Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Απόσυρση τώρα!


Δεν ξέρω στις άλλες περιπτώσεις τι γίνεται, στις βιβλιοθήκες όμως η απόσυρση είναι πολύ ωφέλιμο πράγμα. Βιβλιοθήκες που αποσύρουν βιβλία, μην τις φοβάστε – όπως ακριβώς θα κάνατε και με τα μαγαζιά που έχουν καθαρές τουαλέτες! Βιβλιοθήκες με πολιτική απόσυρσης δείχνουν ότι αφουγκράζονται το κοινό τους και τον καιρό τους. Ή έστω κάνουν τις καλύτερες κινήσεις σε ένα αυστηρά οριοθετημένο χώρο και μια πεπερασμένη συλλογή, προς όφελος όλων. Βέβαια, εδώ θα έρθετε να μου πείτε ότι όλες οι βιβλιοθήκες έχουν πολιτικές απόσυρσης, και εγώ εδώ λοιπόν, θα έρθω να σας πω ότι οι περισσότερες εξ αυτών έχουν μόνο αποσυρμένες πολιτικές! Ας φύγουμε από την μικροπολιτική όμως και ας επιστρέψουμε στην κανονική πολιτική (απόσυρσης).
 
Καθώς λοιπόν ήμουν ο τελευταίος που απέσυρα βιβλία, μοιραία ήμουν και ο πρώτος που θα έπαιρνα τα κελεπούρια – οι έσχατοι έσονται πρώτοι!! Όταν αιχμαλώτισα στα χέρια μου τον Σεβάχ τον Θαλασσινό, αιχμαλωτίστηκα ταυτόχρονα από τις πληροφορίες που αντίκριζα στην σελίδα τίτλου: μετάφραση Ελένη Μπακοπούλου, εικονογράφηση Γουστάβος Ντορέ. Ωρε πάτε καλά, που θα αφήσω τέτοιο κελεπούρι; Η προειδοποίηση, ωστόσο, ήρθε από το οπισθόφυλλο: 9-12 ετών. Η επιβεβαίωση ήρθε με το τέλος της ανάγνωσης, όταν διαπίστωσα ότι μη ευρισκόμενος σε αυτή την ηλικιακή ομάδα, έχασα πολλά και σημαντικά από την αφομοίωση του κειμένου. Τι να γίνει, η φαντασία φθίνει αισθητά μετά τα 12, γεγονός. 


 

Ο μύθος είναι λίγο πολύ γνωστός, οι «1000 και μία νύχτες» (έχει βγει και το νούμερο 2, και μάλιστα από Έλληνα συγγραφέα) είναι μια σειρά αφηγήσεων όπου η Σεχραζάντ (έχει βγει και σε σήριαλ, και μάλιστα από ελληνικό κανάλι) τις αφηγείται κάθε βράδυ στο βασιλιά κόβοντάς τες πάντα στο πιο κρίσιμο σημείο, επιτείνοντας έτσι το ενδιαφέρον του βασιλιά, για να μην της κόψει εκείνος το κεφάλι όπως σχεδίαζε να κάνει και με κείνη, μετά από μια μακριά σειρά φόνων (μερικοί άνθρωποι παίρνουν πολύ βαριά το κέρατο). Μέσα σε αυτή την σειρά των αφηγήσεων ανήκουν και τα εφτά ταξίδια του Σεβάχ του Θαλασσινού. Η πρώτη εντύπωση που αποκομίζει ο αναγνώστης είναι ότι πρόκειται για βαρετές θαλασσινές περιπέτειες που είναι ικανές να συγκινήσουν μόνο τα φασαριόζικα αγοράκια – κάτι σαν το playstation περασμένων εποχών. Δεν είναι όμως έτσι. Τα ταξίδια του Σεβάχ συνομιλούν με τα πιο μακρινά άκρα της ιστορίας της λογοτεχνίας, τεντώνονται προς τα πίσω ως τον Όμηρο και εκτείνονται με δύναμη προς τα μπρος, προς το σταθερό χέρι του Τζόναθαν Σουίφτ.
 
Τα ταξίδια του Σεβάχ αποτέλεσαν μια σαφέστατη επιρροή για τα «Ταξίδια του Γκιούλιβερ». Βέβαια, ο Σουίφτ τα πασπάλισε με απαράμιλλη πολιτική σάτιρα και μας τα σέρβιρε στο πιάτο μας – όσοι δεν τα έχετε διαβάσει, μην διανοηθείτε να κάνετε απολογισμό της χρονιάς που φεύγει! Από την άλλη, το επεισόδιο με την τύφλωση του Κύκλωπα, μεταφέρεται σχεδόν αυτούσιο σε ένα από τα ταξίδια του Σεβάχ. Κάπου ανάμεσα εκεί αχνοφαίνονται και οι Μέλβιλ, Πόε, Βερν, Κόνραντ, Καββαδιας, κ.α. Χαρακτηριστικό αυτών των αφηγήσεων (που διατήρησε και ο Σουίφτ στο δικό του έργο) είναι η οικονομία του λόγου όσον αφορά την απόφαση του πρωταγωνιστή να ξαναμπαρκάρει σχεδόν αφότου είχε ορκιστεί ότι δεν θα το ξανάκανε ύστερα από τις κακουχίες του προηγούμενου ταξιδιού του (εξαίρεση αποτελεί το πρώτο ταξίδι!!) καθώς και μερικά περιγραφικά μοτίβα που βλέπουμε σχεδόν σε όλα τα ταξίδια. Από κει και ύστερα, οι «κακουχίες» κάθε ταξιδιού κλιμακώνονται, ποικίλουν και εντυπωσιάζουν. Τα ταξίδια του έχουν προορισμό την φαντασία και αυτό είναι πάντοτε ασφαλές λιμάνι όταν μιλάμε για λογοτεχνία! 


Η έκδοση που κρατάω στα χέρια μου είναι του «Μίνωα» και αποτελεί παγκόσμια πρώτη για την ιδιαιτερότητά της. Στο τέλος του βιβλίου έχει ένα κουίζ με ερωτήσεις σχετικές με το κείμενο, αλλά δεν είναι τυπωμένο όπως θα περίμενε κανείς, δηλαδή μετά το τέλος των αφηγήσεων, ως ένθετο. Η πρωτοτυπία βρίσκεται στο οπισθόφυλλο όπου κάτω κάτω υπάρχει η φράση «ας πουμε πως άρχιζαν όλα από το τέλος...» και μόλις γυρίσεις την σελίδα, εμφανίζεται το κουίζ κανονικά, σαν να άρχιζες ένα οποιοδήποτε βιβλίο, με την αφήγηση από τα αριστερά προς τα δεξιά. Στην ουσία, εξώφυλλο και οπισθόφυλλο είναι ανεστραμμένα (κατ' επέκταση και κείμενο και κουίζ) – φανταστείτε σαν να γυρίζετε μια κλεψύδρα. Αν σας μπέρδεψα, καλά σας έκανα, γιατί είναι όντως μπερδεμένο! Ωστόσο, αυτή η αχρείαστη πρωτοτυπία, κάνει το αντίτυπο μοναδικό. Δεν θα ήταν κρίμα να αποσυρθεί;
 

Οι ερωτήσεις του κουίζ είναι δυνατές και ενδιαφέρουσες, σε πολλές αδυνατούσα να απαντήσω, και αυτό γιατί σε απορροφάει τόσο η ανάγνωση που είναι ανώφελο να προσπαθήσεις να περιχαρακώσεις την απόλαυση που νιώθεις. Αυτή η σκέψη, μου επιβεβαίωσε και το γιατί πάρα πολλοί νεαροί αναγνώστες απεχθάνονται σιγά σιγά την λογοτεχνία όταν έρχονται επανειλημμένα αντιμέτωποι με ερωτήσεις που δεν χρειάζεται καν να γίνονται. Και εδώ μιλάμε για ερωτήσεις του στυλ «Πώς τα πέρασε ο Σεβάχ στα ταξίδια του;», κλπ... φαντάσου να σε ρωτάνε σπουδαιοφανώς «ΤΙ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΠΕΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ;»... πω πω μου κοπήκαν τα γόνατα και μόνο που είδα την ερώτηση (γραμμένη από μένα!!). Επίσης, το αλλόκοτο ένθετο συμπληρώνεται με τρία μικρά αποσπάσματα που δείχνουν την... ανατολή μέσα από την λογοτεχνία: «Περσικές επιστολές» του Μοντεσκιέ, «Ο πρίγκιπας του Ομέιγια» του Άντονυ φον Έιζεν και «Οι μάγοι» του Μισέλ Τουρνιέ.

Αξίζει πραγματικά να αναζητήσετε τις «1000 και μία νύχτες», αυτόν τον σπουδαίο μύθο της Ανατολής. Εγώ έχω στο σπίτι μια 7τομη παλιά έκδοση των μύθων, και τώρα που έκανα την αρχή με τον Σεβάχ θα μπαρκάρω αποφασισμένος να κάνω τον περίπλου του βιβλίου! Ελπίζω να κυκλοφορούν στην αγορά αξιόλογες εκδόσεις· αν όχι, θα έπρεπε. Μαραμπού speaking!
 

Κάματος είναι που μιλά στενόχωρα και κάψα. 
Πεισματική, και πέταξες χαρτί, φτερό, κλαδί, 
όμως δεν είμαστε παιδιά να πιάσουμε την κλάψα. 
Τι θα δινα «Πάψε, Σεβάχ» για να 'μουνα παιδί! 

Πολλά έγραψα, ας αποσυρθώ στα ιδιαίτερά μου.

Σχόλια

  1. Φίλε μου, έχω και εγώ ακριβώς αυτό το βιβλίο και το απεκτησα όταν ήμου στην ηλικία των 13 ετών. Το έχω διαβάσει πολλές φορές. Είχα να το διαβάσω χρόνια και τώρα που το ξαναδιαβάζω είναι σαν να διαβάζω ένα νέο βιβλίο. Φαντάσου κάθε φορά το ίδιο σου φαίνεται νέο. Παρατηρώ ή συνειδητοποιώ πράγματα νέα, κάθε φορά...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλησπέρα Chrissy!

      Ναι είναι γεγονός, τέτοια βιβλία έχουν την (μυστήρια) ικανότητα να το πετυχαίνουν αυτό. Και μένα μου προκαλεί εντύπωση αυτό το «παράδοξο». Εγώ ως βιβλίο-πρότυπο τέτοιου είδους έχω τα «Ταξίδια του Γκιούλιβερ» -- σου το προτείνω να το διαβάσεις αν δεν το έχεις κάνει ήδη. Ή ακόμα και αν το έχεις κάνει! ;)

      Σ' ευχαριστώ για το σχόλιο.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Η λογοτεχνία ως μη βούληση και παράσταση

Το μέλλον δείχνει ότι σε λίγο καιρό θα παριστάνουμε ότι γράφουμε λογοτεχνία. Ο Τζήμας που παριστάνει τον Μπουκόφσκι που παριστάνει τον Φάντε που παριστάνει την Γιαδικιάρογλου. Η λογοτεχνία τρώει πολύ ξύλο, μπας και μάθει επιτέλους καλούς τρόπους και καταφέρει κάποτε να μπει στον παράδεισο. «Ήρθε ένας κύριος για τα ριντό. Ήταν αδερφή . Είχε νύχια που έλαμπαν κι ένα κασμίρ φουλάρι κάτω απ’ το σπορ σακάκι με τη ζώνη» . Θα γράφεται λογοτεχνία απίστευτα βαρετή, πολύ πιο βαρετή από όση υπάρχει ήδη. Οι υπερευαίσθητοι αναγνώστες θα μισούν ακόμα περισσότερο την ζωή τους γιατί θα την βλέπουν να μετατρέπεται σε αυτό που οι ίδιοι διορθώνουν. Οι άλλοι οι αναγνώστες, οι αναίσθητοι, θα αναπολούν μια λογοτεχνία που με τα υλικά που έβρισκες εντός της θα μπορούσες να αναδιαμορφώσεις την πραγματική σου ζωή – να μισήσεις, να νιώσεις θυμό, να βρίσεις, να σιχαθείς, να αποσυμπιεστείς τέλος πάντων για να μην σκάσεις. Αλλά το πρόβλημα είναι τελικά πιο απλό και εμφανές από όσο θέλουν να το παρουσιάζουν: της

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

Οι αποσυνάγωγοι

  Το να γράφεις αλλόκοτη και παράδοξη λογοτεχνία δεν σημαίνει κιόλας ότι δεν έχεις συμβιβαστεί με μια εντυπωσιοθηρική παράσταση και έχεις παγιδευτεί εντός της. Το πιο παράδοξο που συναντάς πλέον σε πολλά λογοτεχνικά έργα είναι ότι τους λείπει η λογοτεχνία! Η λεγόμενη παράδοξη λογοτεχνία συνήθως παίζει επικίνδυνα με τα όρια της γραφικότητας, που υποτίθεται ότι η άλλη, κοινή λογοτεχνία τα αποφεύγει… χαχαχα, μπα σε καλό μου. Κανείς δεν γλυτώνει από την γραφικότητα αν δεν ξέρει τον τρόπο να το πετύχει. Ταρώ ρίχνει και ο Χοντορόφσκι ταρώ και ο Χαϊκάλης, ποντάρετε σωστά τα λεφτά σας. Σχεδόν πάντα, είναι το ίδιο δύσκολο και ψυχοφθόρο να είσαι αποσυνάγωγος όσο και να είσαι επίτιμο μέλος της συναγωγής . «Νόμιζα πως είμαι αυτό που είμαι, αλλά στην πραγματικότητα είμαι ακόμα αυτό που ήμουν. Κι αυτό που ήμουν δεν ξέρω τι είναι. Ίσως κάποια μέρα το μάθω. Τότε θα είμαι αυτό που θα είμαι, αλλά δεν θα είμαι πια αυτό που είμαι τώρα. Και το να πάψω να είμαι αυτό που είμαι τώρα, με φοβίζει και με τρομάζε

Ο ακρωτηριασμός της Δύσης

    Όσο διάβαζα το βιβλίο μού ερχόταν στο μυαλό μια εντυπωσιακή φράση του Κούντερα που υπάρχει στο δοκίμιο «Ο ακρωτηριασμός της Δύσης ή Η τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης» , καθώς και στις «Προδομένες διαθήκες» αν θυμάμαι καλά, που λέει ότι πλέον η ζωγραφική έγινε μια περιθωριακή τέχνη, ο κόσμος έπαψε να ενδιαφέρεται για αυτή όπως το έκανε όσο ζούσε ο Πικάσο και οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αναφέρουν έναν σύγχρονο ζωγράφο πια. Το ίδιο μπορεί κανείς να πει και για το σκάκι και αν όλα πάνε καλά (και κατά διαόλου) και για οτιδήποτε άλλο. «Μαζί με τον Αλιέχιν, ένας κόσμος πέθαινε. Ο θάνατός του δεν αφορούσε μόνο το σκάκι. Ο Αλιέχιν υπήρξε ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας κλάσης παικτών χωρίς δάσκαλο, αριστοκρατών χωρίς βασιλιά, ατόμων χωρίς υποστήριξη, πνευματικών ανθρώπων χωρίς ιδεολογία, πολιτών χωρίς σύνορα, βασιλέων της φαντασίας, ανθρώπων ανένταχτων… Τώρα που δεν υπήρχε πια, ποιος θα έπαιζε;» Ας παίξουμε με τις λέξεις, για την ώρα. Οι λέξεις chess και chase ηχούν πολύ όμοια

Γεύση πικραμύγδαλου

Να είσαι φαν του κουραμπιέ, να τον ξεκινάς με λαχτάρα και να σου σκάει πικραμύγδαλο. Κάπως έτσι ένιωσα με το συγκεκριμένο βιβλίο. Ήθελα πολύ να μου αρέσει. Αγαπώ την ιταλική λογοτεχνία (ειδικά την λίγο πιο παλιά, δεν έχω μελετήσει τόσο την σύγχρονη), βρίσκεται σταθερά στις τοπ λογοτεχνίες μου, συνθέτοντας πάντα δείγματα γεμάτα αισθητική κομψότητα και τόλμη μαζί, γιατί καλώς ή κακώς στη λογοτεχνία όλα τα υπόλοιπα οφείλουν να ακολουθούν∙ αν προηγούνται ή κυριαρχούν, δυναμιτίζουν την συνολική αξία του έργου και καταλήγεις να περιπλανιέσαι αμήχανος ανάμεσα σε λεκτικά ερείπια ενώ γνωρίζεις βέβαια ότι η λογοτεχνία είναι κατ’ αρχήν σκοτεινή και υπόγεια διαδρομή. Πρώτα θα γίνει ορυχείο, βαθύ και αδυσώπητο, και αν καταφέρει να βρει φλέβα ίσως εξορύξει και ό, τι πολύτιμο κουβαλά εντός της. Ο ήρωας του μυθιστορήματος «Πικρή ζωή» και άλτερ έγκο του Λουτσάνο Μπιαντσάρντι τα γνώριζε καλά όλα αυτά όταν ξεκίνησε να το γράφει αλλά προτίμησε να τα ξεχάσει γρήγορα, και μαζί και ο αναγνώστης την ελπίδα

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Mission impossible

  Η μοναδική αποστολή του βιβλιοθηκάριου (βιβλιοθηκονόμοι πλέον ρε Ορτέγκα, μας προσβάλλεις γαμώτο∙ ναι, ο φερετζές μάς έλειπε), τουλάχιστον στην Ελλάδα και για μια γεμάτη 25ετία, είναι να μην πεθάνει από την πείνα. Τα πάμε καλά, συνάδελφοι! Άλλος για μπαρ τράβηξε, άλλος για γραμματειακή υποστήριξη και άλλος στου ΟΑΕΔ τα ΚΟΧ αίμα και δάκρυα πίνει. Ευαισθητοποιημένοι πολίτες λένε συνεχώς να χαρίσουμε βιβλία στις βιβλιοθήκες μας, είναι ο πολιτιστικός μας πνεύμονας (με χρόνια βρογχίτιδα), το κράτος από την μεριά του λέει κανένα πρόβλημα, στα τέτοια μου, αλλά να ξέρετε όποτε χρειαστεί να κόψω χρήματα για τις εκλογικές διαφημίσεις θα τα πάρω από τις βιβλιοθήκες, no offense. Και η σχολή Βιβλιοθηκονομίας συνεχίζει να βγάζει εκατοντάδες επιστήμονες κάθε χρόνο σαν να μην υπάρχει αύριο (που δεν υπάρχει!), μια θλιβερή γραμμή παραγωγής από ρομποτάκια σε μια δυστοπική και λοβοτομημένη πολιτιστικά χώρα. Does that make sense? «Οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται από μια παράξενη τάση να τρέφονται, κυρίως, με

Ποίηση χωρίς τέλος

  Αυτή η χρονιά θα ξεκινήσει ακριβώς όπως τελείωσε: με ποίηση. Συλλεκτική ανάρτηση, σπάνια θα ξαναδιαβάσετε τέτοια. Σπάω την παράδοση (και το ρόδι)! Ακόμα σπανιότερα εντυπωσιάζομαι από ποιητές και ποιήματα. Δεν με συγκινεί η συμπύκνωση του λόγου όταν του λείπει ένα είδος «φλυαρίας» – ψάχνω ποιήματα που είναι αμετροεπή με έναν δικό τους τρόπο και ταυτόχρονα στοχευμένα και ουσιώδη. Ποιήματα που δεν πολυπαίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους καθώς τσαλαβουτούν χαρούμενα στον χυλό της ειρωνείας. Ποιήματα που, απ' ό,τι σωστά αντιλαμβάνεστε, δεν γράφει η πλειοψηφία των ποιητών. Με δυο λόγια, κυνηγώ το ανέφικτο. Αλλά, αυτό δεν κυνηγάμε όλοι στην έναρξη κάθε χρονιάς; Το φλουρί μου για φέτος – λίρα εκατό – ήταν η Βισουάβα ή Βισλάβα ή όπως αλλιώς, Σιμπόρσκα. Η παλιά ποίηση, η ορθόδοξη, είναι Εδώ!