτιμη συνεισφορά του φανταστικού διωνύμου. Κάπου εκεί ανάμεσα, πεταρίζει και ο Ναμπόκοφ. Όσο για τον Καλβίνο... ευτυχώς που ξέχαααασεεε να μεεεγαααααλώσει!
 
Στο κεφάλαιο «Παραμύθια με ξαπατίκωμα» ο Ροντάρι «ξεπατικώνει» μερικές από τις παραπάνω ιδέες μου – τις έγραψα πριν διαβάσω το συγκεκριμένο κεφάλαιο, αλλά σιγά μην με πιστέψετε – όταν αναφέρει ότι ο Τζόυς χρησιμοποίησε τον μύθο του Ομήρου με τον δικό του τρόπο: 

Η Οδύσσεια χρησιμεύει στον Τζόις μόνο σαν ένα σύνθετο σύστημα φανταστικών συντεταγμένων: ένα δίχτυ όπου θέλει να μπλεχτεί η πραγματικότητα του δικού του Δουβλίνου και συγχρόνως ένα σύστημα με παραμορφωτικούς καθρέφτες, που από αυτή την πραγματικότητα αποκαλύπτουν διαστάσεις που δεν είναι ορατές δια γυμνού οφθαλμού. Κάνοντάς την παιχνίδι, η διαδικασία δεν χάνει τίποτε από την ευγένειά της και την ικανότητά της να ερεθίζει.
 
Ξεπατικώνουμε την μορφή ενός ήδη γνωστού παραμυθιού. Δηλαδή, η μορφή 

«Ο Χάνσελ και η Γκρέτελ είναι δυο αδερφάκια που χάνονται στο δάσος, μια μάγισσα τα μαζεύει στο σπίτι της, σχεδιάζοντας να τα ψήσει στο φούρνο της...»
 
μετατρέπεται αορίστως στην μορφή

«Ο Α και η Β χάνονται σε ένα μέρος Γ, όπου τους υποδέχεται η Δ σ' ένα χώρο Ε, εκεί υπάρχει κι ένας φούρνος Ζ...» 

Τώρα μόλις θυμήθηκα ότι ο μύθος του Χάνσελ και της Γκρέτελ χρησιμοποιήθηκε και από τον Πύντσον (σιγά που δεν!) στο «Ουράνιο τόξο της βαρύτητας» όπου δύο φοβισμένα παιδιά κρατούνται αιχμάλωτα στο δάσος από έναν σαλεμένο και δαιμονικό βαθμοφόρο σ' ένα οχυρό που ονομάζεται Φούρνος (ή κάπως έτσι έχει το στόρι, η ουσία όμως είναι εμφανής). Με λίγη φαντασία όλα γίνονται παιχνιδάκι – και για τους συγγραφείς και για τους αναγνώστες. 

Εξερευνώντας περαιτέρω τα μονοπάτια της φαντασίας, ο Ροντάρι μοιραία φτάνει και στα λίμερικ, στις πρότυπες φανταστικές μπούρδες του Έντουαρντ Ληρ – όχι, για να μην νομίζετε ότι μπουρδολογούσα τις προάλλες! Ο Τζάνι Ροντάρι πιάνει το πράμα από την αρχή, από εκείνη την ηλικία όπου αν η δημιουργικότητα και η φαντασία στραγγαλιστούν, πολύ δύσκολα θα μπορέσουν να αναπνεύσουν ελεύθερες στην ενήλικη ζωή. 


[...] Η αποφασιστική συνάντηση ανάμεσα στα παιδιά και στα βιβλία γίνεται στα σχολικά θρανία. Αν συμβεί σε ένα δημιουργικό πλαίσιο, όπου θα μετράει η ζωή και όχι η άσκηση, θα μπορέσει να αναδυθεί αυτή η ευχαρίστηση για το διάβασμα με την οποία δεν γεννιόμαστε, γιατί δεν είναι ένστικτο. Εάν συμβεί σε ένα γραφειοκρατικό πλαίσιο, αν το βιβλίο υποβιβαστεί σε ένα όργανο ασκήσεων (αντιγραφές, περιλήψεις, γραμματικές αναλύσεις κτλ), αν πνιγεί από τον παραδοσιακό μηχανισμό «ερωτήσεις-απαντήσεις», τότε μπορεί να γεννηθεί η τεχνική της ανάγνωσης αλλά όχι η ευχαρίστηση. Τα παιδιά θα ξέρουν να διαβάζουν, αλλά θα διαβάζουν μόνο όταν είναι υποχρεωμένα. Και πέρα από την υποχρέωση θα καταφεύγουν στα κόμικς – ακόμα και όταν θα είναι ικανά για αναγνώσματα πιο σύνθετα και πλούσια –, ίσως επειδή τα κόμικς δεν «μολύνθηκαν» από το σχολείο.
 
Τι εννοείτε, δεν σας θυμίζει τίποτα; Μην παιδιαρίζετε τώρα! Σε όσους λοιπόν η ανάγνωση αποτελεί πρωτίστως ευχαρίστηση, το συγκεκριμένο βιβλίο έχει λόγο να διαβαστεί και να προσφέρει ευχαρίστηση όπως οφείλει. Η έκδοση του «Μεταίχμιου» είναι πολύ όμορφη και προσεγμένη (είναι από τα παλιά καλά χρόνια, γι' αυτό). Η μετάφραση ανήκει στον Γιώργο Κασαπίδη και είναι αρκετά καλή, αν και σε αρκετά σημεία δείχνει κάπως να «σκαλώνει» χωρίς να γίνεται όμως ενοχλητική – αν διέθετε λίγη ακόμα φαντασία, θα συμβάβιζε καλύτερα με τον συγγραφέα. Ένα ακόμα γοητευτικότατο βιβλίο – ε ναι, τι θέλετε τώρα, και αυτό το βρήκα γοητευτικό, εγώ φταίω; Είναι αφού -, ένα απελευθερωτικό μανιφέστο της φαντασίας, που όσες και αν «χτίζουν» φυλακές, εκείνη όλο θα δραπετεύει! Όσοι ασχολείστε με την συγγραφή, προσοχή, μην αγνοείτε την φαντασία γιατί πάντα υπάρχει το παιδί (ανεξαρτήτως ηλικίας) που θα ρωτήσει: «Πώς καταφέρνεις να επινοείς ιστορίες;» και του αξίζει μια τίμια απάντηση – την οποία και θα αξιώσει σιωπηλά μέσα από την διαδικασία της ανάγνωσης. Μην το απογοητεύσεις, έχε το νου σου στο παιδί. 


Υ.Γ. 2666 «Αρρώστησα» με τους όμορφους αφορισμούς, θα πάρω επειγόντως Νοβάλις (σαν χάπι!)... καλά να πάθω. Δεν υπάρχει καλύτερο λογοτεχνικό είδος από τους αφορισμούς και καλύτερη λογοτεχνική σειρά από τους Στοχασμούς της Στιγμής! Αν αναζητάτε την γραμματική της φαντασίας, εκεί μέσα θα την βρείτε. Ο ορισμός της γραμματικής της φαντασίας! 

Υ.Γ. 49 Καλά Χριστούγεννα σε όλους! Το ξέρετε, φαντάζομαι, ότι τα Χριστούγεννα στερούνται απολύτως φαντασίας, σχεδόν από την εποχή του Χριστού! Ο Άγιος Βασίλης ΔΕΝ υπάρχει!!

Σχόλια

  1. Καλησπέρα,
    Ξαφνιάστηκα με την επιλογή του βιβλίου, ταυτίστηκα με την πρώτη αντίδραση ("Γραμματική της φαντασίας";; Γίνεται;), χάρηκα την περιγραφή και τις αναφορές.
    Τα είπατε τόσο καλά, τι να προσθέτω; Ίσως ότι εκτός του ότι το βιβλίο είναι .. φανταστικό, είναι και πολύ χρήσιμο στους εκπαιδευτικούς. Δίνει πολλές ιδέες για παιχνίδια γλώσσας, σκέψης, φαντασίας - αν μιλήσω εκ πείρας, θα πω περάσαμε πάαααρα πολύ ωραίες σχολικές στιγμές στην τάξη. Άσε που, πράγματι, παίζει το ρόλο της υπενθύμισης της χαριτωμένης διαολιάς που έχει το μυαλό μας και που πορευόμενοι εν μέσω κοινωνικών συμβάσεων την απεμπολούμε, ή, έστω, τη μεταλλάσσουμε.
    Καλές γιορτές.

    ΥΓ. Δεν υπάρχει;!;!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μιλάτε εκ πείρας... ως δάσκαλος που χρησιμοποίησε τις τεχνικές του Ροντάρι στην τάξη ή ως μαθητής στον οποίο χρησιμοποιήθηκαν οι συγκεκριμένες τεχνικές; Και οι δυο περιπτώσεις είναι φανταστικές, αλλά η δεύτερη θα ήταν ακόμα καλύτερη!!

      Σίγουρα η φαντασία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης εμπειρίας και αξίζει να καλλιεργηθεί τοιουτοτρόπως. Παντού, αλλά κυρίως στην λογοτεχνία, που μας ενδιαφέρει το θέμα.

      Καλές γιορτές και σε σας!

      Υ.Γ. Λέτε να υπάρχει και να μου φέρει ως δώρο, το μερίδιο της φαντασίας που μου λείπει ώστε να πιστεύω σε αυτόν; :p

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!